Μέσα από το «Darkest White», ένα σύμπαν συνάντησης της προγονικής μνήμης και της κατακερματισμένης οπτικής για το μέλλον, που παρουσιάζεται στο Φεστιβάλ Αθηνών από τις 21 έως τις 24 Ιουλίου στην Πειραιώς 260, η Δαφίν Αντωνιάδου εξερευνά, μέσω προσωπικών και ιστορικών αναμνήσεων και μέσα από την ανθεκτικότητα και τη δύναμη της γυναικείας παρουσίας, ιστορίες εκτοπισμού και επιβίωσης.
Ο τίτλος του έργου που χορογραφεί και εξερευνά οπτικά και ηχητικά, όπως λέει, εμπεριέχει την αντίφαση και συνδέεται με τον πυρήνα του concept που σχετίζεται με το φαντασιακό, το όνειρο και την πραγματικότητα. «Πολλές φορές, όμορφα και φωτεινά πράγματα που τα βλέπουμε καλυμμένα έχουν έναν πυρήνα και μια πραγματικότητα που είναι κάτι σκοτεινό, το οποίο είτε δεν θέλουμε, είτε δεν μπορούμε, είτε επιλέγουμε να μη βλέπουμε, μέχρι που αναγκαστικά κάποια στιγμή φτάνει στην πόρτα μας, εμφανίζεται μπροστά μας και πρέπει να το διαχειριστούμε».
Η Δαφίν Αντωνιάδου ξεκινά με αφορμή την οικογενειακή της ιστορία να αφηγηθεί τη δική της ανάμνηση και εμπειρία, συνδέοντάς τη με το παρόν. «Οι γονείς μου κατάγονται από ένα χωριό που είναι στα σύνορα με τη Βόρεια Μακεδονία και λέγεται στα ελληνικά Αχλάδα. Εγώ μεγάλωσα στην Άνδρο μέχρι έξι χρονών −οι γονείς μου ήταν εκπαιδευτικοί− και η οικογένειά μου δεν επέστρεψε ποτέ στη Φλώρινα και στην περιοχή, όπου υπήρχε ένα βαρύ μετεμφυλιακό κλίμα.
Κοιτάζοντας το ον που έχει πλάσει μέσα σε ένα κουκούλι από νήματα, δεν μπορεί κανείς παρά να σκεφτεί ότι μεταφορικά είναι αυτά που συνδέουν το παρελθόν με το παρόν, τη μνήμη με το μέλλον.
Επέλεξαν να πάνε στην Έδεσσα, οπότε κι εγώ πέρασα τα επόμενα χρόνια εκεί μέχρι που ήρθα στην Αθήνα, στην εθνική ομάδα ρυθμικής γυμναστικής, και συνέχισα σπουδάζοντας φυσικοθεραπεία. Ένιωσα όμως ότι δεν μπορούσα να κάνω κάτι άλλο εκτός από χορό και έτσι πήγα στην Κρατική Σχολή Χορού. Τελειώνοντας τις σπουδές μου, άρχισα κατευθείαν να φτιάχνω παραστάσεις. Η πρώτη ήταν το “MATTER” σε συνεργασία με τον συνθέτη Constantine Skourlis και τον εικαστικό Στάθη Δογάνη, που καταργούσε πολλές από τις συμβάσεις ενός παραστατικού έργου, με τη χορογραφία να πραγματεύεται τις έννοιες του χώρου και του χρόνου».
Μιλώντας για την καταγωγή της, που ενέπνευσε αυτό το έργο, λέει ότι πρόκειται για την «κλασική» ιστορία του εμφυλίου από την πλευρά των χαμένων. «Δεν ήταν αριστεροί, δεξιοί, αλλά άνθρωποι που διώχθηκαν από τα μέρη τους, εξαφανίστηκαν και δημεύθηκαν οι περιουσίες τους. Μέσω της ιστορίας της οικογένειάς μου λέμε την ιστορία που συμβαίνει σήμερα, όπως οι εκτοπισμοί και οι εξαφανίσεις πληθυσμών που ζουν για αιώνες σε έναν τόπο. Η γιαγιά μου και η οικογένειά της, που μιλούσαν τη σλαβομακεδονική διάλεκτο, διώχθηκαν από την περιοχή της συνοριογραμμής, όταν μαζί με όσα συνέβαιναν παράλληλα με τον εμφύλιο υπήρξε η ευκαιρία να καθαρίσει η περιοχή από όσους δεν μιλούσαν ελληνικά. Τους έσπρωξαν έξω από τα ελληνικά σύνορα, άλλοι έμειναν εκεί για πάντα, κάποιοι άλλοι γύρισαν. Αυτό που συνέβη, εκτός από αυτές τις βίαιες μετακινήσεις, ήταν και η διαγραφή μιας γλώσσας που έχει σβηστεί, που δεν τη μιλάμε πλέον και στο μέλλον θα είναι σαν να μην υπήρξε ποτέ».
