ΣΥΡΙΑ

TO BLOG ΤΟΥ M.HULOT
Facebook Twitter

«Κούνα, μπέμπη, τον κεφτέ σου...»: Υπήρχε queer πλευρά στο ρεμπέτικο τραγούδι;

«Κούνα, μπέμπη, τον κεφτέ σου...»: Υπήρχε queer πλευρά στο ρεμπέτικο τραγούδι;

Ο Michael Alexandratos, συγγραφέας του βιβλίου «Queerbetika»,  ασχολείται με μια άγνωστη και παραμελημένη πλευρά του ρεμπέτικου.

Υπήρχαν όντως queer ρεμπέτικα; Facebook Twitter
Ενθύμιον Νέων Φυλακών 12-4-1936. Φαίνονται καθαρά ο λαϊκός συνθέτης Χρήστος Μίγκος και, πίσω του, ο περιλάλητος Μητσιάς της Θεσσαλονίκης.

Όταν πέσει στα χέρια σου το βιβλίο του Michael Alexandratos «Queerbetika», μια ενδιαφέρουσα μελέτη για τα σεξουαλικά ζητήματα που αναδύονται μέσα από το ρεμπέτικο, το πιο πιθανό είναι να τον φανταστείς ως έναν ερευνητή μεγάλης ηλικίας που αποφάσισε να αναζητήσει στοιχεία για το queerness και την ομοφυλοφιλία στο ρεμπέτικο τραγούδι. Ο Michael Alexandratos είναι γεννημένος το 1997, είναι μεταπτυχιακός φοιτητής στο πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ της Αυστραλίας και οι ιδιότητές του είναι «συγγραφέας, ερευνητής και εκδότης». «Queerbetika» είναι ένας όρος που χρησιμοποιεί για να περιγράψει την queer πλευρά των ρεμπέτικων και στο βιβλίο του «εξερευνά τους εκφραστές τους, τα μέρη που τραγουδούσαν, τους ομοφυλόφιλους εκπρόσωπούς του και τους στίχους των τραγουδιών». Είναι η πρώτη μελέτη και ανθολογία, είτε στα ελληνικά είτε στα αγγλικά, που διερευνά ένα τόσο σημαντικό αλλά παραμελημένο θέμα στον τομέα της ρεμπετολογίας.

Ο Michael Alexandratos διατηρεί ένα ερευνητικό ιστολόγιο αφιερωμένο στη μουσική και την ηχογραφημένη του έρευνα, με τίτλο Amnesiac Archive, και έχει δημιουργήσει πολυάριθμες συλλογές άλμπουμ με ηχογραφήσεις 78 στροφών από την ηχογραφημένη ιστορία του ήχου της Αυστραλίας (1926-1957). Στον εκδοτικό οίκο που έχει ιδρύσει, εκτός από τα «Queerbetika», έχει κυκλοφορήσει βιβλία όπως τα «Harsh out of Tenderness – The Greek poet and urban folklorist Elias Petropoulos» του John Taylor, το βιβλίο αστικών χρονικών από την Κωνσταντινούπολη του 19ου αιώνα του Πάνου Ν. Τζελεπή με τίτλο «In the time of the Sultans – Urban Chronicles from 19th century Istanbul» και μια συγκεντρωτική έκδοση των ποιημάτων του Ηλία Πετρόπουλου, σε μετάφραση και γενική επιμέλεια του John Taylor, με τον τίτλο «Elias Petropoulos – Mirror for you – Collected Poems (1967-1999)».

Στους στίχους των ρεμπέτικων υπάρχουν περισσότερες αναφορές σε queer γυναίκες από ό,τι σε άντρες. Το ερμηνεύω ως μια πιο ανεκτική στάση απέναντι στις γυναίκες που έλκονταν από το ίδιο φύλο ή που υιοθέτησαν ανδρικούς τρόπους συμπεριφοράς και εμφάνισης.

«Γεννήθηκα στο Σίδνεϊ, στην Αυστραλία, και είναι η πόλη που μεγάλωσα και ζω όλα μου τα χρόνια», λέει. «Και οι δύο γονείς μου γεννήθηκαν στην Αυστραλία, αλλά οι παππούδες μου ήταν μετανάστες από την Ελλάδα. Πήγα σε ιδιωτικό ελληνορθόδοξο σχολείο μέχρι τα 13, όπου έμαθα τη γλώσσα, αλλά δεν συμπαθούσα την ελληνομάθεια. Παρότι οι γονείς μου δεν είχαν ποτέ σχέση με τα καλλιτεχνικά, πάντα στήριζαν τα ενδιαφέροντά μου, κάτι για το οποίο είμαι ευγνώμων. Έπρεπε να σταματήσω το ελληνικό σχολείο για να αρχίσει να με ενδιαφέρει η ελληνική μουσική, και αργότερα η λογοτεχνία».

