Λουίς Μπουνιουέλ: Οι κόντρες με τον Νταλί, η αγάπη για τον Λόρκα, η λατρεία για το σινεμά

Λουίς Μπουνιουέλ: Οι κόντρες με τον Νταλί, η αγάπη για τον Λόρκα, η λατρεία για το σινεμά Facebook Twitter
Αυτό που επιθυμούσε πάνω απ’ όλα ο Μπουνιουέλ, επιθυμία αδιαπραγμάτευτη και ανέφικτη, ήταν να μεταμορφώσει τον κόσμο και να αλλάξει τη ζωή. Φωτ.: Getty Images/ Ideal Image
0

Έχοντας ως οδηγό τον Μιγκέλ ντε Θερβάντες, τόσο ως προς τον πικαρέσκο τρόπο αφήγησης όσο και ως στάσης ζωής, ο Λουίς Μπουνιουέλ είχε πολλούς λόγους να ταυτίζεται νοερά με τον δημιουργό του κορυφαίου ίσως έργου της χώρας του. Γόνος και αυτός αστικής οικογένειας, έμελλε να καταστεί μάρτυρας και ρέκτης της ανακάλυψης του σύγχρονου κινηματογράφου, βιώνοντας όλες τις μεταβάσεις από τον βωβό στον ομιλούντα και από την πρωτοπορία στην άνθηση του Χόλιγουντ.

Όλες αυτές τις κοσμοϊστορικές αλλαγές του περασμένου αιώνα ο Μπουνιουέλ τις έζησε άλλοτε με τεράστιο πόνο, βλέποντας καλούς του φίλους, όπως ο Λόρκα, να δολοφονούνται σε έναν αιματηρό εμφύλιο άλλοτε με περιέργεια, πάντοτε, όμως, με την πεποίθηση ότι δεν είναι τα μεγάλα γεγονότα που διαμορφώνουν τη μαγεία της ζωής αλλά οι αλλόκοτες, φευγαλέες λεπτομέρειες που «είναι βαρετές, το ξέρω. Αν όμως θες να δοκιμάσεις ν’ ακολουθήσεις βήμα-βήμα το συντυχιακό μονοπάτι μιας ζωής, να δεις από πού έρχεται αυτή η ζωή και προς τα πού οδεύει, πώς θα ξεχωρίσεις το περιττό από το ουσιώδες;».

Για τον σπουδαίο Ισπανό δημιουργό και διαρκή αποσυνάγωγο οι μικρές ψηφίδες της πολύπλοκης και πολύχρωμης αυτοβιογραφίας του είναι συνώνυμες με το αλλόκοτο βλέμμα του καλλιτέχνη που μπορεί να ξεχωρίζει αυτό που πάντοτε διαφεύγει και μας ξεπερνά, ακόμα και το πιο ασήμαντο.

Πέρα από τις διακρίσεις και τα βραβεία, τα οποία σκόπιμα δεν αναφέρει καν στο βιβλίο, αυτό που τον απασχολούσε είναι η ποιητική αίσθηση που του έμεινε από ένα διαφορετικό κυνήγι της ζωής, η δίψα για το διαφορετικό και το απρόβλεπτο.

Γι’ αυτό ακριβώς στην αυτοβιογραφία του με τίτλο Η τελευταία μου πνοή που επανακυκλοφόρησε σε νέα, υποδειγματική μετάφραση του Θάνου Σαμαρτζή από τις εκδόσεις Δώμα η αφήγηση για τη σπουδαιότητα των μπαρ και ενός καλού ντράι μαρτίνι –ναι, δίνει και συνταγή!– καταλαμβάνει έκταση αντίστοιχη με αυτή των αιματηρών γεγονότων του Εμφυλίου.

cover
ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΑΓΟΡΑΣΕΤΕ:
Λουίς Μπουνιούελ,
Η τελευταία μου πνοή, Μτφρ.: Θάνος Σαμαρτζής, Εκδόσεις Δώμα

