Η Στοά Αρσακείου, γνωστή και ως Στοά Ορφέως, είναι ένα εμβληματικό τοπόσημο στο κέντρο της Αθήνας, που συνδέει τις οδούς Πανεπιστημίου, Σταδίου, Αρσάκη και Πεσμαζόγλου. Η στοά αποτελεί ένα μέρος του κτιριακού συγκροτήματος που καταλαμβάνει ένα ολόκληρο οικοδομικό τετράγωνο, γνωστό ως «Αρσάκειο Μέγαρο», και συνιστά ένα από τα αυθεντικότερα δείγματα δημόσιας αθηναϊκής αρχιτεκτονικής του 19ου αιώνα, με αδιάλειπτη ιστορία από το έτος κατασκευής του πρώτου κτίσματος, το 1846, έως σήμερα.
Το πρώτο κτίριο του συγκροτήματος (Παρθεναγωγείο Θηλέων) ολοκληρώθηκε το 1846 πάνω σε σχέδια του αρχιτέκτονα Λ. Καυταντζόγλου. Στη συνέχεια επεκτάθηκε με κτίρια εμπορικών χρήσεων πάνω σε σχέδια άλλων αρχιτεκτόνων της εποχής, έως το 1907 που το συγκρότημα αποκτά την τελική του μορφή, όταν ανατέθηκαν στον αρχιτέκτονα Ερνέστο Τσίλλερ ο καλλωπισμός και η δημιουργία ενός ενιαίου ύφους για το σύνολο του συγκροτήματος.
Σε ολόκληρο το συγκρότημα δεσπόζει η στοά, που χαρακτηρίζεται από την εντυπωσιακή διάφανη στέγη της και την οκταγωνική πλατεία με τον θόλο στην οροφή, ακολουθώντας τα ευρωπαϊκά πρότυπα των galleries. Από τις αρχές του 20ού αιώνα και κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου, η Στοά Αρσακείου φιλοξενούσε εμπορικά καταστήματα, κυρίως με δερμάτινα είδη, καθώς και το ιστορικό κατάστημα σημαιών του Μικρασιάτη Ηλ. Κοκκώνη.
«Εκτός από τις στοές που δημιουργήθηκαν κατά τη συγκεκριμένη ιστορική περίοδο ανάπτυξης της Αθήνας, μεταπολεμικά, με την έκρηξη της οικοδομικής δραστηριότητας, οι στοές άρχισαν να πληθαίνουν, όχι ως αυτοτελή κτίσματα αλλά ως δομημένοι χώροι προς εκμετάλλευση στα ισόγεια των κτιρίων. Υπολογίζονται σε πάνω από 160 στο ιστορικό κέντρο και δημιουργούν μια αθέατη πόλη μέσα στην πόλη».
Επιπλέον, υπήρχε ένα μικρό κατάστημα που πουλούσε βιεννέζικα έπιπλα. Στον χώρο της εσωτερικής αυλής χτίστηκε το κινηματοθέατρο Ορφέας, ενώ μεταπολεμικά στο υπόγειο προς την οδό Σταδίου εγκαταστάθηκε το Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν. Το καφενείο Σιγάλα, που βρισκόταν στη στοά, ήταν γνωστό στέκι πολιτικών και δικηγόρων, συμβάλλοντας στην κοινωνική ζωή της πόλης. Η παρουσία του Θεάτρου Τέχνης Καρόλου Κουν ενίσχυσε τον πολιτιστικό χαρακτήρα της στοάς, καθιστώντας τη σημείο αναφοράς για την αθηναϊκή κοινωνία.