— Ποια ήταν η πρώτη σου επαφή με την ελληνική μουσική και τα ρεμπέτικα; Τι ήταν αυτό που τα έκανε ενδιαφέροντα για σένα;
Ως παιδί, ο παππούς μου με πήγαινε σε μουσικές εκδηλώσεις που γίνονταν για τους Έλληνες μετανάστες του Σίδνεϊ. Επίσης, πάντα έπαιζε ελληνική μουσική στις οικογενειακές συγκεντρώσεις. Ωστόσο, έπρεπε να φτάσω στα πρώτα χρόνια της εφηβείας μου για να αρχίσουν να με ενδιαφέρουν οι παλιές ηχογραφήσεις του ρεμπέτικου που έβρισκα στο ίντερνετ. Αυτό που με γοήτευσε στην αρχή με το ρεμπέτικο ήταν οι όμορφες μελωδίες και έπειτα οι στίχοι, που για μένα αντιπροσώπευαν πράγματα που είχαν εξαφανιστεί εδώ και πολύ καιρό. Το σύμπαν του ρεμπέτικου είχε ελάχιστες ομοιότητες με το περιβάλλον στο οποίο μεγάλωσα.  

— Πες μου για τον όρο «queerbetika». Είναι ένας νεολογισμός που έχεις επινοήσει, πώς συνδέεται με το ρεμπέτικο;
Ο νεολογισμός «queerbetika» είναι κάτι που επινόησα με συγκεκριμένη πρόθεση να βάλω στην κουβέντα την ιδέα ότι ο διάλογος για το queer και τη σεξουαλικότητα στο ρεμπέτικο μπορεί να είναι σοβαρός. Δεν περιμένω να τον χρησιμοποιήσουν άλλοι άνθρωποι ή ακόμη και να συμφωνήσουν με τον όρο που εγώ χρησιμοποιώ. Είναι απλώς ένα σημείο για να ξεκινήσει περαιτέρω έρευνα και παρέμβαση. Ο Νέγρος του Μοριά, για παράδειγμα, μπορεί να συνδυάζει τραπ με ρεμπέτικο και να το ονομάζει «τραπμπέτικο» με ελάχιστες αντιδράσεις. Νομίζω ότι έχω κι εγώ το ίδιο δικαίωμα. 

Υπήρχαν όντως queer ρεμπέτικα; Facebook Twitter
Ο Γιάννης Παπαϊωάννου ντυμένος με γυναικεία ρούχα στην Κοκκινιά τις Απόκριες, δεκαετία του ’60. © Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, αρχεία Ηλία Πετρόπουλου.
Υπήρχαν όντως queer ρεμπέτικα; Facebook Twitter
Ο Νούρος με Τούρκο φαντάρο της αεροπορίας στην Κωνσταντινούπολη, αρχές της δεκαετίας του '50. © Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, αρχεία Ηλία Πετρόπουλου.

— Πόσο δύσκολο είναι να ερευνήσεις έναν χώρο που είναι τόσο «κλειστός» και συντηρητικός, αναζητώντας στοιχεία που είναι κόντρα στην εικόνα του ρεμπέτη – αυτή που έχει ο περισσότερος κόσμος; Τι είδους έρευνα έκανες;
Ήμουν πολύ αφελής όταν άρχισα την έρευνά μου σε αυτό το θέμα. Πίστευα ότι στον κόσμο του ρεμπέτικου, ο οποίος είχε μια σύνδεση με απόκληρους της κοινωνίας κάθε είδους, οι ρεμπετολόγοι δεν θα ήταν συντηρητικοί. Το θέμα της queer σεξουαλικότητας στο ρεμπέτικο είχε εντελώς αγνοηθεί. Έχουμε βιβλία που ασχολούνται με το φύλο και τον ρόλο των γυναικών στο ρεμπέτικο, αλλά κανείς δεν έχει μιλήσει με λεπτομέρειες για τη σεξουαλικότητα.

Η έρευνά μου μέχρι τώρα έχει βασιστεί σε δημοσιευμένη λογοτεχνία και σε αρχειακές πηγές, οι οποίες περιλαμβάνουν φωτογραφίες, ηχογραφήσεις, στίχους, λεξικά της αργκό, λογοτεχνικά έργα, βιογραφίες και αυτοβιογραφίες.

Δεν έχω ακόμη αποπειραθεί να κάνω ενδελεχή κριτική ανάλυση αυτού του υλικού. Η εργασία του Daniel Koglin σε γενικές γραμμές περιγράφει τα μεθοδολογικά ζητήματα που εμπλέκονται στην έρευνα του ρεμπέτικου και είναι απαραίτητη μια βαθύτερη ενασχόληση με την queer θεωρία. Ωστόσο, έχω ήδη βασιστεί σε πηγές από μια πληθώρα ακαδημαϊκών, όπως η Gail Holst, και άλλων μελετητών της σεξουαλικότητας στην Ελλάδα, καθώς επίσης και στα γραπτά του Ηλία Πετρόπουλου. Στους ρεμπετολόγους αρέσει να κακολογούν τον Πετρόπουλο, αλλά αρνούνται να παραδεχτούν ότι οι ερευνητές της γενιάς του ήταν το ίδιο ακατάστατοι στις μεθόδους και στις προσεγγίσεις τους. Στην πραγματικότητα μόνο ο Πετρόπουλος ήταν αρκετά γενναίος ώστε να υπαινιχθεί το ταμπού θέμα της σεξουαλικότητας στο ρεμπέτικο και η περιγραφή του θρυλικού «πουστόμαγκα» είναι η μόνη σημαντική πηγή για αυτήν τη φιγούρα, ένα θέμα που κατά τα άλλα καλύπτεται από σκοτάδι.

