«Ο θείος Βάνιας»: Τι απομένει όταν πεθάνουν οι ψευδαισθήσεις;

«Ο θείος Βάνιας»: Τι απομένει όταν πεθάνουν οι ψευδαισθήσεις; Facebook Twitter
Εκεί ακριβώς έγκειται η ιδιοφυής πρωτοτυπία του Δημήτρη Καραντζά: ότι είδε όλους τους χαρακτήρες του έργου σαν έναν. Σαν κομμάτια του ίδιου χαρακτήρα. Φωτ.: Γκέλυ Καλαμπάκα
0

Ποιος θ’ απλώσει μια γέφυρα σωτηρίας πάνω από τη σούπα σπαραγγιών; Ποιος θα τινάξει τα ψίχουλα που τσιμπούν τα δάχτυλά μας; Ποιος θα μας σώσει απ’ αυτό το ατέλειωτο δείπνο προσβολών, σαρκασμών και μικροπρέπειας;

Μια οικογένεια κάθεται στο τραπέζι, κι ενώ μασούν μηχανικά το αφράτο ψάρι, οι ζωές τους αθόρυβα καταρρέουν, θα λέγαμε, παραφράζοντας τη γνωστή ρήση του Τσέχοφ, η οποία φαίνεται να ενέπνευσε τόσο τη σκηνογραφία όσο και τη σκηνοθεσία του Θείου Βάνια που φιλοξενείται στο θέατρο Προσκήνιο.

Το τραπέζι της Μαρίας Πανουργιά είναι μεγάλο σαν χώρα που απλώθηκε και κατάπιε όλες τις άλλες χώρες. Όπου κι αν πάνε οι κάτοικοι αυτής της χώρας θα βρίσκονται πάντοτε στο ίδιο μέρος: δεν υπάρχουν σύνορα για να διασχίσουν, δεν υπάρχει οδός.

Υπάρχουν μόνον είκοσι τέσσερις καρέκλες, όσες και οι μονότονες ώρες μιας μέρας που περνά (ή δεν περνά) στο κτήμα του θείου Βάνια και της Σόνιας. Σε αυτές κάθονται ένας ένας οι ήρωες του δράματος. Μετακινούνται συχνά, όμως δεν αλλάζουν «θέση». Μασουλάνε, συζητάνε –τα μικρά και τα μεγάλα–, πίνουν τσάι, βότκα, ενίοτε τους πιάνει λόξυγγας ή μια ακατανόητη παρόρμηση να γλείψουν το γλάσο του γλυκού. Κι ενώ κάνουν όλα αυτά που περιμένουμε να κάνουν, ταυτόχρονα κάτι άλλο, κάτι παράξενο νιώθουμε να συμβαίνει με τούτους τους τσεχοφικούς συνδαιτυμόνες.

Καμία άλλη στιγμή δεν παράγει τόσο θόρυβο όσο εκείνη. Για δύο ώρες αυτό παρακολουθούμε επί σκηνής, αυτήν τη διεσταλμένη στιγμή: τις ύλες που μετατοπίζονται και τις κραυγές που γεννιούνται, όταν το Είναι στέκεται έξαλλο και αντιστέκεται ολόκορμο στην απώλεια των ψευδαισθήσεών του.

Γιατί, καίτοι καθηλωμένοι, δεν δείχνουν παραιτημένοι. «Η ζωή είναι βαρετή, ανόητη, βρομερή... σε ρουφάει στο τέλμα της», λέει ο Άστροφ, αλλά εμείς, επί σκηνής, δεν βλέπουμε ρουφηγμένους ανθρώπους, τσακισμένους από την περιρρέουσα ανοησία, ανία ή δυσωδία. Κάθε άλλο. Μια τεντωμένη χορδή διαπερνά το σώμα τους. Πάλλονται συντονισμένοι στην ίδια συχνότητα, η ίδια ένταση ταλανίζει τις φωνές τους. Μοιάζουν τόσο πολύ συναισθηματικά, ώστε δυσκολευόμαστε να τους ξεχωρίσουμε, λες και ο σκηνοθέτης «έσβησε» τα ιδιαίτερα γνωρίσματα του καθενός κι εμείς δεν μπορούμε πια να πούμε, αν μας το ζητούσε κάποιος πεισματικά, σε τι διαφέρει ο Βάνιας από την Ελένα ή από τον Άστροφ ή από τη Σόνια, σαν, από ερμηνευτικής άποψης, ο ένας να μπορούσε να είναι η άλλη, και σαν η άλλη να μπορούσε να πάρει τη θέση του ενός, και τίποτε δεν θα μεταβαλλόταν στο ψυχικό ηχόχρωμα της παράστασης.

