Ιδανικοί αυτόχειρες

Ιδανικοί αυτόχειρες Facebook Twitter
Ο τρόπος ομιλίας του Έκτορα Λυγίζου θυμίζει τόσο έντονα τον Λευτέρη Βογιατζή, ώστε αισθανόμαστε πράγματι ότι ξύπνησαν οι νεκροί. Φωτ.: Ανδρέας Σιμόπουλος 
0

Ποιος είναι ο «αποτυχημένος»; Ο άτολμος, ο δειλός, αυτός που δεν εμφανίζεται ενώπιον του κοινού και αφήνει το ταλέντο του να φθίνει, να μαραίνεται, να σβήνει; Ο μιμητής, αυτός που αντιγράφει τις ιδέες και τον θάνατο των άλλων; Ο προδότης της οικογένειας; Ο αθεράπευτα ερωτευμένος με τη δυστυχία του; Ο αδυσώπητος επικριτής του εαυτού του; Ο αυτόχειρας που ομολογεί δημόσια την αποτυχία του; Αυτός που παραλύει, όταν αντικρίζει την εικόνα της άπιαστης τελειότητας; Αυτός που εγκαταλείπει κάθε προσπάθεια, συνειδητοποιώντας ότι ποτέ δεν θα φτάσει στην κορυφή;

Ή μήπως ο αποτυχημένος γεννιέται αποτυχημένος; Μήπως είναι εκ προοιμίου, «ήδη πάντοτε ο αποτυχημένος»; Μήπως περιμένει όλη τη ζωή του, μόνο και μόνο για να επαληθεύσει εκείνο το αρχικό πόρισμα, εκείνη την πρωταρχική ασυνείδητη απόφαση, αναζητώντας το συμβάν, το πρόσωπο, τη συνθήκη που θα επικυρώσει τη ματαιότητα της ύπαρξής του; Μήπως έρχεται μια στιγμή, μια τυχαία φαινομενικά στιγμή, που τον σπρώχνει ξαφνικά στο δωμάτιο τριάντα τρία, στον πρώτο όροφο του Μοτσαρτέουμ, στις τέσσερις το απόγευμα, όταν στο δωμάτιο αυτό παίζει πιάνο ο Γκλεν Γκουλντ; Γιατί πώς θα μπορούσε να ακούσει τον Γκλεν Γκουλντ και να μην κεραυνοβοληθεί; Πώς θα μπορούσε να συνεχίσει την καριέρα του ως δεξιοτέχνης πιανίστας, πώς θα μπορούσε να ονειρεύεται την παραμικρή διάκριση ή καταξίωση όταν έχει δει με τα μάτια του, όταν έχει ακούσει με τ’ αυτιά του, όταν έχει κλονιστεί σύγκορμος από την απαράμιλλη ερμηνεία μιας ιδιοφυΐας;

Ο Έκτορας Λυγίζος αποδεικνύεται μετρ του ειρωνικού ύφους ως αφηγητής, παρασύροντάς μας σε μια συναρπαστική περιπέτεια αυτοσαρκαστικών στροφών, επιταχύνσεων και παύσεων.

Αυτό ακριβώς συνέβη στον Βερτχάιμερ πριν από εικοσιοκτώ χρόνια. «Το 1953, ο Γκλεν Γκουλντ εκμηδένισε τον Βερτχάιμερ», λέει ο αφηγητής του Αποτυχημένου, καθώς στέκεται πνιγμένος στις αναμνήσεις στο φουαγέ ενός βρομερού αυστριακού πανδοχείου, όπου ο φίλος του πέρασε τις τελευταίες εβδομάδες της ζωής του. Τώρα που ο Βερτχάιμερ είναι νεκρός, τώρα που ο Βερτχάιμερ απαγχονίστηκε, ο αφηγητής επιχειρεί μια αναδρομή σε όλα τα σημαδιακά γεγονότα του κοινού βίου τους, από τότε που γνωρίστηκαν ως σπουδαστές στο Ζάλτσμπουργκ –τρεις φιλόδοξοι νεαροί πιανίστες, ο αφηγητής, ο Βερτχάιμερ και ο Γκλεν Γκουλντ– μέχρι σήμερα, που οι δύο τελευταίοι είναι πλέον νεκροί και ο πρώτος αναλογίζεται εμμονικά τα αίτια αποτυχίας του αυτόχειρα, ίσως, όμως, τελικά και της δικής του. 

