Ίντερνετ, ουσίες και μοναξιά: πώς στο καλό να γράψεις σήμερα μια ιστορία;

Ίντερνετ, ουσίες και μοναξιά: πώς στο καλό να γράψεις σήμερα μια ιστορία; Facebook Twitter
Γκρεγκ Τζάκσον και Σπύρος Γιανναράς
1

Σπιντ, κόκα, παραισθησιογόνα, σερφάρισμα στο Ίντερνετ, άσκοπες περιπλανήσεις, βιαστικά ζευγαρώματα, απελπισμένες σκέψεις. Το σήμερα. Πώς, λοιπόν, γράφει κανείς όταν όλα γίνονται πληροφορία, πώς ακριβώς αντέχει η λογοτεχνία τόσο θόρυβο;


Ερωτήματα που αυτόματα προκύπτουν μετά την ανάγνωση της συλλογής του πρωτοεμφανιζόμενου Αμερικανού Γκρεγκ Τζάκσον «Άσωτοι» που συστήνουν στο ελληνικό κοινό οι εκδόσεις Αντίποδες, με τη μετάφραση του επίσης δικού τους συγγραφέα Παναγιώτη Κεχαγιά, καθώς οι ιστορίες εδώ δεν καταγράφονται ως αφηγήσεις αλλά ως ένα παράδοξο, ανάποδο κάλεσμα σε έναν τρομακτικά οικείο τόπο, γεμάτο λευκό θόρυβο και μοναξιά.


Οι πρωταγωνιστές του Τζάκσον δεν είναι τυχαία χαμένοι, ανίκανοι να ανταποκριθούν στην εικόνα που έχουν για εκείνους οι υπόλοιποι: αποτυχημένοι μέσα στην επιτυχία τους, τραγικές φιγούρες που κρατιούνται με δυσκολία σε μια ψεύτικα στημένη σκηνή, παρασυρμένοι θαρρείς από μια φρενήρη κίνηση που όσο πιο φρενήρης είναι, τόσο πιο αφανισμένο είναι το πνεύμα.

Ψυχοπαθολογικά, σχεδόν μετεωρικά μοτίβα που άλλοτε φέρνουν στον νου τους παραληρηματικούς κόσμους του Φόστερ Γουάλας και άλλοτε θυμίζουν σκηνές από Μπόρχες όπου έχουν εισβάλει ήρωες του Σαίξπηρ − δεν είναι τυχαίες οι διαρκείς αναφορές στο βιβλίο σε σκηνές από σαιξπηρικές τραγωδίες.


Κανείς δεν προλαβαίνει να δει ή να σκεφτεί τα δεδομένα και όλοι εμπλέκονται σε παράδοξες σχέσεις που απλώς επιβεβαιώνουν την άβυσσο της μοναξιάς: άλλος προσπαθεί να καταλάβει έναν πρώην διάσημο παίχτη τένις που ο ίδιος δεν ξέρει ότι υπάρχει, μια διαζευγμένη δικηγόρος βρίσκει στο πρώην εξοχικό της ένα νεαρό κορίτσι, ένας κινηματογραφιστής επιχειρεί ένα παράξενο road trip με την παρ' ολίγον γυναίκα της ζωής του και κατά κάποιον τρόπο ψυχοθεραπεύτριά του.

Ίντερνετ, ουσίες και μοναξιά: πώς στο καλό να γράψεις σήμερα μια ιστορία; Facebook Twitter
Ο 34χρονος Τζάκσον δημιουργεί ατμόσφαιρες, δυναμιτίζει τις παραδεδομένες νόρμες, αναρωτιέται διαρκώς τι στο καλό μπορεί να κάνει αυτός ως αφηγητής σε έναν τόσο μεστό σε πληροφορίες και αφηγήσεις κόσμο.

