Aντόν Τσέχοφ: σήμερα απαραίτητος όσο ποτέ

Aντόν Τσέχοφ: σήμερα απαραίτητος όσο ποτέ Facebook Twitter
0
Aντόν Τσέχοφ: σήμερα απαραίτητος όσο ποτέ Facebook Twitter
Καθώς φαίνεται, το φάντασμα του Τσέχοφ πλανάται ακόμη πάνω από τα γράμματα ίσως γιατί δεν έπαψε ποτέ να επισκέπτεται τα γεμάτα υποκρισία λογοτεχνικά δωμάτια, να απειλεί τα κούφια λόγια και τις σάπιες ιδέες, να αγαπά όσο τίποτα την ελευθερία...

Αντικρίζοντας το πελιδνό φως που έπεφτε στις ρωσικές στέπες –ακόμη και στην όμορφη κι απόκοσμη Γιάλτα–, ο Τσέχοφ είχε κάθε λόγο να φοβάται πως ο κόσμος δεν θα αλλάξει ποτέ. Γεμάτος μετριότητες, δήθεν επαναστατημένους αγκιτάτορες, ξεπεσμένους γαιοκτήμονες, ονειροπόλες κυρίες και ύποπτους λακέδες, ανθρώπους που θα καταλήξουν στον θάνατο από τον φόβο μη χάσουν τη θέση τους ως δημόσιοι υπάλληλοι απλώς και μόνο επειδή φταρνίστηκαν (βλέπε το απολαυστικό του διήγημα Ο θάνατος ενός δημόσιου υπαλλήλου), ο κόσμος αναμφίβολα δεν προσφέρεται για ιδιαίτερη αισιοδοξία. Αντίθετα, δίνει πολλές αφορμές για να δει κανείς όλο και πιο ζωντανά την εσωτερική διάβρωση που σιγοτρώει τις πνευματικές σάρκες και την αντίληψη των ανθρώπων. Κι αυτό δεν φαίνεται από τις υποτιθέμενες ιδέες τους, που στο κάτω-κάτω είναι πλασματικές, αλλά στο πώς τρώνε, στο τι φοράνε και στο πώς σχετίζονται. Δεν χρειάζεται να δει κανείς τα μεγάλα μεγέθη, όταν αυτά εξαντλούνται στην καθημερινότητα και το υπάρχον – κι αυτό είναι κάτι που διέκρινε ο Τσέχοφ εξαρχής. Αρκεί να αντικρίσει τη λευκή ταφόπλακα που ορθώνεται πάνω στο χώμα, αν θέλει να βγει νικητής του εαυτού του. Μόνο όταν αντικρίσει κατάματα τον θάνατο, θα καταλάβει πού έχει σφάλει και θα νικήσει τον ένα και μοναδικό του αντίπαλο, τον φόβο.

Πέρα από τη δύναμη της γραφής του και την υποδειγματική χάραξη των χαρακτήρων, ο ίδιος δεν έπαψε ποτέ να συγγράφει ένα διαρκές και ακάματο μανιφέστο κατά του ψεύδους της ανθρώπινης συνθήκης.