Σκέφτεται, αναλύει, θυμάται, ξετρυπώνει λεπτομέρειες, τα εκατοντάδες ζευγάρια παπούτσια που είχε ο Βερτχάιμερ στην έπαυλή του στη Βιέννη, τα χιλιάδες χαρτάκια που χρησιμοποιούσε όταν έγραφε, την απέχθειά του για τα ταξίδια, την αδιαφορία του για την πατρική περιουσία, την απόλυτη ανημπόρια του να ακολουθήσει την καριέρα που είχε ονειρευτεί, την καταλυτική, σαρωτική επίδραση που άσκησε πάνω του η συνάντηση με τον Γκλεν Γκουλντ· τα σκέφτεται όλα αυτά και μονολογεί, μονολογεί ακατάπαυστα, σχεδόν χωρίς να βάζει ποτέ τελεία στις προτάσεις του, αφήνοντας τη μια λεπτομέρεια και πιάνοντας την άλλη, εξετάζοντας το ένα περιστατικό και πηγαίνοντας στο επόμενο, μόνο και μόνο για να επιστρέψει λίγο αργότερα, στην ίδια λεπτομέρεια, στο ίδιο περιστατικό, να το κοιτάξει από μια διαφορετική γωνία, να φέρει στο φως μια άλλη πλευρά: ατελείωτες παραλλαγές, η υγρασία στους τοίχους, η μισητή Βιέννη, οι ανεπαρκείς δάσκαλοι μουσικής, ο άξαφνος γάμος της αδελφής, οι αναπάντητες επιστολές, το ταξίδι στο Λιντς, το γέλιο του Γκλεν, ο φθόνος, ο ανταγωνισμός, η διαδικασία αλληλοακύρωσης μεταξύ των υποτιθέμενων φίλων, οι πρόβες θανάτου, η πορεία προς την εκμηδένιση...

Ιδανικοί αυτόχειρες Facebook Twitter
Ο Γιάννης Νιάρρος πλάθει έναν cool και ελαφρώς σνομπ Γκουλντ. Φωτ.: Ανδρέας Σιμόπουλος

Πότε άρχισε; Πώς συνεχίστηκε; Ήταν προδιαγεγραμμένη η κατάληξη ή υπήρχε περιθώριο διαφυγής; Ξανά και ξανά: η πιθανότητα που ισοπεδώθηκε, η δυνατότητα που στραγγαλίστηκε, το μέλλον που ακυρώθηκε, όλα είναι ταυτόχρονα το αντίθετό τους, οι άνθρωποι είναι συγχρόνως δυστυχισμένοι κι ευτυχισμένοι, ο Βερτχάιμερ ήταν φίλος μας, αλλά πρακτικά δεν ήταν ποτέ φίλος μας, τίποτα δεν θ’ αλλάξει / τα πάντα θ’ αλλάξουν.

Η απελπισμένη, ψυχαναγκαστική αν όχι παραληρηματική φύση των συλλογισμών του αφηγητή θυμίζει, στην αρχή, το παραλήρημα ενός τρελού, τον δραματικό μονόλογο ενός διαταραγμένου, αν όμως ακούσει κανένας πιο προσεκτικά θα καταλάβει ή, μάλλον, θα διαισθανθεί ότι υπάρχει πάντα κάτι που δεν φανερώνεται, κάτι που κρύβεται στο μεταίχμιο μεταξύ ειρωνείας και σοβαρότητας, ένα νόημα που αναβάλλεται, και ότι αυτός ο λεκτικός χείμαρρος, μέσα από την υπερβολή των νοημάτων και την ακρότητα των συντακτικών σχημάτων του, μέσα από την πληθώρα των παρεκκλίσεων και την πυκνότητα των περιδινίσεών του, δεν ενσαρκώνει παρά την ψυχική και γλωσική αντίσταση σε μια αλήθεια που δεν αντιμετωπίζεται, σε μια αλήθεια τρομακτική, σε μια αλήθεια που παραμένει ανείπωτη, μετέωρη, όπως ακριβώς και το τέλος του μυθιστορήματος, που φυσικά δεν είναι τέλος αλλά άνω τελεία.   