Το γεγονός ότι υπήρχε ένας τύπος μάγκα ή ρεμπέτη που δεν ήταν αποκλειστικά ετεροφυλόφιλος είναι κάτι που οι άνθρωποι βρίσκουν δυσάρεστο. Μέρος αυτού έχει να κάνει με το πώς το ρεμπέτικο και ο κύριος πρωταγωνιστής του είδους, ο αρχετυπικός ρεμπέτης, έχει εθνικοποιηθεί και εξωραϊστεί για να συμμορφωθεί με τα κανονιστικά ιδανικά της αρρενωπότητας, της σεξουαλικότητας και του στοιχείου της οικογένειας. Είναι ακριβώς αυτή η εικόνα που θέλω να διαταράξω με τη δουλειά μου.

— Όταν πρόκειται για ανθρώπους που θεωρούνται θρύλοι, η σεξουαλική συμπεριφορά τους είναι ταμπού. Μέχρι πρόσφατα κανείς δεν αναφερόταν σε οτιδήποτε ήταν διαφορετικό. Βρήκες συγγενείς ή ανθρώπους που γνώριζαν τους ρεμπέτες οι οποίοι δέχτηκαν να μιλήσουν;
Εκτός από την έρευνά μου για τον τραγουδιστή Κώστα Νούρο, είναι πολύ δύσκολο να βρεθεί άλλη πληροφορία για τη σεξουαλικότητα των εκπροσώπων του ρεμπέτικου.

Όλες οι φήμες και οι εικασίες που έχω συλλέξει για αυτούς τους εκπροσώπους βρίσκονται στο βιβλίο μου. Πιο πρόσφατα, ο καθηγητής Βρασίδας Καραλής διέδωσε τις φήμες που άκουσε απευθείας από τον Μιχάλη Γενίτσαρη, ο οποίος έλεγε ότι ο Ανέστης Δελιάς ήταν «πουστάκι» και ότι «τον ψιλόπαιρνε». Ο Δελιάς περιγράφεται επίσης σε άλλη πηγή ως «παιδί κορίτσι».

Ένα πρόσωπο που θα ήξερε πολύ περισσότερα από μένα θα ήταν η Ανθή Γουρουνδή, η οποία αναφέρεται σε άρθρο για μια θεατρική παραγωγή που φτιάχτηκε για τον Νούρο ως εξής: «Γιατί, όπως λέει και η Πειραιώτισσα Ανθή Γουρουντή, η οποία είχε την ιδέα για την παράσταση, πολλοί στον χώρο του ρεμπέτικου ήταν επίσης ομοφυλόφιλοι, αλλά το έκρυβαν όλη τους τη ζωή, ενώ αυτός [ο Νούρος] διεκδίκησε ανοιχτά την ευτυχία του».

Νομίζω ότι έχει περάσει αρκετός καιρός από τη χρυσή εποχή του ρεμπέτικου για να βγουν στην επιφάνεια περισσότερες τέτοιες ιστορίες.

— Ποια ήταν η αντίδραση των ανθρώπων που προσέγγισες για να μιλήσουν ή να σε βοηθήσουν στην έρευνά σου; Σου έδωσαν χρήσιμα στοιχεία;
Είχα μερικές δυσάρεστες συναντήσεις με ρεμπετολόγους, για τους οποίους έχω ήδη γράψει. Ένας εξέχων ρεμπετόλογος μου είπε ότι το θέμα της ομοφυλοφιλίας στο ρεμπέτικο «δεν υπάρχει» και άλλοι έχουν απορρίψει τη δουλειά μου ως μια συλλογή «τετριμμένων» λεπτομερειών που δεν έχουν σχέση με σοβαρή μελέτη του είδους. Ωστόσο, πρέπει να ομολογήσω ότι με έχουν στηρίξει και άλλα άτομα, που ήταν γενναιόδωρα και εξυπηρετικά. Η Αμερικανίδα ακαδημαϊκός Kathleen Dixon, η οποία γράφει μια βιογραφία για τη Σωτηρία Μπέλλου, ήταν πολύ υποστηρικτική. Υπάρχουν επίσης άνθρωποι από την queer κοινότητα στην Ελλάδα που μου έχουν κάνει θετικά και ενθαρρυντικά σχόλια.

Υπήρχαν όντως queer ρεμπέτικα; Facebook Twitter
Ο Μάνος Χατζιδάκις και ο Βασίλης Τσιτσάνης γύρω στο 1960. © Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, αρχεία Ηλία Πετρόπουλου.
Υπήρχαν όντως queer ρεμπέτικα; Facebook Twitter
Χειρόγραφο με τους στίχους για το «Όγδοον θαύμα», δεκαετία του ’30. © Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, αρχεία Ηλία Πετρόπουλου.

