Επιλέγοντας μια αναγνώστρια.

Επιλέγοντας μια αναγνώστρια. Facebook Twitter
Ted Kooser
0

Ο Ted Kooser είναι Αμερικανός ποιητής (γεν. 1939). To 2005 βραβεύτηκε με το Pulitzer και αναγορεύτηκε σε εθνικό ποιητή των ΗΠΑ για τα έτη  2004-2006 (US Poet Laureate). Άργησε, ωστόσο, να γνωρίσει την καταξίωση. Η ποίηση του είναι λιτή και περιεκτική, η γλώσσα του πολύ απλή και τα θέματά του εστιάζονται στην ομορφιά της καθημερινής ζωής και της φύσης, τα ταπεινά αντικείμενα, όπως τα μεταμορφώνει ο χρόνος, τη νοσταλγία για κάποιους χαμένους ρυθμούς και σε όψεις από τις αγροτικές Μεσοδυτικές Πολιτείες, όπου και έζησε όλη του τη ζωή.

Ήταν ο εμπνευστής για την πραγματοποίηση ενός φιλόδοξου εγχειρήματος για την προώθηση της ποίησης σε ανθρώπους που πιθανόν δε θα διάβαζαν ποτέ ποίηση. Η εβδομαδιαία στήλη American Life in Poetry από το 2005 διαχέεται σε εφημερίδες και on-line εκδόσεις σε όλη την Αμερική και παρουσιάζει ένα σύντομο ποίημα –κάθε φορά άλλου ποιητή– πάνω σε πολύ καθημερινά θέματα, με δικιά του εισαγωγή.

Η ιδέα ακούγεται άκρως δελεαστική. Μια αγρότισσα από την Οκλαχόμα, που το μόνο που φαντάζεται όταν ακούει ποίηση είναι βαρύγδουπες ασάφειες, μπορεί τελικά να την κερδίσεις –και είναι ανεκτίμητο αυτό– ακόμα και αν χρειαστεί να επιστρατεύσεις ένα ποίημα για μια γυναίκα που ταΐζει κοτόπουλα στη Νεμπράσκα.

Προς την ίδια κατεύθυνση έχει δηλώσει κι ο ίδιος: «Θα ήθελα να δείξω στους απλούς ανθρώπους, μέσης εκπαίδευσης ή με μερικά μόνο χρόνια στην ανώτερη, ότι μπορούν να καταλάβουν τα ποιήματα. Δεν πρέπει να τα φοβούνται ή να αισθάνονται ότι θα εξαπατηθούν από αυτά».

Αλλά η πολύ απλή ποίηση καμιά φορά έχει και βάθος απροσμέτρητο. Το στοίχημα είναι πάντα πώς να εμβαθύνεις, χωρίς αυτό να σου στοιχίζει σε επιτήδευση.

Αν και πολυβραβευμένος και ποιητής σπάνιας έντασης και αμεσότητας, κάποια συλλογή δικιά του δεν έχει κυκλοφορήσει στα ελληνικά.

Στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού «Κουκούτσι» (Χειμώνας – Άνοιξη 20011/12) δημοσιεύονται ποιήματά του σε μετάφραση Κώστα Λιννού.

Ένα από αυτά ξεχωρίζει, γιατί μπορεί να κερδίσει ταυτόχρονα και τον αθώο αλλά και τον πιο απαιτητικό αναγνώστη:

ΕΠΙΛΕΓΟΝΤΑΣ ΜΙΑ ΑΝΑΓΝΩΣΤΡΙΑ

[SELECTING A READER]

Πρώτα, θα την ήθελα να είναι όμορφη,

και να περπατά προσεχτικά πάνω στην ποίησή μου

στην πιο μοναχική στιγμή ενός απογεύματος,

τα μαλλιά της ακόμα υγρά στον λαιμό

απ' το λούσιμο. Θα φορούσε

ένα αδιάβροχο, ένα παλιό αδιάβροχο, λερωμένο

απ' το να μην έχει αρκετά χρήματα για το καθαριστήριο.

Θα βγάλει τα γυαλιά της, κι εκεί

στο βιβλιοπωλείο, θα ξεφυλλίζει

τα ποιήματά μου .κατόπιν θα βάλει το βιβλίο

πίσω στο ράφι του. Θα πει στον εαυτό της:

«Μ' ένα τέτοιο ποσό χρημάτων, μπορώ να στείλω

το αδιάβροχό μου στο καθαριστήριο». Και θα το στείλει.

