Ένα αξέχαστο απόγευμα στο Σακρομόντε Facebook Twitter
Φωτ.: M. Hulot/LIFO

Ένα αξέχαστο απόγευμα στο Σακρομόντε

0

Είναι αργά το απόγευμα, στον λόφο του Σακρομόντε. Καθόμαστε στην άκρη του γκρεμού, απέναντι από το ανάκτορο της Αλάμπρας, χαζεύοντας τον ήλιο που έχει αρχίσει να βυθίζεται στον ορίζοντα και να βάφει τον ουρανό με όλες τις αποχρώσεις του κόκκινου: από το ροζ μέχρι το πορφυρό, με κίτρινες και πορτοκαλί ανταύγειες. Στο μυστικό αυτό σημείο της Γρανάδας, μόλις ανάψουν τα φώτα της Αλάμπρας, ζεις μια μοναδική εμπειρία. Αποκαλύπτεται απέναντί σου ολόλαμπρη, σε όλο της το μεγαλείο, και δεν ξέρεις τι να πρωτοθαυμάσεις: τη μαγευτική θέα, τους ήχους από κιθάρες και πονεμένες φωνές που έρχονται από μακριά, απόκοσμες σαν να τις σαμπλάρει ο Caretaker, τις μυρωδιές από τα λουλούδια στις κρυμμένες αυλές των σπιτιών-οχυρών που από ψηλά αποκαλύπτουν λίγη από τη ζωή των ανθρώπων τους, τα Τσιγγανάκια που ολόγυμνα κάνουν κόντρες με τα ποδήλατα, την απόλυτη ελευθερία των κατοίκων του λόφου που φαίνεται ότι δεν τους αγγίζει τίποτα...

Η παράνομη ταβέρνα που μας φιλοξενεί ανήκει σε μια οικογένεια Τσιγγάνων – που μας υποδέχεται με εγκαρδιότητα που μας ξαφνιάζει. Η κουζίνα τους βρίσκεται στην απέναντι μεριά του δρόμου, χωμένη σε μια αυλή, κι ανοίγει μόνο τις νύχτες για να σερβίρει ομελέτα και μπίρες σε όσους τυχερούς ξέρουν πώς να βρουν το μαγαζί. Δεν υπάρχει σε οδηγούς, δεν φτάνουν εκεί τουρίστες, δεν έχει καν επίσημο όνομα, η κοπέλα που μας έστειλε μάς έκανε σχεδιάγραμμα για να το βρούμε. Δεν είναι μαγαζί που πας για φαγητό, πας κυρίως για τη συγκλονιστική θέα και για κάτι να δροσιστείς, γιατί η ζέστη στην κορυφή του λόφου είναι αφόρητη. Οι επιλογές δεν είναι πολλές, ωστόσο, μαζί με την μπίρα μας φέρνουν και δυο κομμάτια από ομελέτες, μία με κολοκυθάκια τηγανητά και την παραδοσιακή ομελέτα του Σακρομόντε, την περίφημη ντόπια ομελέτα που τρομάζει τους ξένους*. Η εμπειρία είναι μοναδική και δεν συγκρίνεται με όλα τα εστιατόρια «υψηλής κουζίνας» του κόσμου. Όλος ο λόφος του Σακρομόντε είναι μια αξέχαστη εμπειρία.

Οι Τσιγγάνοι της Γρανάδας έφεραν μαζί τους το πολύ ξεχωριστό είδος φλαμέγκο, το ζάμπρα, έναν πρωτόγονο, παθιασμένο χορό, με τη χορεύτρια ή τον χορευτή να χορεύουν ξυπόλητοι, χτυπώντας καστανιέτες με τα δάχτυλά τους.