Και είναι από αυτή την αέναη άνω τελεία που αρχίζει η παράσταση του Έκτορα Λυγίζου, με τον ίδιο ημιεγκλωβισμένο στην περιστρεφόμενη πόρτα του επαρχιακού πανδοχείου –έτσι όπως τον αναπαριστούν με έναν υπεκφεύγοντα, neo-vintage ρεαλισμό η ευφυής σκηνογραφία της Μυρτώς Λάμπρου, οι καίριες ενδυματολογικές επιλογές της Άλκηστης Μάμαλη και ο «χλωμός», νοσταλγικός φωτισμός του Δημήτρη Κασιμάτη–, να εισέρχεται και να εξέρχεται ταυτόχρονα, αναποφάσιστος, απορροφημένος· έκανε καλά ή δεν έκανε που σταμάτησε εδώ, μήπως έπρεπε να επιστρέψει απευθείας στη Βιέννη, βήματα διστακτικά προς τη ρεσεψιόν, πόσα ατελείωτα λεπτά της ώρας μέχρι να φτάσει στη ρεσεψιόν, να ακουμπήσει κάτω τη βαλίτσα ή όχι ακόμη, να πατήσει το κουδούνι να καλέσει την ξενοδόχα, τον άκουσε ή όχι, να το ξαναπατήσει;

Ιδανικοί αυτόχειρες Facebook Twitter
Η Αμαλία Μουτούση αποκαλύπτει μια αναπάντεχη, δαιμόνια κωμική πλευρά της που χαρίζει άκρατη απόλαυση στον θεατή. Φωτ.: Ανδρέας Σιμόπουλος

Στο μεσοδιάστημα ένας χείμαρρος από αναμνήσεις και ισχυρισμούς και παράδοξα έχει πλημμυρίσει τον εγκέφαλό του, έχει αποσυντονίσει τις κινήσεις του, αλλά ενόσω συμβαίνει αυτό, η δραστηριότητα αυξάνεται στο πανδοχείο, οι νεκροί εμφανίζονται, παίρνουν τις θέσεις τους, ο Γκλεν στο παλιό πιάνο (ήταν πάντα ήδη εκεί), ο Βερτχάιμερ στο πρώτο booth της τραπεζαρίας, ακόμη και η αλλοπαρμένη, ρυπαρή ξενοδόχα έρχεται κι αυτή να εξυπηρετήσει τον απρόσμενο επισκέπτη, τώρα όλοι μαζί επιδίδονται σε πάσης φύσεως χορωδιακές περιπτύξεις, ο ένας συμπληρώνει τον άλλο, φράσεις και νοήματα που μοιράζονται στα δύο ή στα τρία, μικροί μονόλογοι μέσα στον μεγάλο μονόλογο, μια πολυεπίπεδη παρτιτούρα που υπηρετείται λεκτικά και σωματικά με υπέρτατη ακρίβεια από τους ηθοποιούς, με κεκαλυμμένη χάρη, με ελαφράδα, συνθέτοντας ένα εύπλαστο τοπίο ήχων, μελωδιών, φωνών, χειρονομιών, που μεταδίδουν αβίαστα τη συνειρμική μανία του αφηγητή, τον νοητικό και ψυχικό στροβιλισμό του, αλλά και την αίσθηση των πολλαπλών εαυτών, των παραλλαγών σε ένα μοτίβο, όπως το συναποτελούν υπογείως (είτε είναι «αποτυχημένοι» είτε άκρως «επιτυχημένοι») οι τρεις ήρωες-εραστές της μουσικής, της μοναξιάς και της υπέρβασης. 