Δεν είναι τυχαίο ότι κανείς, κατά τη γνώμη του, δεν έγινε σοφότερος από τα σκληρά γεγονότα της Ιστορίας και ότι οι απανωτοί πόλεμοι, τους οποίους ο Ισπανός σκηνοθέτης έζησε από πρώτο χέρι, τον οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η ανθρώπινη φύση δεν έχει προοδεύσει και στη βάσιμη υποψία ότι κανένα στρατόπεδο δεν μοιράστηκε ποτέ σε καλούς και κακούς· ίσως γι’ αυτό δεν αγάπησε τις κομματικές αγκυλώσεις και τα αμερικανικά κινηματογραφικά σενάρια.

Παρότι περιγράφει με τρόπο συναρπαστικό την ενεργή εμπλοκή του στην αντίσταση στη νότια Γαλλία και στο Παρίσι, όπου κατάφερε, ενεργώντας ως κατάσκοπος, να γλιτώσει πολλούς αντιστασιακούς και να διευκολύνει την άφιξη στην Ισπανία δημοκρατών καλλιτεχνών και συγγραφέων, όπως ο Χέμινγουεϊ, ο Ντος Πάσος και ο Γιόρινς Ίβενς, δεν αρνείται τα εγκλήματα και τις προδοσίες απ’ όλες τις πλευρές του πολιτικού τόξου.

Απλώς, συμπερασματικά, καταλήγει πως «ο πλούτος και η μόρφωση που χαρακτήριζαν την άλλη πλευρά, την πλευρά των φρανκιστών, θα έπρεπε να είχαν περιορίσει την έκταση της φρικωδίας. Δεν συνέβη τίποτα τέτοιο. Το αντίθετο. Και γι’ αυτό, μόνος μπροστά στο ντράι μαρτίνι μου, αμφιβάλλω για τις ευεργετικές συνέπειες του χρήματος και της μόρφωσης».

Λουίς Μπουνιουέλ: Οι κόντρες με τον Νταλί, η αγάπη για τον Λόρκα, η λατρεία για το σινεμά Facebook Twitter
Ο Μπουνιουέλ μπορεί να έβρισκε μελό το βιβλίο στο οποίο βασίστηκε η Ωραία της Ημέρας, αλλά την προσάρμοσε στα δικά του μέτρα. Φωτ.: Getty Images/ Ideal Image

Άλλωστε, σε έναν τέτοιο κυκεώνα βίας οι ρόλοι θύματος και θύτη είναι πάντα περιπλεγμένοι, εξού και ότι, παρότι πολέμιος των ναζί, αρνείται, όπως λέει, να δει ως απόλυτο δαίμονα τον Φράνκο, πρεσβεύοντας ότι μάλλον ήταν καλύτερος για την Ισπανία από τον Χίτλερ. Αντίστοιχα, πάλι, παρότι δεν μπορεί να ξεπεράσει την άμεση σύνδεση του άλλοτε στενού του φίλου και συνεργάτη Σαλβαδόρ Νταλί με τους φασίστες και τους φαλαγγίτες, είναι η προσωπική προδοσία που αφορούσε ένα μοιραίο περιστατικό στην Αμερική που τον έκανε να τον ξεγράψει από φίλο του και να μη θελήσει να πιει εκείνη την τελευταία σαμπάνια μαζί του.

Παρ’ όλα αυτά, παραδέχεται την ύψιστη ευφυΐα του ως καλλιτέχνη και τη μαγική αίσθηση της φαντασίας που τον έχρισε μοναδικό συνοδοιπόρο του στον Ανδαλουσιανό σκύλο. Αλλά αυτόν που δείχνει να αγαπάει πραγματικά απ’ όλους τους αλλοτινούς φίλους είναι ο Λόρκα: «Απ’ όλα τα ζωντανά πλάσματα που συνάντησα στη ζωή μου ο Φεδερίκο κατέχει την πρώτη θέση. Δεν αναφέρομαι ούτε στο θέατρό του ούτε στην ποίησή του, αναφέρομαι στον ίδιο. Το αριστούργημα ήταν αυτός. Μου φαίνεται δύσκολο ακόμη και να φανταστώ κάποιον συγκρίσιμο άνθρωπο. Είτε καθόταν στο πιάνο για να μιμηθεί τον Σοπέν είτε αυτοσχεδίαζε μια παντομίμα, μια σύντομη θεατρική σκηνή, ήταν ακαταμάχητος. Ό,τι και να διάβαζε, από τα χείλη του ανάβλυζε πάντα μια ομορφιά. Είχε πάθος, χαρά, νιότη. Ήταν σαν φλόγα».