— Είναι εντυπωσιακό το πόσο έχει σβηστεί ή αγνοηθεί οτιδήποτε πάει κόντρα σε αυτή την εικόνα, του αρσενικού straight άντρα, ή της straight γυναίκας, με όλα τα στερεότυπα του φύλου. Έχεις βρει στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι υπήρξαν ρεμπέτες με διαφορετική συμπεριφορά; Άντρες και γυναίκες.
Στην προπολεμική περίοδο του ρεμπέτικου μπορούμε να χαρακτηρίσουμε μόνο τον Κώστα Νούρο ως «queer» ή «γκέι». Ανέφερα το ανέκδοτο για τον Δελιά, αλλά κατά τα άλλα οι πηγές είναι ασαφείς. Στη μεταπολεμική περίοδο υπάρχει η Σωτηρία Μπέλλου, η οποία, αν και δεν έκανε ποτέ coming out ως λεσβία, έχει την πιο εμφανώς «queer» εικόνα που θα μπορούσε κανείς να έχει στο ρεμπέτικο. Αυτοί οι δύο εκπρόσωποι είναι στοιχειώδεις για την έρευνά μου, αλλά δεν πιστεύω ότι ήταν οι μόνοι με διαφορετικό σεξουαλικό προσανατολισμό.

Όσο για τον κόσμο του ρεμπέτη και του μάγκα, έχουμε το πιο αξιοσημείωτο παράδειγμα, του «πουστόμαγκα». Ένας συναφής όρος που κατέγραψε ο Γιάννης Ζαϊμάκης είναι ο «κωλόμαγκας», τον οποίο χαρακτηρίζει ένα είδος ψευτομαγκιάς. Υπήρχαν επίσης οι «ψυχοπαπάδες», που ήταν γκέι προαγωγοί, οι οποίοι αναφέρονται στη σειρά χρονογραφημάτων «Ο Τζογές της Βραδυνής» (1926-1930), στο «Τουμπεκί» του Πέτρου Πικρού (1927) και στο ρεμπέτικο γλωσσάρι του Πετρόπουλου του 1968. Η Gail Holst γράφει στο βιβλίο της «Road to Rembetika» ότι ανάμεσα στις αντικρουόμενες πληροφορίες που έλαβε για τους ρεμπέτες, κάποιος της είπε ότι «ο αληθινός ρεμπέτης πρέπει να είναι αμφιφυλόφιλος».

Με περαιτέρω αρχειακή έρευνα σε εφημερίδες, περιοδικά και λογοτεχνία από τα τέλη του 19ου έως τα μέσα του 20ού αιώνα, είμαι σίγουρος ότι θα υπάρξουν και άλλες αναφορές στη γυναικεία και ανδρική ομοφυλοφιλία που συνδέονται με τον κόσμο του ρεμπέτικου.

— Έχεις εντοπίσει στους στίχους των ρεμπέτικων γκέι ή queer αναφορές;
Στους στίχους των ρεμπέτικων υπάρχουν περισσότερες αναφορές σε queer γυναίκες από ό,τι σε άντρες. Το ερμηνεύω ως μια πιο ανεκτική στάση απέναντι στις γυναίκες που έλκονταν από το ίδιο φύλο ή που υιοθέτησαν ανδρικούς τρόπους συμπεριφοράς και εμφάνισης. Ωστόσο, το να στηρίζεσαι μόνο στους στίχους δεν αρκεί για να φτιάξεις μια ξεκάθαρη εικόνα της κοινωνικής πραγματικότητας. 

ρεμπετικα
Ετικέτα στον δίσκο 78 στροφών του Κωστή Μπέζου για το «Τουμπελέκι τουμπελέκι», Orthophonic S-613. 

Υπάρχουν ελάχιστα ηχογραφημένα ρεμπέτικα τραγούδια τα οποία περιέχουν λέξεις που αναφέρονται σε άνδρες ομοφυλόφιλους, αλλά εμφανίζονται στους στίχους ως περιθωριακές φιγούρες. Αυτές περιλαμβάνουν τις ηχογραφήσεις: «Τουμπελέκι, τουμπελέκι» (1931) με τη λέξη «τοιούτος», «Ο Ρεμπέτης» (1934) με το «ντίγκι-ντανγκ» και το νούμερο της επιθεώρησης «Το λεξικό του μάγκα» (1930) που χρησιμοποιεί τις λέξεις «μαρίκες» και «ντίγκι-ντανγκ».

Η χρήση του «τοιούτος» στο «Τουμπελέκι, τουμπελέκι» περιγράφεται από τον ερευνητή Tony Klein ως αδιαμφισβήτητη απόδειξη ενός «κρυφού γκέι κόσμου». Αξίζει να σημειωθεί και το τραγούδι «Οι Ντιντήδες» (1950) με τους στίχους «Να μου λείπουν οι ντιντήδες οι μοντέρνοι/θέλω ο άντρας ν' αγαπάει και να δέρνει».