«Είναι συγχρόνως το πιο βαρύ κείμενο του κόσμου αλλά και το πιο ελαφρύ», σχολιάζει εύστοχα ο σκηνοθέτης το μυθιστόρημα του Μπέρνχαρντ στο πρόγραμμα της παράστασης. Ενώ, όμως, η ανάλαφρη, σκωπτική διάσταση του Αποτυχημένου αποδίδεται άψογα σε όλο το μεγαλείο της, είναι η άλλη, η πιο σκοτεινή πλευρά του, που διερευνάται λιγότερο και παραμελείται. Κι αυτό καθίσταται ιδιαιτέρως αισθητό όταν, λίγο πριν από το τέλος, ακούμε την περιγραφή των τελευταίων ημερών του Βαρτχάιμερ στο κυνηγετικό περίπτερο, όπου έπαιζε λυσσαλέα Μπαχ στο ξεχαρβαλωμένο πιάνο του, τρέποντας τους καλεσμένους σε άτακτη φυγή (μόνο και μόνο για να τους ξανακάνει το ίδιο μόλις επέστρεφαν). Η συγκίνηση που αναβλύζει από τη συναρμογή μουσικής, λόγου και ερμηνείας εκείνη τη στιγμή της παράστασης λειτουργεί λυτρωτικά από τη μία, από την άλλη αποκαλύπτει φευγαλέα το ράγισμα που καραδοκεί, την άβυσσο που παραμονεύει και που τόση ώρα κρατιόταν σε απόσταση ασφαλείας χάρη στην περιπαικτική διάθεση του αφηγητή και στα «φαρσικά» ή κωμικά στοιχεία της σκηνικής δράσης.

Ιδανικοί αυτόχειρες Facebook Twitter
O Άρης Μπαλής συρρικνώνει τελικά τον Βερτχάιμερ σε μια τυποποιημένη και ανέμπνευστη περσόνα –αυτή του χαριτωμένου, μελό «γκρινιάρη» νάρκισσου. Φωτ.: Ανδρέας Σιμόπουλος

Ο Έκτορας Λυγίζος αποδεικνύεται μετρ του ειρωνικού ύφους ως αφηγητής, παρασύροντάς μας σε μια συναρπαστική περιπέτεια αυτοσαρκαστικών στροφών, επιταχύνσεων και παύσεων. Ο τρόπος ομιλίας του, δε, θυμίζει τόσο έντονα τον Λευτέρη Βογιατζή, ώστε αισθανόμαστε πράγματι ότι ξύπνησαν οι νεκροί.    

Ο Γιάννης Νιάρρος πλάθει έναν cool και ελαφρώς σνομπ Γκουλντ, επιλέγοντας σοφά μια «επιφανειακή» αναπαράσταση του μυθικού καλλιτέχνη, η οποία διατηρεί γαργαλιστικά την αδιαπέραστη αινιγματικότητά του. Εκκινώντας από διάθεση ευφρόσυνης παρωδίας, ο Άρης Μπαλής συρρικνώνει τελικά τον Βερτχάιμερ σε μια τυποποιημένη και ανέμπνευστη περσόνα –αυτή του χαριτωμένου, μελό «γκρινιάρη» νάρκισσου–, επιλογή που αφήνει ελάχιστα περιθώρια στη φαντασία μας σχετικά με τούτον τον «αποτυχημένο».

Η Αμαλία Μουτούση, τέλος, ως άξεστη και σέξι ξενοδόχα με βαθύ ντεκολτέ και λογοδιάρροια, αποκαλύπτει μια αναπάντεχη, δαιμόνια κωμική πλευρά της που χαρίζει άκρατη απόλαυση στον θεατή.

