Το Μπαλί της Ινδονησίας, γνωστό για τις παραλίες, τους ναούς και το τροπικό τοπίο του, παραμένει ένας από τους πιο δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς παγκοσμίως. Ωστόσο, πίσω από τις εικόνες του «παραδείσου» που κατακλύζουν τα κοινωνικά δίκτυα, πολλοί επισκέπτες αρχίζουν να βιώνουν μια διαφορετική, πιο σκληρή πραγματικότητα.
Η Βρετανίδα Ζόι Ρέι, σε βίντεο που ανάρτησε στο YouTube τον Ιούλιο, περιέγραψε την απογοήτευσή της λίγες μόλις ημέρες μετά την άφιξή της στο νησί. «Από τη στιγμή που προσγειωθήκαμε στο Μπαλί, κάτι δεν ένιωθε σωστό», είπε από το δωμάτιο του ξενοδοχείου της. Επηρεασμένη από τις ειδυλλιακές εικόνες στο Instagram, ταξίδεψε με μεγάλες προσδοκίες, αλλά τελικά αναχώρησε πρόωρα για το Ντουμπάι ώστε να συνεχίσει εκεί την επέτειο του γάμου της.
Η εμπειρία της δεν είναι μεμονωμένη. Στα κοινωνικά δίκτυα πολλοί μοιράζονται εικόνες που δείχνουν την απόσταση ανάμεσα στην προσδοκία και την πραγματικότητα: δίπλα σε ρομαντικά ηλιοβασιλέματα σε παραλιακά εστιατόρια, σωροί σκουπιδιών στα σκαλιά· πίσω από τις εντυπωσιακές φωτογραφίες σε καταρράκτες, ουρές τουριστών που περιμένουν για το ίδιο κάδρο· και πλάι στα πολύχρωμα smoothies, δρόμοι γεμάτοι μοτοσικλέτες και καυσαέρια.

Η απογοήτευση των επισκεπτών δεν είναι τυχαία. Η τουριστική άνθηση που ακολούθησε την πανδημία έφερε στο νησί 6,3 εκατομμύρια ξένους τουρίστες το 2024, ενώ φέτος αναμένεται να καταγραφεί νέο ρεκόρ, ξεπερνώντας τα επτά εκατομμύρια. Η μαζική προσέλευση δημιούργησε κυκλοφοριακό χάος, ηχορύπανση και οικοδομική έκρηξη. Οι συνέπειες έγιναν εμφανείς αυτόν τον μήνα, όταν σπάνιες πλημμύρες στοίχισαν τη ζωή σε περισσότερους από δώδεκα ανθρώπους. Οι αρχές παραδέχθηκαν ότι η ανεπαρκής διαχείριση απορριμμάτων και η ανεξέλεγκτη δόμηση επιδείνωσαν την καταστροφή.

Η τοπική κυβέρνηση ανακοίνωσε περιορισμούς στις νέες κατασκευές, όμως πολλοί κάτοικοι και αναλυτές φοβούνται ότι πρόκειται για ανεπαρκή μέτρα που έρχονται «πολύ αργά».
Από το «τελευταίο παράδεισο» στην υπερπροβολή του Instagram
Η φήμη του Μπαλί ως «τελευταίου παραδείσου» χτίστηκε από τον 20ό αιώνα, όταν το νησί έγινε γνωστό για τους ινδουιστικούς ναούς και τους ορυζώνες του. Η θρησκευτική παράδοση αποδίδει ιερότητα σε ζώα και δέντρα, ενώ το ηφαίστειο Μπατούρ θεωρείται ότι βρίσκεται υπό την προστασία μίας θεότητας.
«Ήταν από τα πρώτα μέρη όπου υπήρχε ο μύθος της ουτοπίας, της απέραντης ομορφιάς και του πολιτισμού», εξηγεί η Γκίζελα Γουίλιαμς, Γερμανίδα ταξιδιωτική συντάκτρια που επισκέπτεται το Μπαλί από τη δεκαετία του '90. «Είναι ο ινδουιστικός πολιτισμός του Μπαλί που δημιούργησε αυτόν τον μύθο».

Τις τελευταίες δεκαετίες, ωστόσο, η εικόνα αυτή μεταβλήθηκε ριζικά. Ο αριθμός των τουριστών αυξήθηκε από 3,8 εκατομμύρια το 2014 σε 6,3 εκατομμύρια το 2024, με τους επισκέπτες να αναζητούν όχι τόσο την παραδοσιακή κουλτούρα όσο την πολυτέλεια των beach clubs, των βιλών και των σπα. Η ευκολία στην κατανάλωση αλκοόλ και η μεγαλύτερη ανεκτικότητα σε ενδυματολογικούς κώδικες σε σχέση με την υπόλοιπη Ινδονησία καθιστούν το νησί ιδιαίτερα ελκυστικό σε νεότερες ηλικίες.
Η άνοδος των social media τροφοδότησε ακόμη περισσότερο την εικόνα του Μπαλί ως προορισμού για «τέλειες φωτογραφίες». Όπως σημειώνει η Γουίλιαμς, «είναι ένας επιφανειακός τρόπος να κατανοήσεις έναν τόπο· βλέπεις απλώς μια εικόνα και μετά πας».

