ΔΕΝ ΘΑ ΕΙΝΑΙ εύκολο το έργο του νέου δημάρχου της Νέας Υόρκης. Ήρθε σαν ενσάρκωση και φανέρωση μιας νέας αντίληψης για την πόλη, για τους λησμονημένους/-ες και τα γενναιόδωρα δημοκρατικά συναισθήματα. Έχει από την πρώτη στιγμή –και τώρα περισσότερο– «απέναντί του» τον ίδιο τον Αμερικανό Πρόεδρο και έναν ποικιλώνυμο θίασο συντηρητικών συμφερόντων: δεινοσαυρικούς Δημοκράτες, κόσμο πρόθυμο να πιστέψει σε έναν μουσουλμανικό ή σοσιαλιστικό κίνδυνο, τα ερείσματα και τις τρικλοποδιές των δισεκατομμυριούχων ολιγαρχών. Τεράστιες ιδιοτέλειες και δυσθεώρητες εμμονές που αφορούν, άλλωστε, την πιο πλούσια καπιταλιστική μητρόπολη των ΗΠΑ. Παίζονται πολλά και ο νέος δήμαρχος θα κινηθεί σε περιβάλλοντα άπειρων παγίδων.
Αυτή η νίκη, όμως, πρέπει να αξιολογηθεί και ως ένα γεγονός ηθικής ανατροπής. Γιατί; Επειδή συμβαίνει μέσα στην αποχαλίνωση της «εποχής των αρπακτικών», ανοίγοντας χώρο φιλοξενίας για αξίες και αρχές που έχουν βρεθεί σε άμυνα: την καλοσύνη, την υπεράσπιση των αδύναμων, την αλληλεγγύη και όχι τον ανταγωνισμό μεταξύ κοινοτήτων. Ιδίως όμως έδωσε μια νέα έμφαση στο κοινωνικό ζήτημα, παρεμβαίνοντας και στην αξιολόγηση του τι είναι πιο σημαντικό στη ζωή. Εδώ νομίζω πως ο Μαμντάνι προχώρησε πολύ πιο μακριά από έναν, έστω προοδευτικό, φιλελεύθερο λόγο: είδε τη Νέα Υόρκη όχι από τη σκοπιά των εύπορων μεσαίων τάξεων –αυτό είναι το βλέμμα τύπου Κουόμο, ο Δημοκρατικός των ελίτ– αλλά με τα μάτια των ξεχασμένων.
Ο Μαμντάνι δεν είναι «κομμουνιστής» παρά μόνο στην παρανοϊκή φαντασία των τραμπικών. Πολιτεύτηκε όμως επιμόνως για τα κοινά, για τους αφανείς, για τα συλλογικά αγαθά και για τις δημόσιες και προνοιακές υπηρεσίες.
Το είπε άλλωστε και ο ίδιος. Η νίκη του είναι νίκη εκείνων που «τόσο συχνά ξεχνιούνται από την πολιτική αυτής της πόλης». Έκανε αναφορά σε Σενεγαλέζους ταξιτζήδες, Ουζμπέκες νοσοκόμες, μάγειρες από το Τρινιντάντ. Μίλησε, φυσικά, για τους Μουσουλμάνους αλλά και για τον εβραϊσμό της Νέας Υόρκης, απορρίπτοντας τις ισλαμοφοβικές και αντισημιτικές τερατογενέσεις.
«Είτε είστε μετανάστης, είτε μέλος της τρανς κοινότητας, είτε μία από τις πολλές μαύρες γυναίκες που ο Τραμπ απέλυσε από ομοσπονδιακές θέσεις, είτε ανύπαντρη μητέρα που περιμένει να μειωθεί το κόστος των τροφίμων, είτε οποιοσδήποτε άλλος με την πλάτη στον τοίχο, ο αγώνας σας είναι και δικός μας».
Η πολιτική ανατροπή για την οποία μίλησε ο Μπέρνι Σάντερς –ο Μαμντάνι του οφείλει πολλά– είναι, λοιπόν, μια ανατροπή ηθικού κώδικα και βλέμματος. Οι παραδοσιακές ιεραρχικές, πλουτοκρατικές ή αφηρημένα κοσμοπολίτικες και ανώδυνα liberal σημασίες του νεοϋορκέζικου success story δεν είναι αυτές που δίνουν τον τόνο και κυριαρχούν. Ούτε καν μια ρητορική περί γνήσιας αξιοκρατίας απέναντι στα προνόμια.
Στο παράδειγμα του Μαμντάνι απέκτησαν πολύ μεγαλύτερη ορατότητα και, αντικειμενικά, πολιτική σημασία οι κοινωνικοί κόσμοι της εργασίας, της ταπεινής καθημερινότητας και των απλών ανθρώπων. Έφερε στο φως τα υποκείμενα της κοινωνικής παραγωγής, όχι μόνο τον πολίτη ως καταναλωτή και χρήστη υπηρεσιών (μάλλον συνέδεσε αυτούς τους κόσμους με πολλά θαυμάσια παραδείγματα).