Ο οικισμός των Τσιγγάνων που απλώνεται βόρεια από την Αλμπαϊθίν, την παλιά αραβική συνοικία, είναι μια περιοχή που οι οδηγοί χαρακτηρίζουν ως «επικίνδυνη» και σε συμβουλεύουν να μη την επισκεφτείς, επειδή είχε πάντα κακή φήμη. Η Γρανάδα, άλλωστε, έχει ένα σωρό αξιοθέατα που είναι πιο ελκυστικά για τους τουρίστες, τα τουρ γίνονται κυρίως στην Αλάμπρα και μέσα στα στενά της αραβικής συνοικίας, και τα δύο μέρη με απίστευτο συνωστισμό. Το Σακρομόντε δεν το περιλαμβάνουν στις ξεναγήσεις.

Ένα αξέχαστο απόγευμα στο Σακρομόντε Facebook Twitter
Tο ανάκτορο της Αλάμπρας.

Αυτό που κάνει το Σακρομόντε ξεχωριστό είναι τα σπίτια που είναι σκαμμένα μέσα στον βράχο, ένας οικισμός που θυμίζει νησιώτικο χωριό, παρόμοιος με την πολιτεία των τρωγλοδυτών της Ματέρα, στη νότια Ιταλία. Απλώνεται σε έναν λόφο με φραγκοσυκιές, όπου ζουν οι Τσιγγάνοι από το 1492. Η ιστορία του Ιερού Βουνού είναι αρκετά σκοτεινή και κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα πότε κατοικήθηκε για πρώτη φορά. Σίγουρα οι Τσιγγάνοι κατέφυγαν εκεί το 1492, μετά τον διωγμό των Μαυριτανών από τον Φερδινάνδο και την Ισαβέλλα, μια άλλη εκδοχή όμως λέει ότι οι Άραβες της Γρανάδα είχαν ανακαλύψει πολύ καιρό πριν πως το μαλακό έδαφος της κοιλάδας Βαλπαραΐσο ήταν ιδανικό για να λαξεύσουν τα σπίτια τους.

Σε κάθε περίπτωση, μέχρι τις αρχές του 16ου αιώνα υπήρχε ένας αρκετά μεγάλος πληθυσμός Τσιγγάνων που ζούσε στην πλαγιά του λόφου, απέναντι απ’ την Αλάμπρα. Αυτοί άρχισαν να σκάβουν τις σπηλιές ή να μεγαλώνουν αυτές που υπήρχαν ήδη, αποκτώντας σταδιακά και άλλα δωμάτια σε όλο και μεγαλύτερο βάθος, για να χωρέσουν τις πολυμελείς οικογένειες και τα ζωντανά τους, στα οποία βασίζονταν για να ζήσουν. Η δομή της σπηλιάς ήταν πάντα οριζόντια, με ένα μεγάλο δωμάτιο όπου μαγείρευαν και έτρωγαν, έναν αποθηκευτικό χώρο, ένα υπνοδωμάτιο για όλη την οικογένεια και έναν χώρο για τα ζώα. Γρήγορα σχηματίστηκαν ολόκληρες αποικίες κρυμμένες μέσα στην πέτρα, με μόνο την ασβεστωμένη πρόσοψη με την πόρτα να φαίνεται από τον δρόμο, όλα τα υπόλοιπα δωμάτια ήταν χωμένα μέσα στο βράχο.

Σήμερα το Σακρομόντε έχει ανακηρυχθεί Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς και οι σπηλιές είναι περιζήτητες για κατοικίες. Πολλές από τις σπηλιές που άδειασαν όταν οι κάτοικοί τους εκδιώχθηκαν από τη δικτατορία του Φράνκο τη δεκαετία του ’60 έχουν καταληφθεί από μετανάστες, κυρίως Αφρικανούς, αλλά και από διανοούμενους που αναζητούν έναν εναλλακτικό τρόπο ζωής. Η κοινότητα των Τσιγγάνων που μένει στον λόφο εδώ και πολλές γενιές μεταβιβάζει τις σπηλιές στους απογόνους της, αλλά δεν έχουν καταφέρει να πάρουν όλοι νόμιμη άδεια.