Η απογοήτευση της Ζόι Ρέι αντικατοπτρίζει ακριβώς αυτή τη σύγκρουση ανάμεσα στην ιδεατή εικόνα και την πραγματικότητα. Η Χόλι Μαρί, Βρετανίδα δημιουργός περιεχομένου που ζει στο Μπαλί, προειδοποιεί ότι η αναζήτηση μόνο «Instagrammable» τοποθεσιών παραπλανά τους επισκέπτες: «Το πρόβλημα είναι πως οι τουρίστες μένουν σε συγκεκριμένες περιοχές για καφέ και φωτογραφίες και χάνουν το γεγονός ότι το Μπαλί είναι ένα νησί με πλούσια πολιτιστική κληρονομιά».
Οι φωνές των κατοίκων και η πίεση του υπερτουρισμού
Όσοι ζουν στο νησί ή έχουν εξερευνήσει περιοχές πέρα από τα πολυσύχναστα σημεία, υπογραμμίζουν ότι η φυσική ομορφιά του Μπαλί δεν έχει χαθεί. «Το νησί είναι πολύ περισσότερα από τα “party places” που επισκέπτονται οι τουρίστες», λέει η Κάνι Κλαούντια, που μετακόμισε στο Μπαλί από την Τζακάρτα. «Αν νομίζετε ότι το Μπαλί είναι υπερβολικά γεμάτο, τότε απλώς δεν βρίσκεστε στα σωστά μέρη».
Ωστόσο, για τους ντόπιους η καθημερινότητα έχει αλλάξει ριζικά. Ο ερευνητής Ι Μαντέ Βικανάντα επισημαίνει την ειρωνεία: «Όταν οι τουρίστες παραπονιούνται ότι το Μπαλί είναι πολυσύχναστο, ξεχνούν ότι και οι ίδιοι είναι μέρος αυτού του πλήθους. Είναι σαν να γκρινιάζουμε για την κίνηση ενώ οδηγούμε αυτοκίνητο — εμείς οι ίδιοι δημιουργούμε την κίνηση».

Η 22χρονη Νι Κάντεκ Σίντια θυμάται όταν οδηγούσε το μηχανάκι της στους ήσυχους δρόμους του Τσάνγκου, σταματώντας ανάμεσα σε ορυζώνες για το μεσημεριανό της διάλειμμα. Σήμερα, το Τσάνγκου έχει μετατραπεί σε έναν από τους πιο πολυσύχναστους κόμβους του νησιού, με ουρές οχημάτων, καφετέριες και βίλες να έχουν αντικαταστήσει τα χωράφια. «Τώρα κάθε φορά που περνάω από το σημείο όπου κάποτε ξεκουραζόμουν, νιώθω θλίψη. Νιώθω ότι το Μπαλί φθείρεται μέρα με τη μέρα», λέει.
Η τουριστική ανάπτυξη εξαπλώνεται από τον νότο προς νέες περιοχές. Το Τσάνγκου, κάποτε ήσυχο ψαροχώρι, έγινε δημοφιλές στους σέρφερ και σήμερα φιλοξενεί καφέ, γυμναστήρια και εργασιακούς χώρους για ψηφιακούς «νομάδες». Το Περερενάν, λίγο βορειότερα, προβάλλεται πλέον ως πιο «χαλαρή» εκδοχή του Τσάνγκου. Ακόμα πιο βόρεια, στα δάση του Ουμπούντ, ξενοδοχεία υπόσχονται στους επισκέπτες απομόνωση μακριά από την πολυκοσμία.
Όμως, όπως προειδοποιεί η Χόλι Μαρί, «υπάρχει ένα δίλημμα: αν ενθαρρύνεις τους επισκέπτες να πάνε σε νέες περιοχές, τότε δημιουργείς πίεση για να χτιστούν νέες κατασκευές παντού».

Απείθαρχοι τουρίστες και νέες εντάσεις στο νησί
Παράλληλα, η αλματώδης αύξηση του τουρισμό έχει δημιουργεί συχνά δυσάρεστα πρωτοσέλιδα. Σχεδόν κάθε μήνα καταγράφονται περιστατικά με επισκέπτες που προκαλούν προβλήματα, όπως σοβαρά ατυχήματα με μεθυσμένους οδηγούς μηχανών χωρίς κράνος, συμπλοκές υπό την επήρεια αλκοόλ ή ακόμα και απελάσεις ξένων που φωτογραφήθηκαν γυμνοί σε ιερούς χώρους.
Στην ήδη περίπλοκη εικόνα προστέθηκε και η άφιξη χιλιάδων Ρώσων και Ουκρανών οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στο Μπαλί μετά το ξέσπασμα του πολέμου. Οι τοπικές αρχές ανησυχούν ότι ένα μέρος αυτών εμπλέκεται σε παράνομες δραστηριότητες. Ο επικεφαλής της Εθνικής Υπηρεσίας Ναρκωτικών της Ινδονησίας προειδοποίησε πρόσφατα ότι το νησί αντιμετωπίζει αυξανόμενα προβλήματα από παραβάσεις που σχετίζονται με τους νέους αφιχθέντες.