Γι' αυτό και ο ίδιος ο Τσέχοφ ως διηγηματογράφος επανέρχεται σε κάτι που ίσως δεν επισημαίνεται με την ίδια δυναμική στις τσεχοφικές αναλύσεις, στην παντοτινή παρουσία του θανάτου. Στην πρώτη του περίοδο τον προσεγγίζει με μια διάθεση μάλλον ειρωνική και περιπαικτική (από το Νεκροταφείο έως τη Νύχτα Φρίκης), κατόπιν τον μετατρέπει σε ολοζώντανο σημείο αναφοράς. Παρότι πουθενά δεν γίνεται διδακτικός, αφού η λογοκρισία ήταν κάτι που πολέμησε όσο τίποτα στη ζωή του, φροντίζει να υπενθυμίζει την κατάσταση της θνητότητας και επικαλείται το πεδίο του βίου ως το αποκλειστικό τερέν όπου παίζεται το παιχνίδι: εδώ κρίνονται όλα. Δεν έχει σημασία τι ταυτότητα επικαλείται κανείς, αν είναι άρχοντας ή δούλος, αφού μπροστά στο καζάνι του θανάτου δεν υπάρχουν νικητές και ηττημένοι, παρά μόνο ηθικοί και ανήθικοι. Στην εξαιρετική συλλογή διηγημάτων που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Μεταίχμιο με τον τίτλο Ο απρόβλεπτος κύριος Τσέχοφ –σε ακριβή απόδοση Σταυρούλας Αργυροπούλου– περιλαμβάνονται διηγήματα από την πρώτη, πιο παιγνιώδη –ας μου επιτραπεί ο όρος– περίοδο του Τσέχοφ, μέχρι την πιο υπαρξιακή, ιμπρεσιονιστική, ύστερη φάση του, όπου διαφαίνεται ξεκάθαρα το παιχνίδι της χαρτογράφησης των χαρακτήρων. Αντί, ωστόσο, να ρίχνει τα μεγάλα φώτα πάνω στις χαοτικές αντιθέσεις που χωρίζουν τις ζωές των ανθρώπων, προτιμά να ανασκαλεύει όσα εκείνοι προτιμούν να κρύβουν: το όλον ενυπάρχει στη λεπτομέρεια, σε αυτό που κανείς αρνείται να δει και ακόμη περισσότερο δεν θέλει να αποκαλύψει. Ως ιδανικός λεπτολόγος των αντιδράσεων και των αισθημάτων, ο Τσέχοφ αναζητά διαρκώς το επίμονο καρφί που είναι σφηνωμένο βαθιά στην καρδιά της ανθρώπινης συνθήκης, εξού και το ότι παραμένει πάντοτε απόλυτα ακριβής και ανυπέρβλητα επίκαιρος: «Οι σχολαστικές ανατομίες των περίπλοκων ανθρώπινων παρορμήσεων και αντιδράσεων, η άποψή του για το αστείο και οδυνηρό, η διαυγής παρατήρηση του βιωμένου βίου, όλα αυτά κατά κάποιον τρόπο αντιστοιχούν στη δική μας σημερινή εμπειρία» έγραφε λίγες μέρες πριν σε σχετικό άρθρο του ο Αμερικανός λογοτέχνης Ρίτσαρντ Φορντ για τη διαρκώς μοντέρνα παρουσία του Τσέχοφ. Και είναι πολλοί αυτοί, από τον Ρέιμοντ Κάρβερ μέχρι τον δικό μας Άγγελο Τερζάκη, οι οποίοι διδάχτηκαν από εκείνον πώς να αντιλαμβάνονται το μεγάλο νόημα της ζωής μέσα από τις καθημερινές λεπτομέρειές της – και όχι χωρίς λόγο. «Βλέπεις τη ζωή όχι μόνο μέσα από τις κορυφές και τις αβύσσους της αλλά μέσα από την τριγύρω σου καθημερινότητα» επέμενε ο Τσέχοφ και το βίωνε στον τρόπο που έστηνε τις μικρές διαμαντένιες ιστορίες του και σκιαγραφούσε τους ήρωές του. Επιπλέον, αντίκριζε μάλλον με ειρωνική ματιά τους ατρόμητους πρωταγωνιστές από τα φημισμένα βιβλία της εποχής του, ενώ ήταν ιδιαίτερα χλευαστικός στον τρόπο που η λογοτεχνία προσέγγιζε τα μεγάλα πάθη: χαρακτηριστικό είναι το διήγημά του ο Εκδικητής όπου ο Φιόντορ Φιοντόροβιτς Σιγκάγεφ, αφού δοκιμάσει μια σειρά από πιστόλια με τα οποία φαντάζεται ότι θα τιμωρήσει τον ανταγωνιστή του, τελικά φεύγει από το κατάστημα, έχοντας αγοράσει ένα δίχτυ για κυνήγι ορτυκιών! Είναι προφανές πως σε μια χώρα που σκοτώθηκε ή σκότωσε για τις μεγάλες ιδέες και που οι συγγραφείς της αφιέρωσαν ατελείωτες σελίδες στα άσβεστα πάθη, ο Τσέχοφ θα φάνταζε τουλάχιστον αποσυνάγωγος με το να τα οικτίρει. Ενδεχομένως να αναγνώρισε στα μεγάλα πάθη και στις υψηλές ιδέες έναν διάχυτο φαρισαϊσμό, όπως αυτόν που διέκρινε ο θεωρητικός Τζορτζ Στάινερ, σατιρίζοντας το δήθεν ελεύθερο ανθρώπινο πνεύμα: «Από τις περίστυλες στοές της Αναγέννησης διατρανώνουν τη βούλησή τους οι χούλιγκαν του Ολοκληρωτισμού». Δικαιολογημένα λοιπόν ο Αντόν Τσέχοφ στάθηκε καχύποπτος με τους πάντες: με τους κλέφτες που διαμορφώνουν τα πλέγματα της εξουσίας, εκλέγοντας έναν άλλο περίτεχνο κλέφτη (Η μόνη διέξοδος), με αυτούς που θα σπεύσουν να κατηγορήσουν ως πλαστογράφο έναν παράφορο νεαρό, ενώ είναι χειρότεροι από εκείνον (Το Πρόβλημα), με τις γυναίκες που δεν διστάζουν ακόμη και να αυτοκτονήσουν παρά να συγχωρήσουν (Ο Ανακριτής), αλλά γενικότερα «με αυτούς που εγκατέλειψαν την Κόλαση και προσχώρησαν στους ανθρώπους. Αυτοί οι αποστρατευμένοι διάβολοι που έγιναν άνθρωποι παντρεύτηκαν πλούσιες εμπόρισσες και τώρα την περνάνε μια χαρά. Κάποιοι απ' αυτούς ασχολούνται με τη δικηγορία, άλλοι εκδίδουν εφημερίδες, γενικώς είναι πολυάσχολοι και αξιοσέβαστοι άνθρωποι!» (Κουβέντα ενός μεθυσμένου με έναν νηφάλιο διάβολο). Στο διήγημα αυτό ο Τσέχοφ βάζει τον διάβολο να κοιμάται ήσυχος δίπλα στον πρωταγωνιστή του, ακριβώς επειδή ξέρει ότι δεν είναι λιγότερο επικίνδυνος από τον πρώτο. Ο ίδιος ο Τσέχοφ είχε, άλλωστε, δει την ουσία των ανθρώπων να γίνεται πολτός, ήξερε πως το άμωμο περίβλημα της ηθικής είναι ήδη βουτηγμένο στη φορμόλη, είχε γνωρίσει το ανώφελο του πλούτου και τα αδιέξοδα της τάξης του. Ίσως αυτή να είναι και η βαριά παρακαταθήκη του κατατεθειμένη σε μια λεπτεπίλεπτη και απέριττη αφήγηση.