Η σύνδεσή της με το Αρσάκειο, έναν από τους κορυφαίους εκπαιδευτικούς οργανισμούς της χώρας, έδωσε στη στοά μια ιδιαίτερη πνευματική διάσταση. Για πολλές γενιές, υπήρξε σύμβολο της παιδείας και της καλλιέργειας, εκπροσωπώντας την αέναη αξία της γνώσης και της μόρφωσης στην καρδιά της πόλης. Για πολλούς, η στοά αντιπροσωπεύει τη νοσταλγία μιας εποχής που η Αθήνα είχε έναν ρυθμό πιο ανθρώπινο, πιο κοντά στη συλλογικότητα και τη ζωντάνια μιας αστικής εμπειρίας. Αναμφισβήτητα, αποτελεί ένα από τα πιο αντιπροσωπευτικά δείγματα της αθηναϊκής Μπελ Επόκ, μιας ιδιαίτερης παραλλαγής του νεοκλασικισμού.
Σήμερα, η Στοά Αρσακείου αναγεννάται, καθώς μεταμορφώνεται σε έναν πολυχώρο γαστρονομίας και πολιτισμού. Το νέο concept «ΣΤΟΑ» προτείνει μια δημιουργική και ατμοσφαιρική «συνεστίαση», έναν πολυχώρο με πρωτότυπα θεματικά εστιατόρια, καταστήματα brands μόδας, ένδυσης και αθλητικών ειδών, καθώς και χώρους πολιτιστικών δραστηριοτήτων όπως ο διαδραστικός χώρος του «Europa Experience in Athens» και φυσικά το Θέατρο Τέχνης Καρόλου Κουν. Θα ξαναλειτουργήσει το Polis Καφέ στο μεγάλο αίθριο του συγκροτήματος με ξεχωριστή είσοδο από την οδό Πεσμαζόγλου.
Το αρχιτεκτονικό γραφείο BETAPLAN έχει αναλάβει την αρχιτεκτονική μελέτη για τη διαρρύθμιση, ανακαίνιση και επαναλειτουργία των χώρων του Αρσακείου Μεγάρου. Στόχος τους είναι η ανάδειξη της ιστορικότητας του συγκροτήματος, και παράλληλα η δημιουργία μιας βιωματικής εμπειρίας για τον επισκέπτη. Η προσέγγισή τους επικεντρώνεται στη δημιουργία ενός ενιαίου πολυχώρου, όπου τα καταστήματα και οι υπόλοιποι χώροι επικοινωνούν μεταξύ τους, προσφέροντας μια συνολική εμπειρία και όχι αποσπασματικές εντυπώσεις.
Με αφορμή το εμβληματικό έργο, συνομιλούμε με τον Θωμά Αμαργιανό, επικεφαλής αρχιτέκτονα της BETAPLAN, γύρω από τέσσερις άξονες: το εμπορικό κέντρο της Αθήνας, τα κτίρια-τοπόσημα, την ίδια τη στοά και το κέντρο της πόλης στην εποχή της κλιματικής αλλαγής.

— Η οδός Σταδίου ήταν κάποτε ένας ακμάζων εμπορικός δρόμος. Πώς ήταν τότε και πώς είναι σήμερα;
Γεννήθηκα στο κέντρο της Αθήνας και έχω ζήσει την οδό Σταδίου στις μεγάλες δόξες της, όταν αποτελούσε την εμπορική καρδιά της Αθήνας. Θυμάμαι τις βόλτες με τη μητέρα μου στα πολυκαταστήματα που κοσμούσαν τη Σταδίου, τον Λαμπρόπουλο, τον Κατράντζο, το Athénée, την περιοχή των Χαυτείων, και θυμάμαι το μαγαζί του Κοκκώνη στη Στοά Αρσακείου, από όπου μου αγόρασαν την πρώτη μου μπάλα ποδοσφαίρου. Πιο ψηλά, δίπλα στην πλατεία Κλαυθμώνος, μεσουρανούσε το συγκρότημα Βούρου-Ευταξία με τα καταστήματά του και τους δύο ιστορικούς κινηματογράφους, Αττικόν και Απόλλων. Άλλα πολυκαταστήματα κάηκαν με τους εμπρησμούς του 1980, άλλα εγκαταλείφθηκαν, η στοά ερήμωσε και η χαριστική βολή δόθηκε με τους εμπρησμούς του 2012, όταν το ιστορικό συγκρότημα των δύο κινηματογράφων κάηκε ολοσχερώς. Δυστυχώς, η οδός Σταδίου είναι ο πιο εγκαταλελειμμένος μεγάλος δρόμος της Αθήνας. Η αναγέννηση της Στοάς Αρσακείου θα είναι μια ένεση ζωής για ολόκληρη την περιοχή.
