ΚΑΘΕ ΛΙΓΑ ΧΡΟΝΙΑ, κάποια νέα –ή υποτίθεται παλιά– σκανδιναβική έννοια έρχεται να αιχμαλωτίσει τη φαντασία των προοδευτικών και μοντέρνων Ευρωπαίων. Κάποιες είναι πρακτικές, όπως η δυναμίτιδα του Άλφρεντ Νομπέλ, το σουηδικό κράτος πρόνοιας, τα έπιπλα της ΙΚΕΑ που συναρμολογούνται εύκολα ή, κάποτε, τα κινητά τηλέφωνα της Nokia. Άλλες είναι περισσότερο μοδάτες ή μεταφυσικές. Οι Δανοί κατέκτησαν την ήπειρο με τον ρεαλιστικό τους κινηματογράφο, τη γαστρονομία υψηλής αισθητικής και, πιο πρόσφατα, με το hygge, την τάση για άνεση και ζεστασιά που θυμίζει Χριστούγεννα κάθε μέρα. Όμως, σήμερα οι Ευρωπαίοι είναι πολύ αγχωμένοι για τέτοιες αθώες απολαύσεις. Αντιμέτωποι με εχθρικές υπερδυνάμεις ανατολικά και δυτικά, πολιτική αστάθεια, εύθραυστες οικονομίες και τον κίνδυνο πολέμου στα ρωσικά σύνορα, χρειάζονται κάτι πιο δυνατό.
Με λίγα λόγια, ήρθε η ώρα για μια νέα σκανδιναβική τάση. Ευτυχώς, η Φινλανδία έχει ακριβώς αυτό που χρειάζεται: το sisu, έναν συνδυασμό εσωτερικής δύναμης, επιμονής και αισιοδοξίας απέναντι στις δυσκολίες. Προέρχεται από μια χώρα που έχει περάσει πολλά. Αρχικά υπό σουηδική και έπειτα υπό ρωσική κυριαρχία, η Φινλανδία απέκτησε την ανεξαρτησία της μόλις το 1917 και πολέμησε δύο φορές τη Σοβιετική Ένωση για να τη διατηρήσει. Σήμερα, τα 1.350 χιλιόμετρα των συνόρων της με τη Ρωσία την καθιστούν ευάλωτη στον παρανοϊκό ρεβανσισμό του Βλαντίμιρ Πούτιν. Παρ’ όλα αυτά, οι Φινλανδοί δεν πανικοβάλλονται· αντιθέτως, έρευνες δείχνουν ότι είναι ο πιο ευτυχισμένος λαός στον κόσμο. Οι ίδιοι, γνωστοί για τη στωικότητά τους, το βρίσκουν ειρωνικό. «Αν εμείς είμαστε οι πιο ευτυχισμένοι», λένε, «πόσο άσχημα πρέπει να τα πηγαίνουν οι υπόλοιποι;».
Η ψυχική αντοχή εξασφαλίζεται, λέει, όταν οι Φινλανδοί μπορούν να προσεύχονται, να επισκέπτονται μουσεία και να αθλούνται ακόμη και σε περίοδο κρίσης. Επίσης, όταν αισθάνονται ενεργοί πολίτες, ικανοί να συμμετέχουν οι ίδιοι στην εθνική άμυνα.
Αν όσα συμβαίνουν κάνουν τους Ευρωπαίους να αισθάνονται αβοήθητοι ή απογοητευμένοι, οι Φινλανδοί θα έλεγαν ότι χρειάζεται περισσότερο sisu. Ο πόλεμος στην Ουκρανία, για παράδειγμα, δείχνει «τη σημασία της ψυχικής αντοχής», όπως εξηγεί η Αννούκα Ιλιβάαρα, αναπληρώτρια επικεφαλής της Εθνικής Επιτροπής Ασφάλειας της Φινλανδίας. Η επιτροπή αυτή συντονίζει όλα τα υπουργεία και τις υπηρεσίες για την προετοιμασία απέναντι σε πιθανούς κινδύνους. Η ψυχική αντοχή εξασφαλίζεται, λέει, όταν οι Φινλανδοί μπορούν να προσεύχονται, να επισκέπτονται μουσεία και να αθλούνται ακόμη και σε περίοδο κρίσης. Επίσης, όταν αισθάνονται ενεργοί πολίτες, ικανοί να συμμετέχουν οι ίδιοι στην εθνική άμυνα.
Όλα αυτά ξεκινούν από νωρίς. Στο δημοτικό και το γυμνάσιο του Γιατκασάαρι στο Ελσίνκι, ένα ηλιόλουστο φθινοπωρινό πρωινό, δεν φαίνεται πουθενά γονιός. Παιδιά κάθε ηλικίας πηγαίνουν μόνα τους στο σχολείο, με τα πόδια ή με ποδήλατο. Ένα από τα πέντε βασικά θέματα του σχολικού έτους είναι η «ασφαλής κοινωνία». Για τους μικρότερους, αυτό σημαίνει ασφαλείς βόλτες στη γειτονιά· οι μεγαλύτεροι μαθαίνουν να αναγνωρίζουν διαδικτυακές εκστρατείες παραπληροφόρησης.