Η Δαφίν ξεκινά από αυτή την προσωπική οικογενειακή ιστορία όχι για να την καταθέσει αλλά για να τη χρησιμοποιήσει ως εφαλτήριο ώστε να μιλήσει για τη γενοκτονία που συμβαίνει σήμερα. «Η τέχνη», λέει, «οφείλει να το καταγράψει αυτό. Ακόμα και αν είμαστε ανεκτικοί και μουδιασμένοι, οφείλουμε να μιλήσουμε. Όχι να κάνουμε ένα πολιτικό έργο. Αυτό που δοκιμάζουμε, αυτό που συμβαίνει επί σκηνής είναι συμβολισμός, δεν είναι διδακτικό, δεν θέλουμε να δώσουμε καμία απάντηση. Απλώς οφείλουμε να το φέρουμε μπροστά, σε πρώτο πλάνο, επειδή δεν γίνεται να κάνουμε τέχνη και να μην έχουμε επαφή με την πραγματικότητα. Δεν είμαστε προνομιούχοι ώστε να ζούμε σε έναν ανέγγιχτο μικρόκοσμο, οπότε η δουλειά μας έχει ευθύνη και αυτή είναι η προσφορά μας ως καλλιτεχνών».

Η Δαφίν Αντωνιάδου, που είναι 33 ετών, κάνει περφόρμανς και κινείται στο πλαίσιο μιας τέχνης που διερευνά διαρκώς νέα όρια. Η θεματική στην οποία επιστρέφει ξανά και ξανά είναι η ανθρώπινη κατάσταση, πράγμα που, όπως σημειώνει, κάνουν όλοι οι καλλιτέχνες. «Αυτό που αλλάζει είναι το πλαίσιο, το πώς αντιλαμβανόμαστε τη συνύπαρξη, την ταυτότητά μας, τη γυναικεία ενδυνάμωση», λέει. «Οι γυναίκες της δικής μου ηλικίας ανήκουν σε μια γενιά στην οποία οι πιο τυχερές δεν καταπιέστηκαν. Από την άλλη, δεν ήταν ενδυναμωμένες εξαρχής ώστε να λένε αυτό που σκέφτονται και να υπερασπίζονται τη θέση τους. Όταν περνάνε τα χρόνια −και αυτό είναι ένα θέμα που με προβληματίζει διαρκώς−, όταν καταλαβαίνεις ότι έχεις να πεις κάτι ενδιαφέρον, αναλογίζεσαι πόσες φορές το έχεις καταπιέσει προηγουμένως για να μην ενοχλήσεις, να μην μπερδέψεις. Είναι ένα θέμα στο οποίο επιστρέφω, αναγνωρίζοντας την τεράστια δύναμη που έχουν οι γυναίκες ως είδος, για να προσφέρω τα υλικά μου, να συμπεριλάβω όλους τους ανθρώπους και να γίνει κάτι όμορφο και δυνατό».
Η αμέσως προηγούμενη παράστασή της ήταν το «Dreams of Time» και σε ένα επόμενο βήμα, όπως λέει, θα επανέλθει σε αυτό το σκληρό, όπως το αποκαλεί, έργο, για να το παρουσιάσει ξανά απογυμνωμένο και ωμό. «Μιλά για τη γυναίκα ως σύμβολο και τις αντιλήψεις που έχουν δημιουργηθεί μέσα στα χρόνια, ένα κράμα εμπειριών, εικόνων, αισθήσεων και αντιλήψεων που έχουν διαμορφωθεί μέσα μου, για την ευαισθησία και την υπέρμετρη δύναμη που διέπουν τη γυναικεία φύση. Με αυτά τα υλικά δημιουργώ, σε περιοχές ανάμεσα στη σεξουαλικότητα και τον τρόμο, μια σειρά από αισθητηριακές εμπειρίες που ξεδιπλώνονται ως ένα θέαμα πόνου».