Έχουμε τρία τραγούδια με σαφείς αναφορές στη γυναικεία ομοφυλοφιλία. Πρόκειται για τα τραγούδια «Αν ήμουν άνδρας» (1933) και «Γίνομαι άνδρας» (1933), καθώς και ένα μη ηχογραφημένο τραγούδι του οποίου το χειρόγραφο με τους στίχους της δεκαετίας του 1930 φυλάσσεται στα αρχεία του Ηλία Πετρόπουλου που αφορούν τα ρεμπέτικα. Έχει τίτλο «Το όγδοον θαύμα» και περιλαμβάνει τους παρακάτω στίχους:

«Μα και φόρεσα κι εγώ τα ανδρικά
και καπνίζω Παπαστράτου των επτά,
απ’ τους άντρες δε το βρίσκω τι διαφέρω
και γυναίκα να ’μαι πια να υποφέρω.
Θα γλεντώ από το βράδι ως το πρωί,
στις ταβέρνες θα ’μαι πάντα φαβορί·
κάθε μια θα μου ζητά φιλί να πάρει,
μα εγώ θα δίνω σ’ όποια μου γουστάρει»

Εκτός από αυτά τα παραδείγματα, έχουμε τα ακόλουθα τραγούδια που αναφέρονται σε αγοροκόριτσα και γυναίκες που δεν συμμορφώνονται με τις νόρμες του φύλου: «Αγοροκοριτσάρα» (1930), «Αχ, αγορίνα μου» (1930), «Τραγιάσκες» (1934), «Αγοροκόριτσο» (1950) και «Βαλεντίνα» (1950). Υπάρχουν και αυτά τα παραδοσιακά τραγούδια που αναφέρονται στις γυναίκες που υιοθετούν τις ανδρικές μορφές ένδυσης: «Στην Πάτρα μες στον καφενέ» (1927), «Ο Βαγγέλης-συρτός» (1928), «Φεβρωνία η Σπαρτιάτισσα» (1929).

Αναφέρω επίσης τα μη ηχογραφημένα «Κούνα, Μπέμπη» και «Πούστης τον πούστη» που συγκέντρωσε ο Ηλίας Πετρόπουλος, τα οποία είναι τα μόνα τραγούδια που αναφέρονται ξεκάθαρα στην επιθυμία των ανδρών για το ίδιο φύλο.

Υπάρχει και το επιθεωρησιακό τραγούδι του Πέτρου Κυριάκου που περιλαμβάνει μια σπάνια αναφορά στην τρανς εμπειρία: «Θα γίνω γυναίκα» (1936).

— Θεωρείς ότι το ρεμπέτικο και το λαϊκό τραγούδι είναι ένας χώρος που δεν έχει ερευνηθεί αρκετά;
Σίγουρα. Ωστόσο υποπτεύομαι ότι τα επόμενα χρόνια θα δούμε περισσότερες επιστημονικές μελέτες πάνω σε αυτά τα είδη. Έχουμε ήδη μια δραστήρια βιβλιογραφία στον τομέα των ελληνικών queer σπουδών, που θα μεγαλώνει συνεχώς με την πάροδο του χρόνου.

— Πες μου για το βιβλίο «Queerbetika», τι περιέχει;
Στο βιβλίο μου ακολούθησα μια ημι-ακαδημαϊκή προσέγγιση, με ακαδημαϊκή γραφή και παραπομπές, μαζί με δημιουργική χρήση των εικόνων και των αρχειακών φωτογραφιών. Επιχείρησα να σχεδιάσω ένα πρόχειρο περίγραμμα του πεδίου της queer ρεμπετολογίας. Τα θέματα της έρευνάς μου περιλαμβάνουν εκπροσώπους του ρεμπέτικου, τους χώρους που τραγουδούσαν, στίχους, και τους γκέι διανοούμενους που προσελκύονται από το είδος. Σκοπεύω να επεκτείνω αυτό το προσχέδιο βιβλίου σε μια ολοκληρωμένη μονογραφία με εκτενείς αναθεωρήσεις.

Υπήρχαν όντως queer ρεμπέτικα; Facebook Twitter
Ο Michael Alexandratos. Photo: Joshua M. Griffiths

— Tο εξώφυλλο του βιβλίου τι δείχνει; 
Δείχνει τον Γιάννη Παπαϊωάννου να χορεύει τσιφτετέλι ντυμένος γυναίκα σε ένα μαγαζί της Κοκκινιάς τη δεκαετία του ’60. Η εικόνα είναι σκαναρισμένη από το αρχείο του Ηλία Πετρόπουλου που ανήκει στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη. Υπάρχει μια ιστορία που κυκλοφορεί στο διαδίκτυο σχετικά με αυτήν τη φωτογραφία, που υποστηρίζει ότι μια χορεύτρια δεν εμφανίστηκε στην παράστασή της και ο Παπαϊωάννου αποφάσισε να ντυθεί με το κοστούμι της και να χορέψει το τσιφτετέλι αντί γι’ αυτή. Σίγουρα αυτό έγινε κατά τη διάρκεια των Αποκριών, αν και ο Πετρόπουλος δεν το αναφέρει αυτό στο βιβλίο του.