Δείτε περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση εδώ.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Σαν πλοίο που ναυάγησε, σα νούφαρο που μάδησε

Κριτική Θεάτρου / Σαν πλοίο που ναυάγησε, σαν νούφαρο που μάδησε

Επιχειρώντας να αποδώσει τη «φαινομενικά ασύνδετη μορφή ενός ονείρου που υπακούει στη δική του λογική», όπως αναφέρει ο Στρίνμπεργκ στο «Ονειρόδραμα», η Γεωργία Μαυραγάνη επέλεξε να μιλήσει για το ίδιο το θέατρο.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
2ο Φεστιβάλ Λατρευτικής Μουσικής

Πολιτισμός / 2ο Φεστιβάλ Λατρευτικής Μουσικής: 50 συναυλίες και καλλιτεχνικές δράσεις από την Κυριακή των Βαΐων ως τη Μεγάλη Τρίτη

Το Φεστιβάλ επιστρέφει σε χώρους ξεχωριστούς, ιδιαίτερους και κατανυκτικούς, προσεγγίζοντας πολυάριθμες και απρόσμενες πτυχές της σχέσης θρησκευτικής λατρείας και μουσικής.
LIFO NEWSROOM
The Cenci Family: Το ελληνικό θέατρο ταξιδεύει στη Νέα Υόρκη 

Πολιτισμός / The Cenci Family: Το ελληνικό θέατρο ταξιδεύει στη Νέα Υόρκη 

Μετά τη μεγάλη επιτυχία και το τριπλό sold out του πρότζεκτ «The Artaud Diptych» την περασμένη άνοιξη στο THE TANK THEATER της Νέας Υόρκης, η διεθνής Ελληνίδα σκηνοθέτις Ιόλη Ανδρεάδη επιστρέφει με νέα παράσταση τον προσεχή Μάιο στο φημισμένο θέατρο του Μανχάταν, σκηνοθετώντας για πέμπτη συνεχή σεζόν στη σημαντικότερη θεατρική πόλη του κόσμου.
LIFO NEWSROOM

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Μεγάλες παραγωγές, γυναίκες στη σκηνοθεσία - Η θεατρική σεζόν ανοίγει δυναμικά

Θέατρο / Μεγάλες παραγωγές, γυναίκες στη σκηνοθεσία - Η θεατρική σεζόν ανοίγει δυναμικά

Διεθνείς σκηνοθέτες και σχήματα, δυνατά καστ, κλασικά και σύγχρονα έργα Ελλήνων και ξένων συγγραφέων: Το φθινοπωρινό ρεπερτόριο των αθηναϊκών σκηνών το λες και φιλόδοξο.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Βέντερς, Σουίντον, Ροντρίγκες, Λάνθιμος και Αγγελάκας: Αυτό είναι το φετινό πρόγραμμα της Στέγης

Θέατρο / Σουίντον, Λάνθιμος, Βέντερς, Ροντρίγκες και Αγγελάκας: Το φετινό πρόγραμμα της Στέγης

Η Στέγη γιορτάζει τα 15 χρόνια της με ένα πρόγραμμα άκρως οικογενειακό, δημιουργικό και, όπως πάντα, με πολλές εκπλήξεις και απρόσμενες συναντήσεις δημιουργών.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Όταν ο Χίτλερ (σχεδόν) συνάντησε τον Φρόιντ

Θέατρο / Όταν ο Χίτλερ (σχεδόν) συνάντησε τον Φρόιντ

Τέσσερις φορές βρέθηκαν στο ίδιο μέρος ο Χίτλερ και ο Φρόιντ. Τι θα γινόταν αν είχαν συναντηθεί; Αυτό επιχειρεί να διανοηθεί το θεατρικό έργο «Ο δρ Φρόιντ θα σας δει τώρα, κυρία Χίτλερ» που ανεβαίνει αυτές τις μέρες στο Λονδίνο.
THE LIFO TEAM
Ελένη Ερήμου: «Οι άνθρωποι δεν ντρέπονται για τίποτα πια»

