Στη μελέτη του «Γιατί να κοιτάμε τα ζώα», που δανείζει τον τίτλο της στη νέα έκθεση του ΕΜΣΤ «Why look at animals? Δικαιοσύνη για τη μη ανθρώπινη ζωή» που ξεκινά στις 15 Μαΐου 2025, ο John Berger χρησιμοποιεί τεκμήρια από τις επιστήμες και τις τέχνες για να διαφωτίσει την ιστορική σχέση του ανθρώπου με το ζώο και να τη συγκρίνει με αυτήν που επικρατεί στη σύγχρονη εποχή.
«Τα ζώα γεννιούνται, έχουν την ικανότητα να αισθάνονται και είναι θνητά. Σε αυτά τα σημεία μοιάζουν με τον άνθρωπο. Όσον αφορά την επιφανειακή τους ανατομία –λιγότερο τη βαθιά τους ανατομία–, τις συνήθειές τους, τον χρόνο τους, τις φυσικές τους ικανότητες, διαφέρουν από τον άνθρωπο. Είναι εξίσου όμοια και διαφορετικά», γράφει και σημειώνει ότι το ζώο εξετάζει τον άνθρωπο με κάθε λεπτομέρεια διαμέσου της στενής αβύσσου της μη κατανόησης. Ο άνθρωπος κοιτάζει κι εκείνος μέσα από μια πανομοιότυπη, αλλά όχι ταυτόσημη άβυσσο μη κατανόησης. Το βιβλίο αυτό, λοιπόν, που διερευνά τη σχέση ανθρώπου και ζώων στη σύγχρονη εποχή και εντοπίζει τους τρόπους με τους οποίους τα ζώα έχουν περιθωριοποιηθεί στις ανθρώπινες κοινωνίες, εκτός από τον τίτλο, έδωσε αφορμή και έμπνευση γι’ αυτή την έκθεση που εστιάζει στη διερεύνηση των σύνθετων δυναμικών που υπάρχουν μεταξύ ζώων και ανθρώπων και στον κομβικό τους ρόλο στην πλανητική ευημερία.
Η αρχή έγινε με 4 νέες εκθέσεις του Απριλίου («Εμείς που προδώσαμε τα άλογα» της Τζάνις Ράφα, «Απόηχοι της Ιστορίας, σκιές της προόδου» του Sammy Baloji, «Το θολό βλέμμα» του Kasper Bosmans και «Human/Nature» της Emma Talbot) που λειτούργησαν ως προπομποί της «Why Look at Animals? Δικαιοσύνη για τη μη ανθρώπινη ζωή», που είναι η κεντρική του ΕΜΣΤ για το 2025, και θέτει τα εξής ερωτήματα: «ποια είναι η σχέση μας με τα ζώα σήμερα;», «πώς και γιατί τα ζώα έχουν περιθωριοποιηθεί στη σύγχρονη εποχή;», «μπορούμε να συζητάμε για την κλιματική δικαιοσύνη και την προστασία του περιβάλλοντος και να παραλείπουμε τη μη ανθρώπινη ζωή;». Πρόκειται για τη μεγαλύτερη έκθεση που έχει διοργανώσει το ΕΜΣΤ και για την πρώτη μεγάλη έκθεση με θέμα την ευημερία των ζώων διεθνώς, στην οποία συμμετέχουν περισσότεροι από 60 καλλιτέχνες από 25 χώρες (από Ευρώπη, Ασία, Αφρική και Αμερική) – πάνω από 200 έργα καταλαμβάνουν όλους τους ορόφους του μουσείου.
Όπως επισήμανε ο Berger στη μελέτη του «Γιατί να κοιτάμε τα ζώα», στην αρχή τα ζώα «βρίσκονταν μαζί με τον άνθρωπο στο κέντρο του κόσμου του», ενώ κατά τη διάρκεια των δύο τελευταίων αιώνων «έχουν χαθεί από το πλευρό μας και από το οπτικό μας πεδίο».