Η τοπική κοινωνία, αν και φημισμένη για τη φιλοξενία της, δείχνει ολοένα και μεγαλύτερη δυσφορία. Νεαροί κάτοικοι, όπως η Σίντια, μιλούν για ένα αίσθημα «παγίδευσης». «Πολλοί τουρίστες πιστεύουν ότι επειδή έχουν χρήματα να ξοδέψουν στο νησί, οι ντόπιοι πρέπει να ανεχόμαστε ό,τι κι αν κάνουν», λέει. «Αλλά ζούμε από τον τουρισμό. Αν σταματήσει, πώς θα επιβιώσουμε;».
Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν εμφανιστεί ομάδες ντόπιων που εκθέτουν δημοσίως τουρίστες οι οποίοι παραβιάζουν τους κανόνες, σε μια προσπάθεια να ασκήσουν πίεση και να προστατεύσουν το νησί τους. Παράλληλα, το Μπαλί συνεχίζει να στηρίζεται οικονομικά στον τουρισμό, με αποτέλεσμα πολλοί κάτοικοι να αισθάνονται διχασμένοι. Από τη μία, θέλουν να διαφυλάξουν την ταυτότητα και το περιβάλλον τους· από την άλλη, φοβούνται ότι χωρίς τους επισκέπτες θα χαθεί το κύριο μέσο βιοπορισμού τους.
Η εικόνα του Μπαλί ως «παιδικής χαράς» για ξένους έχει ενισχύσει αυτόν τον διχασμό, με τους κατοίκους να παλεύουν ανάμεσα στην ανάγκη για ανάπτυξη και τη διατήρηση της πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς τους.

Προσπάθειες βιωσιμότητας και το μέλλον του Μπαλί
Παρά τις δυσκολίες, κάτοικοι και οργανώσεις προσπαθούν να αναστρέψουν την πορεία της ανεξέλεγκτης ανάπτυξης. Τοπικές πρωτοβουλίες οργανώνουν καθαρισμούς παραλιών, εκπαιδευτικά προγράμματα για τη διαχείριση των απορριμμάτων και δράσεις που προωθούν την περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση, ιδιαίτερα στους νέους.

Οι αρχές, που έχουν δεχθεί επικρίσεις για χρόνια αδράνειας, έχουν αρχίσει να λαμβάνουν μέτρα. Το νησί απαγόρευσε τη χρήση πλαστικών μιας χρήσης, ενώ φέτος εκδόθηκαν νέες οδηγίες συμπεριφοράς για τους επισκέπτες ώστε «ο τουρισμός στο Μπαλί να παραμείνει σεβαστός, βιώσιμος και σε αρμονία με τις τοπικές αξίες». Η αστυνομία έχει ενισχύσει την παρουσία της σε πολυσύχναστες περιοχές, ελέγχοντας αν οι τουρίστες ακολουθούν τους κανόνες.
Η Μαρία Σόλενμπάργκερ, συντάκτρια ταξιδιών των Financial Times, υπογραμμίζει ότι η ινδονησιακή κυβέρνηση πλέον αντιλαμβάνεται πως το Μπαλί δεν είναι απλώς «αγορά προς εκμετάλλευση», αλλά φυσικό κεφάλαιο που χρειάζεται προστασία. «Το Μπαλί είναι σε πολλά σημεία εργαστήριο υπερτουρισμού», σημειώνει. «Όπου κι αν ταξιδεύει κανείς στον κόσμο, είναι σημαντικό να θυμάται ότι η ευθύνη βαραίνει τον ίδιο τον ταξιδιώτη να συμπεριφέρεται με υπευθυνότητα στον προορισμό».

Παρά τα προβλήματα της καθημερινότητας, αρκετοί κάτοικοι παραμένουν αισιόδοξοι. Ο ερευνητής Βικανάντα τονίζει ότι η ισορροπία ανάμεσα στην ανάπτυξη και την προστασία της φύσης μπορεί ακόμη να διατηρηθεί: «Είμαι αισιόδοξος, ιδιαίτερα χάρη στη συμμετοχή των νέων».
Για πολλούς, το μέλλον του νησιού θα εξαρτηθεί από το αν μπορεί να βρει μια νέα ισορροπία, δηλαδή να συνεχίσει να καλωσορίζει εκατομμύρια επισκέπτες χωρίς να χάσει την πολιτιστική και φυσική του κληρονομιά.
Με πληροφορίες από BBC