Επομένως, πέρα από τη δύναμη της γραφής του και την υποδειγματική χάραξη των χαρακτήρων, αυτό που δεν έχει επισημανθεί είναι ότι ο ίδιος δεν έπαψε ποτέ να συγγράφει ένα διαρκές και ακάματο μανιφέστο κατά του ψεύδους της ανθρώπινης συνθήκης, που εκδηλώθηκε με ακόμη μεγαλύτερη δριμύτητα ύστερα από την επιστροφή του από το ταξίδι του στη Σαχαλίνη το 1890 και την έρευνά του για τις άθλιες συνθήκες υπό τις οποίες ζούσαν οι κατάδικοι. Γράφει, χαρακτηριστικά, στο πιο σπαρακτικό διήγημα της συλλογής κι εκφραστικό της περιόδου της ωριμότητάς του: «Ναι, εγώ πάντα λέω την αλήθεια κατάμουτρα... Δεν φοβάμαι κανέναν και τίποτα. Απ' αυτή την άποψη, ανάμεσά μας υπάρχει τεράστια διαφορά. Εσείς είστε άνθρωποι αδαείς, τυφλοί, αποβλακωμένοι, δεν βλέπετε τίποτα, αλλά κι αυτό που βλέπετε δεν το καταλαβαίνετε... Σας λένε ότι ο αγέρας ξέφυγε από την αλυσίδα του, ότι είστε ζώα, αγριάνθρωποι, κι εσείς πιστεύετε τα πάντα. Σας ξυλοφορτώνουν κι εσείς τους φιλάτε το χέρι. Σας ληστεύει κάποιο κτήνος με γούνινο πανωφόρι κι έπειτα σας πετάει πέντε καπίκια για φιλοδώρημα κι εσείς του λέτε: "Να σας φιλήσω το χέρι, άρχοντά μου". Είστε παρίες, θλιβερά ανθρωπάρια... Ενώ εγώ είμαι άλλο πράγμα. Εγώ ζω συνειδητά, βλέπω τα πάντα όπως τα βλέπει ο αετός ή το γεράκι όταν πετά πάνω από τη γη, και καταλαβαίνω τα πάντα. Εγώ είμαι η ενσάρκωση της διαμαρτυρίας. Βλέπω την αυθαιρεσία-διαμαρτύρομαι, βλέπω την ατιμία και τη διπροσωπία-διαμαρτύρομαι, βλέπω ένα γουρούνι που θριαμβολογεί-διαμαρτύρομαι. Κι είμαι ανίκητος, καμιά Ιερά Εξέταση δεν θα με αναγκάσει να σωπάσω. Ναι... Αν μου κόψουν τη γλώσσα, θα διαμαρτύρομαι με παντομίμα και αν με κλείσουν σε κάποιο υπόγειο και χτίσουν την πόρτα, εγώ θα ουρλιάζω από κει μέσα έτσι που να μ' ακούνε σ' ένα βέρστι απόσταση, ή θα πεθάνω από την πείνα, έτσι ώστε στη μαύρη τους συνείδηση να φορτωθεί ένα βάρος ακόμα, κι αν με σκοτώσουν, τότε θα γίνω φάντασμα». Καθώς φαίνεται, το φάντασμα του Τσέχοφ πλανάται ακόμη πάνω από τα γράμματα ίσως γιατί δεν έπαψε ποτέ να επισκέπτεται τα γεμάτα υποκρισία λογοτεχνικά δωμάτια, να απειλεί τα κούφια λόγια και τις σάπιες ιδέες, να αγαπά όσο τίποτα την ελευθερία. Σήμερα ενδεχομένως να είναι απαραίτητος περισσότερο από ποτέ.