— Ξέρουμε ποιος τραγουδάει το «Κούνα, Μπέμπη»; Υπάρχει ιστορία πίσω από το τραγούδι;
Τους στίχους του «Κούνα, Μπέμπη» τους πήρε ο Ηλίας Πετρόπουλος απ’ τον Κώστα Αντωνάκο, «έναν κατάδικο Μανιάτη χασισέμπορο, γνήσιο γεροντόμαγκα». Τους είχε γράψει στις 17/7/1973. Μαζί με το «Κούνα, Μπέμπη» ο Αντωνάκος τραγούδησε στον Πετρόπουλο κι άλλα «παλιά μουρμούρικα τραγούδια από τους τεκέδες». Οι στίχοι για το κομμάτι πρωτοδημοσιεύτηκαν από την Katherine Butterworth και τη Sara Schneider το 1975, οπότε και το περιέγραψαν ως «ένα παλιό ακυκλοφόρητο τραγούδι από τις φυλακές. Είναι το μόνο ομοφυλόφιλο τραγούδι που έχει εμφανιστεί». Αργότερα ξανατυπώθηκαν στη δεύτερη έκδοση της ανθολογίας του Πετρόπουλου για τα ρεμπέτικα το 1979. Παρότι είναι αμφίβολο το πόσο παλιό είναι το τραγούδι, παραμένει ένα μοναδικό παράδειγμα στο σύνολο των ρεμπέτικων τραγουδιών. Δεδομένης της ηλικίας του Αντωνάκου, θα μπορούσε άνετα να χρονολογείται από την προπολεμική περίοδο ή και νωρίτερα.    

Κούνα, μπέμπη, τον κεφτέ σου
Να φχαριστηθεί ο τζες σου.
Κούνα, μπέμπη, τον κλανιά σου
Να φχαριστηθεί η καρδιά σου.

Σύμφωνα με τον Πετρόπουλο, η λέξη της αργκό «τζες» αναφέρεται σε έναν «ενεργητικό» ομοφυλόφιλο εραστή και παρότι δεν εμφανίζεται στα ηχογραφημένα ρεμπέτικα με αυτό το νόημα, εμφανίζεται στη λογοτεχνία της προπολεμικής περιόδου. Σε ένα αδημοσίευτο ποίημα του Λαπαθιώτη που διέσωσε ο Άρης Δικταίος διαβάζουμε για έναν τεκέ όπου έκανε ντου η αστυνομία από όπου «πήραν τον Μίκα το Ντουρντή, τον τζε του Ντελαβέρη».   

— Στα τραγούδια της φυλακής, που έχουν αρκετά σεξουαλικά υπονοούμενα ή ξεκάθαρες σεξουαλικές αναφορές, υπάρχουν αναφορές σε ομοφυλόφιλη συμπεριφορά;
Τα μοναδικά τραγούδια της φυλακής που έχουν ξεκάθαρη αναφορά στην ομοφυλοφιλία είναι στην ανθολογία με τα ρεμπέτικα του Ηλία Πετρόπουλου και είναι ελάχιστα. Το «Κούνα, Μπέμπη» είναι το κύριο παράδειγμα, μαζί με το «Πούστης τον Πούστη» και το «Από την Πόλη Έρχομαι», και τα δύο χωρίς ξεκάθαρη προέλευση. Υπάρχει επίσης μια διαφορετική εκδοχή του τραγουδιού «Άσπρα μούρα μαύρα μούρα» με τους στίχους «βρε, άσπρες κότες, μαύρες κότες, βρε, ολ’ οι άντρες γενήκανε κοκότες», οι οποίοι, σύμφωνα με τον Πετρόπουλο, θα μπορούσαν να υπονοούν κάτι άλλο με τη λέξη «κότα», π.χ. έναν φυλακισμένο που πληρώνεται για σεξ. Έχω την υποψία ότι υπήρχαν κι άλλα τραγούδια της φυλακής που αναφέρονταν στην ομοφυλοφιλία, τα οποία απλά δεν καταγράφηκαν λόγω των ταμπού γύρω απ’ το θέμα.

Υπάρχει επίσης μια συλλογή ποιημάτων με τίτλο «Ο θάνατος του χαπάκια» που εκδόθηκε το 1981 από τον πρώην φυλακισμένο Νίκο Κ. Μανετάκη, την οποία δεν μπορώ να βρω ούτε σε μαγαζιά με μεταχειρισμένα ούτε σε δημόσιες βιβλιοθήκες. Ο Πετρόπουλος, ωστόσο, παραθέτει τους ακόλουθους στίχους από το ποίημα «Ο Γεντή Κουλές» (1970) του Μανετάκη: «Μάγκες από το Γεντή Κουλέ κανείς να μη περάσει/ γιατί όποιος κώλο δε γαμεί το μπούσουλα να χάσει».     

Όσον αφορά τη ζωή της φυλακής και το ρεμπέτικο, ένας ακαδημαϊκός μου έδειξε μια ενδιαφέρουσα αναφορά για τον περιβόητο Σακαφλιά σε ένα βιβλίο που έλεγε ότι πιθανόν να είχε σκοτωθεί για «ερωτικούς λόγους». «…Αυτά τα αισθήματα γεννιούνται συχνά στις φυλακές. Ο Σακαφλιάς ήταν, όπως λέγανε, νέο παιδί και πολύ όμορφο», γράφει η Τερψιχόρη Παπαστεφάνου.