— Στο παρελθόν έχετε προτείνει την πεζοδρόμηση της Σταδίου. Συνεχίζετε να πιστεύετε σε μια τέτοια λύση;
Την πρόταση αυτή την έχουν παρουσιάσει στο παρελθόν πολλοί έγκριτοι συνάδελφοι και εγώ συντάσσομαι με την άποψή τους. Πρόκειται για τη γνωστή διαμάχη μεταξύ αυτών που υποστηρίζουν την πεζοδρόμηση της Πανεπιστημίου και αυτών που υποστηρίζουν της Σταδίου. Η πεζοδρόμηση της Σταδίου έχει το πλεονέκτημα να εφάπτεται στο ιστορικό και εμπορικό τρίγωνο της Αθήνας και επιπλέον θα ενώνει την οδό Ερμού και το Σύνταγμα με την οδό Αιόλου. Η υλοποίηση αυτής της πρότασης θα έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία μιας τριγωνικής διαδρομής όπου θα συνυπάρχουν εμπόριο, τουρισμός, εστίαση και Ιστορία στην καρδιά της Αθήνας. Βέβαια, όπως γνωρίζετε, καμία πρόταση δεν έχει υλοποιηθεί έως σήμερα, λόγω έλλειψης κεντρικού πολεοδομικού σχεδιασμού.
— Η Σταδίου και η Πανεπιστημίου βρίθουν από κτίρια ιστορικής και συναισθηματικής σημασίας για τους ανθρώπους της πόλης, τα οποία καταρρέουν. Ενδεικτικά μόνο, το Μέγαρο Σλήμαν, τα Δικαστήρια Σανταρόζα, οι κινηματογράφοι Αττικόν και Απόλλων. Γιατί τέτοια εγκατάλειψη;
Η παρακμή του ιστορικού κέντρου της Αθήνας –με χαρακτηριστικό παράδειγμα την εγκατάλειψη αρκετών ιστορικών κτιρίων– είναι αποτέλεσμα πολλών παραγόντων, κυρίως όμως οφείλεται στην οικονομική κατάρρευση της χώρας κατά την εποχή των μνημονίων. Ειδικά η οδός Σταδίου παρουσιάζει εικόνα απόλυτης παρακμής, με κτίρια υπό κατάρρευση, πεζοδρόμια κατεστραμμένα και με την κεντρική της πλατεία, την Κλαυθμώνος, εγκαταλελειμμένη.
Όμως φαίνεται πως ο κύκλος της πτώσης για την οδό Σταδίου και τις παρακείμενες οδούς του ιστορικού κέντρου έχει ολοκληρωθεί. Το τέλος των μνημονίων έφερε ένα ορμητικό κύμα real estate και επενδύσεων από ιδιώτες, που σιγά-σιγά συμπαρασύρει τον δημόσιο τομέα να αναλάβει πρωτοβουλίες για την αναβάθμιση της περιοχής και των ιστορικών κτιρίων, ενώ η διαρκής αύξηση του τουρισμού της πρωτεύουσας δημιουργεί νέα κίνητρα ανάπτυξης.
Εκτός από το συγκρότημα του Αρσακείου, θα συντηρηθούν και θα επαναλειτουργήσουν πολλά ιστορικά κτίρια με παρόμοιες ή άλλες χρήσεις, οι οποίες όμως θα σέβονται την ιστορική μορφή των κτιρίων, όπως το Μέγαρο Σλήμαν-Μελά που θα μετατραπεί σε ξενοδοχείο, το παλιό τυπογραφείο (Δικαστικό Μέγαρο) της οδού Σανταρόζα που θα γίνει εκθεσιακός χώρος, η οικία του Αλεξάνδρου Σούτσου που θα μετατραπεί σε Μουσείο Θεάτρου και αρκετά νεοκλασικά κτίρια ιδιοκτησίας του ΕΦΚΑ που προορίζονται για ξενοδοχεία.