Ωστόσο, δεν του ήταν ποτέ εύκολο να αποδεχτεί τη σεξουαλικότητα του φίλου του, παρότι, όπως ομολογεί, είχε νιώσει ως έφηβος έλξη και για τα δύο φύλα. Αποκαλύπτει, μάλιστα, μεταξύ διαφόρων ανομημάτων, ότι είχε υπάρξει άδικος απέναντι σε ομοφυλόφιλους φίλους του, έχοντας εμπλακεί σε μπούλινγκ, επειδή έτσι επέβαλε ο σκληρός, άγραφος νόμος της εποχής του. Στο τέλος, όμως, του βιβλίου επιτίθεται με δριμύτητα στον μεσογειακού τύπου ματσίσμο, που τον είδε σε όλη του την επιθετική βεβαιότητα στο Μεξικό, όπου έζησε ένα μεγάλο μέρος της ζωής του.

Δεν κρύβει ότι υιοθέτησε πολλές κακές συμπεριφορές και «συνήθειες» και ότι υπήρξε συχνός επισκέπτης των πορνείων, διατηρώντας ωστόσο μια παράξενη, πλατωνική σχέση με τις γυναίκες – τρομερή η σκηνή με τις σουρεαλιστικές συζητήσεις που ανέπτυσσε με τις σεξεργάτριες, τις οποίες βοηθούσε μέσω της ύπνωσης.

Η δραματοποίηση του έρωτα μάλλον σχετιζόταν με το ανέφικτο ερωτικό στοιχείο που βίωνε από μικρός, το οποίο αντιστάθμιζε μετατρέποντας κάθε δραματική, προσωπική ιστορία, περίπου σαν τις ταινίες του, σε κωμικό ενσταντανέ. Έτσι, ένα αποτυχημένο όργιο με κοπέλες και τον Τσάρλι Τσάπλιν έδωσε την αφορμή για μια κωμική αφήγηση, όπως και οι πολλαπλές ερωτικές αρνήσεις που γνώρισε στη ζωή του.

Δεν είναι τυχαίο ότι ομολογεί πως λατρεύει τον Φελίνι, αλλά αντιπαθεί την κυριολεξία της μελοδραματικής αφήγησης ή της στρατευμένης τέχνης – έναν τέτοιο συνδυασμό βλέπει στο Όσο υπάρχουν άνθρωποι. Γι’ αυτό και προσπαθούσε να έχει τον πλήρη έλεγχο των ταινιών του, δουλεύοντας ή επιβλέποντας τα ούτως ή άλλως σουρεαλιστικά σενάριά του. Μπορεί να έβρισκε, για παράδειγμα, μελό το βιβλίο στο οποίο βασίστηκε η Ωραία της Ημέρας, αλλά την προσάρμοσε στα δικά του μέτρα. Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι προτίμησε να ακυρώσει πολλές συνεργασίες και παράδοξες προτάσεις, ακόμα και σε περιόδους που είχε βρεθεί εντελώς χωρίς δουλειά. Αρνήθηκε, όπως λέει, κάποια στιγμή να παίξει τον εαυτό του στον Νευρικό εραστή του Γούντι Άλεν, μια ταινία που δεν του άρεσε καθόλου.