Ψυχοπαθολογικά, σχεδόν μετεωρικά μοτίβα που άλλοτε φέρνουν στον νου τους παραληρηματικούς κόσμους του Φόστερ Γουάλας και άλλοτε θυμίζουν σκηνές από Μπόρχες όπου έχουν εισβάλει ήρωες του Σαίξπηρ − δεν είναι τυχαίες οι διαρκείς αναφορές στο βιβλίο σε σκηνές από σαιξπηρικές τραγωδίες. Άλλωστε, όλοι οι πρωταγωνιστές νιώθουν τα όνειρά τους να βγαίνουν όλα πλάνες και τις ψευδαισθήσεις τους να ανακατεύονται ονειρικά και ενίοτε εντελώς ρεαλιστικά με τους πιο παράξενους εφιάλτες.


Πάντως, ακόμα και αν η αφήγηση μοιάζει να είναι καλειδοσκοπική και φρενήρης, δίνει το στίγμα ενός συγγραφέα που ξέρει ότι παίζει σε οικείο τερέν, αυτό της τεράστιας αμερικανικής no man's land που ξέβρασε την κόλαση και τον παράδεισο, άφησε ελεύθερους δαίμονες και αγγέλους και προσπάθησε να ξεγελάσει τις νέες γενιές με παραισθήσεις, κλέβοντάς τους τα πιο ουσιαστικά όνειρα.


Σε αυτές ακριβώς τις στιγμές που ο Τζάκσον μπαίνει στον κόσμο των ηρώων του γίνεται ανελέητα πρωτότυπος, σε άλλες που βγαίνει απέξω ως παρατηρητής και προσπαθεί να σατιρίσει το κλίμα της γενιάς του φαίνεται κάπως υπερβολικός, ειδικά στις ναρκισσιστικές παρατηρήσεις. Ενδεχομένως το χιούμορ του ανά στιγμές να ευθυγραμμίζεται με την ανοίκεια πλάκα μιας αδιέξοδης γενιάς.


Το «Βάγκνερ στην έρημο» δεν ξεφεύγει έτσι εύκολα από την ειρωνεία και τον κυνισμό, σε αντίθεση με το εσωτερικά ακριβές «Επιθαλάμιον», τις «Δυναμικές στη θύελλα» και τις «Αδελφές του Τάννερ», προφανής αναφορά και με εσωτερικό νόημα στον Ελβετό μυθιστοριογράφο Ρόμπερτ Βάλζερ.


Ο 34χρονος Τζάκσον δημιουργεί ατμόσφαιρες, δυναμιτίζει τις παραδεδομένες νόρμες, αναρωτιέται διαρκώς τι στο καλό μπορεί να κάνει αυτός ως αφηγητής σε έναν τόσο μεστό σε πληροφορίες και αφηγήσεις κόσμο. Δεν είναι τυχαίο ότι οι Αμερικανοί κριτικοί τον λάτρεψαν γι' αυτήν του τη συνταρακτική ειλικρίνεια.

Έτσι, είναι ακριβείς οι περιγραφές του στις πιο κατατονικές στιγμές των πρωταγωνιστών, όπως η σπαρακτική στιγμή όπου η μοναχική δικηγόρος Χάρα ξεστήνει κάθε φορά το παζλ που φτιάχνει με τη νεαρή της φίλη Λύρικ, προκειμένου να κρατήσει ζωντανή τη συνεύρεσή τους. Απίστευτη και η απόδοση από τον Τζάκσον ενός τατουάζ, αντίστοιχη με αυτήν ενός επιβλητικού τοπίου που κόβει την ανάσα.

Όσο για τη θεματική των ιστοριών, μπορεί να είναι ετερόκλητη, αλλά συνδέεται με έναν αόρατο μίτο που ενώνει όλα τα διηγήματα, αυτόν της απόγνωσης, της μόνιμης εσωτερικής αναζήτησης, της εκκρεμότητας ενός μέλλοντος που αργεί να έρθει:

«Την εποχή πριν παραιτηθώ από τις καλλιτεχνικές μου φιλοδοξίες υπήρξαν, νομίζω, στιγμές που κρυφοκοίταξα πέρα από τις παρωπίδες και αυτό που είδα ήταν η γκρίζα απεραντοσύνη της θάλασσας του Βορρά, αυτό το κενό από κασσίτερο που το αυλακώνει ο άνεμος και ο ήλιος.