Ειδικά για το συγκρότημα Βούρου-Ευταξία, που φιλοξενεί τους δύο κινηματογράφους, Αττικόν και Απόλλων, διαφαίνονται κάποια σημάδια οριστικής λύσης στη διαμάχη μεταξύ του Μουσείου της Πόλης των Αθηνών και των ιδρυμάτων Βούρου-Ευταξία και Σταματίου Δεκόζη Βούρου, η οποία καθυστερούσε την ανάπτυξη και επαναλειτουργία του κατεστραμμένου τμήματος του συγκροτήματος.

— Ποιες προκλήσεις συναντήσατε στη Στοά Αρσακείου;
Η βασικότερη πρόκληση ήταν ότι έπρεπε να ισορροπήσουμε μεταξύ νέου προγράμματος χρήσεων και διατήρησης της ιστορικότητας του συγκροτήματος. Συνήθως, στα ιστορικά κτίρια τόσο μεγάλης σημασίας όπως το συγκρότημα Αρσακείου, οι επιτρεπόμενες χρήσεις είναι προαποφασισμένες από τον φορέα του έργου – εν προκειμένω, από το υπουργείο Πολιτισμού. Έπρεπε λοιπόν από κοινού με τους επενδυτές να αποφασίσουμε ποιες από τις επιτρεπόμενες χρήσεις θα φιλοξενούσε το καινούργιο πρόγραμμα και αντίστοιχα τη χωροθέτησή τους. Η διαδικασία αυτή διήρκεσε αρκετούς μήνες, γιατί είχε να κάνει κυρίως με τις εμπορικές συμφωνίες μεταξύ των επενδυτών και των υποψήφιων ενοικιαστών.
— Ποιο είναι το σχέδιο για τη στοά;
Το πρόγραμμα προβλέπει τη μετατροπή των εγκαταλελειμμένων χώρων του συγκροτήματος –συνολικού εμβαδού 13.000 τ.μ.– σε έναν πολυχώρο εστίασης, εμπορικών καταστημάτων και πολιτιστικών εγκαταστάσεων, με κεντρικό άξονα τη στοά, που θα αποτελέσει το κύριο χαρακτηριστικό του νέου και πρωτοποριακού για την Ελλάδα πολυχώρου. Η στοά θα ζωντανέψει και θα αποκτήσει την αίγλη που της αξίζει ως μίας από τις ελάχιστες με διαφανή θολοσκεπή που έχουμε στον ελληνικό χώρο, σε αντίθεση με άλλες ιστορικές πόλεις της Ευρώπης, στις οποίες αποτελεί έναν συνήθη αρχιτεκτονικό τύπο για την ανάπτυξη εμπορικών και άλλων δραστηριοτήτων.
Συνολικά θα δημιουργηθούν 22 καταστήματα εστίασης και εμπορίου, λειτουργικής επιφάνειας 300-1.000 τ.μ., και υποστηρικτικοί χώροι για τη λειτουργία των καταστημάτων και των κοινόχρηστων χώρων. Επιπλέον, στο συγκρότημα θα λειτουργήσουν οι χώροι πολιτισμού του διαδραστικού μουσείου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου «Europa Experience» και το Θέατρο Τέχνης Καρόλου Κουν.