Επίσης, δεν δείχνει να αποκλείει καλλιτεχνικά ή πολιτικά ρεύματα, παρότι δηλώνει, για παράδειγμα, καχύποπτος απέναντι στις χαοτικές προθέσεις των στρατευμένων κινημάτων ή τον Μάη του ’68. Δεν αρνείται ότι έτρεφε μεγάλες αυταπάτες όσον αφορά τον Κομμουνισμό που υποστήριζε εξαρχής, αρνούμενος την πραγματικότητα όπως είχε διαμορφωθεί στη Σοβιετική Ένωση, αλλά και τις αγαθές προθέσεις των σουρεαλιστών φίλων του.

Λουίς Μπουνιουέλ: Οι κόντρες με τον Νταλί, η αγάπη για τον Λόρκα, η λατρεία για το σινεμά Facebook Twitter
Φωτ.: Getty Images/ Ideal Image

Σε κάθε περίπτωση, προσπαθούσε να παραμένει πιστός στις αρχές όχι ενός κομματικού ντετερμινισμού αλλά της τυχαιότητας «που χωρίς να εκμηδενίζεται ποτέ, ολοζώντανη και απρόβλεπτη, παλεύει να συμφιλιωθεί με την κοινωνική αναγκαιότητα», ομολογώντας πως «εφόσον είμαστε τέκνα της τύχης, η γη και το σύμπαν θα μπορούσαν να συνεχίσουν να υπάρχουν χωρίς εμάς μέχρι το τέλος του χρόνου».

Η άρνησή του να συνδεθεί με στερεοτυπικές ιδέες, μένοντας πιστός σε ένα μεγαλεπήβολο όραμα, προφανώς σχετιζόταν με την ανάγκη για ελεύθερη και πάντοτε δημιουργική έκφραση ακόμα και πέρα από την τέχνη, σαν ένα περίεργο μείγμα μυστικού βιταλισμού. Εξού και ο λόγος που συντάχθηκε με το σουρεαλιστικό κίνημα ήταν ακριβώς επειδή «ελάχιστα τον ενδιέφερε να λάβει τιμητική θέση στην ιστορία της λογοτεχνίας ή της ζωγραφικής. Αυτό που επιθυμούσε, πάνω απ’ όλα, επιθυμία αδιαπραγμάτευτη και ανέφικτη ήταν να μεταμορφώσει τον κόσμο και να αλλάξει τη ζωή». Το επιχείρησε, άλλωστε, και ο ίδιος το σινεμά του, με την προκλητικά πρωτότυπη Χρυσή Εποχή και τη Βιριδιάνα του, την πολιτικά σατιρική Κρυφή γοητεία της μπουρζουαζίας, τους εμβληματικούς Λος Ολβιδάδος και, φυσικά, με το κύκνειο άσμα του, το Σκοτεινό αντικείμενο του πόθου.

Αλλά, πέρα από τις διακρίσεις και τα βραβεία, τα οποία σκόπιμα δεν αναφέρει καν στο βιβλίο, αυτό που τον απασχολούσε είναι η ποιητική αίσθηση που του έμεινε από ένα διαφορετικό κυνήγι της ζωής, η δίψα για το διαφορετικό και το απρόβλεπτο. Αυτή η φαντασιακή αναζήτηση του ανέφικτου, ένας ερωτικός πόθος που διαπερνούσε κάθε του κίνηση, τον κάνει να συγκρατεί κάπως αποσπασματικά τις εικόνες από τη ζωής του, υιοθετώντας αντίστοιχες παρεκτροπές στην αφήγηση.

Αναπολεί έτσι με νοσταλγία τις νύχτες στο Λος Άντζελες, τις μυρωδιές από το Λόρελ Κάνιον αλλά και από το χώμα στο χωριό του στις Καντάκες Αραγονίας, τις βραδινές κουβέντες με τον Λόρκα και τον Νταλί στη Φοιτητική Εστία της Μαδρίτης, το ιταλικό εστιατόριο στην Αμερική όπου έπινε κρυφά αλκοόλ σε φλιτζανάκια του καφέ και τις συναντήσεις με τον Μπέρτολτ Μπρεχτ στο σπίτι του στην Καλιφόρνια(!), όπου είχε την τύχη να γνωρίσει από κοντά διάφορα είδωλά του, όπως ο Αϊζενστάιν.