«Πριν από μερικά χρόνια οι άνθρωποι του δήμου έβγαλαν απ’ τα σπίτια τους αρκετούς κατοίκους, κυρίως μετανάστες, και σφράγισαν τις σπηλιές» μας λέει η Εθελίντα, μία νεαρή Τσιγγάνα που συναντήσαμε στην αυλή της σπηλιάς της να ταΐζει τις γάτες της – μια μαμά Σιάμ με τα τρία γατάκια της. Η Εθελίντα προσφέρθηκε να μας βάλει στο σπίτι της και να μας δείξει όλα τα δωμάτια. Η σπηλιά της ήταν ένα άνετο σύγχρονο διαμέρισμα, κυριολεκτικά μέσα στον βράχο. Στο υπνοδωμάτιό της, το πιο βαθιά σκαλισμένο δωμάτιο, είχε όλους τους τοίχους διακοσμημένους με μεταλλικές χειρολαβές. Το σπίτι είχε επίσης ένα «τυφλό» γραφείο, δίπλα στο υπνοδωμάτιο, καθιστικό με φυσικό φως από το παράθυρο της πρόσοψης, μια πολύ φωτεινή μακρόστενη κουζίνα και το μπάνιο, κι αυτό με παράθυρο στον δρόμο.

Ένα αξέχαστο απόγευμα στο Σακρομόντε Facebook Twitter
Η παράνομη ταβέρνα. Φωτ.: M. Hulot/LIFO
Ένα αξέχαστο απόγευμα στο Σακρομόντε Facebook Twitter
Η κρεβατοκάμαρα της Εθελίντα. Φωτ.: M. Hulot/LIFO

«Τα τελευταία χρόνια οι προτάσεις μεγάλων εταιρειών που θέλουν να αγοράσουν τις σπηλιές δελεάζουν τους ιδιοκτήτες να αφήσουν το σπίτι που ανήκει εδώ και αιώνες στην οικογένειά τους» λέει. «Οι Τσιγγάνοι του Σακρομόντε αντιστέκονται όσο μπορούν, αλλά είναι πολλά τα λεφτά που τους προσφέρουν. Πολύ φοβάμαι ότι σε μερικά χρόνια θα έχουν όλοι μετακομίσει και ο λόφος θα είναι άλλο ένα τουριστικό αξιοθέατο».

Οι Τσιγγάνοι της Γρανάδας έφεραν μαζί τους το πολύ ξεχωριστό είδος φλαμέγκο, το ζάμπρα, έναν πρωτόγονο, παθιασμένο χορό, με τη χορεύτρια ή τον χορευτή να χορεύουν ξυπόλητοι, χτυπώντας καστανιέτες με τα δάχτυλά τους. Τα νυχτερινά μαγαζιά με φλαμέγκο που μαζεύουν τους τουρίστες στον λόφο του Σακρομόντε δίνουν μια ιδέα για το τι εστί ζάμπρα, αλλά δεν έχουν καμία σχέση με τις γιορτές των ντόπιων που θυμίζουν ερωτικές παγανιστικές τελετές. Μπορείς να τις πετύχεις μόνο στα σπίτια των Τσιγγάνων, τις πρώτες πρωινές ώρες, μετά από ολονύκτια κατανάλωση αλκοόλ, όταν το τραγούδι κι ο χορός φτάνουν στο αποκορύφωμα. Τα καλύτερα γλέντια με ζάμπρα γίνονται αυθόρμητα τα ξημερώματα, και είναι πολύ δύσκολο για κάποιον ξένο να τα παρακολουθήσει. Οι αυθεντικές τσιγγάνικες γιορτές μεταφέρονται στον δρόμο μόνο τις μέρες του Πάσχα, τη Μεγάλη Τετάρτη, την πιο μεγάλη γιορτή των Τσιγγάνων του Σακρομόντε, όταν η πομπή με τον Τσιγγάνο Χριστό περιφέρεται στα σοκάκια του λόφου, σαν τον δικό μας επιτάφιο. Οι Τσιγγάνοι γιορτάζουν με πυροτεχνήματα και λυπητερά τραγούδια-φόρους τιμής στην Παναγία (τα saetas), τα οποία λέει ένας πολύ γνωστός καλλιτέχνης των φλαμέγκο από ένα μπαλκόνι, την ώρα που περνάει μπροστά του η πομπή. Τα τελευταία χρόνια τα τραγουδάει η Εστρέγια Μορέντε, κόρη του θρυλικού τραγουδιστή Ενρίκε Μορέντε.