«Ο θείος Βάνιας»: Τι απομένει όταν πεθάνουν οι ψευδαισθήσεις; Facebook Twitter
Η Ηρώ Μπέζου ως Σόνια και Χρήστος Λούλης στον ρόλο του Βάνια. Φωτ.: Γκέλυ Καλαμπάκα

Μα και το ψυχικό ηχόχρωμα της παράστασης μοιάζει να είναι μονότονο, μονίμως σε κρεσέντο, ένα κρεσέντο που εκδιπλώνεται σε αλλεπάλληλους κυματισμούς, ξέφρενους, που καταπίνουν τη δράση, καθιστούν τα γεγονότα, τα πρόσωπα, τα σώματα εναλλάξιμα, και, τέλος πάντων, τι είδους παράσταση είναι αυτή όπου ο σκηνοθέτης αψηφά τα παραδοσιακά δομικά και δραματουργικά υλικά, αρνείται το χτίσιμο των χαρακτήρων, της πλοκής, των αντιθέσεων και στέκεται εμμονικά προσηλωμένος σε ένα αδιάπτωτο, αδιάλειπτο, αδιαπραγμάτευτο, σαρωτικό Αίτημα;

Εκεί ακριβώς έγκειται η ιδιοφυής πρωτοτυπία του Δημήτρη Καραντζά: ότι είδε όλους τους χαρακτήρες του έργου σαν έναν. Σαν κομμάτια του ίδιου χαρακτήρα. Δεν έχουμε εδώ, όπως συνήθως, πολλά και διαφορετικά υποκείμενα, αλλά ένα, τεμαχισμένο, που διαθλάται μανικά και καταλαμβάνει διαδοχικά όλες τις πιθανές θέσεις στον ασφυκτικά περιφραγμένο χώρο, διαμαρτυρόμενο και παλλόμενο μέχρι τελικής πτώσης.

Δεν είναι μόνο τα κάδρα που ολοένα μικραίνουν, τ’ αποφάγια που στοιβάζονται και τα ινδάλματα της νιότης που ξεθωριάζουν. Δεν είναι η ζέση της χειρωνακτικής εργασίας που αδυνατεί πλέον να ξεγελάσει τη μοναξιά... Είναι ότι μέσα σε μια στιγμή ράγισε η πυκνότητα του χρόνου. Μέσα σε μια στιγμή κάηκε το δάσος, μέσα σε μια στιγμή κατέφθασε το γήρας, μέσα σε μια στιγμή πέθανε ο έρωτας και η δυσωδία της ποδάγρας πλημμύρισε το δωμάτιο.

Καμία άλλη στιγμή δεν παράγει τόσο θόρυβο όσο εκείνη. Για δύο ώρες αυτό παρακολουθούμε επί σκηνής, αυτήν τη διεσταλμένη στιγμή: τις ύλες που μετατοπίζονται και τις κραυγές που γεννιούνται, όταν το Είναι στέκεται έξαλλο και αντιστέκεται ολόκορμο στην απώλεια των ψευδαισθήσεών του. Γιατί είναι αβάσταχτος ο πόνος που φέρνει το γκρέμισμά τους και μεις θα κάνουμε το παν να τις κρατήσουμε ζωντανές. Θα επιστρατεύσουμε όλες τις δυνάμεις της επανάληψης και της καθήλωσης, προκειμένου να μη χαθεί το νόημα, το όποιο νόημα, θλιβερό κι ανεπαρκές αλλά πάντοτε προτιμότερο από το άλλο, το άγνωστο, το μη εξημερωμένο.