«Η έκθεση θέτει υπό αμφισβήτηση την ιδέα του ανθρώπινου “εξαιρετισμού” και στόχο έχει να επιστήσει την προσοχή σε ένα από τα επιμελώς κρυμμένα και εν πολλοίς ανομολόγητα εγκλήματα της ανθρωπότητας σε μαζική κλίμακα: αυτό της καθημερινής, θεσμοθετημένης, συστηματικής βίας κατά της μη-ανθρώπινης ζωής, είτε άμεσα είτε έμμεσα, μια βία που αρνείται τα βασικά φυσικά δικαιώματα των ζώων. Τα ζώα δεν είναι διακριτά από εμάς αλλά αναπόσπαστο μέρος της βιόσφαιρας και των οικοσυστημάτων μας», λέει η καλλιτεχνική διευθύντρια του ΕΜΣΤ Κατερίνα Γρέγου, που θεωρεί ότι αυτή είναι η πιο σημαντική έκθεση στην πορεία της, μια έκθεση που εκκινεί από κάτι βαθιά προσωπικό, την πεποίθηση ότι αυτό που συμβαίνει σήμερα δεν είναι απλώς ένα ανομολόγητο έγκλημα κατά της μη ανθρώπινης ζωής αλλά βασίζεται και στην εσφαλμένη άποψη ότι ο άνθρωπος είναι το ανώτερο είδος, αφού είμαστε το μοναδικό είδος που καταστρέφει τον βιότοπό του.
Αναζητώντας ένα ον με δική του φωνή

Η έρευνα της Κατερίνας Γρέγου κρατάει περισσότερα από δέκα χρόνια. Με τη συγκεκριμένη έκθεση φιλοδοξεί να προκαλέσει μια συζήτηση γύρω από την ηθική και την πολιτική της συμπεριφοράς μας απέναντι στα ζώα. Επιπλέον, επιδιώκει να τροφοδοτήσει τον απαραίτητο πλέον διάλογο γύρω από τις συνθήκες ζωής τους, από το σπίτι, το χωράφι, τον δρόμο και το εργοστάσιο μέχρι τους απειλούμενους φυσικούς τους βιότοπους. Με φιλοδωρεί με μια προσωπική ανάμνηση. Μεγάλωσε σε ένα σπίτι με γάτες, σκύλους, πουλιά, κουνέλια, χελώνες, σκαντζόχοιρους. Ο πατέρας της καθόταν κάτω από το πεύκο στον κήπο και διάβαζε εφημερίδα και είχε καταφέρει, με αυτόν τον μυστηριώδη, μαγικό τρόπο που οι άνθρωποι και τα ζώα έρχονται σε επαφή, να εξημερώσει κουκουβάγιες που κάθονταν στα χέρια και το κεφάλι του και τις τάιζε στο στόμα. «Όταν πέθανε, τα πουλιά τον αναζητούσαν για τρία χρόνια», λέει για να υπογραμμίσει την τεράστια άγνοιά μας σχετικά με το τι συμβαίνει στα ζώα αλλά και το γεγονός ότι πλέον έχει αποδειχτεί επιστημονικά πως διαθέτουν συναισθηματική νοημοσύνη, όπως και το ότι δεν είναι κάτι ξέχωρο από εμάς αλλά ένα οργανικό και αναπόσπαστο κομμάτι της βιόσφαιρας και των οικοσυστημάτων μας.
Την έπαρση με την οποία αντιλαμβανόμαστε τον εαυτό μας θα μου τη θυμίσει λίγο αργότερα το έργο του Maarten Vanden Eynde, ένας ανθρώπινος σκελετός που έχει ανασυναρμολογηθεί κατά τέτοιον τρόπο ώστε να μη θυμίζει καθόλου την ανθρώπινη ανατομία, ο «Homo stupidus stupidus» («Aνόητος ανόητος άνθρωπος»), που υπενθυμίζει ότι, εκτός από τον άνθρωπο, μόνο οι ιοί και τα βακτήρια καταστρέφουν το περιβάλλον τους και διακυβεύουν την ίδια τους την επιβίωση. Ένα είδος που προκαλεί την πτώση του, που καταστρέφει το φυσικό του περιβάλλον, δεν μπορεί να είναι τόσο σοφό όσο δηλώνει το αρχικό ταξινομικό του όνομα: Homo sapiens sapiens.