Το ποίημα, σε πρώτη επαφή, μου φέρνει στο νου αστραπιαία μια ανάμνηση από τα σχολικά χρόνια.  Ένα σχολικό βιβλίο στο πάτωμα, σαν αντιστήριγμα σ' ένα θρανίο που έχει χάσει το κέντρο βάρους του και γέρνει. Ο καθηγητής που το παρατηρεί ρωτάει το δράστη-μαθητή: «Για πες μας λοιπόν τι θα έλεγε ο συγγραφέας αν έβλεπε το βιβλίο, που κόπιασε για να γράψει, στο πάτωμα να έχει αυτή τη χρήση»; Το ποίημα του Κούζερ μετά από χρόνια μου έδωσε την απάντηση. Ο συγγραφέας, αν ήταν μπροστά στη σκηνή και έφερε άξια τον τίτλο του συγγραφέα, θα συνέχαιρε τον ευφάνταστο μαθητή και θα κατσάδιαζε τον αστοιχείωτο καθηγητή.

Αυτό το σύμπλεγμα καθημερινότητας και γραφής, που ακολουθεί καταϊδρωμένη την πρώτη, δίνει αφορμή για σκέψεις.

Ξαφνιάζουν τα ερωτήματα που παραμονεύουν πίσω από ένα τόσο σύντομο και απέριττο ποίημα. Ποιος είναι ο ιδανικός αναγνώστης; Ποια είναι η εικόνα που έχουν οι ποιητές για τους αναγνώστες; Ποιος ο ρόλος της ποίησης; Ποια η σχέση του καθημερινού βίου με την ποίηση; Γιατί να αγοράζει κανείς ποίηση; Γιατί να μη σου προσφερθεί με άλλο τρόπο; Αυτοσαρκαστικό και για την ίδια του τη φύση ακόμα, μας κλείνει το μάτι.

Κάθε ποίημα είναι ένα γράμμα που περιμένει να παραδοθεί στον παραλήπτη. Αν δεν παραδοθεί στον σωστό, επιστρέφεται ανέπαφο στον κάτοχο. Ο Κούζερ δεν κάνει τίποτα άλλο από το να φωτογραφίζει την ακριβή διεύθυνση του παραλήπτη, όπου επιθυμεί να αποσταλεί το ποίημά του. Αν πρέπει να λάβει ένα μόνο άτομο το γράμμα –την ποίησή του, δηλαδή– ας είναι αυτό.

Και ποιο είναι αυτό το πρόσωπο; Μια ολοζώντανη, σαν να τη βλέπεις μπροστά σου, αναγνώστρια: όμορφη, το μαλλί ακόμα νωπό από το λούσιμο, το αδιάβροχο λερωμένο. Λες και ο Κούζερ επικοινωνεί με τον αναγνώστη του, που όσο πιο ζωντανός είναι, τόσο επιβεβαιώνει το ποίημα. Τίποτα το αφηρημένο –όλα συγκεκριμένα: η ώρα, ο τόπος, το πρόσωπο, ο λεκές, το ποσό. Δεν φαίνεται να φτάνει προμελετημένα ως τη συλλογή του, ωστόσο, βυθίζεται προσεχτικά σ' αυτήν αλλά επιλέγει τελικά να μην αγοράσει το βιβλίο. Γιατί; Γιατί πήρε ό, τι είχε να πάρει από αυτήν, μας λέει ο Κούζερ. Και αντί γι' αυτό προτιμά να στείλει το αδιάβροχο στο καθαριστήριο.

Η πιο δυνατή ιδέα του ποιήματος, λοιπόν, είναι αυτή: Στην αναγνώστρια του ο Κούζερ βλέπει μια προβολή του πως θα έπρεπε να είναι η Ποίηση. Έχει ως μόνη επιδίωξη την Ομορφιά, (όμορφη) απαιτεί συμμετοχή (προσεχτικά), καίρια (στην πιο μοναχική στιγμή ενός απογεύματος), παραμένει φρέσκια και νοτισμένη (λούσιμο), με μη ακαδημαϊκή-διανοουμενίστικη προσέγγιση (θα βγάλει τα γυαλιά της),  χωρίς να είναι όμως νεόκοπη και ακηλίδωτη (λερωμένο), δεν είναι στην υπηρεσία καμιάς υλικής αναγκαιότητας (απ' το να μην έχει αρκετά χρήματα), με μία λέξη προσιτή.

Αλλά αυτό που κάνει πάνω απ' όλα είναι να αποτίνει φόρο τιμής στην ποίηση της καθημερινότητας, που κι ο ίδιος μια ζωή υπηρετεί και που η μεταγραφή της πάντα θα υπολείπεται από την ίδια. Και όπως έχει πει: «Θέλω να δείξω στους ανθρώπους πόσο ενδιαφέρων μπορεί να είναι ο συνηθισμένος κόσμος, αν δώσει κανείς προσοχή».