θεοδώρα τζήμου Facebook Twitter
Η όμορφη Έλενα της Θεοδώρας Τζήμου πνίγεται στην ανημπόρια της, στα σκοτεινά νερά της παραλυμένης επιθυμίας της: γονατισμένη πάνω στο τραπέζι σαν πουλί με σπασμένη τη φτερούγα του. Φωτ.: Γκέλυ Καλαμπάκα

«Το αίσθημά μου χάνεται άδικα, σαν ηλιαχτίδα που πέφτει σ’ έναν λάκο, και χάνομαι κι εγώ», θρηνεί ο σπαρακτικός Βάνιας του Χρήστου Λούλη, έμπλεος οδύνης, σαρκασμού και αγανάκτησης απέναντι σε ένα παρελθόν που ξεγλίστρησε αθόρυβα και σ’ ένα παρόν που δεν υπακούει, δεν εκπληρώνει, δεν ικανοποιεί. Η συνειδητοποίηση της αυτο-εξαπάτησης δεν αντέχεται. Μήπως το μέλλον κρατάει το μυστικό; «Αυτοί που θα ζήσουν εκατό, διακόσια χρόνια μετά από μας θα μας θυμούνται;» αναρωτιέται ο ασύχαστα φλεγόμενος Άστροφ του Φιντέλ Ταλαμπούκα, ρομαντικός και κυνικός, με ίσο πάθος, και την αγάπη να τον απαρνιέται ακατανόητα, βυθίζοντάς τον εκ νέου στα βάθη της πραγματικότητας.

Μα και η συγκρατημένη Σόνια της Ηρώς Μπέζου επιχειρεί κι αυτή τη στιγμιαία υπέρβαση: στα τραπέζια σκαρφαλώνει, στα τέσσερα προχωράει, σαρώνει στο διάβα της πιάτα, τσαγερά και κουταλάκια, αρπάζει με τις χούφτες το ζελέ φρούτων, βουτάει στις τούρτες, στριφογυρίζει σαν ζώο, πανικόβλητη και πυρπολημένη από την –καταδικασμένη, το ξέρει– επιθυμία της για έναν άντρα που την περιφρονεί έξι χρόνια τώρα.

Κι εκείνη που όλοι την πολιορκούν, που όλοι την ερωτεύονται και την αναγορεύουν σε μάγισσα, σε ξωτικό και σε σωτήρα τους, πόσο ν’ αντέξει την πίεση της εμποδισμένης και σπαταλημένης λαχτάρας της; Η όμορφη Έλενα της Θεοδώρας Τζήμου πνίγεται στην ανημπόρια της, στα σκοτεινά νερά της παραλυμένης επιθυμίας της: γονατισμένη πάνω στο τραπέζι σαν πουλί με σπασμένη τη φτερούγα του φωνάζει «έλεος! Πάρτε με από αυτή την κόλαση», όπου οι τοίχοι δεν έχουν ποτέ ένα σταθερό χρώμα και τα φαγητά δεν είναι ποτέ αρκετά να ταΐσουν τους πεινασμένους, και ούτε καν ένας πυροβολισμός δεν δύναται ν’ ανατρέψει τη στασιμότητα, να διαπεράσει τη σάρκα, να παραγάγει μια κατακλυσμιαία ανατροπή.

«Ο θείος Βάνιας»: Τι απομένει όταν πεθάνουν οι ψευδαισθήσεις; Facebook Twitter
Φωτ.: Γκέλυ Καλαμπάκα

Τι απομένει όταν πεθάνουν οι ψευδαισθήσεις; Τι είναι αυτό που μας αντικρίζει και μας καλεί να το αντικρίσουμε κι εμείς; Γιατί νιώθουμε τόσο εξαντλημένοι από τη μάχη; Και πώς, αχ πώς να πορευτούμε τώρα που αντιληφθήκαμε ότι ήταν όλα μάταια; Το Συμβάν έρχεται ακάλεστο στο δείπνο και θρυμματίζει τα πάντα, σπάει την κανονικότητα, την πλήξη, την αδράνεια της παγιωμένης ταυτότητας, αφήνοντας τα ίχνη του στον ψυχισμό με απροσδιόριστες, αρχικά, συνέπειες. Χρειάζεται χρόνος για την αποδοχή της νέας κατάστασης πραγμάτων.

