ΠΕΝΤΕ ΩΡΕΣ ΑΠΛΩΜΕΝΕΣ σε πέντε επεισόδια διαρκεί αυτό το πλούσιο, πανοραμικό, διαφωτιστικό, ενδελεχές, απολαυστικό «φιλμικό πορτραίτο» του μεγάλου Αμερικανού μαέστρου της οθόνης που φιλοτέχνησε σε διάστημα μιας πενταετίας η σκηνοθέτρια και συγγραφέας Ρεμπέκα Μίλερ (και επίσης κόρη του Άρθουρ Μίλερ και σύζυγος του Ντάνιελ Ντέι Λιούις, για όσους δεν το γνωρίζουν) που έκανε πρεμιέρα την Παρασκευή στο Apple TV. Θα μπορούσε να διαρκεί και πολύ παραπάνω και πάλι να μην είναι χορταστικό.
Όχι μόνο επειδή σηκώνει απεριόριστη ανάλυση το έργο του (αλλά και ο ίδιος), όχι μόνο επειδή ο Μάρτιν Σκορσέζε – ο «Μάρτι», όπως τον αποκαλούν φίλοι, συνεργάτες και οπαδοί – είναι εδώ και χρόνια ένας παροιμιακά ενθουσιώδης, ανοιχτόκαρδος και συναρπαστικός αφηγητής, όχι μόνο επειδή καταθέτουν τις εμπειρίες τους μια σειρά από επιφανείς προσωπικότητες της οθόνης που συνδέθηκαν στενά μαζί του – από τον Ρόμπερτ Ντε Νίρο ως τον «διάδοχό» του, Λεονάρντο Ντι Κάπριο, κι από την Ιζαμπέλα Ροσελίνι, η τρίτη σύζυγός του, ως τον Στίβεν Σπίλμπεργκ. Αλλά κυρίως επειδή η Ρεμπέκα Μίλερ μοιάζει να έχει εξασφαλίσει μια ιδιαιτέρως προνομιακή πρόσβαση όχι μόνο στο μυαλό αλλά και την ψυχή (μέχρι ένα σημείο φυσικά) του 82χρονου δημιουργού.
Ξεκινώντας από τα τέλη της δεκαετίας του ’60 μέχρι τις μέρες μας, η διαδρομή του Σκορσέζε διαπερνά όλους τους κρίσιμους σταθμούς του σύγχρονου αμερικανικού σινεμά.
Πέρα από μια χρονολογική ανασκόπηση των ταινιών του – από τους «Κακόφημους δρόμους», τον «Ταξιτζή» και το «Οργισμένο είδωλο» μέχρι τα «Καλά παιδιά», το «Καζίνο» και τον «Λύκο της Γουόλ Στριτ», μεταξύ τόσων άλλων μικρών και μεγάλων αριστουργημάτων της οθόνης – αυτή η επική μονογραφία στέκεται, με οδηγό τον ίδιον κυρίως, και στην ταραχώδη προσωπική ζωή του Σκορσέζε (αν υποθέσουμε ότι μπορεί αυτή να διαχωριστεί από τη δουλειά του).
Στα τραύματα, τις αναστολές, τους εθισμούς, τις εξαρτήσεις, τις καταχρήσεις, τις καταθλίψεις, τους τακτικούς εκτροχιασμούς, τους αγγέλους και τους δαίμονες, τον Βούδα και τον Χριστό (ο ίδιος πάντως εξακολουθεί να αυτοπροσδιορίζεται ως Χριστιανός Καθολικός), τα τέσσερα διαζύγια, τις τρεις κόρες του (από διαφορετικές συζύγους), οι οποίες εμφανίζονται άπασες στο ντοκιμαντέρ. Σε μια από τις πιο συνταρακτικές σκηνές, εμφανίζεται επίσης η Έλεν Μόρις, η πέμπτη και τελευταία σύζυγός του, με την οποία είναι μαζί εδώ και τριάντα χρόνια, πάσχει όμως, όπως μας επιτρέπεται να διαπιστώσουμε, από προχωρημένο Πάρκινσον.
Ξεκινώντας από τα τέλη της δεκαετίας του ’60 μέχρι τις μέρες μας, η διαδρομή του Σκορσέζε διαπερνά όλους τους κρίσιμους σταθμούς του σύγχρονου αμερικανικού σινεμά. Την επιρροή της πρωτοπορίας, του underground και της αντικουλτούρας, την άνοδο και την πτώση της ανεξάρτητου σινεμά, την ισχύ που είχε κάποτε η κινηματογραφική κριτική, την επέλαση των blockbuster, την υποχώρηση της αίθουσας. Ο μικρός Μάρτιν Σκορσέζε ζούσε στον παλμό του παλιού, ζόρικου, βίαιου downtown του Μανχάταν, στα πέριξ της λεγόμενης «Little Italy», είχε άμεση επαφή με τα αλάνια και με τους μαφιόζους της γειτονιάς, αλλά συχνά, λόγω της ασθενικής προδιάθεσης και του άσθματος που του έκοβε την αναπνοή, ήταν αναγκασμένος να βλέπει τον κόσμο από το παράθυρό του. Σαν ταινία. Και μετά αποσυρόταν στο δωμάτιό του σχεδιάζοντας στο χαρτί καρέ-καρέ τις ταινίες που έφτιαχνε ήδη στο μυαλό του. «Δόξα τω Θεώ για το άσθμα!», λέει χαριτολογώντας ο Σπάικ Λι, ο οποίος σημειώνει επίσης για τον Σκορσέζε ότι, «αντίθετα από άλλους, ας μην πούμε ονόματα, για τους οποίους η βία είναι fun [μπορεί και να εννοεί τον Ταραντίνο], η βία στις ταινίες του Μάρτι είναι πάντα ένα λειτουργικό κομμάτι της ιστορίας».
Από την αρχή του πρώτου επεισοδίου ήδη, ο ίδιος ο Σκορσέζε θέτει τα ερωτήματα που τον απασχολούν από τότε που θυμάται τον εαυτό του και επιχείρησε τα διαλογιστεί στις ταινίες του: «Ποιοι είμαστε, ή μάλλον τι είμαστε ως ανθρώπινα όντα; Είμαστε εγγενώς καλοί ή κακοί; Αυτός είναι ο αγώνας. Μ’ αυτό παλεύω όλη την ώρα». Το “Mr. Scorsese” καθιστά σαφές πόσο επείγουσες για τον ίδιον οι ταινίες του, και πόσο έντονα τον απορροφούν, συχνά σε επικίνδυνο και σίγουρα ανθυγιεινό (ψυχοσωματικά) βαθμό. Αλλά και πόση συμπόνια μεταφέρουν, ειδικά για τους αμαρτωλούς, τους παρίες, τους μοναχικούς, τους «σπασμένους», τους στερημένους, τους παραβατικούς, τους πλανημένους. Όχι «ενσυναίσθηση», συμπόνια. Βαθιά, υπαρξιακή συμπόνια. «Η προσέγγισή του μπορεί να είναι αισθησιακή, δουλεύει όμως σκληρά σαν ανθρακωρύχος», λέει για τον Σκορσέζε ο Ντάνιελ Ντέι Λιούις. «Και συγχρόνως διαθέτει την κλίση και την αφοσίωση ιερωμένου».
Mr. Scorsese — Official Trailer | Apple TV+