«To βιβλίο της σκόνης»: Λίγο πριν την επίσημη κυκλοφορία του η LIFO δημοσιεύει ένα απόσπασμα

«To βιβλίο της σκόνης»: Λίγο πριν την επίσημη κυκλοφορία του η LIFO δημοσιεύει ένα απόσπασμα Facebook Twitter
0

Ο Μάλκολμ είχε ακούσει πως υπήρχαν πολύ μεγάλες βουτηχτάρες με λοφίο σ' αυτό εδώ το σημείο, αλλά δεν το είχε πιστέψει απολύτως. Τώρα είχε την απόδειξη. Οπωσδήποτε θα επέστρεφε αργότερα μέσα στη χρονιά για να δει αν βρίσκονταν σε αναπαραγωγή.


Οι καλαμιές ήταν ψηλότερες από εκείνον έτσι όπως καθόταν στη βάρκα, και αν παρέμενε σχεδόν ακίνητος, σκέφτηκε πως πιθανότατα δεν θα μπορούσε να τον δει κανείς. Άκουσε φωνές πίσω του, μια αντρική και μια γυναικεία, και έμεινε ασάλευτος την ώρα που εκείνοι περνούσαν δίπλα του, απορροφημένοι ο ένας από τον άλλο. Τους είχε προσπεράσει πιο πριν: δυο ερωτευμένοι που έκαναν βόλτα πιασμένοι χέρι χέρι, τα δαιμόνιά τους, δυο μικρά πουλιά, να πετάνε λίγο πιο μπροστά, να σταματάνε για να ψιθυρίσουν το ένα στο άλλο και να πετάνε ξανά.


Το δαιμόνιο του Μάλκολμ, η Άστα, ήταν αλκυόνα εκείνη τη στιγμή, καθισμένη στην άκρη της κουπαστής της βάρκας. Όταν είχαν περάσει πια οι ερωτευμένοι, πέταξε ως τον ώμο του και του ψιθύρισε: «Ο άντρας εκεί πέρα – κοίτα...».

Μόλις ο άλλος πέρασε, ο άντρας με το γκρίζο αδιάβροχο φόρεσε πάλι το ρολόι στον καρπό του και πήγε να συνεχίσει το ψάξιμο για το αντικείμενο που είχε ρίξει το δαιμόνιό του. Βρισκόταν σε κατάσταση πανικού, δεν μπορούσε με τίποτα να το κρύψει, και το δαιμόνιό του ήταν ολοφάνερα η προσωποποίηση της συγγνώμης. Ήταν έκδηλη η μεγάλη τους ανησυχία.


Ο Μάλκολμ δεν τον είχε δει. Λίγα μέτρα μπροστά τους στο μονοπάτι, ορατός μόνο μέσα από τα βλαστάρια των καλαμιών, ένας άντρας με αδιάβροχο και γκρίζα ρεπούμπλικα στεκόταν κάτω από μια βελανιδιά. Έδειχνε σαν να ήθελε να προστατευτεί από τη βροχή, μόνο που δεν έβρεχε. Το αδιάβροχο και το καπέλο του είχαν σχεδόν την απόχρωση του σούρουπου: ήταν δύσκολο να τον διακρίνει όπως τις βουτηχτάρες, δυσκολότερο στην πραγματικότητα, σκέφτηκε ο Μάλκολμ, επειδή εκείνος δεν είχε λοφίο με φτερά.


«Τι κάνει;» ψιθύρισε ο Μάλκολμ.


Η Άστα μεταμορφώθηκε σε μύγα και πέταξε όσο πιο μακριά μπορούσε από τον Μάλκολμ, σταματώντας μόνον όταν η απομάκρυνσή τους άρχισε να γίνεται επώδυνη, και πήγε και θρονιάστηκε στην κορυφή ενός βούρλου έτσι ώστε να μπορεί να παρακολουθεί τον άντρα ανεμπόδιστα. Εκείνος προσπαθούσε να μην τραβά την προσοχή, αλλά ήταν τόσο αμήχανος και δυστυχισμένος, που είχε το ίδιο αποτέλεσμα όπως κι αν ανέμιζε μια σημαία.