— Πόσο εύκολη είναι η υλοποίηση του έργου σε ένα διατηρητέο κτίριο;
Καταρχάς, είχαμε να αντιμετωπίσουμε στατικές επεμβάσεις, λόγω της χωροθέτησης των νέων χρήσεων στο σύνολο των χώρων ενός κτιρίου 170 ετών, κατασκευασμένου από λιθοδομή. Επιπλέον, πάνω από όλους τους χώρους του συγκροτήματος βρίσκονται οι δύο όροφοι του Συμβουλίου της Επικρατείας, στους οποίους οι επεμβάσεις θα έπρεπε να είναι εξαιρετικά περιορισμένες. Οι νέες απαιτήσεις για τον κλιματισμό της στοάς και των υπόλοιπων χώρων του συγκροτήματος συνεπάγονταν χώρους για την τοποθέτηση των ηλεκτρομηχανολογικών μηχανημάτων, χωρίς φυσικά να συζητείται ουδεμία παρέμβαση στις όψεις και τους υπαίθριους χώρους του μνημείου. Έπρεπε να ανακατασκευαστούν οι υπόγειοι χώροι του συγκροτήματος στο σύνολό τους ώστε να επικοινωνούν μεταξύ τους, και να στεγανωθούν από την υγρασία ώστε να μπορούν να φιλοξενήσουν τους νέους βοηθητικούς χώρους.
Έπρεπε να ενισχυθεί στο σύνολό της η πλάκα του αιθρίου, ώστε να μπορεί να φιλοξενεί υπαίθριες εκδηλώσεις συγκέντρωσης κοινού. Το πιο σύνθετο και πιο επίπονο αντικείμενο αφορούσε αναμφισβήτητα τη συντήρηση των όψεων του συγκροτήματος συνολικά, συμπεριλαμβανομένων των ορόφων του Συμβουλίου της Επικρατείας. Έπρεπε, εκτός των εργασιών συντήρησης, να αναγνωριστούν οι παρεμβάσεις που είχαν κάνει οι χρήστες του κτιρίου καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του, να αφαιρεθούν και να αποκατασταθούν τα τμήματα της όψης στην αρχική τους μορφή. Έγινε λεπτομερέστατη ιστορική έρευνα, με τη βοήθεια εξειδικευμένου συντηρητή, και ακολούθησε η σύνταξη λεπτομερών σχεδίων Παθολογίας και Συντήρησης.
Εκτός βέβαια από τα παραπάνω προβλήματα, είχαμε να επιλύσουμε και τη χωροθέτηση των διαφορετικών λειτουργιών της νέας χρήσης μέσα στους υφιστάμενους χώρους και να διαμορφώσουμε τις κοινόχρηστες περιοχές σύμφωνα με τις απαιτήσεις των νέων εμπορικών συμφωνιών με τους ενοικιαστές των καταστημάτων.
— Η στοά θα κλιματίζεται. Προβάλλει εδώ ένα νέο lifestyle στην εποχή της κλιματικής κρίσης και του παρατεταμένου, μάλλον αφόρητου, αστικού καλοκαιριού;
Η στοά ως αρχιτεκτονικός τύπος εξελίχθηκε από την αρχαιότητα, όταν αποτελούσε μια προφυλαγμένη διαδρομή μπροστά από ένα κτίριο ή από κτίρια σε επαφή που φιλοξενούσαν κυρίως εμπορικές δραστηριότητες, σε μια δημόσια ή ημιδημόσια διαδρομή που διαπερνά ισόγεια κτίρια προκειμένου να προσφέρει μια προστατευμένη εναλλακτική στην κυκλοφορία των πεζών. Είναι στοές που ανήκουν ταυτόχρονα και στην πόλη και στο κτίριο.
Συναντάμε πάρα πολλές τέτοιες στοές στις ιστορικές πόλεις της Ευρώπης και στα ιστορικά κτίρια της Αθήνας που χτίστηκαν κατά την περίοδο της αθηναϊκής Μπελ Επόκ (1875-1914). Αντιπροσωπευτικότερα δείγματα αποτελούν η Στοά Αρσακείου, η Στοά Νικολούδη και λίγο αργότερα η Στοά Σπυρομήλιου.
Οι στοές της περιόδου αυτής δημιουργήθηκαν διότι προσέφεραν προστατευμένες διαδρομές από τη σκόνη και τη ζέστη που χαρακτήριζαν τους δημόσιους δρόμους της πρωτεύουσας, και εξελίχθηκαν σε πιάτσες διαφορετικών δραστηριοτήτων που περιλάμβαναν εμπορικά καταστήματα, εστιατόρια, καφενεία και κέντρα ψυχαγωγίας.