Στη Νέα Υόρκη πέρασε δύσκολα, πάντως, ειδικά όταν βρέθηκε χωρίς δουλειά αμέσως μετά τον πόλεμο. Θα αναγκαζόταν να κάνει έξτρα μεροκάματα στην κουζίνα ενός ξενοδοχείου, αν δεν τύχαινε ένας χορηγός να του εξασφαλίσει θέση στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης. Στη Νέα Υόρκη είχε, επίσης, την τύχη να ξαναβρεθεί με φίλους όπως ο Σεντ Εξιπερί και ο Κλοντ Λεβί-Στρος.

Λουίς Μπουνιουέλ: Οι κόντρες με τον Νταλί, η αγάπη για τον Λόρκα, η λατρεία για το σινεμά Facebook Twitter
Στιγμιότυπο από τα γυρίσματα της ταινίας Belle de Jour (1967) με την Κατρίν Ντενέβ και τον Ζαν Σορέλ. Φωτ.: Getty Images/ Ideal Image

Από τις σκόρπιες αναμνήσεις ξεχωρίζουν καίριες στιγμές, π.χ. τότε που είδε τον παλιό του συνεργάτη Ζακ Πρεβέρ να περιμένει στην ουρά για να βγάλει εισιτήριο και δεν του μίλησε, οι εφηβικές του αναμνήσεις, που είναι πολύ πιο έντονες από τις ένδοξες στιγμές, οι αποτυχημένες επιχειρηματικές του προσπάθειες, όπως το άνοιγμα καμπαρέ στην μπουλβάρ Ρασπάιγ (ευτυχώς, αρνήθηκε να τον χρηματοδοτήσει η μητέρα του), οι αμέτρητες συναντήσεις σε εστιατόρια και μπαρ ως απόδειξη ότι αυτό που αξίζει τελικά στη ζωή είναι οι μεθυσμένες συζητήσεις με φίλους.

Γι’ αυτό και από τις πιο συγκινητικές στιγμές του βιβλίου είναι όταν εκείνος, ένας αμετάπειστα άθεος και εραστής της βλασφημίας, συγκινείται από το Άσμα Ασμάτων και τη Σοφία Σολομώντος, παραθέτοντας το παρακάτω απόσπασμα ως στιγμή υψηλής ποίησης: «Ας γεμίσουμε με εκλεκτό κρασί κι αρώματα, κι ας μην αφήσουμε το άνθος του καιρού να μας προσπεράσει. Ας στεφανωθούμε με ροδοπέταλα προτού μαραθούν. Κανένας να μη μείνει έξω από το γλέντι μας: κι ας αφήσουμε παντού σημάδια της χαράς μας: γιατί αυτό είναι το μερτικό μας, κι αυτός είναι ο κλήρος μας», γράφουν οι τελευταίοι στίχοι από το θρησκευτικό αυτό κείμενο. Θαρρεί κανείς ότι αυτή είναι η πιο πολύτιμη παρακαταθήκη και προτροπή που άφησε ο Μπουνιουέλ ή, όπως θα έλεγε ο αγαπημένος του ποιητής: «Μεθάτε αδιάκοπα. Από κρασί, ποίηση ή από αρετή, απ’ ό,τι προτιμάτε».

ΑΓΟΡΑΣΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΕΔΩ 

To άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ντίνος Κονόμος

Βιβλίο / «Ο κύριος διευθυντής (καλό κουμάσι) έχει αποφασίσει την εξόντωσή μου…»

Ο Ντίνος Κονόμος, λόγιος, ιστοριοδίφης και συγγραφέας, υπήρξε συνεχιστής της ζακυνθινής πνευματικής παράδοσης στον 20ό αιώνα. Ο συγγραφέας Φίλιππος Δ. Δρακονταειδής παρουσιάζει έργα και ημέρες ενός ανθρώπου που «δεν ήταν του κόσμου τούτου».
ΦΙΛΙΠΠΟΣ Δ. ΔΡΑΚΟΝΤΑΕΙΔΗΣ
Η ζωή του Καζαντζάκη σε graphic novel από τον Αλέν Γκλικός

Βιβλίο / Ο Νίκος Καζαντζάκης όπως δεν τον είχαμε ξαναδεί σε ένα νέο graphic novel

Ο ελληνικής καταγωγής Γάλλος συγγραφέας Αλέν Γκλικός καταγράφει την πορεία του Έλληνα στοχαστή στο graphic novel «Καζαντζάκης», όπου ο περιπετειώδης και αντιφατικός φιλόσοφος και μυθιστοριογράφος ψυχαναλύεται για πρώτη φορά και συστήνεται εκ νέου στο ελληνικό κοινό.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Πετρίτης»: Το πιο γρήγορο πουλί στον κόσμο και η άγρια, αδάμαστη ομορφιά του

Ηχητικά Άρθρα / Πετρίτης: Το πιο γρήγορο πουλί στον κόσμο και η άγρια, αδάμαστη ομορφιά του

Ο Τζoν Άλεκ Μπέικερ αφιέρωσε δέκα χρόνια από τη ζωή του στην παρατήρηση ενός πετρίτη και έγραψε ένα από τα πιο ιδιαίτερα βιβλία της αγγλικής λογοτεχνίας – μια από τις σημαντικότερες καταγραφές της άγριας ζωής που κινδυνεύει να χαθεί για πάντα. Κυκλοφόρησε το 1967 αλλά μόλις τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια οι κριτικοί και το κοινό το ανακάλυψαν ξανά.
M. HULOT
Μπενχαμίν Λαμπατούτ: «Ας μην αφήνουμε τον Θεό στους πιστούς» 

Βιβλίο / Μπενχαμίν Λαμπατούτ: «Αν αξίζει ένα πράγμα στη ζωή, αυτό είναι η ομορφιά»

Εν όψει της εμφάνισής του στη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση, στις 21 Μαΐου, ο Λατινοαμερικανός συγγραφέας-φαινόμενο Μπενχαμίν Λαμπατούτ μιλά στη LIFO για τον ρόλο της τρέλας στη συγγραφή, τη σχέση επιστήμης και λογοτεχνίας και το μεγαλείο της ήττας – και δηλώνει ακόμα φανατικός κηπουρός και εραστής της φύσης.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Το πίσω ράφι/ Άντονι Μπέρτζες: «Έρνεστ Χέμινγουεϊ»

Το Πίσω Ράφι / Ο Χέμινγουεϊ ήταν ένας φωνακλάς νταής αλλά κι ένας σπουδαίος συγγραφέας του 20ού αιώνα

Η βιογραφία «Έρνεστ Χέμινγουεϊ - Μια ζωή σαν μυθοπλασία» του Βρετανού συγγραφέα Άντονι Μπέρτζες αποτυπώνει όχι μόνο την έντονη και περιπετειώδη ζωή του κορυφαίου Αμερικανού ομοτέχνου του αλλά και όλο το εύρος της αντιφατικής προσωπικότητάς του.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
21η Διεθνής Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης

Βιβλίο / 21η ΔΕΒΘ: Εξωστρέφεια και καλύτερη οργάνωση αλλά μένουν ακόμα πολλά να γίνουν

Απολογισμός της 21ης ΔΕΒΘ που πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά υπό την αιγίδα του νεοσύστατου ΕΛΙΒΙΠ. Σε ποιο βαθμό πέτυχε τους στόχους της και ποια στοιχήματα μένει ακόμα να κερδίσει;
ΚΟΡΙΝΑ ΦΑΡΜΑΚΟΡΗ
Η ποίηση όχι μόνο αλλάζει τον κόσμο, τον δημιουργεί» ​​​​​​/Μια νέα ανθολογία ελληνικής queer ποίησης μόλις κυκλοφόρησε στα ισπανικά /11 Έλληνες ποιητές σε μια νέα ισπανική queer ανθολογία /Queer ελληνική ποίηση σε μια νέα δίγλωσση ισπανική ανθολογία