Βιβλίο
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η επαναστατική φιλοσοφία του Διογένη, του αυθεντικού Κυνικού

Βιβλίο / Η επαναστατική φιλοσοφία του Διογένη, του αυθεντικού Κυνικού

Μια νέα βιογραφία αναζητεί τα ίχνη του Έλληνα φιλοσόφου: κάτι ανάμεσα σε άστεγο και αλήτη, δηλητηριώδη κωμικό και performance artist, επιδείκνυε την περιφρόνησή του για τις συμβάσεις της αστικής τάξης της αρχαίας Αθήνας.
THE LIFO TEAM
Η πρώτη αγάπη: Ένας τόπος όπου ζεις πραγματικά

Βιβλίο / Αρρώστια είναι ν’ αγαπάς, αρρώστια που σε λιώνει*

«Ανοίξτε, ουρανοί»: Το queer μυθιστόρημα ενηλικίωσης του Βρετανοϊρλανδού ποιητή Σον Χιούιτ αποτελεί το εντυπωσιακό ντεμπούτο του στην πεζογραφία, προσφέροντας μια πιστή, ποιητική και βαθιά συγκινητική απεικόνιση του πρώτου έρωτα.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
Είναι το «Singapore Sling» η πιο παρεξηγημένη ταινία του ελληνικού σινεμά;

Βιβλίο / Είναι το «Singapore Sling» η πιο παρεξηγημένη ταινία του ελληνικού σινεμά;

Μια συζήτηση με τη Μαρί Λουίζ Βαρθολομαίου Νικολαΐδου για την ταινία που αδικήθηκε στην εποχή της, αλλά σήμερα προκαλεί εκ νέου το ενδιαφέρον, και για την «επιστροφή» της μέσα από ένα βιβλίο.
ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΠΑ
Ντόμινικ Αμερένα: «Έκανα το πειραματόζωο σε ιατρικές δοκιμές για να έχω χρόνο να γράφω ελεύθερα»

Βιβλίο / Ντόμινικ Αμερένα: «Έκανα το πειραματόζωο σε ιατρικές δοκιμές για να έχω χρόνο να γράφω ελεύθερα»

Το πρώτο βιβλίο του Αυστραλού συγγραφέα Ντόμινικ Αμερένα, με τίτλο «Τα θέλω όλα», που πήρε διθυραμβικές κριτικές, κυκλοφορεί στα ελληνικά. Βασικό του θέμα είναι πόσο μπορείς να προσποιηθείς ότι είσαι κάποιος άλλος για να καταφέρεις τους στόχους σου.
M. HULOT
ΕΠΕΞ Μπορούμε να αγαπήσουμε ξανά την Πανεπιστημίου;

Βιβλίο / Μπορούμε να αγαπήσουμε ξανά την Πανεπιστημίου;

«Ένας δρόμος που μοιάζει με κοίτη ποταμού και παρασύρει τους πάντες χωρίς περιορισμούς και απαγορεύσεις», όπως γράφουν οι συγγραφείς του βιβλίου «Οδός Πανεπιστημίου (19ος-20ός αιώνας) - Ιστορία και ιστορίες», Θανάσης Γιοχάλας και Ζωή Βαΐου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Γιάννης Σολδάτος: «Ο μεγαλύτερος εχθρός μου είναι ο μικροαστισμός» ή «Το σινεμά ως μαζικό λαϊκό θέαμα έχει σχεδόν τελειώσει»