Αυτό ακριβώς μας καλεί να σκεφτούμε η έκθεση, το ζώο ως «Άλλο», ως ον με δική του «φωνή», ικανό για ενσυναίσθηση, εφευρετικότητα, παιχνίδι, κοινωνικότητα και μεταμόρφωση. Πρόκειται για μια έκθεση που δεν καταπιάνεται μόνο με τα δικαιώματα των ζώων αλλά και με τα ζητήματα της συναισθηματικής νοημοσύνης και της προσωπικότητάς τους, επιδιώκοντας να πυροδοτήσει και να διευρύνει την απολύτως αναγκαία συζήτηση γύρω από τις συστημικές αδικίες που υφίστανται στα χέρια των ανθρώπων, εξαιτίας της εντατικής βιομηχανικής κτηνοτροφίας, των πειραμάτων που γίνονται επάνω τους, της παραμέλησης ή της εγκατάλειψής τους και των δραματικών συνεπειών που προκύπτουν από όλες αυτές τις δραστηριότητες για τα ίδια και το περιβάλλον τους.
Όπως επισήμανε ο Berger, στην αρχή τα ζώα «βρίσκονταν μαζί με τον άνθρωπο στο κέντρο του κόσμου του», ενώ κατά τη διάρκεια των δύο τελευταίων αιώνων «έχουν χαθεί από το πλευρό μας και από το οπτικό μας πεδίο». Στη συνθήκη της προϊούσας νεωτερικότητας ο άνθρωπος απομακρύνθηκε προοδευτικά από τα ζώα, τα οποία εξελίχθηκαν σε κάτι που βλέπουμε πλέον στον ζωολογικό κήπο και στο τσίρκο, στην τηλεόραση και τη βιομηχανία της ψυχαγωγίας. Έγιναν πακέτα στα ράφια των σούπερ-μάρκετ, ένα ακόμη προϊόν πλήρως αποσυνδεδεμένο στη συνείδησή μας από την προέλευσή του και από την πραγματικότητα της ζωής και του θανάτου του, με τον κυρίαρχο ανθρωποκεντρισμό των σύγχρονων κοινωνιών να τα έχει καταδικάσει στην αφάνεια και τη σιωπή, τοποθετώντας τα στη θέση ενός είδους υποδεέστερου που δεν ανήκει οργανικά στα διασυνδεδεμένα οικοσυστήματά μας. Τα ζώα έγιναν διαμιάς προϊόν, μηχανή και θέαμα. Από τις ταυρομαχίες ως το κυνήγι της αλεπούς και από το παράνομο εμπόριο εξωτικών ζώων ως την ανείπωτη βαναυσότητα της βιομηχανικής εκτροφής, προβάλλει πια επιτακτική η ανάγκη να συζητήσουμε για τα δικαιώματα των ζώων και για την ικανότητά τους να αισθάνονται και να βιώνουν τον πόνο.
Μια έκθεση-διαδρομή στην κοινή μας ιστορία με τα ζώα

Το 1975 ο Αυστραλός φιλόσοφος Peter Singer εξέδωσε το βιβλίο-ορόσημο «Η απελευθέρωση των ζώων» (Animal Liberation) που έφερε στο φως τη βάναυση πραγματικότητα στις βιομηχανικές μονάδες εκτροφής και στα εργαστήρια, προσφέροντας ένα στιβαρό ηθικό θεμέλιο για την επαναδιαπραγμάτευση της σχέσης μας με τα ζώα. Μισό αιώνα αργότερα, ενώ η κλιματική κρίση κλονίζει τον πλανήτη και η εξαφάνιση των ειδών συντελείται με ανησυχητικούς ρυθμούς, τα επιχειρήματα του Singer είναι πιο επίκαιρα από ποτέ. To Πρωτόκολλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Προστασία και την Καλή Διαβίωση των Ζώων αναγνωρίζει τα ζώα ως συναισθηματικά νοήμονα όντα, όμως εξακολουθεί να υπάρχει μεγάλη απόσταση μεταξύ των πολιτικών αποφάσεων και της εφαρμογής τους.