Estrella Morente - Sevillanas - "A Pastora"

Το φλαμέγκο είναι πολύ μεγάλη ατραξιόν της Γρανάδας και οι Τσιγγάνοι έχουν κάνει επιχείρηση τα ανεπίσημα «δωμάτια φλαμέγκο», όπου κάνουν αυτοσχέδια σόου – φυσικά με το αζημίωτο. Η είσοδος στον οικισμό όπου βρίσκονται τα πιο πολλά είναι μάλλον τρομακτική, αν σε έχουν προϊδεάσει για την «επικινδυνότητα» του λόφου. Οι ταξιδιωτικοί οδηγοί συμβουλεύουν τους ταξιδιώτες που πάνε μέχρι εκεί να μην έχουν πάνω τους αντικείμενα αξίας και, αν έχουν αυτοκίνητο, να το παρκάρουν μακριά από τον λόφο. Γενικώς, να αποφεύγουν το Σακρομόντε μετά τη δύση του ήλιου. Το λεωφορείο μάς κατεβάζει ακριβώς στους πρόποδες του λόφου, και πριν προλάβουμε να ανέβουμε στις σπηλιές, μια Τσιγγάνα βγαίνει και μας φωνάζει να μπούμε μέσα στο δωμάτιό της (ένα κελάρι μέσα στον βράχο). Είναι αδύνατο να την αποφύγουμε, πλησιάζουμε και αστραπιαία ανοίγει δυο μπίρες και μας τις δίνει στο χέρι, μαζί με ένα κεραμικό σε σχήμα ροδιού (η λέξη «γρανάδα» σημαίνει ρόδι), ένα πήλινο που μας υπόσχεται ότι θα μας φέρει καλή τύχη. Προσφέρεται να μας χορέψει φλαμέγκο, κι όταν της λέμε «όχι, ευχαριστώ» κι επιχειρούμε να φύγουμε, μας ζητάει από εφτά ευρώ για τις μπίρες που είχε ανοίξει. Μετά από αυτό, στον λόφο του Σακρομόντε ανεβαίνουμε με μεγάλη καχυποψία, αλλά, ευτυχώς, η κατάσταση είναι διαφορετική. Στην απογευματινή ραστώνη κανένας δεν σε ενοχλεί, οι άνθρωποι κάνουν μπάρμπεκιου στις αυλές των σπιτιών τους, ποτίζουν τα λουλούδια, τα μαγαζιά ετοιμάζονται για τη νύχτα, οι μόνοι που κυκλοφορούν στους δρόμους είναι τολμηρά ζευγαράκια τουριστών, όλα νεαρής ηλικίας, που βγάζουν σέλφι στα καλντερίμια με φόντο μια σπηλιά. Κάποιοι κατευθύνονταν στην κορυφή του λόφου, όπου άλλαζε εντελώς το σκηνικό. Όσο πιο ψηλά ανέβαινες τόσο πιο κακές ήταν οι συνθήκες που ζούσαν οι άνθρωποι, σε παραπήγματα που έμοιαζαν με φαβέλα, αλλά όταν άρχισε να ακούγεται το θλιμμένο τραγούδι ενός ηλικιωμένου –ο οποίος καθόταν στην αυλή μιας άθλιας σπηλιάς στο πιο ψηλό σημείο του Σακρομόντε και απολάμβανε το ηλιοβασίλεμα– καταλάβαμε γιατί επέμενε να πάμε οπωσδήποτε μέχρι εκεί η κοπέλα που μας νοίκιαζε το σπίτι. Αυτή μας έστειλε και στην τσιγγάνικη ταβέρνα.