Βιβλίο / Γιάννης Σολδάτος: «Το σινεμά ως μαζικό λαϊκό θέαμα έχει σχεδόν τελειώσει»

Μια συζήτηση με τον σκηνοθέτη, εκδότη και συγγραφέα της συνοπτικής «Ιστορίας του Ελληνικού Κινηματογράφου» που πρόσφατα επανακυκλοφόρησε εμπλουτισμένη και σε ενιαία μορφή από τις εκδόσεις Αιγόκερως.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Απόστολος Βέττας: «Στο θέατρο οι πιστοί δηλώνουν την πίστη τους με το χειροκρότημα»

Βιβλίο / Απόστολος Βέττας: «Στο θέατρο οι πιστοί δηλώνουν την πίστη τους με το χειροκρότημα»

Ο σπουδαίος σκηνογράφος συγκέντρωσε την πολύτιμη σαραντάχρονη εμπειρία του σε ένα δίτομο λεξικό για τη σκηνογραφία, αναδεικνύοντάς την ως αυτόνομη τέχνη και καταγράφοντας την εξέλιξή της στο ελληνικό θέατρο.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μ. Αναγνωστάκης «Η χαμηλή φωνή»

Το πίσω ράφι / Μανόλης Αναγνωστάκης: «Τι μένει λοιπόν από τον ποιητή, αν μένει τίποτα;»

Τρεις δεκαετίες μετά την πρώτη της δημοσίευση, η προσωπική ανθολογία του Μανόλη Αναγνωστάκη «Χαμηλή Φωνή» παρουσιάζεται στην Ελληνοαμερικανική Ένωση, υπενθυμίζοντας τους θεωρούμενους ήσσονες ποιητές μας, όσους έμειναν έξω από κάθε μορφής υψηλή ποίηση.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Το παρασκήνιο της διαγραφής του Αντώνη Σαμαρά και άλλες ιστορίες…

Βιβλίο / Το παρασκήνιο της διαγραφής του Αντώνη Σαμαρά και άλλες ιστορίες

Προδημοσίευση από τα «Αδημοσίευτα», το νέο βιβλίο του Νίκου Χασαπόπουλου, όπου ο έμπειρος πολιτικός συντάκτης αποκαλύπτει ιστορίες και παρασκήνια που διαμόρφωσαν την πολιτική ζωή της χώρας.
THE LIFO TEAM
Δημήτρης Καράμπελας: «Σήμερα κανείς δεν πιστεύει στην αλληγορία»

Βιβλίο / Δημήτρης Καράμπελας: «Σήμερα κανείς δεν πιστεύει στην αλληγορία»

Ένας από τους ελάχιστους διανοούμενους στη χώρα, που υπήρξε προνομιακός συνομιλητής του Παπαγιώργη και του Λορεντζάτου. Το τελευταίο του βιβλίο «Το πνεύμα και το τέρας» συνιστά μια ανανέωση του δοκιμιακού λόγου στην Ελλάδα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Για τον Ομάρ Καγιάμ

Ποίηση / «Πίνε, και μη θαρρείς κουτέ, και συ πως είσαι κάτι»: Τα Ρουμπαγιάτ του Ομάρ Καγιάμ

Πεθαίνει σαν σήμερα το 1131 ο μεγάλος Ιρανός ποιητής που έγραψε αριστουργηματικά ποιήματα για τη ματαιότητα των πραγμάτων, τη μεγαλοσύνη της στιγμής και το νόμο του εφήμερου.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΝΤΑΜΟΝ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
Το πίσω ράφι/ Μαρία Πάουελ «Δεσμά αίματος»

Το πίσω ράφι / «Η ευλογία αλλά και η κατάρα που είναι η οικογένεια»

Η Μαρία Πάουελ, με τη νουβέλα της «Δεσμά αίματος», ζωντάνεψε μια βυθισμένη στη μοναξιά και κυριευμένη από πάθος γυναίκα χωρίς να μαρτυρήσει ούτε ένα από τα εξωτερικά της χαρακτηριστικά, κι εξερεύνησε ένα θέμα που ίσως δεν θα πάψει ποτέ να μας ταλανίζει, την οικογένεια.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