Η Ακτοφυλακή των ΗΠΑ δημοσιοποίησε μια νέα, πιο αυστηρή πολιτική που αφορά την εμφάνιση συμβόλων μίσους όπως οι σβάστικες και οι θηλιές, μόλις λίγες ώρες αφότου είχε ανακοινώσει πως σχεδιάζει να τα περιγράψει ως «δυνητικά διχαστικά» — όρος που προκάλεσε οργή.
«Διχαστικά ή μισαλλόδοξα σύμβολα και σημαίες απαγορεύονται», αναφέρεται στην πρόσφατη πολιτική της Ακτοφυλακής, που δημοσιεύτηκε αργά την Πέμπτη, προσθέτοντας ότι αυτή η κατηγορία περιλαμβάνει «μια θηλιά, μια σβάστικα και οποιαδήποτε σύμβολα ή σημαίες έχουν υιοθετηθεί ή χρησιμοποιηθεί από ομάδες που βασίζονται στο μίσος».
«Αυτή δεν είναι μια ενημερωμένη πολιτική αλλά μια νέα πολιτική για την αντιμετώπιση τυχόν παραπληροφόρησης και για να επιβεβαιώσουμε εκ νέου ότι η Αμερικανική Ακτοφυλακή απαγορεύει αυτά τα σύμβολα», ανέφερε ένα συνοδευτικό δελτίο Τύπου της Ακτοφυλακής.
Today, @USCG announced the release of a policy and lawful order that doubles down on its current policies prohibiting the display, distribution or use of hate symbols by Coast Guard personnel.
— U.S. Coast Guard (@USCG) November 21, 2025
The policy and lawful order provides clear definitions, guidance and expectations for…
Η αλλαγή ήρθε την ίδια μέρα που τα ΜΜΕ - με πρώτο την Washington Post - ανακάλυψαν ότι η Ακτοφυλακή είχε συντάξει νωρίτερα αυτόν τον μήνα μια πολιτική που χαρακτήριζε τα ίδια σύμβολα ως «δυνητικά διχαστικά».
Ο όρος αυτός αποτελούσε αλλαγή μιας πολιτικής που ίσχυε επί χρόνια, αρχικά από το 2019, η οποία έλεγε ότι σύμβολα όπως σβάστικες και θηλιές ήταν «ευρέως αναγνωρισμένα ως σύμβολα καταπίεσης ή μίσους» και χαρακτήριζε την εμφάνισή τους «ενδεχόμενο περιστατικό μίσους».
Η νέα πολιτική που θεσπίστηκε το βράδυ της Πέμπτης απαγορεύει ξεκάθαρα την εμφάνιση οποιουδήποτε διχαστικού ή μισαλλόδοξου συμβόλου σε όλους τους χώρους της Ακτοφυλακής. Η προηγούμενη εκδοχή δεν προχωρούσε σε πλήρη απαγόρευση των συμβόλων, αλλά ανέφερε ότι οι διοικητές μπορούσαν να λάβουν μέτρα για να τα απομακρύνουν από δημόσια θέα και ότι ο κανόνας δεν ίσχυε για ιδιωτικούς χώρους, όπως η οικογενειακή στέγη.
Μετά τη δημοσιοποίηση της αρχικής αλλαγής, η Δημοκρατική γερουσιάστρια Τζάκι Ρόζεν από τη Νεβάδα δήλωσε ότι η αλλαγή «αναιρεί σημαντικές προστασίες ενάντια στη μισαλλοδοξία και θα μπορούσε να επιτρέψει αδιανόητα μισαλλόδοξα σύμβολα, όπως σβάστικες και θηλιές, να εμφανίζονται χωρίς λόγο».
«Σε μια περίοδο όπου ο αντισημιτισμός αυξάνεται στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε όλο τον κόσμο, η χαλάρωση πολιτικών που στοχεύουν στην αντιμετώπιση εγκλημάτων μίσους, όχι μόνο στέλνει λάθος μήνυμα στους άνδρες και τις γυναίκες της Ακτοφυλακής, αλλά θέτει και την ασφάλειά τους σε κίνδυνο», πρόσθεσε.
Ο ναύαρχος Κέβιν Λάντεϊ δήλωσε ότι η πολιτική δεν ανακάλεσε καμία απαγόρευση, χαρακτηρίζοντας «κατηγορηματικά ψευδή» οποιονδήποτε αντίθετο ισχυρισμό, σε δήλωση που εκδόθηκε νωρίτερα την Πέμπτη.
«Αυτά τα σύμβολα ήταν και παραμένουν απαγορευμένα στην Ακτοφυλακή σύμφωνα με την πολιτική», είπε ο Λάντεϊ σε δήλωσή του, προσθέτοντας ότι «οποιαδήποτε εμφάνιση, χρήση ή προώθηση τέτοιων συμβόλων, όπως πάντα, θα διερευνάται διεξοδικά και θα τιμωρείται αυστηρά».