Μετά την αποφοίτηση, οι νέοι άνδρες κάνουν την υποχρεωτική στρατιωτική τους θητεία, ενώ ολοένα περισσότερες γυναίκες κατατάσσονται εθελοντικά. Στη στρατιωτική βάση της Σανταχαμίνα, κοντά στο Ελσίνκι, μια ομάδα πέντε νεοσύλλεκτων χρησιμοποιεί εκρηκτικά για να ανοίξει μια πόρτα. Στην ερώτηση αν θα πολεμούσαν σε περίπτωση ρωσικής εισβολής, κανείς δεν διστάζει. Έρευνα δείχνει ότι σχεδόν το 80% των Φινλανδών θα έπαιρνε τα όπλα για να υπερασπιστεί τη χώρα του – «ακόμη κι αν το αποτέλεσμα έμοιαζε αβέβαιο», όπως σημειώνουν οι δημοσκόποι. Στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες το ποσοστό είναι πολύ χαμηλότερο, π.χ. στην Ιταλία μόλις 14%.
Πολλοί Φινλανδοί παρακολουθούν επίσης πολυήμερα σεμινάρια ασφάλειας. Μπορεί να ακούγονται βαρετά, αλλά στην πραγματικότητα είναι εκδηλώσεις δικτύωσης για την ελίτ της χώρας, όπου εξετάζονται τρόποι με τους οποίους μπορούν οι ίδιοι και οι οργανισμοί τους να συμβάλουν στην εθνική ασφάλεια. Οι απόφοιτοι συναντώνται τακτικά σε συνέδρια· αν ρωτήσεις έναν πολιτικό ή επιχειρηματία αν έχει παρακολουθήσει κάποιο, συνήθως απαντά «ναι» με χαμόγελο υπερηφάνειας. Συχνά αναφέρουν τον αριθμό της ομάδας τους – όσο μικρότερος είναι τόσο πιο τιμητικό, αφού σημαίνει ότι ήταν από τους πρώτους προσκεκλημένους. Είναι, κατά κάποιον τρόπο, το φινλανδικό ισοδύναμο ενός μεταπτυχιακού από ένα διάσημο πανεπιστήμιο.
Όταν κάποιος είναι τόσο προετοιμασμένος όσο οι Φινλανδοί, μπορεί να αποδεχτεί την απειλή της Ρωσίας ως μέρος της ζωής του – ανησυχητικό μεν, αλλά διαχειρίσιμο. Οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, όμως, δεν βρίσκονται σε αυτό το επίπεδο. Τους τελευταίους μήνες, καθώς αεροδρόμια στη Δανία και τη Γερμανία δέχονταν επιθέσεις από drones (ρωσικά ή όχι, κανείς δεν ξέρει), κάποιοι πολιτικοί έσπευσαν να ζητήσουν την κατάρριψή τους. Ο Πρόεδρος της Φινλανδίας, Αλεξάντερ Στουμπ, το θεώρησε άσκοπο. «Η φινλανδική προσέγγιση είναι να μην πανικοβαλλόμαστε», δήλωσε. «Να αντιδρούμε και να δρούμε όταν είναι αναγκαίο». Πενήντα επτά ετών και λάτρης της γυμναστικής, δείχνει έτοιμος να ορμήσει ο ίδιος στα χαρακώματα, αν χρειαστεί.
Ο εθνικός χαρακτήρας και οι ιστορικές εμπειρίες της Φινλανδίας δεν μπορούν απλώς να μεταφυτευτούν αλλού. Αυτό δημιουργεί το ερώτημα: πώς μπορεί να βρει κανείς το δικό του sisu; Η συγγραφέας Ελίζαμπετ Λάχτι εξηγεί: «Το θέμα δεν είναι να βρεις το sisu· δεν έχει χαθεί. Είναι να θυμηθείς στιγμές στη ζωή σου που σε βοήθησαν να ξεπεράσεις τις δυσκολίες». Η Ευρωπαϊκή Ένωση, προσθέτει, μπορεί να αντλήσει δύναμη ενθυμούμενη πώς ενώθηκε στις κρίσεις του ευρώ, του Brexit ή της πανδημίας, καθώς και από τα βήματα που κάνει σήμερα – τη βοήθεια προς την Ουκρανία και τις κυρώσεις στη Ρωσία.
Αυτό όμως προϋποθέτει την πίστη ότι υπάρχει κάτι άξιο υπεράσπισης. Οι Φινλανδοί είναι βαθιά πατριώτες. «Κάναμε αυτό το έθνος ένα υπέροχο κράτος τα τελευταία εκατό χρόνια», λέει η Λάχτι, τονίζοντας και το ισχυρό κράτος πρόνοιας. Αυτή η ιστορία επιτυχίας έχει σημασία. Η Φινλανδία δεν ήταν πάντα πλούσια και ασφαλής. Το εθνικό ποίημα «Maamme» («Η Γη μας»), γραμμένο τον 19ο αιώνα, συμβουλεύει: «Μην ντρέπεσαι για τη φτώχεια σου· να είσαι ήρεμος, χαρούμενος, ελεύθερος». Οι Φινλανδοί μπορεί να μην είναι πια φτωχοί, παραμένουν όμως συγκρατημένοι και λιγότερο εφησυχασμένοι από τους Δυτικοευρωπαίους. Οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι, για να καλλιεργήσουν το sisu, την ψυχική αντοχή, πρέπει να θυμηθούν πώς απέκτησαν την ευημερία και την ασφάλεια που απολαμβάνουν – και να κατανοήσουν ότι, για να τις διατηρήσουν, έχουν ακόμη πολλή δουλειά.