Ένα αξέχαστο απόγευμα στο Σακρομόντε Facebook Twitter
Η Τσιγγάνα που μας τράβηξε στο σπίτι της. Φωτ.: M. Hulot/LIFO
Ένα αξέχαστο απόγευμα στο Σακρομόντε Facebook Twitter
Φωτ.: M. Hulot/LIFO

Από όλες τις πόλεις της Ανδαλουσίας, η Γρανάδα είναι αυτή που διατηρεί πιο έντονα τις μαυριτανικές καταβολές της. Είναι μια πόλη παλιομοδίτικα «βρόμικη», χτισμένη σε τρεις λόφους, στη συμβολή των ποταμών Χενίλ και Ντάρο, με την οροσειρά της Νεβάδα να ξεπροβάλλει στον ορίζοντα. Έχει χρώμα πιο πολύ βορειοαφρικανικό παρά ευρωπαϊκό, με πολλούς μετανάστες που κάνουν την παλιά αραβική συνοικία, την Αλμπαϊθίν, να θυμίζει περισσότερο παζάρι στο Μαρόκο και λιγότερο ισπανική πόλη. Τσαγάδικα, ναργιλετζίδικα και εστιατόρια με αραβικό φαγητό κυριαρχούν στους στενούς δρόμους της παλιάς κάσμπα, όπου βρίσκεται και το μεγάλο παζάρι, ένα σωρό μαγαζιά με τουριστικά είδη. Τα πιο πολλά από τα σπίτια των Μαυριτανών εμπόρων στην Αλμπαϊθίν έχουν ανακαινιστεί κι έχουν μετατραπεί σε ξενοδοχεία με εκπληκτική θέα στην Αλάμπρα, και τα πιο πολλά τζαμιά έχουν γίνει εκκλησίες, με τους μιναρέδες τους να είναι πια καμπαναριά. Περπατώντας στα στενά της αραβικής αγοράς έχεις την εντύπωση ότι βρίσκεσαι σε ένα βορειοαφρικάνικο σουκ, παρόλο που η χαλαρότητα των ανθρώπων της είναι τυπικά ανδαλουσιανή: κάθονται με τις ώρες για τσάι και γλυκό σε ένα από τα μαγαζιά που είναι παραταγμένα στα σοκάκια, ή έξω από τα σπίτια τους κουτσομπολεύοντας. Βέβαια, η περιοχή είναι ενοχλητικά τουριστική, με πάρα πολύ κόσμο όλες τις ώρες της ημέρας, αλλά ακόμα κι έτσι, με στριμωξίδι και τις δυνατές φωνές των εμπόρων που διαλαλούν την πραμάτεια τους, έχει μια ξεχωριστή γοητεία.

Το Αλμπαϊθίν ήταν η μεγάλη αγορά για μετάξι και μπαχαρικά της πόλης, «δώρο» του αυτοκράτορα Ιουστινιανού στους Άραβες, στους οποίους επιτράπηκε από τον 6ο αιώνα να έχουν τον αποκλειστικό έλεγχο του εμπορίου μεταξιού. Η αγορά, η οποία καταστράφηκε το 1800 από μια μεγάλη πυρκαγιά που ξεκίνησε από ένα εργαστήριο σπίρτων, φτιάχτηκε το 1400, με δέκα σιδερένιες πόρτες για να την προστατεύουν από τις επιδρομές και θαυμάσια αραβική αρχιτεκτονική.