“The claims that the U.S. Coast Guard will no longer classify swastikas, nooses or other extremist imagery as prohibited symbols are categorically false. These symbols have been and remain prohibited in the Coast Guard per policy. Any display, use or promotion of such symbols, as…
— U.S. Coast Guard (@USCG) November 20, 2025
Η προκάτοχός του, ναύαρχος Λίντα Φέιγκαν, απολύθηκε την πρώτη ημέρα της θητείας του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ. Αργότερα, αξιωματούχοι του Τραμπ είπαν ότι απολύθηκε εν μέρει επειδή έδινε «υπερβολική έμφαση» σε προσπάθειες για ποικιλομορφία και ένταξη, που απομάκρυναν «πόρους και προσοχή από επιχειρησιακές επιτακτικές ανάγκες».
Η παλαιότερη πολιτική που τέθηκε σε εφαρμογή στις αρχές Νοεμβρίου ανέφερε επίσης ρητά ότι «ο όρος “περιστατικό μίσους” δεν υπάρχει πλέον στην πολιτική» και ότι συμπεριφορές που προηγουμένως θα αντιμετωπίζονταν ως ενδεχόμενα περιστατικά μίσους θα αντιμετωπίζονται πλέον ως «αναφορά παρενόχλησης σε περιπτώσεις όπου υπάρχει αναγνωρισμένο θύμα».
Οι διοικητές, σε συνεργασία με νομικούς συμβούλους, μπορούν να διατάξουν ή να επιβάλουν την απομάκρυνση «δυνητικά διχαστικών» συμβόλων ή σημαιών εάν κριθεί ότι επηρεάζουν το ηθικό ή την πειθαρχία της μονάδας, σύμφωνα με την πολιτική.
Η νεότερη πολιτική δεν διευκρινίζει εάν το προσωπικό της Ακτοφυλακής θα μπορεί να ισχυριστεί ότι υπήρξε θύμα περιστατικού μίσους.
Η Ακτοφυλακή υπάγεται στο Υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας, αλλά εξακολουθεί να θεωρείται μέρος των ενόπλων δυνάμεων των ΗΠΑ και η νέα πολιτική ενημερώθηκε εν μέρει ώστε να είναι συνεπής με παρόμοιες οδηγίες του Πενταγώνου, σύμφωνα με μήνυμα της Ακτοφυλακής που ανακοίνωσε τις αλλαγές.
Έχει επίσης ιστορικά διαμορφώσει πολλές από τις πολιτικές της για ανθρώπινο δυναμικό με βάση άλλα σώματα των ενόπλων δυνάμεων.
Η αλλαγή πολιτικής έρχεται λιγότερο από δύο μήνες αφότου ο υπουργός Άμυνας Πιτ Χέγκσεθ διέταξε επανεξέταση όλων των ορισμών για εκφοβισμό, παρενόχληση και καψόνια σε ολόκληρο τον στρατό, υποστηρίζοντας ότι οι πολιτικές ήταν «υπερβολικά ευρείες» και «έθεταν σε κίνδυνο την ετοιμότητα μάχης, την ολοκλήρωση της αποστολής και την εμπιστοσύνη στον οργανισμό».
Το Πεντάγωνο δεν μπόρεσε να δώσει λεπτομέρειες για το τι εξετάζει συγκεκριμένα η αναθεώρηση, εάν θα μπορούσε να οδηγήσει σε παρόμοιες αλλαγές όπως αυτές στην πολιτική της Ακτοφυλακής ή πότε θα ολοκληρωθεί.
Ο Μεναχέμ Ρόζενσαφτ, καθηγητής νομικής στο Πανεπιστήμιο Κορνέλ και ηγετικό στέλεχος της εβραϊκής κοινότητας, δήλωσε ότι «η σβάστικα είναι το απόλυτο σύμβολο λυσσαλέου μίσους και μισαλλοδοξίας, και ακόμη και η σκέψη της Ακτοφυλακής να μη τη χαρακτηρίζει πλέον έτσι θα ήταν ισοδύναμη με το να απορρίπτει τους φλεγόμενους σταυρούς και τις κουκούλες της Κου Κλουξ Κλαν ως απλώς "δυνητικά διχαστικές".»
Ο επικεφαλής των Δημοκρατικών στη Γερουσία, Τσακ Σούμερ, χαρακτήρισε την κίνηση «αποκρουστική, και ακόμη μια ενθάρρυνση από τους Ρεπουμπλικάνους προς τον εξτρεμισμό».
Με πληροφορίες από Washington Post