Στην περίπτωση της Στοάς Αρσακείου, η επαναλειτουργία της θα προσφέρει επιπλέον και ελεγχόμενο κλιματισμό. Δεν ξέρω αν θα δημιουργήσει ένα νέο είδος lifestyle και shopping experience η ανάπτυξη κλιματιζόμενων στοών, σίγουρα όμως θα αποτελεί μια προστατευμένη όαση στάσης και κυκλοφορίας καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου.

— Η Στοά Αρσακείου είναι πράγματι μοναδική αρχιτεκτονικά. Ωστόσο, υπάρχουν πολυάριθμες στοές οι οποίες, σαν φλέβες, διατρέχουν το σώμα της Αθήνας και καταλήγουν στην καρδιά της, τη Σταδίου. Μπορείτε να φανταστείτε αυτές τις στοές να λειτουργούν στρατηγικά σε έναν νέο «χάρτη» περιδιάβασης της πόλης;
Εκτός από τις στοές που δημιουργήθηκαν κατά τη συγκεκριμένη ιστορική περίοδο ανάπτυξης της Αθήνας, μεταπολεμικά, με την έκρηξη της οικοδομικής δραστηριότητας, οι στοές άρχισαν να πληθαίνουν, όχι ως αυτοτελή κτίσματα αλλά ως δομημένοι χώροι προς εκμετάλλευση στα ισόγεια των κτιρίων. Υπολογίζονται σε πάνω από 160 στο ιστορικό κέντρο και δημιουργούν μια αθέατη πόλη μέσα στην πόλη. Βεβαίως, δεν αποτελούν όλες δείγματα υψηλής αρχιτεκτονικής, κυρίως γιατί δημιουργήθηκαν ως συνδετήριοι άξονες μεταξύ δύο κύριων οδών, με προσανατολισμό την εμπορική εκμετάλλευση με καταστήματα λιανεμπορίου. Δυστυχώς οι στοές αυτές έπεσαν θύματα της οικονομικής κρίσης, όπως και το υπόλοιπο εμπορικό κέντρο, και ο περίπατος σε όσες έχουν απομείνει είναι ένα ταξίδι στο παρελθόν, σε μια εποχή που έφυγε ανεπιστρεπτί.
Δεν μπορώ εύκολα να φανταστώ την αναγέννηση ολόκληρου αυτού του δικτύου των στοών – που άλλωστε εξυπηρετούσε και άλλες ανάγκες και συνήθειες των κατοίκων. Να μην ξεχνάμε ότι η αναγέννηση των στοών είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την αναγέννηση των κτιρίων που τις φιλοξενούν. Τα κτίρια και οι στοές είναι η ταυτότητα και η Ιστορία αυτής της περιοχής της πόλης και θέλω να πιστεύω ότι θα διατηρηθούν στον μεγαλύτερό τους βαθμό όχι μόνο τα ιστορικά και τα διατηρητέα αλλά και τα νεότερα, τα οποία αποτελούν και τον κορμό του ιστορικού κέντρου. Όλο και περισσότερο διαβάζω και ακούω για τις αναπλάσεις παρόμοιων περιοχών σε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και είμαι αισιόδοξος ότι η πολιτεία αλλά και εμείς ως ιδιώτες έχουμε κατανοήσει ότι, εάν χαθεί το κέντρο της Αθήνας, θα χαθεί η ίδια η ταυτότητα της πόλης.

