Πέθανε ο Sly Stone, ένα από τα πιο ιδιαίτερα μουσικά φαινόμενα που διαμόρφωσαν την ανάπτυξη της funk με την πρωτοποριακή συγχώνευση της soul, της rock και του gospel στις δεκαετίες του 1960 και 1970.
Ευρύτερα γνωστός ως ο frontman του οικογενειακού συγκροτήματος Sly & the Family Stone, ο Sly Stone πέθανε σήμερα, σε ηλικία 82 ετών. «Ενώ θρηνούμε για την απουσία του, βρίσκουμε παρηγοριά στο γεγονός ότι η εξαιρετική μουσική του κληρονομιά θα συνεχίσει να αντηχεί και να εμπνέει για γενιές», ανέφερε η ανακοίνωση της οικογένειάς του.
Γεννημένος ως Sylvester Stewart, ήταν το δεύτερο από πέντε παιδιά και ως έφηβος μετακόμισε με την οικογένειά του από το Ντέντον του Τέξας στο Βαλέχο της Καλιφόρνια. Ήδη από τα 8 του χρόνια, ο Stone ηχογραφούσε γκόσπελ μουσική με τα αδέλφια του, Φρέντι, Ρόουζ και Βαέτα, ως "The Stewart Four". Στο Διαδίκτυο, έχουν κυκλοφορήσει ηχογραφημένα σινγκλ από την παιδική του ηλικία. Μπορεί κανείς να τον ακούσει να τραγουδά ως παιδί, το "On the Battlefield of the Lord" σε ένα σινγκλ του 1952.
Ήταν ακόμα στο δημοτικό όταν ένας φίλος του έγραψε λάθος το όνομά του ‘Sylvester’ ως “Sly” – και από τότε, έγινε η προσωπική του σφραγίδα, με την οποία θα συστηνόταν σε εκατομμύρια κόσμο. Μέχρι τα 11 του, είχε μάθει να παίζει πλήκτρα, κιθάρα, μπάσο και ντραμς. Στο λύκειο, δημιούργησε ένα πολυφυλετικό ντου-γουόπ συγκρότημα, τους The Viscaynes.
Ως νεαρός, ο Stone ήταν επιτυχημένος DJ στον R&B ραδιοφωνικό σταθμό KSOL του Σαν Ματέο της Καλιφόρνια, παίζοντας τραγούδια τόσο μαύρων όσο και λευκών καλλιτεχνών, όπως των Beatles και των Rolling Stones.
Την ίδια περίοδο εργαζόταν και ως παραγωγός για την Autumn Records, παράγοντας μουσική για τοπικά συγκροτήματα του Σαν Φρανσίσκο. Ένα από τα πιο επιτυχημένα τραγούδια που παρήγαγε ήταν το "C’mon and Swim" του Μπόμπι Φρίμαν, που έφτασε στο Νο. 5 των αμερικανικών charts το 1964.
Το 1966, ο Stone και ο αδελφός του Φρέντι ένωσαν τις μπάντες τους και δημιούργησαν τους Sly & the Family Stone. Στο συγκρότημα αυτό -κάτι σπάνιο για την εποχή- γυναίκες, όχι μόνο τραγουδούσαν, αλλά έπαιζαν και όργανα. Ακόμη, το συγκρότημα περιλάμβανε μέλη τόσο λευκής όσο και μαύρης κοινότητας. Μέσα σε λίγα χρόνια, κυκλοφόρησαν επιτυχίες όπως τα «Everyday People», «Family Affair» και «Dance to the Music».
Παρόλο που το συγκρότημα προσέλκυε από την αρχή ένα μεγάλο και πολυπολιτισμικό κοινό, ο Stone δέχτηκε πίεση από τους Μαύρους Πάνθηρες να απομακρύνει τα λευκά μέλη του γκρουπ -πολλές φορές με απειλητικό τρόπο- όπως θυμάται ο σαξοφωνίστας Τζέρι Μαρτίνι σε συνέντευξή του στο NPR το 2013.
«Ο Sly πάντα με υπερασπιζόταν, και πολλές φορές μου έσωσε το τομάρι», είχε δηλώσει ο Μαρτίνι.
Ο ήχος των Sly & the Family Stone ήταν μια εκρηκτική μίξη ψυχεδελικού ροκ, σόουλ, τζαζ, γκόσπελ και λάτιν στοιχείων. Η εμφάνισή τους στο φεστιβάλ Woodstock το 1969 θεωρείται ιστορική.
«Η ανταπόκριση του κόσμου… ένιωθες σαν να ήσουν στην εκκλησία», έγραψε ο Stone στα απομνημονεύματά του Thank You (Falettinme Be Mice Elf Agin), που εκδόθηκαν το 2023. «Τα πνευστά σηκώθηκαν στον ουρανό. Όταν τελείωσε η εμφάνιση, ήμασταν βρεγμένοι και κρυώναμε. Δεν θυμάμαι πώς έφυγα – ίσως όπως ήρθα – αλλά δεν ήμουν εκεί να δω τον Τζίμι [Χέντριξ] να κλείνει το φεστιβάλ».
«Ξέραμε ότι συνέβαινε κάτι μαγικό. Νομίζω όταν συνειδητοποιήσαμε πως μπροστά μας υπήρχε μια θάλασσα από κόσμο», δήλωσε η αδελφή του Sly, Ρόουζ Στόουν, στο NPR το 2007. «Ήταν περίπου 5 το πρωί όταν βγήκαμε στη σκηνή. Ήταν σκοτάδι, παίζαμε όσο καλύτερα μπορούσαμε... Και τότε ανέτειλε ο ήλιος και ξαφνικά βλέπαμε μόνο ένα απέραντο πλήθος. Ήταν το απόγειο της πορείας μας».
Στη δεκαετία του 1970, η μουσική του Stone έγινε πιο σκοτεινή και κυνική, αντικατοπτρίζοντας την απαισιοδοξία της εποχής: τις δολοφονίες του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και του Τζον Κένεντι, την ένταση στις φυλετικές σχέσεις και τις φρικαλεότητες του Πολέμου του Βιετνάμ.
Παρόλο που δημιούργησε μερικά από τα πιο εκστατικά και πολιτικά φορτισμένα τραγούδια της εποχής του, το συγκρότημα διαλύθηκε, εν μέρει λόγω της διαβόητης χρήσης ναρκωτικών από τον Stone. Έγινε γνωστός για το ότι συχνά δεν εμφανιζόταν στις ίδιες του τις συναυλίες.
Τη δεκαετία του 1980 αποσύρθηκε από τη δημόσια ζωή, ενώ το 2011 συνελήφθη για κατοχή κοκαΐνης. Ωστόσο, από τα μέσα της δεκαετίας του 2000 άρχισε να κάνει ξανά εμφανίσεις, μεταξύ άλλων και με το συγκρότημα της κόρης του, Baby Stone. Το 2017 τιμήθηκε με βραβείο για το σύνολο της προσφοράς του από τα βραβεία Grammy.