Ένα αξέχαστο απόγευμα στο Σακρομόντε Facebook Twitter
Φωτ.: M. Hulot/LIFO

Αναμφίβολα, το πιο δημοφιλές αξιοθέατο της πόλης είναι η Αλάμπρα («Το κόκκινο»), το λαμπρό ανάκτορο και φρούριο των Μαυριτανών μοναρχών που καταλαμβάνει έναν λόφο στο νοτιοανατολικό όριο της πόλης και διακρίνεται από κάθε σημείο της. Είναι ένα συγκρότημα από κτίρια και κήπους εξαιρετικής ισλαμικής αρχιτεκτονικής, όπου το 1527 χτίστηκε το παλάτι του Κάρολου του Ε'. Το «μαργαριτάρι ανάμεσα στα σμαράγδια» των Μαυριτανών ποιητών στολίστηκε με τριανταφυλλιές, πορτοκαλιές και μυρτιές, αλλά και ένα δάσος από αγγλικές πτελέες, φυτεμένες από τον Δούκα του Ουέλλιγκτον. Το πάρκο έχει πλήθος αηδονιών και συνήθως είναι πλημμυρισμένο με τον ήχο του τρεχούμενου νερού από τα πολυάριθμα σιντριβάνια και τους καταρράκτες που τροφοδοτεί ο ποταμός Ντάρο. Είναι όντως το πιο εντυπωσιακό από τα ανάκτορα της Ανδαλουσίας, χρειάζεται ώρες για να το δεις και η βόλτα μέχρι εκεί είναι κανονική εκδρομή. Οι πιο πολλοί τουρίστες έρχονται στην πόλη ειδικά για αυτό, έτσι η ταλαιπωρία μέχρι να καταφέρεις να μπεις είναι μεγάλη, ειδικά αν δεν έχεις προνοήσει να αγοράσεις εισιτήριο. Η επίσκεψή μας στην Αλάμπρα ήταν περιπετειώδης και επεισοδιακή, γιατί ενώ απολαμβάναμε τα όμορφα κτίρια και τους απίθανους κήπους με τα νερά, ανακάλυψα ότι είχα χάσει το κινητό μου! Το είχα αφήσει σε ένα παγκάκι και το πήρα είδηση όταν είχα αρκετά απομακρυνθεί. Κι ενώ το είχα ήδη ξεγράψει και σκεφτόμουν πώς θα είναι η ζωή μου χωρίς κινητό, δοκίμασα να καλέσω το νούμερο και κάποιος το σήκωσε! Το είχε βρει ένας Ισπανός ξεναγός που είχε βρει εκατοντάδες άλλα κινητά όλο το καλοκαίρι, και για τους ξένους επισκέπτες ήταν κάτι σαν τον άγιο της Αλάμπρας. Στην Αλάμπρα εκείνη τη μέρα είχε χιλιάδες άτομα, οπότε το να βρεις το χαμένο σου κινητό ήταν τόσο πιθανό όσο και το να πιάσεις το τζόκερ.

Κατά τ’ άλλα, η Γρανάδα είναι γεμάτη Carmenes, ρουστίκ σπίτια με κρυμμένες αυλές με όμορφους κήπους γεμάτες δέντρα και λουλούδια, τις οποίες δεν μπορείς να τις δεις, μόνο τις φαντάζεσαι και τις μυρίζεις. Υπάρχουν κάποιες που έχουν γίνει μαγαζιά, κυρίως εστιατόρια, αλλά γενικά τις βλέπεις μόνο αν ένας ντόπιος σε καλέσει στο σπίτι του.

Ένα αξέχαστο απόγευμα στο Σακρομόντε Facebook Twitter
Φωτ.: M. Hulot/LIFO
Ένα αξέχαστο απόγευμα στο Σακρομόντε Facebook Twitter
Φωτ.: M. Hulot/LIFO

Αφήνοντας την υπέροχη αυτή πόλη πήγαμε εκδρομή στη Σιέρα Νεβάδα –που προτείνουν οι οδηγοί– αλλά ήταν σαν εκδρομή στο Λουτράκι, με τα ΚΑΠΗ της Ισπανίας να έχουν μαζευτεί για τη γιορτή της Παναγίας…