Αυτό δεν σημαίνει πως όλα τα παραπάνω θα μετατραπούν και σε δημόσιες πολιτικές με ευκολία και δίχως μεγάλες συγκρούσεις. Είπαμε ότι το ράπισμα για τον τραμπισμό αλλά και τον προυχοντο-φιλελεύθερο ελιτισμό είναι σημαντικό. Τον Μαμντάνι τον περιμένουν στη γωνία για να τον κατηγορήσουν για ανεκτικότητα στο έγκλημα, οικονομικές ουτοπίες, αντισημιτικές εκτροπές. Για να τον απαξιώσουν επίσης ως επικοινωνιακό πυροτέχνημα μιας αριστερής δημαγωγίας. Για να τον αποξενώσουν από τους κατ’ επίφαση σοβαρούς και καινοτόμους θύλακες της αστικής ζωής, βλέποντάς τον ως «φερέφωνο μειονοτήτων» ή πιόνι του περιβόητου φαντάσματος του πολιτισμικού μαρξισμού.
Επειδή ακούγονται και στη χώρα μας και αλλού ειρωνικά γέλια για τη σημασία που δόθηκε σε αυτή την περίπτωση (στο κάτω-κάτω, λένε, τι μας αφορά και τι ξέρουμε εμείς από τα της Νέας Υόρκης;), η απάντηση είναι απλή: μας ενδιαφέρει η αλλαγή στην κατεύθυνση των πραγμάτων και των δημόσιων ιδεών. Διότι ο λόγος, τα σύμβολα και η παρουσία του Μαμντάνι αντιστρατεύονται την ιδεολογία της ταξικής υπεροχής, την αγνόηση των φτωχών, τον καπιταλιστικό μηδενισμό, την αυταρχική και οχυρωμένη ζωή όσων δεν βλέπουν έξω από τον ασφαλή και ευνοημένο τους περίγυρο. Με άλλα λόγια, το τοπικό, το «εκτός χώρας», το μακρινό, είναι επίσης δικό μας, ευρωπαϊκό και ελληνικό. Δίχως μεταφορές προτύπων ή μηχανιστικές συγκρίσεις, ζούμε σε έναν κόσμο με πολλά κοινά ερωτήματα και αγωνίες, ακόμα και αν διαφέρουν κατά πολύ οι εθνικές καταστάσεις, τα θεσμικά και κοινωνικά δεδομένα.
Ο κόσμος που ψήφισε τον Μαμντάνι για δήμαρχο δεν είπε απλώς «ναι» σε μια μάχη κατά της ακριβής ζωής ή σε έναν αγώνα ορατότητας και δικαιοσύνης για τη μία ή άλλη κοινότητα. Έδειξε πως τον αγγίζει μια ανθρώπινη κλίμακα ζωής όπου δεν θυσιάζονται όλα στο real estate, στον γιγαντισμό των εταιρειών και στις ιδεολογίες των «εκλεκτών και ξεχωριστών» (που στη συντριπτική τους πλειονότητα είναι κληρονόμοι και πολλαπλώς ευεργετημένοι από τη γέννησή τους). Μπορεί κανείς να παραβλέψει αυτό το γεγονός; Να παραγνωρίσει ότι στην καρδιά της μεγάλης οικονομικής μητρόπολης, εκατομμύρια κινητοποιήθηκαν για να δηλώσουν ότι το μέλλον τους δεν είναι ο τραμπισμός ούτε ένα ολιγαρχικό κονσόρτσιουμ, ότι προτιμούν έναν άνθρωπο που μιλά στο όνομα ενός εγκάρδιου δημοκρατικού σοσιαλισμού;
Ποιος μπορεί να μη λάβει υπόψη του αυτήν τη νέα διάταξη συναισθημάτων και επιλογών που επιτρέπει, ξανά, την ελπίδα;
Όσο κι αν προσπαθούν ορισμένοι σχολιαστές να εντάξουν τον Μαμντάνι σε κάποιο «άλλο άκρο» από τον Τραμπ (όπως έκαναν και με τους antifa, παρουσιάζοντάς τους ως το άλλο άκρο των νεοφασιστών και ρατσιστών), ο νικητής της Νέας Υόρκης είναι απλώς η ήρεμη δύναμη άρνησης όσων αντιπροσωπεύει ο Τραμπ. Η ριζική απόρριψη του λόγου της ανισότητας και της ρατσιστικής περιφρόνησης δεν είναι «άλλο άκρο». Εκτός αν σπεύσει κανείς να υιοθετήσει την αξιοθρήνητη σκέψη όσων ταυτίζουν τον αντιφασισμό με τον φασισμό και την αντίσταση στη βία με την πρωτογενή βία.
Ο Μαμντάνι δεν είναι «κομμουνιστής» παρά μόνο στην παρανοϊκή φαντασία των τραμπικών. Πολιτεύτηκε όμως επιμόνως για τα κοινά, για τους αφανείς, για τα συλλογικά αγαθά και για τις δημόσιες και προνοιακές υπηρεσίες. Και με αυτή την έννοια, υπερίσχυσε των αντιπάλων του ως πολιτικός της κοινότητας και της κοινής αξιοπρέπειας. Πράγμα συνταρακτικό σε αυτήν τη συγκυρία των απάνθρωπων μεταβολών και των πυκνών οπισθοδρομήσεων.