Βιβλίο / Μια Ισπανίδα καθηγήτρια μεταφράζει ελληνική queer ποίηση

Η María López Villalba, καθηγήτρια Νέων Ελληνικών στο Πανεπιστήμιο της Μάλαγα, μετέφρασε 11 ελληνικά ποιήματα, σε μια πρόσφατη ανθολογία που προσφέρει στο ισπανόφωνο κοινό την ευκαιρία να γνωρίσει τη σύγχρονη ελληνική queer –και όχι μόνο– ποίηση.
M. HULOT
«Κανείς δεν μας επέβαλε να έχουμε όλοι μια μονστέρα στο σαλόνι»

Βιντσέντζο Λατρόνικο / «Κανείς δεν μας επέβαλε να έχουμε όλοι μια μονστέρα στο σαλόνι»

Ο Ιταλός συγγραφέας και υποψήφιος για το βραβείο Booker, Βιντσέντζο Λατρόνικο, μιλά στη LIFO για το πολυσυζητημένο βιβλίο του «Τελειότητα», στο οποίο αποτυπώνει την αψεγάδιαστη αλλά ψεύτικη ζωή μιας ολόκληρης γενιάς ψηφιακών νομάδων στην Ευρώπη, καθώς και τη μάταιη αναζήτηση της ευτυχίας στην ψηφιακή εποχή.
M. HULOT
Μεσσαλίνα: Ακόλαστη μέγαιρα ή πολύ έξυπνη για την εποχή της;

Ηχητικά Άρθρα / Μεσσαλίνα: Ακόλαστη μέγαιρα ή πολύ έξυπνη για την εποχή της;

Το όνομά της έχει συνδεθεί με την εικόνα μιας αδίστακτης, σεξουαλικά ακόρεστης και επικίνδυνης γυναίκας. Ένα νέο βιβλίο, όμως, έρχεται να αμφισβητήσει αυτή τη στερεοτυπική αφήγηση και να φωτίσει μια διαφορετική εκδοχή της ιστορίας της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Rene Karabash

Βιβλίο / Rene Karabash: «Θέλω πίσω τη γυναικεία δύναμη που μου στέρησαν οι άνδρες»

Η Βουλγάρα συγγραφέας Rene Karabash μιλά για το μυθιστόρημά της «Ορκισμένη», που τιμήθηκε με το βραβείο Ελίας Κανέτι, και στο οποίο εστιάζει στην ιστορία των «ορκισμένων παρθένων» γυναικών των Βαλκανίων που επέλεξαν να ζήσουν ως άνδρες.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Δυο γυναίκες συγγραφείς αποκαλύπτουν τα κρυφά μυστικά της γραφής

Βιβλίο / Όλες οι γυναίκες του κόσμου στο νέο βιβλίο της Αμάντας Μιχαλοπούλου

Στο «Μακρύ ταξίδι της μιας μέσα στην άλλη», η μητρότητα γίνεται ο συνδετικός κρίκος που ενώνει όλες τις μητέρες και όλες τις κόρες με τις γυναίκες της Ιστορίας που θαυμάσαμε, αλλά και τις ανώνυμες «Παναγίες» που κράτησαν στους ώμους τους τα βάρη της ανθρωπότητας.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Ένας μύθος λέει πως αν χάσεις κάτι στην Αθήνα, θα το βρεις στον Ελαιώνα»

Βιβλίο / «Ένας μύθος λέει πως αν χάσεις κάτι στην Αθήνα, θα το βρεις στον Ελαιώνα»

Στο νέο του βιβλίο, «Lost Things Found», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Hyper Hypo, ο εικαστικός φωτογράφος Αντώνης Θεοδωρίδης εξερευνά τον μαγικό κόσμο της υπαίθριας αγοράς του Ελαιώνα.
ΙΩΝΑΣ ΚΑΛΛΙΜΑΝΗΣ
Ντιντιέ Εριμπόν: «Καιρός για ένα κίνημα των ηλικιωμένων!»