Εκεί, σε αυτό το μεταίχμιο, σταματά το κείμενο του Τσέχοφ, αυτό μας καλεί να αφουγκραστούμε η τελευταία του σκηνή, με τους ήρωες, απότομα προσγειωμένους στο «μετά», να προσπαθούν να αναπνεύσουν ενόσω διαισθάνονται ότι τίποτα δεν θα είναι ίδιο όπως «πριν». Πόσα έχουν αλλάξει, ακόμη κι όταν τίποτα δεν φαίνεται να έχει αλλάξει... Κι εδώ έγκειται νόμιζω η βασική αδυναμία αυτής της κατά τα άλλα συναρπαστικής και συγκινητικής παράστασης: ότι, δηλαδή, τίποτα στον τόνο των φωνών δεν φανερώνει αυτήν τη νέα εποχή στην οποία έχουν εισέλθει πλέον οι ήρωες. Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε, κι όμως θα συνεχίσουμε, θα έλεγε καιρό μετά ο Μπέκετ. Θα συνεχίσουμε με όλη τη γνώση, τη θλίψη και τη στωικότητα που μας κληροδότησε το Συμβάν. Δεν έχουμε να κάνουμε με έναν πλήρη κύκλο, δεν επιστρέφουμε στην αρχική «σκηνή», δεν καθόμαστε ακριβώς στις ίδιες θέσεις. Υπάρχει διαφορά μέσα στη φαινομενική επανάληψη. Και το κρίσιμο μέγεθος αυτής της διαφοράς διέφυγε, νομίζω, τη σκηνοθεσία. Ας είναι: εισπράξαμε τόσο πολλά και τόσο πολύτιμα, ώστε μπορούμε τώρα να συνεχίσουμε αναπτερωμένοι, με τον λόγο του Τσέχοφ εκ νέου νοηματοδοτημένο στην ψυχή μας... 

«Ο θείος Βάνιας»: Τι απομένει όταν πεθάνουν οι ψευδαισθήσεις; Facebook Twitter
Φωτ.: Γκέλυ Καλαμπάκα

Δείτε ημέρες και ώρες παραστάσεων για τον «Θείο Βάνια» του Άντον Τσέχοφ σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καραντζά.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

To νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Ούρλιχ Ράσε και το παρασκήνιο της ιστορίας της Ισμήνης

Θέατρο / Η σκηνή του Ούρλιχ Ράσε στριφογύριζε - και πέταξε έξω την Ισμήνη

Στην παράσταση που άνοιξε την Επίδαυρο, ο Γερμανός σκηνοθέτης επέλεξε να ανεβάσει μια Αντιγόνη χωρίς Ισμήνη. Η απομάκρυνση της Κίττυς Παϊταζόγλου φωτίζει τις λεπτές –και άνισες– ισορροπίες εξουσίας στον χώρο του θεάτρου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ο Θάνος Παπακωνσταντίνου μέσα στη γοητεία και στον τρόμο του Δράκουλα

Πρώτες Εικόνες / Dracula: Η υπερπαραγωγή που έρχεται το φθινόπωρο στην Αθήνα

Ο Θάνος Παπακωνσταντίνου μιλά αποκλειστικά στη LiFO για την πιο αναμενόμενη παράσταση της επερχόμενης σεζόν, για τη διαχρονική γοητεία του μύθου που φαντάστηκε ο Μπραμ Στόκερ στα τέλη του 19ου αιώνα, για το απόλυτο και το αιώνιο μιας ιστορίας που, όπως λέει, τον «διαλύει».
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ερωτευμένος με τον Κρέοντα

Θέατρο / Ο Rasche αγάπησε τον Κρέοντα περισσότερο από την Αντιγόνη

«Η εκφορά του λόγου παραδίδεται αμαχητί σε μια άκρατη δραματικότητα, σε ένα υπερπαίξιμο, σε μια βεβιασμένη εμφατικότητα, σε έναν στόμφο παλιακό που θα νόμιζε κανείς πως έχει εξαλειφθεί πλέον. Η σοβαροφάνεια σε όλο το (γοερό) μεγαλείο της». Έτσι ξεκίνησε φέτος η Επίδαυρος.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Πολεμικοί Ανταποκριτές: Ψάχνοντας την αλήθεια μέσα στο ζόφο του πολέμου

Θέατρο / Πολεμικοί Ανταποκριτές: Ψάχνοντας την αλήθεια μέσα στον ζόφο του πολέμου

Σε μια περίοδο που ο πόλεμος αποτελεί βασικό συστατικό της καθημερινότητάς μας, μια παράσταση εξετάζει όσα μεσολαβούν μεταξύ γεγονότος και πληροφορίας και πώς διαμορφώνουν την τελική καταγραφή και την ιστορική μνήμη.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Η τραγική ιστορία και η άγρια δολοφονία μιας θαρραλέας περφόρμερ