— Πόσο «queer» ήταν ο αμανές;
Παρότι δεν μπορούμε να χαρακτηρίζουμε τον αμανέ ως μουσική που ανήκει αποκλειστικά στους queer ανθρώπους, δέχτηκε συχνά επίθεση από σχολιαστές για τη συσχέτισή του με αυτό που η Gail Holst αποκαλεί «ανατολίτικη και θηλυκή πλευρά της σύγχρονης ελληνικής ψυχής». Θα πήγαινα ένα βήμα παραπέρα από τη Holst και θα υποστήριζα ότι οι αμανέδες είχαν μια έμμεση σχέση με την ομοφυλοφιλία και την κληρονομιά τους από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ο Αθανάσιος Κόκκινος θέτει ένα ερώτημα σε ένα άρθρο του 1949: «Έχουν σχέση οι ωραίοι και ανδροπρεπείς αρχαίοι ελληνικοί τρόποι… με τις λάγνες και θηλυπρεπείς κλίμακες της Άπω Ανατολής;».

Η περίπτωση του Κώστα Νούρου μας δείχνει ότι οι στίχοι των αμανέδων του μπορούν να εξεταστούν υπό το πρίσμα της σεξουαλικότητάς του και μπορούν να ερμηνευθούν ως μια μορφή queer μοιρολογιού. Ο ίδιος ο Νούρος σε συνέντευξή του το 1962 στον Δημήτρη Αρχιγένη λέει ότι έγραψε τους στίχους στους αμανέδες που ερμήνευσε και ηχογράφησε. «Καθώς βλέπουμε», γράφει ο Αρχιγένης, «η ποίησή του είναι γεμάτη μελαγχολία. Ήταν χαρακτήρας πάντα κλειστός, όμως και ρομαντικός».

— Πες μου για τον Μάρκο Βαμβακάρη. 
Η ζωή του Βαμβακάρη, ως «πατριάρχη» του ρεμπέτικου, μπορεί να θεωρηθεί η επιτομή της μαγκιάς και των ιδανικών της αρρενωπότητας, της ψυχικής δύναμης και της τιμής. Ωστόσο, υπήρχε πάντα μια πιο ευαίσθητη πλευρά στον χαρακτήρα του και στην αυτοβιογραφία του περιγράφει την αγάπη του για τα λουλούδια και τα ζώα.

Η αυτοβιογραφία του είναι ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα, καθώς περιέχει αποκαλυπτικές αναφορές στην ομοφυλοφιλία, κάτι που είναι σπάνιο σε βιογραφίες εκπροσώπων του ρεμπέτικου. Δεν περιγράφει μόνο ομοφυλοφιλικές πρακτικές στο αστικό περιβάλλον της Ελλάδας εκείνης της εποχής, αλλά χρησιμοποιεί επίσης δημοφιλείς όρους που αναφέρονται σε ομοφυλόφιλους άντρες, μεταξύ αυτών και τη λέξη «δωδεκάδα», έναν όρο που πάει πίσω στον 19ο αιώνα. Ένα άρθρο από το περιοδικό «Το Κόρτε» δημοσιευμένο το 1904 περιγράφει πώς αυτοί οι άντρες «της δωδεκάδας» κυκλοφορούσαν στον Πειραιά και στην Ομόνοια και μιλούσαν τη δική τους διάλεκτο.

Ο Βαμβακάρης επίσης συνδέει την παθητική ομοφυλοφιλία με τη νέα γενιά των μπουζουκτσήδων του 1960, τους οποίους περιγράφει σε γενικές γραμμές ως παρακμιακούς και εκφυλισμένους. Παρά τις συμπεριφορές αυτές, ο Βαμβακάρης υπερασπίστηκε και προστάτεψε τον συνθέτη Μάνο Χατζιδάκι όταν συναντήθηκαν για πρώτη φορά σε μια συναυλία στην οποία έπαιζε.

Ο Βαμβακάρης έγραψε επίσης μερικά τραγούδια που ξεπερνούν τη γραμμή μεταξύ ομοκοινωνικότητας και ομοερωτισμού. Αυτά περιλαμβάνουν τους ύμνους στον ανδρισμό και την ομορφιά της εργατικής τάξης με τα τραγούδια «Ο Χασάπης» (1934) και «Μες στη χασάπικη αγορά» (1947), καθώς και το τραγούδι «Ο Καλόγερος» (1946) όπου δηλώνει ότι «βαρέθηκα τις γκόμενες, κοντεύω να τα χάσω / γι' αυτό και τ’ απεφάσισα για να φορέσω ράσο».