Ντιντιέ Εριμπόν / Ντιντιέ Εριμπόν: «Να πάψουμε να βλέπουμε τους ηλικιωμένους ως κοινωνικούς παρίες»

Από τους σημαντικότερους και πιο επιδραστικούς σύγχρονους Γάλλους στοχαστές, ο Ντιντιέ Εριμπόν συνδύασε στα βιβλία του τα δύσκολα βιώματα της νεότητάς του με μια εμπεριστατωμένη, αλλά και εικονοκλαστική, κοινωνικοπολιτική «ακτινογραφία» της γαλλικής κοινωνίας. 
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Κεχαγιάς

Βιβλίο / «Το να εκδίδεις βιβλία στην Ελλάδα είναι σαν να παίζεις στο καζίνο»

Η Γεννήτρια είναι ένας νέος εκδοτικός οίκος αφιερωμένος στη σύγχρονη λογοτεχνία. Ο εκδότης της, συγγραφέας και μεταφραστής, Παναγιώτης Κεχαγιάς, μιλά για τις δυσκολίες και τις χαρές του εγχειρήματος, για το πώς σκοπεύει να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις μιας ιδιαίτερα ανταγωνιστικής αγοράς, καθώς και για τους πρώτους τίτλους που ετοιμάζεται να εκδώσει.
M. HULOT
Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Οι Αθηναίοι / Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Η εκτέλεση του Μπελογιάννη τον έκανε αριστερό. Η αυτοκτονία του Νίκου Πουλαντζά, μπροστά στα μάτια του, τον καθόρισε. Ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, ένας από τους σημαντικότερους διανοούμενους της μεταπολιτευτικής Ελλάδας, αφηγείται το προσωπικό του ταξίδι και την πνευματική περιπέτεια μιας ολόκληρης εποχής, από τη διανόηση του Παρισιού μέχρι τους δρόμους της πολιτικής και τις αίθουσες των πανεπιστημίων.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Έλλη Σκοπετέα: Tο ανατρεπτικό έργο μιας ιστορικού που έφυγε νωρίς

Βιβλίο / Έλλη Σκοπετέα: Tο ανατρεπτικό έργο μιας ιστορικού που έφυγε νωρίς

Δεν υπάρχει μελέτη για τον ελληνικό εθνικισμό που να μην έχει αναφορές στο έργο της. Η επανακυκλοφορία του βιβλίου της «Το “Πρότυπο Βασίλειο” και η Μεγάλη Ιδέα» από τις εκδόσεις Νήσος συνιστά αναμφίβολα εκδοτικό γεγονός.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Νίκος Μπακουνάκης: «Αυτή τη θέση δεν την παντρεύεσαι, ούτε είσαι θεός» ΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

Νίκος Μπακουνάκης / Νίκος Μπακουνάκης: «Αυτή τη θέση δεν την παντρεύεσαι, ούτε είσαι θεός»

Ο πρόεδρος του ΕΛΙΒΙΠ, στην πρώτη του συνέντευξη, μιλά στη LIFO για τους στόχους και τις δράσεις του ιδρύματος και για το προσωπικό του όραμα για το βιβλίο. Ποιος ο ρόλος των μεταφράσεων στην πολιτιστική διπλωματία και πώς θα αυξηθεί η φιλαναγνωσία; 
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τζόναθαν Κόου

I was there / Τζόναθαν Κόου: «Το να είσαι κυνικός δείχνει τεμπελιά στη σκέψη»

Ο διάσημος Βρετανός συγγραφέας βρέθηκε στην Αθήνα και μίλησε για τη συγγραφή ως «πολυτέλεια για λίγους», την εκλογή Τραμπ ως «έκφραση απόγνωσης» και τη «woke» κουλτούρα ως πράξη ενσυναίσθησης.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