Θέατρο / Ελένη Ερήμου: «Οι άνθρωποι δεν ντρέπονται για τίποτα πια»

Παραμένει μέχρι σήμερα μία από τις ομορφότερες γυναίκες που πέρασαν από το ελληνικό θέατρο και το σινεμά. Από νωρίς επέλεξε να ζει και έξω από το θεατρικό συνάφι. «Δεν μπορώ να ξυπνάω κάθε πρωί και να αναρωτιέμαι τι θα παίξω ή που θα παίξω» δηλώνει ενώ θεωρεί τη μοναχικότητα πηγή δημιουργικότητας. Η Ελένη Ερήμου αφηγείται τη ζωή της στη LifO.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Αλεξάνδρα Λαδικού: «Δεν νοσταλγώ τίποτα. Πέρασα και ωραία και καλά»

Οι Αθηναίοι / Αλεξάνδρα Λαδικού: «Δεν νοσταλγώ τίποτα. Πέρασα και ωραία και καλά»

Ξεκίνησε από τα καλλιστεία, για μία ψήφο δεν στέφθηκε Μις Κόσμος, έπαιξε δίπλα στον Κουν, υπήρξε μούσα του Τάκη Κανελλόπουλου, αλλά κυρίως του Ανδρέα Βουτσινά. Στα 92 της ακόμα οδηγεί και παρακολουθεί θέατρο, ελπίζοντας πάντα να βρει καλά στοιχεία, ακόμα και σε κακές παραστάσεις.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Μπομπ Γουίλσον

Απώλειες / Μπομπ Γουίλσον (1941-2025): Το προκλητικό του σύμπαν ήταν ένα και μοναδικό

Μεγάλωσε σε μια κοινότητα όπου το θέατρο θεωρούνταν ανήθικο. Κι όμως, με το ριζοσπαστικό του έργο σφράγισε τη σύγχρονη τέχνη του 20ού αιώνα, σε παγκόσμιο επίπεδο. Υποκλίθηκε πολλές φορές στο αθηναϊκό κοινό – και εκείνο, κάθε φορά, του ανταπέδιδε την τιμή.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
H ανάληψη του Οιδίποδα αναβάλλεται επ’ αόριστον

Θέατρο / H ανάληψη του Οιδίποδα αναβάλλεται επ’ αόριστον

Ο «Οιδίποδας» του Γιάννη Χουβαρδά συνενώνει τον «Τύραννο» και τον «Επί Κολωνώ» σε μια παράσταση, παίρνοντας τη μορφή μιας πυρετώδους ανασκαφής στο πεδίο του ασυνείδητου - Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Ζιλιέτ Μπινός: Η Ιουλιέτα των Πνευμάτων στην Επίδαυρο

Θέατρο / Ζιλιέτ Μπινός: Η Ιουλιέτα των Πνευμάτων στην Επίδαυρο

Η βραβευμένη με Όσκαρ ηθοποιός προσπαθεί να παραμείνει συγκεντρωμένη μέχρι την κάθοδό της στο αργολικό θέατρο. Παρ’ όλα αυτά, βρήκε τον χρόνο να μας μιλήσει για τους γυναικείους ρόλους που τη συνδέουν με την Ελλάδα και για τη σημασία της σιωπής.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Όλα όσα ζήσαμε στο 79ο Φεστιβάλ της Αβινιόν: από το «La Distance» του Ροντρίγκες έως τη μεγάλη επιτυχία του Μπανούσι

Θέατρο / Όλα όσα ζήσαμε στο 79ο Φεστιβάλ της Αβινιόν

Οι θερμές κριτικές της «Liberation» και της «Le Monde» για το «ΜΑΜΙ» του Μπανούσι σε παραγωγή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση είναι απλώς μια λεπτομέρεια μέσα στις απανωτές εκπλήξεις που έκρυβε το πιο γνωστό θεατρικό φεστιβάλ στον κόσμο.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Κωνσταντίνος Ζωγράφος: Ο «Ορέστης» του Τερζόπουλου