Κοιτάζοντας το ον που έχει πλάσει μέσα σε ένα κουκούλι από νήματα, δεν μπορεί κανείς παρά να σκεφτεί ότι μεταφορικά είναι αυτά που συνδέουν το παρελθόν με το παρόν, τη μνήμη με το μέλλον. «Αυτό που συμβαίνει όταν βρίσκεσαι στη διαδικασία δημιουργίας της δουλειάς είναι ότι κατά βάθος ξέρεις σε ποιο σημείο θέλεις να καταλήξεις», λέει. «Η γυναικεία φιγούρα που υπάρχει στο έργο βρίσκεται σε μια μεταιχμιακή περιοχή και ενσαρκώνει πολλές προηγούμενες αλλά και σύγχρονες ή επόμενες γυναίκες. Υπάρχει σε όλο το φάσμα του χρόνου, παρελθόν, παρόν, μέλλον, σε ένα άχρονο πεδίο. Επίσης υπάρχουν πολλαπλά πεδία αφήγησης μέσω του ήχου και της κίνησης, τα οποία συνδέονται με μια άλλη παράλληλη αφήγηση, ένα κείμενο που ακούγεται σε αρμονία με όσα συμβαίνουν στη σκηνή. Έχουμε δουλέψει μέσα σε ένα συμβολικό και ποιητικό σύμπαν και χρειάστηκε πολύς χρόνος για να έρθει αυτό στον θεατή και να κάνει κι εκείνος με τη σειρά του τον συνειρμό του. Εμείς φιλοδοξούμε να γίνουμε ο δίαυλος ή ο οδηγός του, τόσο για να θέσει ερωτήματα όσο και για να δώσει κάποιες απαντήσεις. Ο καθένας θα συνδεθεί όπως θέλει με αυτό το υλικό, που εμείς θέλουμε να το επικοινωνήσουμε για να συνδεθούμε με τον άλλο και η αφήγηση να μας φέρει όλους μαζί σε ένα κοινό σημείο».

Μιλώντας για τη γυναίκα μέσα στο κουκούλι της, λέει ότι «με τη διαρκή παρατήρηση εμφανίζονται τα φαινόμενα. Είναι μια λειτουργία που συμβαίνει με φυσικό τρόπο. Κάθε φορά παρατηρώντας συστηματικά εμφανίζεται μπροστά μας κάτι άλλο ή αποκαλύπτεται κάτι διαφορετικό, όπως όταν βλέπουμε πολλές φορές το ίδιο έργο τέχνης. Έτσι λοιπόν αυτή η γυναίκα στο κουκούλι της, μέσα στη γη, υπάρχει σε μια επαναλαμβανόμενη λειτουργία που μοιάζει αλλά δεν είναι ποτέ η ίδια, λέγοντας κάποια πράγματα για τη δική της γη, σε ποιον ανήκει και πως δικαιούται να είναι μέρος της. Ωστόσο μια μέρα θα μετακινηθεί, θα εκτοπιστεί από τη γη της εξαιτίας ενός πολέμου που θα σβήσει το γένος της από τον χάρτη. Η μεταφυσική αλήθεια της συνδέεται με έναν παγανισμό, όπως αυτός που δεν σβήνεται ποτέ στις παραδόσεις των τόπων, στα έθιμα και τους χορούς και στη σχέση τους με το πρωτόγονο και την επίκληση της φύσης. Εκεί επιστρέφουμε∙ ακόμα και μετά από χιλιάδες χρόνια δεν έχουμε αλλάξει πολύ».
Η Δαφίν Αντωνιάδου ξεκίνησε μαζί με τον Constantine Skourlis και από τότε συνεργάζονται στενά. Όπως λέει, «δημιουργήσαμε μια μικρή ομάδα όπου χωράνε οι ιδέες και οι απόψεις όλων των συνεργατών και με τη συζήτηση κάνουμε μια συλλογική δουλειά στην οποία όλα συνδέονται. Όλη η δημιουργία γεννιέται μέσα από τη ζύμωση των ιδεών. Όλα όσα φτάνουν εδώ τα μεταχειριζόμαστε και τα δοκιμάζουμε διαρκώς, τα φανταζόμαστε και τα μεταμορφώνουμε σε ιστορίες που η μια μπαίνει μέσα στην άλλη και οδηγούνται όλα σε μια κατεύθυνση. Αυτό είναι ωραίο και συγκινητικό, να φτιάχνεις και να μοιράζεσαι κάτι φωτεινό μέσα στη μαυρίλα».

Δείτε περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση εδώ.