Η Άστα είδε το δαιμόνιό του –μια γάτα– να κινείται ανάμεσα στα χαμηλότερα κλαδιά της βελανιδιάς, ενώ εκείνος στεκόταν από κάτω και παρακολουθούσε και από τις δυο μεριές το μονοπάτι. Ύστερα η γάτα σάλεψε ανεπαίσθητα, ο άντρας σήκωσε το κεφάλι του κι αυτή πήδηξε στον ώμο του – αλλά, καθώς το έκανε, της έπεσε κάτι από το στόμα της.


Ο άντρας άφησε να του ξεφύγει ένα σύντομο βογκητό απογοήτευσης, και το δαιμόνιό του πήδηξε άτσαλα στο έδαφος. Άρχισαν να ψάχνουν απεγνωσμένα γύρω τους, κάτω από το δέντρο, στην άκρη του νερού, ανάμεσα στο θαμνόφυτο γρασίδι.

«Τι έριξε;» ψιθύρισε ο Μάλκολμ.

«Έμοιαζε με καρπό. Είχε το μέγεθος καρυδιού».

«Είδες προς τα πού κύλησε;»

«Νομίζω. Νομίζω πως κατρακύλησε από τη βάση του δέντρου και πήγε και σταμάτησε κάτω από εκείνο τον θάμνο εκεί πέρα. Κοίτα, προσποιούνται πως δεν το ψάχνουν...»


Το έψαχναν ωστόσο. Κάποιος άλλος διέσχιζε το μονοπάτι, ένας άντρας μαζί με τον σκύλο δαιμόνιό του, και ενώ ο άντρας με το αδιάβροχο τους περίμενε να περάσουν, προσποιήθηκε πως κοίταζε το ρολόι του, τινάζοντας τον καρπό του, ακούγοντας τους χτύπους του, τινάζοντας ξανά τον καρπό του, βγάζοντας το ρολόι, κουρδίζοντάς το... Μόλις ο άλλος πέρασε, ο άντρας με το γκρίζο αδιάβροχο φόρεσε πάλι το ρολόι στον καρπό του και πήγε να συνεχίσει το ψάξιμο για το αντικείμενο που είχε ρίξει το δαιμόνιό του. Βρισκόταν σε κατάσταση πανικού, δεν μπορούσε με τίποτα να το κρύψει, και το δαιμόνιό του ήταν ολοφάνερα η προσωποποίηση της συγγνώμης. Ήταν έκδηλη η μεγάλη τους ανησυχία.


«Θα μπορούσαμε να πάμε να τους βοηθήσουμε», είπε η Άστα.


Ο Μάλκολμ ήταν σε δίλημμα. Μπορούσε ακόμη να βλέπει τις βουτηχτάρες, και το ήθελε πολύ να συνεχίσει να τις παρακολουθεί, αλλά ο άντρας ήταν ολοφάνερο πως είχε ανάγκη βοήθειας, και ήταν σίγουρος πως τα μάτια της Άστα θα μπορούσαν να βρουν το αντικείμενο, ό,τι κι αν ήταν αυτό. Θα της έπαιρνε μόνο ένα με δύο λεπτά.

Αλλά, πριν του δοθεί η ευκαιρία να κάνει οτιδήποτε, ο άντρας έσκυψε και μάζεψε τη γάτα δαιμόνιό του και κατηφόρισε αρκετά γρήγορα το μονοπάτι, σαν να είχε αποφασίσει να πάει να ζητήσει βοήθεια. Αμέσως ο Μάλκολμ έκανε όπισθεν, έβγαλε τη βάρκα από τις καλαμιές και, κωπηλατώντας βιαστικά, κατευθύνθηκε προς το σημείο κάτω από τη βελανιδιά όπου είχε σταθεί ο άντρας. Ένα λεπτό αργότερα πηδούσε έξω κρατώντας το παλαμάρι, και η Άστα, μεταμορφωμένη τώρα σε ποντίκι, όρμησε στο μονοπάτι και χώθηκε κάτω από τον θάμνο. Ακούστηκε θρόισμα φύλλων, ύστερα σιωπή, κι άλλο θρόισμα, κι άλλη σιωπή, ενώ ο Μάλκολμ παρακολουθούσε τον άντρα να φτάνει στη μικρή σιδερένια πεζογέφυρα που έβγαζε στην πλατεία και ν' ανεβαίνει τα σκαλοπάτια. Ύστερα ένα τσίριγμα ενθουσιασμού είπε στον Μάλκολμ πως η Άστα το είχε βρει και, με τη μορφή σκίουρου, γύρισε πίσω τρέχοντας, σκαρφάλωσε στο μπράτσο του και από εκεί στον ώμο του και έριξε κάτι στο χέρι του.


