Ολοκληρώθηκε το δεύτερο πενταετές ερευνητικό πρόγραμμα (2021–2025) υποβρύχιων αρχαιολογικών ερευνών στο ναυάγιο των Αντικυθήρων, σηματοδοτώντας την πέμπτη και τελευταία φάση μιας πολυετούς αποστολής που συνέπεσε με τη συμπλήρωση 125 ετών από την ιστορική ανασκαφή του 1900–1901.
Ανάμεσα στα σημαντικότερα ευρήματα της φετινής περιόδου συγκαταλέγονται τα εύθραυστα ξύλινα αρθρωτά κατάλοιπα του κύτους του πλοίου, τα οποία εντοπίστηκαν το 2024. Πρόκειται για τρία τμήματα μαδεριών από το πέτσωμα του πλοίου και έναν προσαρμοσμένο νομέα. Για πρώτη φορά ανελκύεται ολοκληρωμένο τμήμα του πετσώματος με λεπτομέρειες που αποκαλύπτουν την τεχνική κατασκευής του σκάφους, η οποία φαίνεται να ακολουθεί τη μέθοδο shell first («πρώτα το κέλυφος»), σύμφωνα με την οποία προηγείται η κατασκευή του εξωτερικού κελύφους πριν την τοποθέτηση των εσωτερικών μελών του πλοίου — μια μέθοδος διαδεδομένη στον μεσογειακό χώρο από τον 4ο έως τον 1ο αιώνα π.Χ.

Προκαταρκτικές αναλύσεις προσδιορίζουν τη χρήση φτελιάς και δρυός, ενώ η πρώτη χρονολόγηση τοποθετεί το ξύλο γύρω στο 235 π.Χ. Το ανελκυσμένο τμήμα έχει διαστάσεις περίπου 0,40 x 0,70 μ., με πάχος ξύλων μικρότερο των 0,05 μ., γεγονός που διαφέρει αισθητά από τα ευρήματα Cousteau και γεννά νέα ερωτήματα: αν πρόκειται για ψηλότερο επίπεδο του σκάφους, για επισκευή ή ακόμη και για δεύτερο συνοδό πλοίο μικρότερου μεγέθους. Τα θραύσματα ανελκύστηκαν με υποστηρικτική κατασκευή για την ασφαλή μεταφορά τους.

Επιπλέον ξύλινα υπολείμματα βρέθηκαν in situ, μαζί με ανόργανα υλικά όπως μόλυβδος και χαλκός, καθώς και οργανικά κατάλοιπα όπως πίσσα, κοντά στην περιοχή που είχε ερευνηθεί το 1976 από τον Jacques-Yves Cousteau.
Ναυάγιο Αντικυθήρων: Θραύσματα γλυπτών
Αφαιρώντας μεγάλο βράχο από το βυθό, η ομάδα εντόπισε κατακερματισμένα θραύσματα γυμνού ανδρικού αγάλματος σε στάση contrapposto. Αν και τεκμηριώθηκαν επί τόπου, δεν ήταν δυνατή η ανέλκυσή τους λόγω του έντονου εγκλωβισμού σε σκληρές θαλάσσιες συσσωματώσεις. Εξαίρεση αποτελεί μαρμάρινη πλίνθος που φέρει τμήμα του αριστερού κάτω άκρου του αγάλματος, φυσικού μεγέθους.

Ο εντοπισμός Χιακών αμφορέων σε δύο διαφορετικά σημεία του ναυαγίου υποδηλώνει μεγαλύτερη ποικιλομορφία στον τυπολογικό χαρακτήρα του φορτίου από ό,τι είχε διαπιστωθεί έως σήμερα. Ανάμεσα στα νέα ευρήματα περιλαμβάνεται και ένα πήλινο ιγδίο —λεκάνη με προχοή— για πολτοποίηση και ανάμειξη τροφίμων, προσφέροντας πολύτιμες πληροφορίες για τη διατροφή και τις πρακτικές καθημερινής ζωής στο πλοίο.

Ναυάγιο Αντικυθήρων: Προηγμένες τεχνολογίες καταδύσεων και τεκμηρίωσης
Η φετινή ανασκαφική περίοδος αξιοποίησε και πάλι καταδυτικό εξοπλισμό κλειστού κυκλώματος με μείγμα αερίων, ενισχύοντας την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα της εργασίας. Οι έρευνες παρακολουθούνταν σε πραγματικό χρόνο μέσω τηλεκατευθυνόμενων υποβρύχιων σκαφών της Hublot Xplorations, ενώ επανεγκαταστάθηκε το εργαστήριο πεδίου στον Ποταμό Αντικυθήρων, όπου πραγματοποιήθηκαν προκαταρκτικές αναλύσεις. Η πρόοδος της έρευνας τεκμηριώθηκε με τρισδιάστατα φωτογραμμετρικά μοντέλα, τα οποία μαζί με σχέδια και φωτογραφίες ενσωματώθηκαν σε σύστημα γεωγραφικών πληροφοριών (GIS).

Το πενταετές πρόγραμμα (2021–2025) υλοποιήθηκε από την Ελβετική Αρχαιολογική Σχολή στην Ελλάδα (EΑΣΕ), υπό την εποπτεία της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων του ΥΠΠΟΑ. Την επιστημονική διεύθυνση είχαν η δρ Αγγελική Γ. Σίμωσι (Επίτιμη Έφορος Αρχαιοτήτων) και ο καθ. Lorenz E. Baumer (Πανεπιστήμιο Γενεύης), ενώ την επιτόπια επίβλεψη ανέλαβαν η δρ Patrizia Birchler Emery (Παν. Γενεύης) και η αρχιτέκτονας-μηχανικός Αικατερίνη Ταγωνίδου. Την εποπτεία της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων είχε η καταδυόμενη εργατοτεχνίτρια Αθηνά Πατσούρου. Ο Αλέξανδρος Σωτηρίου (Παν. Γενεύης) συντόνισε την καταδυτική ομάδα, ενώ ο Γιάννης Μπιτσάκης (Παν. Γενεύης, Nereus Research) ανέλαβε την οργάνωση της αποστολής.
Η εξειδικευμένη τεκμηρίωση έγινε από ειδικούς του Πανεπιστημίου Γενεύης, με τεχνική υποστήριξη από την Hublot Xplorations και συμμετοχή της Ομάδας Ειδικών Καταδύσεων της Ελληνικής Ακτοφυλακής.