Δεν μπορούσα να δω πουθενά μια σημαδούρα που να λέει πόσο βαθιά είναι τα νερά. Καμία ακτή για να συρθώ πάνω της. Πολύ απλά δεν μπορούσα πια να παραιτηθώ από τη ζωή μου, από την κεντρική μου θέση σε αυτήν, ούτε από την προνομιακή θέση που έδινα στην απομονωμένη γλώσσα με την οποία επινοούμε τον εαυτό μας, τις ατελείωτες ιστορίες που, παρότι καθεμιά αποκλίνει μόνο μία μοίρα από τον γεωγραφικό Βορρά, αν τις βάλεις τη μία μετά την άλλη, το αποτέλεσμα θα είναι ένας κόσμος γυρισμένος ανάποδα.
Μου φαινόταν ότι η μόνη μου επιλογή ήταν ανάμεσα στη συνενοχή αυτής της απεριόριστης, ασήμαντης ψευδορκίας και σ' εκείνη την ειλικρίνεια που καταλήγει να αναιρεί τον εαυτό της» ομολογεί χαρακτηριστικά ένας του ήρωας.

Αλλά και πάλι, ο Τζάκσον δεν θέλει να χαρακτηριστεί υπαρξιακός συγγραφέας: «Αν ήταν να αισθάνομαι δέος όλη την ώρα, μάλλον θα πήγαινα στη θεολογική αντί να παίζω τένις» γράφει με τη δέουσα ειρωνεία.

Ίντερνετ, ουσίες και μοναξιά: πώς στο καλό να γράψεις σήμερα μια ιστορία; Facebook Twitter
Όσο παράδοξο και αν ακούγεται, στη γραφή του ο Γιανναράς αποκαθιστά τη χαμένη φήμη των επιθέτων και επανεφευρίσκει τη χαρά των συνηχήσεων και τον όμορφο στροβιλισμό του ρυθμού, χωρίς ωστόσο να υποκύπτει στον εξωραϊσμό.

Όταν ακούγεται ένα δυνατό ελληνικό κομμάτι, με έντονο και εξακολουθητικό ρυθμό, η αίθουσα πάντα ηλεκτρίζεται: όλοι σηκώνονται από τα καθίσματα ή απλώς κουνιούνται σε αυτά, βάζουν στην άκρη τα δεδομένα, τρελαίνουν όλες τις δυτικές εξηγήσεις για το πώς μπορούν να γιορτάσουν πραγματικά οι άνθρωποι.

Με έναν αντίστοιχα πρωτότυπο ελληνικό τρόπο σέρνει συγγραφικά τον ρυθμό του χορού ο Σπύρος Γιανναράς, κάνοντάς μας να δούμε διαφορετικά το ελληνικό σύμπαν: να ξαναδούμε την πωλήτρια που φοράει τη γιορτινή στέκα αυτές τις μέρες στο σούπερ-μάρκετ, το ζευγάρι των ηλικιωμένων που περνάει από δίπλα μας, την άστεγη με τις άπειρες σακούλες που τελικά αποδεικνύεται δεινή μεταφράστρια.

Η συγγραφική τέχνη συνίσταται, άλλωστε, στο να κάνεις όλη τη διαδρομή, να πας ίσαμε κει που δεν παίρνει άλλο και να πεις πως τη «μέρα που θα σηκωνόμουν να χορέψω», όπως είναι και ο τίτλος της νέας συλλογής διηγημάτων του Σπύρου Γιανναρά, μπορούν να γίνουν όλα.


Καταρχάς, μπορείς να χρησιμοποιήσεις τους αφανείς πρωταγωνιστές της χώρας σου, όπως αντίστοιχα κάνει ο Τζάκσον με τα πρώτα υλικά της αμερικανικής ενδοχώρας: τον χεβιμεταλά φοιτητή που έτυχε να φιλοξενείται σε έναν πύργο στην Ουαλία ή την άνεργη μεταφράστρια που μετατρέπεται από εξαθλιωμένος πλάνητας σε πραγματικό ήρωα της πόλης, σε έναν νέο Μίσκιν, κάπου στο τέλος του βιβλίου.