Ο ιδανικός αναγνώστης είναι, έτσι κι αλλιώς, ο αθώος και ανυποψίαστος. Αυτός που το ποίημα τον καταλαμβάνει εξ απήνης, παίρνει ό, τι πιο ζωτικό έχει να πάρει από αυτό, χωρίς να γίνεται κτήμα του, αλλά απλώς το όχημα για να ικανοποιήσει μια βασική ανάγκη που ως τότε δεν εκπληρώνεται. Δεν μπορεί να μη παρατηρήσει κανείς πως, ενώ το κορίτσι εξακολουθεί να μην έχει τα χρήματα για το καθαριστήριο, δεν αποφασίζει να το στείλει παρά μόνο όταν συναντά το βιβλίο και μπαίνει στη διαδικασία να σκεφτεί να το αγοράσει. Έτσι η ανάγνωση θα πρέπει να είναι το μέσο και όχι ο σκοπός, λέει ο Κούζερ. Σκόπιμα έχει κάτι το ευτελές σαν αξία. Σκόπιμα είναι το ακριβές αντίτιμο για τον καθαρισμό του αδιάβροχου, που θα μπορούσε να είναι και η ψυχή και ό, τι μπορεί από αυτήν να αποκαθάρει και να καθαγιάσει η ποίηση.

Μία από τις συλλογές του (Πρωινοί Χειμερινοί περίπατοι: 100 Κάρτες προς τον Τζιμ Χάρισον) μοιάζει με εφαρμογή αυτής της ερμηνείας. Το 1999 ο Κούζερ αρρώστησε από καρκίνο και εγκατέλειψε προσωρινά το γράψιμο. Η πανηγυρική επιστροφή του στην ποίηση και στη ζωή σηματοδοτήθηκε με μια σειρά από ποιήματα –ένα για κάθε μέρα–  που έστελνε με καρτ-ποστάλ σε φίλο του συγγραφέα. Σαν να αποδεικνύει έτσι τι ζωογόνα συγκοινωνούντα δοχεία είναι αυτά τα δύο.

Όπως ο πιο πρόσφορος αναγνώστης θα είναι πάντα ο ανυποψίαστος, γιατί τον υποψιασμένο έτσι κι αλλιώς τον έχεις κερδίσει, έτσι και ο ιδανικός ποιητής είναι ο όσο γίνεται μη συνειδητοποιημένος ποιητής, αυτός που γράφει με τον τρόπο που αναπνέει, που δεν χειρίζεται την ποίηση σαν ένα τρόπαιο.

Αν επέλεγα έναν μόνο ποιητή δεν θα ήταν άλλος από αυτόν για τον οποίο μου μίλησε κάποτε ένας σερβιτόρος σε παλιό καφενείο της Αλεξάνδρας, όπου και σύχναζε. Έγραφε πυρετικά σε ό, τι χαρτί έβρισκε μπροστά του, μετά τα τσαλάκωνε και του τα έδινε να τα πετάξει. Δεν ήταν άλλος, φυσικά, από τον Νίκο Καρούζο. Η ποίηση, όταν απαλλάσσεται από κάθε κατασκευασμένο περίβλημα, όταν δεν είναι αυτοσκοπός, –έστω και αν απαιτεί την αυτοπυρπόλησή της– επιστρέφει στην ουσία της.

Η ποίηση μπορεί να είναι ολοζώντανη και πάλλουσα και όχι ένα κουφάρι απολιθωμένου ζώου, όπως θα την ήθελαν κάποιοι. Σπαρταριστή και όχι πολυκαιρισμένη. Χυμώδης και όχι αποστεωμένη. Ζέουσα και όχι αποστειρωμένη. Μα πάνω απ' όλα να επικοινωνεί, να αλληλεπιδρά. Δυναμική και όχι στατική.

Το ποίημα με βάζει σε πειρασμό να αντιστρέψω, σαν ένα παιχνίδι, το ερώτημα: Αν επιλέγαμε έναν ποιητή; Έτσι γίνεται ακόμα πιο σαφές ότι ο Κούζερ ουσιαστικά μιλάει για την ίδια την ποίηση και όχι απλώς για μια πιθανή αναγνώστρια του. Και θα συμφωνούσε θαρρώ και ο ίδιος ο ποιητής όταν «στην πιο μοναχική στιγμή ενός απογεύματος», σ' ένα βιβλιοπωλείο, έπεσα πάνω στο ποίημα, που η μετάφραση έφερε ως σε μένα, και έτσι γίνεται αφορμή για μια ζωντανή αλληλεπίδραση, τέτοια που περιγράφει και το ίδιο:

ΕΠΙΛΕΓΟΝΤΑΣ ΕΝΑΝ ΠΟΙΗΤΗ

Πρώτα, θα τον ήθελα να είναι όμορφος,

και να χαράζει την ποίησή του σαν να τοποθετεί νάρκες,

πάνω στην πιο πολύβουη ώρα του μεσημεριού.