Θέατρο / Κωνσταντίνος Ζωγράφος: «Ο Τερζόπουλος σου βγάζει τον καλύτερό σου εαυτό»

Ο νεαρός ηθοποιός που πέρυσι ενσάρκωσε τον Πυλάδη επιστρέφει φέτος ως Ορέστης. Με μια ήδη πλούσια διαδρομή στο θέατρο δίπλα σε σημαντικούς δημιουργούς, ετοιμάζει ένα νέο έργο εμπνευσμένο από το Νεκρομαντείο του Αχέροντα.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Μάλιστα κύριε Ζαμπέτα»: Αξίζει η παράσταση για τον «μάγκα» του ελληνικού πενταγράμμου;

The Review / «Μάλιστα κύριε Ζαμπέτα»: Αξίζει η παράσταση για τον «μάγκα» του ελληνικού πενταγράμμου;

Με αφορμή την παράσταση γι’ αυτόν τον αυθεντικό δημιουργό που τις δεκαετίες του 1950 και του 1960 μεσουρανούσε, ο Χρήστος Παρίδης και η Βένα Γεωργακοπούλου σχολιάζουν τον αντίκτυπό του στο κοινό σήμερα.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Οιδίπους Τύραννος» και «Οιδίπους επί Κολωνώ» του Σοφοκλή: Η άνοδος, πτώση και η αποθέωση

Αρχαίο Δράμα Explained / «Οιδίπους Τύραννος» και «Οιδίπους επί Κολωνώ» του Σοφοκλή: Η άνοδος, η πτώση και η αποθέωση

Τι μας μαθαίνει η ιστορία του Οιδίποδα, ενός ανθρώπου που έχει τα πάντα και τα χάνει εν ριπή οφθαλμού; Η κριτικός θεάτρου Λουίζα Αρκουμανέα επιχειρεί μια θεωρητική ανάλυση του έργου του Σοφοκλή.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Αλίκη Βουγιουκλάκη: Στη ζωή έσπαγε τα ταμπού, στο θέατρο τα ταμεία

Θέατρο / Αλίκη Βουγιουκλάκη: Πώς έσπαγε τα ταμεία στο θέατρο επί 35 χρόνια

Για δεκαετίες έχτισε, με το αλάνθαστο επιχειρηματικό της ένστικτο, μια σχέση με το θεατρικό κοινό που ακολουθούσε υπνωτισμένο τον μύθο της εθνικής σταρ. Η πορεία της ως θιασάρχισσας μέσα από παραστάσεις-σταθμούς και τις μαρτυρίες συνεργατών της.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Νίκος Καραθάνος: «Εμείς είμαστε οι χώρες, τα κείμενα, οι πόλεις, εμείς είμαστε οι μύθοι»

Θέατρο / Νίκος Καραθάνος: «Εμείς είμαστε οι χώρες, τα κείμενα, οι πόλεις, εμείς είμαστε οι μύθοι»

Στον πολυαναμενόμενο «Οιδίποδα» του Γιάννη Χουβαρδά, ο Νίκος Καραθάνος επιστρέφει, 23 χρόνια μετά, στον ομώνυμο ρόλο, ακολουθώντας την ιστορία από το τέλος προς την αρχή και φωτίζοντας το ανθρώπινο βάθος μιας τραγωδίας πιο οικείας απ’ όσο νομίζουμε.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ένα δώρο που άργησε να φτάσει

Θέατρο / «Κοιτάξτε πώς φέρονταν οι αρχαίοι στους ξένους! Έτσι πρέπει να κάνουμε κι εμείς»

Ένα δώρο που έφτασε καθυστερημένα, μόλις είκοσι λεπτά πριν το τέλος της παράστασης - Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για το «ζ-η-θ, ο Ξένος» σε σκηνοθεσία Μιχαήλ Μαρμαρινού.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