«Πρέπει να είναι αυτό», του είπε. «Πρέπει να είναι».

Με την πρώτη ματιά, έμοιαζε με βελανίδι, αλλά ήταν παράξενα βαρύ, και όταν εκείνος το κοίταξε από πιο κοντά, είδε πως είχε σκαλιστεί σ' ένα κομμάτι ξύλο με γραμμώσεις. Σε δυο κομμάτια, για να είμαστε πιο ακριβείς, ένα για τον κάλυκα, του οποίου η επιφάνεια ήταν σκαλισμένη σαν ακριβές αντίγραφο των άγριων αλληλοεπικαλυπτόμενων λεπιών ενός πραγματικού βελανιδιού και λεκιασμένη ελάχιστα από την πρασινάδα, κι ένα για τον καρπό, που αυτό ήταν λουστραρισμένο και κερωμένο μ' ένα εξαιρετικά στιλπνό ανοιχτό καφέ χρώμα. Ήταν όμορφο, και η Άστα είχε δίκιο: έπρεπε να είναι αυτό το πράγμα που είχε χάσει ο άντρας.


«Ας τον προλάβουμε πριν διασχίσει τη γέφυρα», είπε ο Μάλκολμ και έβαλε το ένα του πόδι στη βάρκα, αλλά η Άστα τού είπε: «Περίμενε. Κοίτα».


Είχε μεταμορφωθεί σε κουκουβάγια, πράγμα που έκανε πάντα όταν ήθελε να δει κάτι καθαρά. Το επίπεδο πρόσωπό της κοίταζε το κανάλι και καθώς ο Μάλκολμ ακολούθησε το βλέμμα της είδε τον άντρα να φτάνει ως τα μισά της πεζογέφυρας και να διστάζει, επειδή ένας άλλος άντρας είχε ανέβει κι αυτός στη γέφυρα από την άλλη μεριά, ένας γεροδεμένος άντρας, ντυμένος στα μαύρα, με το δαιμόνιό του, μια ελαφροπάτητη αλεπού, και ο Μάλκολμ και η Άστα μπόρεσαν να δουν πως ο δεύτερος άντρας ετοιμαζόταν να σταματήσει τον άντρα με το αδιάβροχο και πως ο άντρας με το αδιάβροχο έδειχνε φοβισμένος.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Πόσο μισεί ο Γιο Νέσμπο τον Χάρι Χόλε; (Πολύ!)

Βιβλίο / Πόσο μισεί ο Γιο Νέσμπο τον Χάρι Χόλε; (Πολύ!)

Τα βιβλία της σειράς του Χάρι Χόλε έχουν φτάσει ήδη τα 33 εκατομμύρια σε πωλήσεις και ο Γιο Νέσμπο έχει πολλούς λόγους να μισεί τον διάσημο ήρωά του, ο οποίος δείχνει να ξεπερνά σε φήμη τον ίδιο τον δημιουργό του
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Μανώλης Πιμπλής και η Σταυρούλα Παπασπύρου μιλούν για την αγαπημένη εκπομπή των booklovers

Οθόνες / «Βιβλιοβούλιο»: Μια διόλου σοβαροφανής τηλεοπτική εκπομπή για το βιβλίο

Ο Μανώλης Πιμπλής και η Σταυρούλα Παπασπύρου ήταν κάποτε «ανταγωνιστές». Και πια κάνουν μαζί την αγαπημένη εκπομπή των βιβλιόφιλων, τη μοναδική που υπάρχει για το βιβλίο στην ελληνική τηλεόραση, που επικεντρώνεται στη σύγχρονη εκδοτική παραγωγή και έχει καταφέρει να είναι ευχάριστη και ενημερωτική.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Θανάσης Καστανιώτης: «Αν έκανα ένα δείπνο για συγγραφείς, δίπλα στον Χέμινγουεϊ θα έβαζα τη Ζυράννα Ζατέλη»