στάλες από ιδρώτα στο μέτωπό του,

από τη βιάση να προλάβει τις δουλειές. Θα κρατούσε

ένα αδιάβροχο, ένα παλιό αδιάβροχο, λερωμένο

που αποφάσισε μια μέρα μετά από αναβολές να πάει στο καθαριστήριο.

Θα βγάλει τα γυαλιά του, κι εκεί

στον πάγκο του καθαριστηρίου

πάνω στην απόδειξη θα γράψει ένα ποίημα .κατόπιν

θα βάλει την απόδειξη στην τσέπη του. Θα πει στον εαυτό του:

«Το αδιάβροχο επιτέλους καθάρισε. Τώρα μπορώ να το φορέσω».

Και δεν θα το φορέσει ποτέ.

Γιατί θα ήταν απλώς η αφορμή για να γράψει το ποίημα όπως και το ποίημα είναι η απλώς η αφορμή για την κοπέλα να στείλει το αδιάβροχο στο καθαριστήριο...

Βιβλίο
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Βιβλίο / Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Ο Πέρσιβαλ Έβερετ έγραψε ένα άκρως επίκαιρο, δεδομένων των τελευταίων ημερών, βιβλίο, που ταυτόχρονα φιλοδοξεί να καταστεί κλασικό, για τον ρατσισμό και τη χαμένη ανθρωπιά, και κέρδισε το Εθνικό Βραβείο Λογοτεχνίας των ΗΠΑ και το Πούλιτζερ.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη, κιθαρίστα και σκιτσογράφο Κώστα Μπέζο, που ξαναγράφει την ιστορία της Ελλάδας πριν από το 1940

Βιβλίο / «Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη Κώστα Μπέζο

Τη δεκαετία του ’30 άνθισε στην Ελλάδα ένα μουσικό είδος «διαφυγής» από τη σκληρή πραγματικότητα, οι χαβάγιες. Ο Κώστας Μπέζος, αινιγματική μορφή μέχρι πρόσφατα και σημαντικός ρεμπέτης και σκιτσογράφος, έγραψε μια ανείπωτη ιστορία, διαφορετική από αυτή που η επίσημη ιστορία έχει καταγράψει για την εποχή του Μεσοπολέμου.  
M. HULOT
Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Βιβλίο / Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Η Καταλανή συγγραφέας, που έχει εξελιχθεί σε σημείο αναφοράς της σύγχρονης queer λογοτεχνίας, μεταφράζεται παγκοσμίως και τη θαυμάζει ο Αλμοδόβαρ, μιλά στη LiFO για το τι σημαίνει να ζεις ελεύθερα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΠΕΞ Φάνη, ψηλά το κεφάλι!

Βιβλίο / Φάνη, ψηλά το κεφάλι!

Το πρώτο βιβλίο του Φάνη Παπαδημητρίου είναι μια συγκινητική εξομολόγηση για το ατύχημα στα 19 του που τον καθήλωσε σε αμαξίδιο, την πάλη του με τον τζόγο και τον αγώνα που έδωσε να ξαναφτιάξει τη ζωή του «μετά το τσουνάμι που ήρθε και τα σάρωσε όλα».
M. HULOT
«Τι ωραίο πλιάτσικο!»: Όταν η «αργόσχολη» τάξη εργάζεται σκληρά για το Κακό

Το πίσω ράφι  / «Τι ωραίο πλιάτσικο!»: Όταν η «αργόσχολη» τάξη εργάζεται σκληρά για το Κακό

Πιστή στην κλασική μορφή του μυθιστορήματος, αλλά ταυτόχρονα ανατρεπτική και μεταμοντέρνα, η καυστική σάτιρα του Τζόναθαν Κόου για τη βρετανική άρχουσα τάξη των αρχών της δεκαετίας του ’90 διαβάζεται μονορούφι.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
ΕΠΕΞ Γυναικείες φωνές από διαφορετικά μέρη του κόσμου