«Παρότι έχει σημειωθεί κάποια πρόοδος σε σχέση με την ευζωία των ζώων, σε πολλά μέρη του κόσμου οι συνθήκες παραμένουν άθλιες, ιδιαίτερα στις πρακτικές της βιομηχανικής εκτροφής, για παράδειγμα στις ΗΠΑ και στην Κίνα (το 2021 σφαγιάστηκαν περίπου 700 εκατομμύρια χοίροι στην Κίνα, χωρίς ποτέ να έχουν δει το φως της ημέρας ή ένα λιβάδι). Γι’ αυτό και οι εικόνες που καταγράφουν τις φρικιαστικές συνθήκες εκτροφής και διαβίωσης των ζώων αποκρύπτονται από τη δημόσια θέα. Πολλές χώρες διαθέτουν τεράστιες κτηνοτροφικές μονάδες χωρίς εθνικά ρυθμιστικά πρότυπα εκτροφής. Και βέβαια, η βιομηχανία κρέατος συμβάλλει σημαντικά στις παγκόσμιες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, ούσα υπεύθυνη περίπου για το 35% των συνολικών παγκόσμιων εκπομπών. Σε ευρύτερο κοινωνικό επίπεδο, η αντικειμενοποίηση των ζώων συχνά αντανακλά τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζονται και οι περιθωριοποιημένες ανθρώπινες ομάδες, ενισχύοντας συστήματα καταπίεσης και βίας», γράφει στο επιμελητικό της σημείωμα η Κατερίνα Γρέγου.


«Τα μη ανθρώπινα πλάσματα με τα οποία μοιραζόμαστε τον πλανήτη υποφέρουν καθημερινά στα χέρια μας και ο βασικός λόγος, γι’ αυτό είναι εσφαλμένη η αντίληψη ότι είναι κατώτερα από εμάς, ότι είναι “Άλλα”» προσθέτει. Απέφυγε συνειδητά να συμπεριλάβει ταριχευμένα ή νεκρά ζώα στη συγκεκριμένη έκθεση, καθώς κάτι τέτοιο θα αποτελούσε μια προφανή και ίσως απλοϊκή προσέγγιση της βίας που υφίστανται τα ζώα. Αντιθέτως, επέλεξε να προσκαλέσει καλλιτέχνες των οποίων το έργο είναι πολυεπίπεδο και σύνθετο, προσφέροντας νέες οπτικές και ερμηνείες στο θέμα, τόσο εννοιολογικά όσο και από άποψη ενσυναίσθησης και φαντασίας. «Πολλοί από τους καλλιτέχνες της έκθεσης έχουν θέσει τα ζώα στο επίκεντρο της πρακτικής τους εδώ και χρόνια, ασχολούμενοι με συνέπεια και σε μακροχρόνια βάση με τα προαναφερθέντα ζητήματα. Κάποιοι παρουσιάζουν για πρώτη φορά έργο τους στην Ελλάδα» λέει και σημειώνει ότι, παρά το μέγεθός της, η έκθεση δεν χωρίζεται σε ενότητες· υπάρχει εντούτοις μια διαδρομή την οποία οι επισκέπτες καλούνται να ακολουθήσουν.
Η αφετηρία της έκθεσης είναι ο όροφος -1 του μουσείου. Εδώ εξετάζονται τα αλληλένδετα φαινόμενα της αποικιοκρατίας, της εκβιομηχάνισης και της τεχνολογικής «προόδου» που οδήγησαν στην πρώτη μεγάλης κλίμακας καταστροφή βιότοπων και στη βίαιη εκμετάλλευση ζώων. Από το ισόγειο και πάνω οι επισκέπτες θα συναντήσουν έργα που εστιάζουν στην κατάσταση των ζώων σήμερα: στο πώς επιβιώνουν σε αστικά περιβάλλοντα αλλά και παραδείγματα ακτιβισμού για τα δικαιώματα τους και νέες μορφές γνώσης σχετικά με αυτά, μεταξύ άλλων. Τέλος, στον τέταρτο όροφο διασταυρώνονται η ποιητική, ο οικοφεμινισμός, ο ανιμισμός, το παιχνίδι, η δημιουργικότητα, το χιούμορ και το γεγονός ότι τα ζώα διεκδικούν την χαμένη αξιοπρέπειά τους, ενώ καλούμαστε να φανταστούμε έναν μελλοντικό κόσμο με πιο αρμονική διαειδική συνύπαρξη και συνεργασία.
20 στάσεις στα έργα της έκθεσης

Η έκθεση έχει ως κεντρικό στόχο την αντιστροφή της αντίληψης των ζώων ως «κάτι». Επιδιώκει να γίνονται αντιληπτά ως «κάποια», μέσα από έναν ουσιαστικό μετασχηματισμό της ανθρώπινης οπτικής για τα ζώα έτσι ώστε να ταυτίζεται με τη φιλοσοφία των δικαιωμάτων τους. Εξετάζοντας το ζήτημα της αποξένωσης ανθρώπων και ζώων και τις απειλές που δέχεται το φυσικό τους περιβάλλον, δεν αναδεικνύει μόνο την τραγική μοίρα που τους επιφυλάχθηκε στα χέρια των ανθρώπων αλλά συγχρόνως εξυμνεί τις μοναδικές τους ικανότητες και τον συναισθηματικό τους κόσμο.