Θέατρο / Η τραγική ιστορία και η άγρια δολοφονία μιας θαρραλέας περφόρμερ

Όταν η Πίπα Μπάκα ξεκίνησε να κάνει oτοστόπ από την Ιταλία για να φτάσει στην Ιερουσαλήμ δεν φαντάστηκε ότι αυτό το ταξίδι-μήνυμα ειρήνης θα κατέληγε στον βιασμό και τη δολοφονία της. Mια παράσταση που θα δούμε στο Φεστιβάλ Αθηνών αναφέρεται στην ιστορία της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ο Σίμος Κακάλας ξορκίζει τα χάλια μας με μια κωμωδία γέλιου και αίματος

Θέατρο / Ο Σίμος Κακάλας ξορκίζει τα χάλια μας με μια κωμωδία γέλιου και αίματος

Τα «Κακά σκηνικά» είναι «μια κωμική κόλαση» αφιερωμένη στη ζοφερή ελληνική πραγματικότητα, μια απόδραση από τα χάλια της χώρας, του θεάτρου, του παγκόσμιου γεωπολιτικού γίγνεσθαι, ένα ξόρκι στην κατάθλιψη.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Χρήστος Παπαδόπουλος: «Κάθε μορφή τέχνης χρειάζεται το εσωτερικό βάθος»

Θέατρο / Χρήστος Παπαδόπουλος: «Mε αφορά πολύ το "μαζί"»

Το «τρομερό παιδί» από τη Νεμέα που συμπληρώνει φέτος δέκα χρόνια στη χορογραφία ανοίγει το φετινό 31ο Διεθνές Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας με τους Dance On Ensemble και το «Mellowing», μια παράσταση για τη χάρη και το σθένος της ωριμότητας.  
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Κάνεις χορό γιατί αυτή είναι η μεγάλη σου ανάγκη

Χορός / «Κάνουμε χορό γιατί αυτή είναι η μεγάλη μας ανάγκη»

Με αφορμή την παράσταση EPILOGUE, ο διευθυντής σπουδών της σχολής της Λυρικής Σκηνής Γιώργος Μάτσκαρης και έξι χορευτές/χορεύτριες μιλούν για το δύσκολο στοίχημα τού να ασχολείται κανείς με τον χορό στην Ελλάδα σήμερα.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μαρία Κωνσταντάρου: «Ερωτεύτηκα αληθινά στα 58»

Οι Αθηναίοι / Μαρία Κωνσταντάρου: «Δεν παίζω πια γιατί δεν υπάρχουν ρόλοι για την ηλικία μου»

Μεγάλωσε χωρίς τη μάνα της, φώναζε «μαμά» μια θεία της, θυμάται ακόμα τις παιδικές της βόλτες στον βασιλικό κήπο. Όταν είπε πως θέλει να γίνει ηθοποιός, ο πατέρας της είπε «θα σε σφάξω». Η αγαπημένη ηθοποιός που έπαιξε σε μερικές από τις σημαντικότερες θεατρικές παραστάσεις αλλά και ταινίες της εποχής της είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ο Γιάννος Περλέγκας ανεβάζει τον «Κατσούρμπο» του Χορτάτση

Θέατρο / Γιάννος Περλέγκας: «Ο Κατσούρμπος μας είναι μια απόπειρα να γίνουμε πιο αθώοι»

Ο Γιάννος Περλέγκας σκηνοθετεί το έργο του Χορτάτση στο πλαίσιο του στο πλαίσιο του Κύκλου Ρίζες του Φεστιβάλ Αθηνών. Τον συναντήσαμε στις πρόβες όπου μας μίλησε για την αξία του Κρητικού συγγραφέα και του έργου του και την ανάγκη για περισσότερη λαϊκότητα στο θέατρο. Κάτι που φιλοδοξεί να μας δώσει με αυτό το ανέβασμα.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Βασίλης Παπαβασιλείου

Απώλειες / Βασίλης Παπαβασιλείου (1949-2025): Ένας σπουδαίος διανοητής του ελληνικού θεάτρου

