ΕΙΝΑΙ ΣΠΑΝΙΟ ΕΝΑΣ άνθρωπος να συλλαμβάνει τόσο έντονα το πνεύμα της εποχής του και ακόμη σπανιότερο να το μεταφράζει σε πολιτική νίκη. Ο Ζoράν Μαμντάνι, ο 34χρονος σοσιαλιστής πολιτικός από το Κουίνς, δεν κέρδισε απλώς τη δημαρχία της Νέας Υόρκης. Έναν χρόνο μετά τη νίκη του Τραμπ, η δική του επικράτηση έστειλε ένα ηχηρό μήνυμα στο κυρίαρχο πολιτικό κατεστημένο.
Με καταγωγή από την Καμπάλα της Ουγκάντα, έγινε ο πρώτος μουσουλμάνος δήμαρχος της μεγαλύτερης πόλης της Αμερικής. Μόλις πριν από έναν χρόνο, ήταν σχεδόν άγνωστος. Τώρα, ο άνθρωπος που χάιδευε γάτες, επισκεπτόταν έξι κλαμπ μέσα σε μία νύχτα και γύριζε βίντεο στα αραβικά έχει εξελιχθεί σε πολιτικό φαινόμενο που έγινε viral. Η ραγδαία άνοδός του αποτελεί ένδειξη πως κάτι βαθύ και θεμελιώδες αλλάζει στην αμερικανική πολιτική.
Για τις συντηρητικές φωνές των ΗΠΑ, η νίκη του Μαμντάνι σηματοδοτεί μια ριψοκίνδυνη στροφή προς τα αριστερά. Για άλλους, αποτελεί τη φυσική εξέλιξη μιας πόλης που δεν φοβάται να πειραματιστεί και να κοιτάξει προς το μέλλον.
Ο Μαμντάνι ανήκει σε μια νέα γενιά πολιτικών που μεγάλωσαν μέσα στο διαδίκτυο. Η εκστρατεία του, στηριγμένη περισσότερο σε κοινότητες παρά σε κόμματα, σε ακτιβιστές παρά σε κομματικούς μηχανισμούς, αποκάλυψε κάτι βαθύτερο: τη μετατόπιση μιας γενιάς που δεν αντιλαμβάνεται την πολιτική ως πεδίο διαχείρισης αλλά ως χώρο αξιών.
Το κυριότερο, όμως, είναι ότι εστίασε στο δυσβάστακτο κόστος ζωής στη Νέα Υόρκη. Υποσχέθηκε δωρεάν δημόσιες συγκοινωνίες, μείωση ενοικίων, καθολική πρόσβαση στη φύλαξη παιδιών προσχολικής και σχολικής ηλικίας και δημιουργία σούπερ μάρκετ με προσιτές τιμές για όλους. Κάποιοι τον κατηγόρησαν για λαϊκισμό· εκείνος, ωστόσο, απαντούσε πως σπάνια μιλά για τον εαυτό του – σχεδόν πάντα μιλά για «εμάς», ακόμη κι όταν πρόκειται για τον ίδιο.
Ο Μαμντάνι μίλησε τη γλώσσα των ανισοτήτων: για τα ενοίκια που πνίγουν τους πολίτες, τις δημόσιες μεταφορές που καταρρέουν, τους μετανάστες που διεκδικούν δικαιοσύνη. Σε προεκλογική συζήτηση αποκάλυψε ότι εξακολουθεί να ζει σε ένα μικροσκοπικό διαμέρισμα ενός δωματίου στο Κουίνς, πληρώνοντας 2.300 δολάρια τον μήνα. Η αποκάλυψη αυτή προκάλεσε την αντίδραση του αντιπάλου του, Άντριου Κουόμο, του οποίου το ενοίκιο φέρεται να ανέρχεται στα 7.800 δολάρια, που τον κατηγόρησε ότι «πήρε το διαμέρισμα ενός φτωχού». Και το εκλογικό σώμα, πιο ποικιλόμορφο, νεανικό και ανυπόμονο απ’ όσο φαντάζονταν οι αντίπαλοί του, τον άκουσε.
Για τις συντηρητικές φωνές των ΗΠΑ, η νίκη του Μαμντάνι σηματοδοτεί μια ριψοκίνδυνη στροφή προς τα αριστερά. Για άλλους, αποτελεί τη φυσική εξέλιξη μιας πόλης που δεν φοβάται να πειραματιστεί και να κοιτάξει προς το μέλλον. Όπως κι αν το δει κανείς, το αποτέλεσμα φανερώνει την κόπωση ενός πολιτικού συστήματος που επί χρόνια υποσχόταν «πραγματισμό» και παρέδιδε στασιμότητα.
Σε επικοινωνία που είχα με τον καθηγητή Οικονομικών και διευθυντή του Κέντρου για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, Τζέφρι Σακς, σχολίασε: «Πρόκειται για μια μεγάλη νίκη της αμερικανικής δημοκρατίας, για μια νέα γενιά ηγεσίας και μια επιστροφή στη μεγαλύτερη δύναμη της Αμερικής. Πρόκειται, τελικά, για τον εορτασμό της ποικιλομορφίας των λαών από όλο τον κόσμο. Ο Μαμντάνι θα συμβάλει στην ευημερία της Νέας Υόρκης και θα στείλει ένα ισχυρό μήνυμα σε όλο τον κόσμο ότι η πλειονότητα των Αμερικανών δεν αποδέχεται τον αυταρχισμό του Τραμπ και τον εξτρεμιστικό εθνικισμό του».
Την ίδια στιγμή, η νίκη του Μαμντάνι υποδηλώνει κάτι βαθύτερο, επιφέροντας μια διπλή αλλαγή. Από τη μια, απέδειξε ότι η μετανάστευση, η πολυπολιτισμικότητα και η νεολαία μπορούν να αποτελέσουν μια πραγματική πολιτική δύναμη. Από την άλλη, ότι η αριστερά δεν είναι κατ’ ανάγκην «ριζοσπαστική» με τη στενή έννοια αλλά μπορεί να εκφράζει μια ουσιαστική «αριστερή διακυβέρνηση» στον πυρήνα της. Με λίγα λόγια, η Νέα Υόρκη μπορεί να εξελιχθεί σε πρότυπο «προοδευτικής πόλης». Κι αν το εγχείρημα πετύχει, να αποτελέσει παράδειγμα για τις πόλεις όλης της Αμερικής.
Όπως σημείωσαν στο κύριο άρθρο τους οι «New York Times»: «Για να είναι πραγματικά αποτελεσματικός, ο κ. Μαμντάνι θα πρέπει να αντιμετωπίσει την πρόσφατη ιστορία δημάρχων μεγάλων πόλεων που υποσχέθηκαν τολμηρές, προοδευτικές αλλαγές, αλλά δυσκολεύτηκαν να τις υλοποιήσουν». Το βέβαιο είναι ότι ο νέος δήμαρχος της Νέας Υόρκης είναι, στην πραγματικότητα, πολύ νέος, σχετικά άπειρος και, για ορισμένους, υπερβολικά αντιαμερικανός. Κι όμως, Μαμντάνι κατάφερε να ξεκινήσει από το μηδέν και να εξελιχθεί σε έναν πολιτικό σούπερ σταρ της εποχής μας.