Στον εξωτερικό χώρο του μουσείου, στην Καλλιρρόης, η φωτεινή επιγραφή του εικαστικού και ερασιτέχνη φυσιοδίφη Marcus Coates «Σήμερα στην Αθήνα...» λειτουργεί ως καταγραφέας συμβάντων και φαινομένων στην καθημερινή ζωή των φυτών και ζώων της Αττικής των οποίων τη σημασία εμείς αδυνατούμε να διακρίνουμε ή και να κατανοήσουμε. Το άλλο σημαντικό έργο στην πρόσοψη του μουσείου, μια επιγραφή νέον της Tiziana Pers, «Do Not Forget / The World To Come» (Μην ξεχνάτε / Τον κόσμο που έρχεται), λειτουργεί ως υπενθύμιση της συλλογικής μας ευθύνης ιδωμένης υπό το πρίσμα του κοινού μας μέλλοντος και της ευημερίας των επερχόμενων γενεών.
Στο ισόγειο της έκθεσης προβάλλεται το πολύ ενδιαφέρον ντοκιμαντέρ «Parting shots from animals» (Η τελευταία λέξη των ζώων), σε σκηνοθεσία του Mike Dibb. Η προκλητική εναρκτήρια σεκάνς δίνει τον τόνο: «Εμείς τα ζώα εξαφανιζόμαστε. Γυρίσαμε αυτή την ταινία όχι τόσο πολύ για μας, τα ζώα, αλλά για σας, τους ανθρώπους...». Δίπλα στον χώρο του καφέ ο Αλέξανδρος Γεωργίου στήνει ένα εργαστήριο ζωγραφικής, προσκαλώντας τους επισκέπτες να φέρουν τα ζώα τους, ώστε να φιλοτεχνήσει τα πορτρέτα τους, όπως ακριβώς συμβαίνει και με τη ανθρώπινη προσωπογραφία.

Στο επίπεδο -1 οι θαυμάσιες ξυλογραφίες της Sue Coe στέλνουν ένα ηχηρό μήνυμα: «Αν τα ζώα πίστευαν στον Θεό, ο διάβολος θα είχε τη μορφή του ανθρώπου. H Απελευθέρωση των Ζώων είναι ένα παγκόσμιο κοινωνικό κίνημα δικαιοσύνης και αντίστασης ενάντια στη γενοκτονία των πράων». Η Elisabetta Benassi κατασκευάζει μια φανταστική στάση στη γραμμή 44 του τραμ των Βρυξελλών, φτιαγμένη από εκμαγεία οστών εξωτικών, άγριων ζώων του Βασιλικού Μουσείου Κεντρικής Αφρικής, ασκώντας κριτική στην αιματοβαμμένη βασιλεία του Λεοπόλδου Β’, «ιδιοκτήτη» του Κονγκό.
Η Marion Laval-Jeantet και ο Benoît Mangin δημιουργούν έναν μεγάλο χάρτη του κόσμου σχεδιασμένο με κάρβουνο, με τα ονόματα των ζώων που απειλούνται με εξαφάνιση σε γλώσσες που επίσης απειλούνται με εξαφάνιση, αναγκάζοντας τον θεατή να αναλογιστεί έναν κόσμο εντελώς διαφορετικό από αυτόν που ξέρουμε.
Η Rossella Biscotti εμπνέεται από τον θηλυκό ρινόκερο Κλάρα που περιόδευε στην Ευρώπη ως εξωτικό έκθεμα, επισημαίνοντας την εμπορική της εκμετάλλευση.
Οι φωτογραφίες του Πάρι Πετρίδη καταγράφουν τη βωβή, αλλά εύγλωττη παρουσία των ζώων στον σύγχρονο κόσμο ως πλασμάτων που ζουν, συνυπάρχουν και πασχίζουν να επιβιώσουν μέσα στα περιβάλλοντα που ο άνθρωπος διαμορφώνει.