— Επιστρέφοντας στη Στοά Αρσακείου, πώς προσδοκάτε να λειτουργήσει, αφενός για τους πολίτες των Αθηνών, αφετέρου για τους τουρίστες;
Η προσδοκία μου είναι να επαναλειτουργήσει, μέσω της στοάς και του πολυχώρου, ένα κομμάτι της Σταδίου και της Πανεπιστημίου, να αποτελέσει προορισμό για τους πολίτες της Αθήνας και να προκαλέσει την ανάπτυξη της ευρύτερης περιοχής. Η προσέλευση των τουριστών αποτελεί πάντοτε συνεπακόλουθο της ανάπτυξης και της συγκέντρωσης των πολιτών σε μια περιοχή. Δεν έχω δει ποτέ τουριστική κίνηση σε εγκαταλελειμμένες περιοχές.

— Τα κτίρια τα κάνουν και οι χρήσεις. Προσωπικά, με απωθεί η εμπειρία που αποκομίζει κανείς περνώντας έξω από το night club που κάποτε ήταν το Zonar’s. Αν το συνδέσουμε με το κλείσιμο ιστορικών κινηματογράφων, μπορούμε να πούμε ότι η πνευματική πλευρά της πόλης πνέει τα λοίσθια. Σας προβληματίζουν οι νέες χρήσεις στο κέντρο της Αθήνας;
Πολύ. Ιδιαίτερα η μεταμόρφωση του ιστορικού κέντρου σε τουριστικό hub είναι μια πραγματικότητα που συντελείται τα τελευταία χρόνια και η πολιτεία είναι ανίκανη να την αποτρέψει. Είναι ένας φαύλος κύκλος, γιατί η ανάπτυξη του τουρισμού δημιουργεί ευκαιρίες στους επενδυτές για κέρδος, με αποτέλεσμα να αναζητούν με τη σειρά τους εγκαταλελειμμένα ιστορικά και νεότερα κτίρια προς εκμετάλλευση, προκειμένου να τα μετατρέψουν σε ξενοδοχεία. Εάν διαβάσετε, θα δείτε ότι αυτήν τη στιγμή τα περισσότερα από τα κτίρια της Σταδίου θα μετατραπούν σε ξενοδοχεία, αγορασμένα ή ενοικιασμένα από επενδυτές. Με δεδομένη όμως την οικονομική αδυναμία του κράτους να κινηθεί ως επενδυτής, η μόνη ελπίδα είναι να θεσμοθετούνται από τους αρμόδιους δημόσιους φορείς στους οποίους ανήκουν τα εγκαταλελειμμένα κτίρια ειδικοί όροι ανάπτυξης και χρήσεις, όπως έχει γίνει στην περίπτωση της Στοάς Αρσακείου, ώστε να μην έχουμε μονοσήμαντη ανάπτυξη ξενοδοχείων.
— Ωστόσο τα κτίρια –όσα συντηρούνται– παραμένουν και συνδέουν την πόλη με την Ιστορία, τα συμβάντα και τους θρύλους της. Πώς πιστεύετε ότι λειτουργεί ένα κτίριο ως φορέας μνήμης και, ως τέτοιο, έχει τη δύναμη να διαμορφώσει μελλοντικές αποφάσεις;
Αναμφισβήτητα, τα κτίρια που συντηρούνται κουβαλάνε μαζί τους μνήμες του παρελθόντος και διαμορφώνουν την ιστορική φυσιογνωμία της πόλης. Είναι αδιανόητο η Αθήνα να χάσει τη νεότερη ιστορική της φυσιογνωμία και να παραμείνει μια άμορφη τσιμεντούπολη με την Ακρόπολη και την Αρχαία Αγορά. Η επαναλειτουργία του συγκροτήματος του Αρσακείου έχει τη δυναμική να λειτουργήσει ως καταλύτης για την αναγέννηση της ευρύτερης περιοχής της Σταδίου και της Πανεπιστημίου, και θέλω να πιστεύω ότι σειρά θα έχουν η περιοχή της Ομόνοιας και το «Μικρό Παρίσι» (Σατωβριάνδου, Βερανζέρου, Φαβιέρου, Β. Ουγκώ, Μάρνης), όπου επίσης έχουμε εγκαταλελειμμένα ιστορικά κτίρια και υποβαθμισμένους δημόσιους χώρους.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.