*Η τορτίγια του Σακρομόντε είναι ένα τυπικό τσιγγάνικο πιάτο της Γρανάδας, το οποίο βρίσκεις παντού στην πόλη, στα περισσότερα μπαρ που σερβίρουν τάπας. Είναι πολύ συνηθισμένο, αλλά δεν είναι για όλους, ειδικά αν ξέρεις τι περιέχει. Φτιάχνεται κυρίως με μυαλά και αμελέτητα, αρνίσια ή μοσχαρίσια, αλλά μπορεί να περιέχει και άλλα εντόσθια, οπότε σπανίως τη δοκιμάζουν ξένοι. Η τσιγγάνικη αυτή τορτίγια συνδέεται με τη γαστρονομία των κατακομβών του Σακρομόντε και με τον προστάτη άγιο της Γρανάδας, τον Άγιο Σεσίλιο. Την ημέρα της γιορτής του, την πρώτη Φεβρουαρίου, η συγκεκριμένη τορτίγια δεν λείπει από κανένα τραπέζι. Η βασική συνταγή περιέχει, εκτός από ψιλοκομμένα μυαλά και αμελέτητα, μεδούλι, αρακά, ζαμπόν και λουκάνικο τσορίθο, κόκκινη πιπεριά, πατάτες και τρίμματα ψωμιού. Και είναι καλύτερη από ό,τι ακούγεται.

Rosita Ferrer - Tu eres mi marío

Ταξίδια
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Πώς η ανάβαση στο Έβερεστ κατέληξε από ηρωικό κατόρθωμα σε μαζική μπίζνα

Ταξίδια / Πώς η ανάβαση στο Έβερεστ κατέληξε από ηρωικό κατόρθωμα σε μαζική μπίζνα

Η συντριπτική πλειονότητα των αναβατών είναι πελάτες που πληρώνουν εξαψήφια ποσά και μεταξύ αυτών που ανέβηκαν πρόσφατα στην «κορυφή του κόσμου» ήταν κάποιοι τυφλοί, δύο 13χρονοι, αρκετοί εβδομηντάρηδες, ακόμη και άτομα που είχαν υποστεί διπλό ακρωτηριασμό.
THE LIFO TEAM
«Το χωριό μου, ο Δεσύλλας Μεσσηνίας, είναι ένας μικρός κρυφός παράδεισος»

Γειτονιές της Ελλάδας / «Το χωριό μου, ο Δεσύλλας Μεσσηνίας, είναι ένας μικρός κρυφός παράδεισος»

Ο Μάριος Γκρόγκος μιλά για τον τόπο του με την ανεμπόδιστη θέα στον μεσσηνιακό κάμπο, για ένα μέρος που πια έχει όλα κι όλα δύο μαγαζιά – έχει όμως και μια ομάδα κατοίκων που στήνει φεστιβάλ και εκθέσεις φωτογραφίας και ανανεώνει εθελοντικά την όψη του χωριού.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Αβινιόν/Αρλ

Ταξίδια / Ένα road trip στην Αβινιόν των επτά Παπών και στην Αρλ του Βαν Γκογκ

Γοτθική αρχιτεκτονική, μια «δεύτερη Ρώμη», πολλά δωρεάν μουσεία, φοιτητές να πίνουν μπύρες σε ζωντανές πλατείες και φιλότεχνοι που αναζητούν την αύρα που ενέπνευσε τον Ολλανδό ζωγράφο, αλλά και τον Πικάσο και τον Γκογκέν. Δυο πόλεις που σε κάνουν να ξεχνάς με το ιστορικό τους κέντρο όλα τα βάσανα του ταξιδιού.
ΚΟΡΙΝΑ ΦΑΡΜΑΚΟΡΗ
Όλα από την αρχή στο Σκαμνέλι, σε ένα Ζαγοροχώρι 25 κατοίκων

Γειτονιές της Ελλάδας / Όλα από την αρχή στο Σκαμνέλι, ένα Ζαγοροχώρι 25 κατοίκων

Ο Φίλιππος Φραγκούλης άφησε πίσω του μια πολυετή καριέρα στις τράπεζες προκειμένου να επιστρέψει στις ρίζες του, στην Τύμφη. Αντικατέστησε τα meetings με τα πυκνά δάση που αποτελούν πλέον το φόντο της νέας του πορείας στη ζωή, έχοντας όμως να αντιμετωπίσει πια τις δυσκολίες ενός ορεινού τόπου.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Πώς είναι η καθημερινότητα ενός τριαντάρη στο ψηλότερο χωριό των Βαλκανίων;