Το πιο ανθρώπινο και τρυφερό στοιχείο των ιστοριών έγκειται, εν προκειμένω, στην αμφιθυμία και αντιφατικότητα των ηρώων, σε έναν ρεαλισμό του παραλόγου, ενδεχομένως και ένα εμφανές αποτύπωμα που άφησε ο μεταφρασμένος από τον ίδιο τον συγγραφέα Μισέλ Ουελμπέκ.

Σάμπως όλοι να κατοικούν σε έναν παράδοξο τόπο, σε ένα φανταστικό κουρείο, όπου κουρεύονται «Νεκροί και Κίονες», όπως γράφει η ταμπέλα από το διήγημα «Ξύρισμα», και ο πελάτης προσποιείται, προς στιγμήν, τον πεθαμένο για να πετύχει το ξύρισμα, αφού ο κουρέας επιδίδεται μονάχα στη φροντίδα νεκρών και άρα πρόσκαιρα φιλοξενούμενων στην κάσα.


Αλλά λίγη σημασία έχει ποιος είναι ο νεκρός και ποιος ο πεθαμένος «στο απέραντο ξενοδοχείο που έγινε ο κόσμος» του Σεφέρη ή στο νεοπλουτίστικο κατασκεύασμα που ξεπροβάλλει πάνω από τα αγέρωχα ελληνικά τοπία του Σπύρου Γιανναρά:

«Η υγρή ζέστη ήταν ορατή στο βλέμμα, περιορίζοντάς το: μια γαλακτερή θολούρα απλωνόταν από άκρη σε άκρη, μετατρέποντας το τοπίο σε ιμπρεσιονιστικό πίνακα. Η ακρογιαλιά σχημάτιζε ένα ανοιχτό πέταλο που απ' τα αριστερά, κοιτάζοντας το νερό, οριζόταν από έναν μεγάλο τσιμεντένιο μόλο όπου έδεναν τα λιγοστά καΐκια και οι βάρκες του χωριού: έναν λιμενοβραχίονα, όπως τον ονόμασαν οι ποιητές, καθώς έκανε γωνία στον αγκώνα σαν ανθρώπινο χέρι.


Από δεξιά οριζόταν από έναν άλλο βραχίονα, φυσικό: μια λεπτή χρυσαφένια παρεκβολή της άμμου στη θάλασσα, μια χερσόνησο σε μικρογραφία, μια αμμουδερή γλώσσα που πνιγόταν στο νερό στην προσπάθειά της να ενωθεί με τη βραχώδη προέκταση του αντικρινού νησιδίου» είναι το πανέμορφο τοπίο που ορίζει το «Διαπόρι» και την ελληνική διάρκεια.

Η ανακάλυψη του συγγραφέα συνίσταται, επομένως, σε αυτή την επισήμανση, μέσω των ευσύνοπτων, τις περισσότερες φορές, ιστοριών που μοιάζουν με εικαστικές λεπτομέρειες στη νεοελληνική Γκερνίκα, και άρα μιας ομορφιάς που αναδύεται μέσα από την πιο σκληρή καθημερινότητα.


Η ιλαροτραγική ένταση που ποτίζει όλες τις ιστορίες, οι οποίες βγάζουν ταυτόχρονα γέλιο και πόνο, αποτελείται από αυτήν ακριβώς την ακροβασία του διονυσιακού και του απολλώνειου, του ανείπωτου πόνου και της οργιαστικής χαράς. Μπουφόνικες παρεκτροπές, μισανθρωπικές εξάρσεις, ειρωνικά ενσταντανέ σε αντιδιαστολή με τις πιο καίριες υπαρξιακές επισημάνσεις ορίζουν το αφηγηματικό σύμπαν του Γιανναρά, όπως η τρομερή σκηνή με τον μάτσο, ξενοφοβικό ήρωα από την «Πισίνα», ο οποίος καταλήγει να απολαμβάνει συνωμοτικά το τσιγάρο του παρέα με τον Αλβανό που είχε για τα θελήματα:

«Με μερικές τέτοιες αργόπιοτες Άμστελ περνούσαν κάτι μελαγχολικά απόβραδα με τον Φρέντυ, στις ίδιες πράσινες καρέκλες, παρατηρώντας αμίλητοι μέσα στο σκοτάδι τις καύτρες των τσιγάρων τους να κοκκινίζουν σε κάθε ρουφηξιά».