Ο Νίκος Τρανός στήνει 400 μικρά πορσελάνινα γλυπτά, άλογα και αναβάτες, σε μια εντυπωσιακή εγκατάσταση, προτρέποντας τον θεατή να σκεφτεί τη βία ως θεμελιώδες στοιχείο της ανθρώπινης ιστορίας και το ζώο ως ένα από τα αόρατα θύματα του πολέμου. O Maarten Vanden Eynde, σε μια σειρά από τρόπαια, αντικαθιστά τα κέρατα των ζώων με μια ανοιχτή συλλογή κλαδιών που παρουσιάζει σαν να ήταν απειλούμενα ή εξαφανισμένα είδη.
Στον ημιώροφο η Tiziana Pers, στο εν εξελίξει έργο της «Art History» ανταλλάσσει έναν πίνακά της με ένα ζώο που προορίζεται να σφαχτεί. Η Pers έχει σώσει από τη σφαγή πάνω από 300 μη ανθρώπινα ζώα. Όσοι γνωρίζουν το γλυπτό του σκύλου στη Φωκίωνος Νέγρη θα ανακαλύψουν μέσα από μια σειρά γλυπτών ζώων τον δημιουργό του Ευριπίδη Βαβούρη (1911-1987), κορυφαίου Έλληνα ανιμαλιέ που αφιέρωσε το έργο του στην αποτύπωση της ζωτικής δύναμης και του χαρακτήρα των ζώων. Τα γλυπτά συνομιλούν με το ηχητικό ντοκιμαντέρ της Μαρίας Τσάγκαρη «Οι Ευτυχείς δεν έχουν Ιστορία» το οποίο ανασυστήνει τη ζωή και το έργο του.
Πριν μπούμε στις αίθουσες του 4ου ορόφου, το γλυπτό του Joseph Havel αφηγείται μια ιστορία μοναδική, αυτή της συνεργασίας του με τη Χάνα, τον αφρικανικό γκρίζο παπαγάλο του, συνδημιουργό των έργων του, η οποία λάξευσε με το ράμφος της φιγούρες που στη συνέχεια χυτεύτηκαν σε μπρούντζο. Η Radha D’Souza και ο Jonas Staal στήνουν μια μεγάλη κατακίτρινη αίθουσα σαν δικαστήριο παραθέτoντας στοιχεία που αφορούν κλιματικά εγκλήματα του παρελθόντος και του παρόντος αλλά και ζωγραφιές ζώων που έχουν εξαφανιστεί από την εποχή της αποικιοκρατίας μέχρι και σήμερα.



Η σειρά γλυπτών «Extinct Animals» («Εξαφανισμένα ζώα») του Marcus Coates αποτελείται από γύψινα εκμαγεία των χεριών του καλλιτέχνη την ώρα που σχημάτιζε στον τοίχο σκιές εξαφανισμένων ζώων, ειδικότερα ζώων που έχουν εξαφανιστεί εξαιτίας της ανθρώπινης δραστηριότητας.
Η Britta Marakatt-Labba, μία από τις σημαντικότερες εκπροσώπους της κεντητικής τέχνης στις σκανδιναβικές χώρες, με το έργο της δείχνει πως η επιθυμία των αυτοχθόνων να ζήσουν σε αρμονία με τη φύση και τα μη ανθρώπινα ζώα πλήττεται από μια κουλτούρα που βλέπει το περιβάλλον ως πηγή κέρδους. Ο Nabil Boutros στην καθηλωτική του εγκατάσταση φωτογραφίζει 65 προβατίνες, αρνιά και κριάρια που μέσα από τη διαφορετική τους έκφραση μας παρακαλούν να αναγνωρίσουμε την ατομικότητά τους.
Κρεμασμένα στον τοίχο, σαν ένα αστικό τοπίο σε σμίκρυνση, τριάντα αδειανά κλουβιά, καθένα με μοναδικό ένοικό του ένα ηχείο, το έργο του Oussama Tabti, μέσα από τιτιβίσματα και τρίλιες, σιωπές και κελαηδήματα, αποτελεί μια μεταφορά για το ίδιο το ανθρώπινο είδος: μήπως εμείς που παγιδεύουμε τα ζώα, ενώ τραγουδάμε για το φτερούγισμα και την ομορφιά της καρδερίνας, είμαστε και οι ίδιοι παγιδευμένοι σε κλουβιά;











Δείτε περισσότερες πληροφορίες για την έκθεση εδώ
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.
Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.