Γειτονιές της Ελλάδας / Πώς είναι η καθημερινότητα ενός τριαντάρη στο ψηλότερο χωριό των Βαλκανίων;

Ο Άρης Αβέλλας περιγράφει τη ζωή του στη Σαμαρίνα, σε ένα μέρος που τραβάει την προσοχή ξένων αλπινιστών, σε έναν τόπο όπου όταν λιώνουν τα χιόνια μπορεί κανείς να βολτάρει σε καταρράκτες, να θαυμάσει άγρια ζώα, να δροσιστεί σε βάθρες.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Η καθημερινή ρουτίνα ενός πλοίου της γραμμής τον χειμώνα

Ταξίδια / Η καθημερινή ρουτίνα ενός πλοίου της γραμμής τον χειμώνα

Πήραμε το πλοίο της γραμμής για να κάνουμε το δρομολόγιο που κάνουν οι ναυτικοί μετ’ επιστροφής, χωρίς να κατέβουμε σε κάποιο λιμάνι. Η διαδρομή μας ήταν Πειραιάς – Κύθνος – Σέριφος – Σίφνος – Κίμωλος – Μήλος και πίσω, ενώ άλλες μέρες προστίθενται κάποιοι ακόμα προορισμοί, με τερματικό λιμάνι εκείνο της Σαντορίνης. Στις περίπου 17 ώρες προσπαθήσαμε να δούμε και να καταγράψουμε τη ζωή τον χειμώνα μέσα σε ένα από τα πολλά πλοία που ταξιδεύουν αδιάκοπα στις ελληνικές θάλασσες.
ΜΙΧΑΛΗΣ ΓΕΛΑΣΑΚΗΣ
Adrère Amellal: Μια μέρα στο ξενοδοχείο που φωτίζεται με κεριά στην όαση της Σίβα

Ταξίδια / Adrère Amellal: Μια μέρα στο ξενοδοχείο που φωτίζεται με κεριά στην όαση της Σίβα

Σε έναν αλλόκοτο υπερμεγέθη όγκο που ορθώνεται στην έρημο θυμίζοντας σεληνιακό τοπίο λειτουργεί ένα οικολογικό και απόλυτα μίνιμαλ αισθητικής ξενοδοχείο χωρίς ίντερνετ, ούτε τηλέφωνο, ούτε καν ερ-κοντίσιον.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Ο τόπος μου, ο Κάμπος της Χίου

Γειτονιές της Ελλάδας / H ζωή μου στον Κάμπο της Χίου, εκεί που οι λαλάδες κοκκινίζουν τη γη

Η Μάρω Χατζελένη περιγράφει την καθημερινότητά της στον τόπο που μεγάλωσε και επέστρεψε, σε ένα μέρος όπου αρχοντικά, περιβόλια και στέρνες με πηγάδια συνυπάρχουν μαγικά.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Ο τόπος μου, η Καλοσκοπή

Γειτονιές της Ελλάδας / Mπορεί να ξαναζωντανέψει ένα χωριό είκοσι ατόμων στο βουνό της Γκιώνας;

Μια ομάδα κατοίκων φιλοδοξεί να αναζωογονήσει ένα ορεινό χωριό με άπλετο πράσινο, με άφθονα τρεχούμενα νερά και πηγές, την Καλοσκοπή Φωκίδας που βρίσκεται μόλις δυόμιση ώρες μακριά από την Αθήνα. Και δείχνει να τα καταφέρνει!
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Ο τόπος μου, οι Λειψοί

Γειτονιές της Ελλάδας / Η ζωή μου στους ακριτικούς Λειψούς, εκεί που σταματά ο χρόνος

Ο Κωνσταντίνος Μπουράκης μας μιλά για τη ζωή στο νησί που κερδίζει την υπογεννητικότητα και αποτελεί έναν από τους πιο ποιοτικούς οικολογικούς προορισμούς της Ελλάδας.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