The Book Lovers / Θανάσης Καστανιώτης: «Αν έκανα ένα δείπνο για συγγραφείς, δίπλα στον Χέμινγουεϊ θα έβαζα τη Ζυράννα Ζατέλη»

Ο Νίκος Μπακουνάκης συζητάει με τον εκδότη Θανάση Καστανιώτη για την μεγάλη διαδρομή των εκδόσεών του και τη δική του, προσωπική και ιδιοσυγκρασιακή σχέση με τα βιβλία και την ανάγνωση.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Τελικά, είναι ο Τομ Ρίπλεϊ γκέι; 

Βιβλίο / Τελικά, είναι γκέι ο Τομ Ρίπλεϊ;

Το ερώτημα έχει τη σημασία του. Η δολοφονία του Ντίκι Γκρίνλιφ από τον Ρίπλεϊ, η πιο συγκλονιστική από τις πολλές δολοφονίες που διαπράττει σε βάθος χρόνου ο χαρακτήρας, είναι και η πιο περίπλοκη επειδή είναι συνυφασμένη με τη σεξουαλικότητά του.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Ο Δον Κιχώτης» του Θερβάντες: Ο θρίαμβος της λογοτεχνίας και της ανιδιοτελούς φιλίας

Σαν Σήμερα / «Ο Δον Κιχώτης» του Θερβάντες: Ο θρίαμβος της λογοτεχνίας και της ανιδιοτελούς φιλίας

Η ιστορία ενός αλλοπαρμένου αγρότη που υπερασπίζεται υψηλά ιδανικά είναι το πιο γνωστό έργο του σπουδαιότερου Ισπανού συγγραφέα, που πέθανε σαν σήμερα το 1616.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Ο Γουσταύος Κλάους στη χώρα του κρασιού: Μια γοητευτική βιογραφία του Βαυαρού εμπόρου

Βιβλίο / Γουσταύος Κλάους: Το γοητευτικό στόρι του ανθρώπου που έβαλε την Ελλάδα στον παγκόσμιο οινικό χάρτη

Το βιβλίο «Γκούτλαντ, ο Γουσταύος Κλάους και η χώρα του κρασιού» του Νίκου Μπακουνάκη είναι μια θαυμάσια μυθιστορηματική αφήγηση της ιστορίας του Βαυαρού εμπόρου που ήρθε στην Πάτρα στα μέσα του 19ου αιώνα και δημιούργησε την Οινοποιία Αχαΐα.
M. HULOT
Η (μεγάλη) επιστροφή στην Ιαπωνική λογοτεχνία

Βιβλίο / Η (μεγάλη) επιστροφή στην ιαπωνική λογοτεχνία

Πληθαίνουν οι κυκλοφορίες των ιαπωνικών έργων στα ελληνικά, με μεγάλο μέρος της πρόσφατης σχετικής βιβλιοπαραγωγής, π.χ. των εκδόσεων Άγρα, να καλύπτεται από ξεχωριστούς τίτλους μιας γραφής που διακρίνεται για την απλότητα, τη φαντασία και την εμμονική πίστη στην ομορφιά.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Κλαούδια Πινιέιρο: «Είμαι γυναίκα, συγγραφέας, μητέρα, ειλικρινής, κουρελιασμένη»

Βιβλίο / Κλαούδια Πινιέιρο: «Είμαι γυναίκα, συγγραφέας, μητέρα, ειλικρινής, κουρελιασμένη»

Παρόλο που οι κριτικοί και οι βιβλιοπώλες κατατάσσουν τα βιβλία της στην αστυνομική λογοτεχνία, η συγγραφέας που τα τελευταία χρόνια έχουν λατρέψει οι Έλληνες αναγνώστες, μια σπουδαία φωνή της λατινοαμερικανικής λογοτεχνίας και του φεμινισμού, μοιάζει να ασφυκτιά σε τέτοια στενά πλαίσια.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΔΟΥΛΟΣ
Κωστής Γκιμοσούλης: «Δυο μήνες στην αποθήκη»