Το πιο ανθρώπινο και τρυφερό στοιχείο των ιστοριών έγκειται, εν προκειμένω, στην αμφιθυμία και αντιφατικότητα των ηρώων, σε έναν ρεαλισμό του παραλόγου, ενδεχομένως και ένα εμφανές αποτύπωμα που άφησε ο μεταφρασμένος από τον ίδιο τον συγγραφέα Μισέλ Ουελμπέκ.


Κατά τα άλλα, είναι προφανείς οι επιδράσεις κεντρικών Ελλήνων διηγηματογράφων, από τον Παπαδιαμάντη έως τον Σκαμπαρδώνη, οι οποίοι διαπερνούν τον κεντρικό αφηγηματικό ιστό, χωρίς όμως ευτυχώς να επιτρέπουν τη λοξοδρόμηση προς τον μονόδρομο της ηθογραφίας. Όσο παράδοξο και αν ακούγεται, στη γραφή του ο Γιανναράς αποκαθιστά τη χαμένη φήμη των επιθέτων και επανεφευρίσκει τη χαρά των συνηχήσεων και τον όμορφο στροβιλισμό του ρυθμού, χωρίς ωστόσο να υποκύπτει στον εξωραϊσμό.


Γιατί δεν θα έπρεπε να ξεχνάμε τα υλικά που μας έπλασαν με μέτρο και με τόλμη, όπως προστάζει και ένας έντονος χορός που εμείς ξέρουμε με αυτό τον τρόπο να χορεύουμε μια κάποια αξέχαστη μέρα.

Βιβλίο
1

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Rene Karabash

Βιβλίο / Rene Karabash: «Θέλω πίσω τη γυναικεία δύναμη που μου στέρησαν οι άνδρες»

Η Βουλγάρα συγγραφέας Rene Karabash μιλά για το μυθιστόρημά της «Ορκισμένη», που τιμήθηκε με το βραβείο Ελίας Κανέτι, και στο οποίο εστιάζει στην ιστορία των «ορκισμένων παρθένων» γυναικών των Βαλκανίων που επέλεξαν να ζήσουν ως άνδρες.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Δυο γυναίκες συγγραφείς αποκαλύπτουν τα κρυφά μυστικά της γραφής

Βιβλίο / Όλες οι γυναίκες του κόσμου στο νέο βιβλίο της Αμάντας Μιχαλοπούλου

Στο «Μακρύ ταξίδι της μιας μέσα στην άλλη», η μητρότητα γίνεται ο συνδετικός κρίκος που ενώνει όλες τις μητέρες και όλες τις κόρες με τις γυναίκες της Ιστορίας που θαυμάσαμε, αλλά και τις ανώνυμες «Παναγίες» που κράτησαν στους ώμους τους τα βάρη της ανθρωπότητας.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Ένας μύθος λέει πως αν χάσεις κάτι στην Αθήνα, θα το βρεις στον Ελαιώνα»

Βιβλίο / «Ένας μύθος λέει πως αν χάσεις κάτι στην Αθήνα, θα το βρεις στον Ελαιώνα»

Στο νέο του βιβλίο, «Lost Things Found», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Hyper Hypo, ο εικαστικός φωτογράφος Αντώνης Θεοδωρίδης εξερευνά τον μαγικό κόσμο της υπαίθριας αγοράς του Ελαιώνα.
ΙΩΝΑΣ ΚΑΛΛΙΜΑΝΗΣ
Ντιντιέ Εριμπόν: «Καιρός για ένα κίνημα των ηλικιωμένων!»