— Πες μου και για τις queer ρεμπέτισσες.
Νομίζω ότι είναι σωστό να επισημάνουμε ότι οι ρεμπέτισσες που υιοθέτησαν ανδρικούς τρόπους συμπεριφοράς και ντυσίματος ήταν πιο αποδεκτές στον κόσμο του ρεμπέτικου. Νομίζω ότι τα ελάχιστα τραγούδια που έχουμε που αναφέρονται στη γυναικεία ομοφυλοφιλία υπαινίσσονται επίσης ένα είδος ανοχής, ή τουλάχιστον μια επίγνωση ότι οι ομοφυλόφιλες γυναίκες ήταν πιο ορατές στην Αθήνα και στον Πειραιά κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου. Είμαι έτοιμος να δεχτώ ότι κάνω λάθος, αλλά αυτό είναι ένα θέμα που απαιτεί περαιτέρω έρευνα.

Υπήρχαν όντως queer ρεμπέτικα; Facebook Twitter
Έλληνες κιοτσέκ, ντυμένοι με γυναικεία ρούχα, χορεύουν σε ταβέρνα της Πόλης μπροστά σε πελάτη. Φωτ.: Τhe David Collection, Kopenhagen.
Υπήρχαν όντως queer ρεμπέτικα; Facebook Twitter
Το εξώφυλλο του βιβλίου «Queerbetika».

— Από τότε που κυκλοφόρησε το «Queerbetika» έχεις ανακαλύψει καινούργια στοιχεία;
Πολλά από τα στοιχεία που έχω αποκαλύψει από τότε που δημοσίευσα τα «Queerbetika» τα έχω ήδη αναφέρει. Υπάρχουν και μερικά άλλα που ανακάλυψα πρόσφατα.  

Ένα από αυτά είναι τα γραπτά του Βασίλη Λαμπρολέσβιου, ενός πρόσφυγα από τη Μικρά Ασία που εγκαταστάθηκε στον Πειραιά το 1922, η ομοερωτική ποίηση του οποίου έχει άρρητους δεσμούς με το ανδροκρατούμενο περιβάλλον του πειραϊκού ρεμπέτικου.

Υπάρχει και η ηχογράφηση «Αψιλίες» του 1935, τραγουδισμένη από τον Κώστα Ρούκουνα. Αν και οι στίχοι δεν προδίδουν καμία αναφορά στην ομοφυλοφιλία, στην ετικέτα του αρχικού δίσκου 78 στροφών αυτής της ηχογράφησης ο χορευτικός ρυθμός είναι τυπωμένος ως «κιοτσέχικος», όρος που αναφέρεται σε χορούς που παίζουν οι χορευτές κιοτσέκ (kocek) της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο Πετρόπουλος σημειώνει επίσης σε άρθρο του ότι ο Μάρκος Βαμβακάρης γνώριζε το «κοτσέκικο κούρντισμα», κάτι που, όπως λέει, έχει αγνοηθεί από τους ρεμπετολόγους. 

Μια σημαντική παράλειψη από το βιβλίο μου είναι η αναφορά του Claude Fauriel ότι οι άνθρωποι της υπαίθρου αποκαλούσαν τα τραγούδια από τις πόλεις «πούστικα». Αν και δεν είναι σαφές τι ακριβώς εννοούσε ο όρος «πούστικα» και αν αναφερόταν σε ομόφυλη επιθυμία (ή τέτοιου είδους εκφράσεις) στο ελληνικό αστικό τραγούδι, αυτή η σύντομη αναφορά θα μπορούσε να παραπέμπει σε μια queer πρωτοϊστορία του ρεμπέτικου.

— Υπήρξαν αντιδράσεις για την έρευνα που κάνεις;
Θέλω επίσημα να δηλώσω ότι υπάρχουν ρεμπετολόγοι και συλλέκτες οι οποίοι ξέρω ότι αντιπαθούν την έρευνά μου, αλλά θαυμάζω τη δουλειά τους. Νομίζω ότι υπάρχουν ακόμη πολλά που μπορούμε να μάθουμε γι’ αυτήν τη μουσική και ότι υπάρχει χώρος για διαφορετικές ερμηνείες. Η κριτική και η πολεμική έχουν τη θέση τους, αλλά είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι με τα ρεμπέτικα υπάρχουν σοβαρά κενά σε αυτά που μπορούμε με αξιοπιστία να γνωρίζουμε και πολλά θέματα είναι ζήτημα συνεχούς συζήτησης. Πιστεύω ότι όλοι όσοι ασχολούνται με το ρεμπέτικο παρακινούνται από αγάπη και θαυμασμό για αυτήν τη μουσική, παρά τις προσωπικές και επαγγελματικές διαφορές.

Υπήρχαν όντως queer ρεμπέτικα; Facebook Twitter
Χορευτής ντυμένος με γυναικεία ρούχα, κιοτσέκ, Οθωμανική αυτοκρατορία, 19ος αιώνας.

https://cycladic-press.com/

Το βιβλίο «Queerbetika» είναι διαθέσιμο στο βιβλιοπωλείο Μετεωρίτης στην Κυψέλη, Φωκίωνος Νέγρη 68.  

Nothing Days

ΣΥΡΙΑ

ΘΕΜΑΤΑ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

THE GOOD LIFO ΔΗΜΟΦΙΛΗ