«Αυτό, λοιπόν, το οφείλω στο θέατρο: τη σωτηρία από την κακομοιριά μου»: Ο σκηνοθέτης, μεταφραστής, ηθοποιός και δάσκαλος Βασίλης Παπαβασιλείου πέθανε σε ηλικία 76 ετών.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΕΠΕΞ ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΚΟΤΣΟΠΟΥΛΟΣ

Θέατρο / Δημήτρης Γκοτσόπουλος: «Ήμουν ένα αγρίμι που είχε κατέβει από τα βουνά»

Ο ταλαντούχος ηθοποιός φέτος ερμηνεύει τον Νεοπτόλεμο στον «Φιλοκτήτη» του Σοφοκλή. Πώς κατάφερε από ένα αγροτικό περιβάλλον να πρωταγωνιστήσει σε μεγάλες τηλεοπτικές επιτυχίες και γιατί πέρασε ένα ολόκληρο καλοκαίρι στην Πολύαιγο, διαβάζοντας «Βάκχες»;
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Γιάννης Χουβαρδάς: «Το κοινό που έρχεται να σε δει είναι ο καθρέφτης σου»

Θέατρο / Γιάννης Χουβαρδάς: «Το κοινό που έρχεται να σε δει είναι ο καθρέφτης σου»

Ο κορυφαίος Έλληνας σκηνοθέτης διασκευάζει φέτος τις τραγωδίες του Οιδίποδα σε ένα ενιαίο έργο και μιλά στη LiFO, για το πώς η μοίρα είναι μια παρεξηγημένη έννοια, ενώ σχολιάζει το αφήγημα περί «καθαρότητας» της Επιδαύρου, καθώς και τις ακραίες αντιδράσεις που έχει δεχθεί από το κοινό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΓΙΑ 28 ΜΑΙΟΥ Elena Souliotis: Η Ελληνίδα που θα γινόταν η επόμενη Κάλλας 

Θέατρο / Elena Souliotis: Η Ελληνίδα που θα γινόταν η επόμενη Κάλλας 

Σαν σήμερα, το 1943, γεννήθηκε η Ελληνίδα σοπράνο που διέπρεψε για μια ολόκληρη δεκαετία στην Ευρώπη και την Αμερική, αλλά κάηκε εξαιτίας μιας σειράς ιδιαίτερα απαιτητικών ρόλων, τους οποίους ερμήνευσε πολύ νωρίς. Ο κόντρα τενόρος Άρης Χριστοφέλλης, ένας από τους λίγους στην Ελλάδα που γνωρίζουν σε βάθος την πορεία της, περιγράφει την άνοδο και την πτώση της.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Δημήτρης Καπουράνης: «Το αόρατο νήμα που ενώνει τα παιδιά μεταναστών είναι το πένθος»

Θέατρο / Δημήτρης Καπουράνης: «Το αόρατο νήμα που ενώνει τα παιδιά μεταναστών είναι το πένθος»

Από τους Αγίους Σαράντα της Αλβανίας μέχρι τη σκηνή του Εθνικού Θεάτρου, η ζωή του βραβευμένου ηθοποιού, τραγουδιστή και σεναριογράφου είναι μια διαρκής προσπάθεια συμφιλίωσης με την απώλεια. Η παράσταση «Μια άλλη Θήβα» τον καθόρισε, ενώ ο ρόλος του στο «Brokeback Mountain» τού έσβησε κάθε ομοφοβικό κατάλοιπο. Δηλώνει πως αυτό που τον ενοχλεί βαθιά είναι η αδράνεια απέναντι σε όσα συμβαίνουν γύρω μας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Μιχαήλ Μαρμαρινός: Το έπος μάς έμαθε να αναπνέουμε ΟΙ ΥΠΟΛΟΙΠΟΙ ΑΡΚΕΤΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ

Θέατρο / Μιχαήλ Μαρμαρινός: «Από μια κοινωνία της αιδούς, γίναμε μια κοινωνία της ξεδιαντροπιάς»

Με τη νέα του παράσταση, ο Μιχαήλ Μαρμαρινός επιστρέφει στην Οδύσσεια και στον Όμηρο και διερευνά την έννοια της φιλοξενίας. Αναλογίζεται το «απύθμενο θράσος» της εποχής μας, εξηγεί τη στενή σχέση του έπους με το βίωμα και το θαύμα που χάσαμε και παραμένει σχεδόν σιωπηλός για τη νέα του θέση ως καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Αθηνών.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