Ντιντιέ Εριμπόν / Ντιντιέ Εριμπόν: «Να πάψουμε να βλέπουμε τους ηλικιωμένους ως κοινωνικούς παρίες»

Από τους σημαντικότερους και πιο επιδραστικούς σύγχρονους Γάλλους στοχαστές, ο Ντιντιέ Εριμπόν συνδύασε στα βιβλία του τα δύσκολα βιώματα της νεότητάς του με μια εμπεριστατωμένη, αλλά και εικονοκλαστική, κοινωνικοπολιτική «ακτινογραφία» της γαλλικής κοινωνίας. 
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Κεχαγιάς

Βιβλίο / «Το να εκδίδεις βιβλία στην Ελλάδα είναι σαν να παίζεις στο καζίνο»

Η Γεννήτρια είναι ένας νέος εκδοτικός οίκος αφιερωμένος στη σύγχρονη λογοτεχνία. Ο εκδότης της, συγγραφέας και μεταφραστής, Παναγιώτης Κεχαγιάς, μιλά για τις δυσκολίες και τις χαρές του εγχειρήματος, για το πώς σκοπεύει να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις μιας ιδιαίτερα ανταγωνιστικής αγοράς, καθώς και για τους πρώτους τίτλους που ετοιμάζεται να εκδώσει.
M. HULOT
Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Οι Αθηναίοι / Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Η εκτέλεση του Μπελογιάννη τον έκανε αριστερό. Η αυτοκτονία του Νίκου Πουλαντζά, μπροστά στα μάτια του, τον καθόρισε. Ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, ένας από τους σημαντικότερους διανοούμενους της μεταπολιτευτικής Ελλάδας, αφηγείται το προσωπικό του ταξίδι και την πνευματική περιπέτεια μιας ολόκληρης εποχής, από τη διανόηση του Παρισιού μέχρι τους δρόμους της πολιτικής και τις αίθουσες των πανεπιστημίων.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Έλλη Σκοπετέα: Tο ανατρεπτικό έργο μιας ιστορικού που έφυγε νωρίς

Βιβλίο / Έλλη Σκοπετέα: Tο ανατρεπτικό έργο μιας ιστορικού που έφυγε νωρίς

Δεν υπάρχει μελέτη για τον ελληνικό εθνικισμό που να μην έχει αναφορές στο έργο της. Η επανακυκλοφορία του βιβλίου της «Το “Πρότυπο Βασίλειο” και η Μεγάλη Ιδέα» από τις εκδόσεις Νήσος συνιστά αναμφίβολα εκδοτικό γεγονός.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Νίκος Μπακουνάκης: «Αυτή τη θέση δεν την παντρεύεσαι, ούτε είσαι θεός» ΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

Νίκος Μπακουνάκης / Νίκος Μπακουνάκης: «Αυτή τη θέση δεν την παντρεύεσαι, ούτε είσαι θεός»

Ο πρόεδρος του ΕΛΙΒΙΠ, στην πρώτη του συνέντευξη, μιλά στη LIFO για τους στόχους και τις δράσεις του ιδρύματος και για το προσωπικό του όραμα για το βιβλίο. Ποιος ο ρόλος των μεταφράσεων στην πολιτιστική διπλωματία και πώς θα αυξηθεί η φιλαναγνωσία; 
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τζόναθαν Κόου

I was there / Τζόναθαν Κόου: «Το να είσαι κυνικός δείχνει τεμπελιά στη σκέψη»

Ο διάσημος Βρετανός συγγραφέας βρέθηκε στην Αθήνα και μίλησε για τη συγγραφή ως «πολυτέλεια για λίγους», την εκλογή Τραμπ ως «έκφραση απόγνωσης» και τη «woke» κουλτούρα ως πράξη ενσυναίσθησης.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Πολ Όστερ (1947-2024): Ο Mr. Vertigo των ονειρικών μας κόσμων

Σαν σήμερα  / Πολ Όστερ: «Οι χαμένες ευκαιρίες αποτελούν μέρος της ζωής στον ίδιο βαθμό με τις κερδισμένες»

Σαν σήμερα 30 Απριλίου, το 2024 πεθαίνει ο σπουδαίος Αμερικανός συγγραφέας και μετρ της σύμπτωσης, που κατάφερε να συνδυάσει την προοπτική των άπειρων φανταστικών κόσμων με το ατελείωτο κυνήγι των ευκαιριών και τη νουάρ ατμόσφαιρα με τα πιο ανήκουστα αυτοβιογραφικά περιστατικά.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Ηλίας Μαγκλίνης: «Η ανάκριση»