Το πίσω ράφι / «Δυο μήνες στην αποθήκη»: Οι ατέλειωτες νύχτες στο νοσοκομείο που άλλαξαν έναν συγγραφέα

Ο Κωστής Γκιμοσούλης έφυγε πρόωρα από τη ζωή. Με τους όρους της ιατρικής, ο εκπρόσωπος της «γενιάς του '80» είχε χτυπηθεί από μηνιγγίτιδα. Με τους δικούς του όρους, όμως, εκείνο που τον καθήλωσε και πήγε να τον τρελάνει ήταν ο διχασμός του ανάμεσα σε δύο αγάπες.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Έτσι μας πέταξαν μέσα στην Ιστορία

Βιβλίο / Το φιλόδοξο λογοτεχνικό ντεμπούτο του Κώστα Καλτσά είναι μια οικογενειακή σάγκα με απρόβλεπτες διαδρομές

«Νικήτρια Σκόνη»: Μια αξιοδιάβαστη αφήγηση της μεγάλης Ιστορίας του 20ού και του 21ου αιώνα στην Ελλάδα, από τα Δεκεμβριανά του 1944 έως το 2015.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Γκρέγκορ φον Ρετσόρι: Αποχαιρετώντας μια Ευρώπη που χάνεται

Βιβλίο / Γκρέγκορ φον Ρετσόρι: Αποχαιρετώντας μια Ευρώπη που χάνεται

Ένας από τους τελευταίους κοσμοπολίτες καλλιτέχνες και συγγραφείς αυτοβιογραφείται στο αριστουργηματικό, σύμφωνα με κριτικούς και συγγραφείς όπως ο Τζον Μπάνβιλ, βιβλίο του «Τα περσινά χιόνια», θέτοντας ερωτήματα για τον παλιό, σχεδόν μυθικό κόσμο της Ευρώπης που έχει χαθεί για πάντα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
CARRIE

Βιβλίο / H Carrie στα 50: Το φοβερό λογοτεχνικό ντεμπούτο του Στίβεν Κινγκ που παραλίγο να καταλήξει στα σκουπίδια

Πάνω από 60 μυθιστορήματα που έχουν πουλήσει περισσότερα από 350 εκατομμύρια αντίτυπα μετράει σήμερα ο «βασιλιάς του τρόμου», όλα όμως ξεκίνησαν πριν από μισό αιώνα με την πρώτη περίοδο μιας ντροπαλής και περιθωριοποιημένης μαθήτριας γυμνασίου.
THE LIFO TEAM
Οι «Αρχάριοι» του Ρέιμοντ Κάρβερ, ήρωες τσακισμένοι από το κυνήγι του αμερικανικού ονείρου

Το πίσω ράφι / Οι «Αρχάριοι» του Ρέιμοντ Κάρβερ, ήρωες τσακισμένοι από το κυνήγι του αμερικανικού ονείρου

Γεννημένος στο Όρεγκον τα χρόνια που ακολούθησαν την οικονομική κρίση του '29, γιος μιας σερβιτόρας κι ενός εργάτη σε εργοστάσιο ξυλείας, ο κορυφαίος εκπρόσωπος του «βρόμικου ρεαλισμού» βίωσε στο πετσί του την αθλιότητα, τις δυσκολίες και την αποξένωση που αποτύπωσε στο έργο του.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Μιχάλης Μακρόπουλος: «Ζούμε σε μια εποχή βαθιάς μοναξιάς, μέσα σε μια θάλασσα διαδικτυακών “φίλων”».

Βιβλίο / Μιχάλης Μακρόπουλος: «Ζούμε στη βαθιά μοναξιά των διαδικτυακών μας “φίλων”»

Ο συγγραφέας και μεταφραστής μιλά για τη δύναμη της λογοτεχνίας, για τα βιβλία που διαβάζει και απέχουν απ’ όσα σήμερα «συζητιούνται», για τη ζωή στην επαρχία αλλά και για το πόσο τον ενοχλεί η «αυτοπροσωπολατρία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης».
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