Βιβλίο / Από τη Μαλαισία μέχρι το Μεξικό: 5 νέα βιλία που αξίζει να διαβάσετε

5 συγγραφείς από διαφορετικά σημεία του πλανήτη χαράζουν νέους δρόμους στη λογοτεχνία. Ανάμεσά τους, η Τζόχα Αλχάρθι που κέρδισε το Booker και η βραβευμένη με Πούλιτζερ Κριστίνα Ριβέρα Γκάρσα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Ποιοι ήταν οι αληθινοί «σκλάβοι» της ηδονής στην Αρχαία Ρώμη;

Αρχαιολογία / Ποιοι ήταν οι αληθινοί «σκλάβοι» της ηδονής στην Αρχαία Ρώμη;

Η διακεκριμένη ιστορικός Mary Beard στο βιβλίο της «Οι Ρωμαίοι Αυτοκράτορες. Οι ηγεμόνες του αρχαίου ρωμαϊκού κόσμου», παρουσιάζει τη ζωή και το έργο των αυτοκρατόρων μέσα από ανεκδοτολογικές αφηγήσεις και συναρπαστικές λεπτομέρειες, που θυμίζουν απολαυστικό μυθιστόρημα. Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα κεφάλαια εστιάζει στον ρόλο των δούλων, τόσο στην καθημερινή ζωή όσο και στη σεξουαλική ζωή των Ρωμαίων αυτοκρατόρων.
M. HULOT
Τα μικρά ανεξάρτητα βιβλιοπωλεία ενώνουν τις δυνάμεις τους

Βιβλίο / Τα μικρά ανεξάρτητα βιβλιοπωλεία ενώνουν τις δυνάμεις τους

Από την Αμοργό ως την Αλεξανδρούπολη και από την Ξάνθη ως τη Μυτιλήνη, τα μικρά βιβλιοπωλεία αποκτούν για πρώτη φορά συλλογική φωνή. Βιβλιοπώλες και βιβλιοπώλισσες αφηγούνται τις προσωπικές τους ιστορίες, αλλά και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Μικρή μου, ας τους αφήσουμε αυτούς τους κερατάδες τους καλόγερους»

Lifo Videos / «Μικρή μου, ας τους αφήσουμε αυτούς τους κερατάδες τους καλόγερους»

Η Αγλαΐα Παππά διαβάζει ένα απόσπασμα από τις βέβηλες και αμφιλεγόμενες «120 Μέρες των Σοδόμων» του Μαρκησίου ντε Σαντ, ένα βιβλίο αναγνωρισμένο πλέον ως αξεπέραστο λογοτεχνικό αριστούργημα και χαρακτηρισμένο ως «εθνικός θησαυρός» της Γαλλίας.
THE LIFO TEAM
Το «προπατορικό αμάρτημα» του Τζο Μπάιντεν

Βιβλίο / Ποιο ήταν το θανάσιμο σφάλμα του Τζο Μπάιντεν;

Ένα νέο βιβλίο για τον πρώην Πρόεδρο αποτελεί καταπέλτη τόσο για τον ίδιο όσο και για τη δουλοπρεπή κλίκα πιστών και μελών της οικογένειάς του, που έκαναν το παν για να συγκαλύψουν τον ραγδαίο εκφυλισμό της γνωστικής του ικανότητας.
THE LIFO TEAM
ΕΠΕΞ Συγγραφείς/ Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου

Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου / 8 Έλληνες συγγραφείς ξαναγράφουν τους μύθους και τις παραδόσεις

Η Λυσιστράτη ερμηνεύει τις ερωτικές σχέσεις του σήμερα, η Ιφιγένεια διαλογίζεται στην παραλία και μια Τρωαδίτισσα δούλα γίνεται πρωταγωνίστρια: 8 σύγχρονοι δημιουργοί, που συμμετέχουν με τα έργα τους στο φετινό Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου, συνομιλούν με τα αρχαία κείμενα και συνδέουν το παρελθόν με επίκαιρα ζητήματα.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τζούντιθ Μπάτλερ: «Θέλουμε να ζήσουμε με ανοιχτή ή με κλειστή καρδιά;»

Τζούντιθ Μπάτλερ / «Θέλουμε να ζήσουμε με ανοιχτή ή με κλειστή καρδιά;»

Μια κορυφαία προσωπικότητα της σύγχρονης παγκόσμιας διανόησης μιλά στη LiFO για τo «φάντασμα» της λεγόμενης ιδεολογίας του φύλου, για το όραμα μιας «ανοιχτόκαρδης κοινωνίας» και για τις εμπειρίες ζωής που της έμαθαν να είναι «ένας άνθρωπος ταπεινός και ταυτόχρονα θαρραλέος».
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