Το Πίσω Ράφι / «Γιατί δεν μου μιλάς ποτέ για τον εφιάλτη σου, μπαμπά;»

Η «Ανάκριση» του Ηλία Μαγκλίνη, ένα από τα πιο ενδιαφέροντα πεζά των τελευταίων χρόνων, φέρνει σε αντιπαράθεση έναν πατέρα που βασανίστηκε στη Χούντα με την κόρη του που «βασανίζεται» ως περφόρμερ στα χνάρια της Μαρίνα Αμπράμοβιτς.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Πέντε κλασικά έργα που πρέπει κανείς να διαβάσει

Βιβλίο / 5 κλασικά βιβλία που κυκλοφόρησαν ξανά σε νέες μεταφράσεις

Η κλασική λογοτεχνία παραμένει εξαιρετικά επίκαιρη, κι αυτό το αντιλαμβάνεται κανείς ανατρέχοντας στους τίτλους της πρόσφατης βιβλιοπαραγωγής και σε έργα των Τζόις, Κουτσί, Κάφκα, Αντρέγεφ και Τσβάιχ.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Τάσος Θεοφίλου: «Η φυλακή είναι το LinkedΙn των παρανόμων» ή «Το πορνό και το Κανάλι της Βουλής είναι από τα πιο δημοφιλή θεάματα στη φυλακή»

Βιβλίο / Τάσος Θεοφίλου: «Όταν μυρίζω μακαρόνια με κιμά θυμάμαι τη φυλακή»

Με αφορμή το βιβλίο-ντοκουμέντο «Η φυλακή», ο Τάσος Θεοφίλου μιλά για την εμπειρία του εγκλεισμού, για τον αθέατο μικρόκοσμο των σωφρονιστικών ιδρυμάτων –μακριά απ’ τις εικόνες που αναπαράγουν σειρές και ταινίες– και για το πώς η φυλακή λειτουργεί σαν το LinkedIn των παρανόμων.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Michel Gaubert: Ο dj που βάζει μουσικές στα σημαντικότερα catwalks

Βιβλίο / Michel Gaubert: Ο dj που βάζει μουσικές στα σημαντικότερα catwalks

Chanel, Dior και πολλοί ακόμα οίκοι υψηλής ραπτικής «ντύνουν» τα shows τους με τη μουσική του. Στο «Remixed», την αυτοβιογραφία-παλίμψηστο των επιρροών και των εμμονών του, ο ενορχηστρωτής της σύγχρονης catwalk κουλτούρας μας ξεναγεί σε έναν κόσμο όπου μουσική και εικόνα γίνονται ένα.
ΣΤΕΛΛΑ ΛΙΖΑΡΔΗ
Ρωμανός ο Μελωδός: Ο ουρανόθρεφτος ποιητής του Θείου Δράματος

Βιβλίο / Ρωμανός ο Μελωδός: Ο ουρανόθρεφτος ποιητής του Θείου Δράματος

Λίγοι είναι οι ποιητικά γραμμένοι εκκλησιαστικοί στίχοι που δεν φέρουν τη σφραγίδα αυτού του ξεχωριστού υμνωδού και εκφραστή της βυζαντινής ποιητικής παράδοσης που τίμησαν οι σύγχρονοί μας ποιητές, από τον Οδυσσέα Ελύτη μέχρι τον Νίκο Καρούζο.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Τα 5 πιο σημαντικά βιβλία του Μάριο Βάργκας Λιόσα

Βιβλίο / Τα 5 πιο σημαντικά βιβλία του Μάριο Βάργκας Λιόσα

Η τελευταία μεγάλη μορφή της λατινοαμερικάνικης λογοτεχνίας που πίστευε πως «η λογοτεχνία μπορεί να αλλάξει την πραγματικότητα» έφυγε την Κυριακή σε ηλικία 89 ετών. Ξεχωρίσαμε πέντε από τα πιο αξιόλογα μυθιστορήματά του.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