Ο Κωνσταντίνος Βασιλακάκος είναι ένας νέος άνθρωπος, 33 χρονών, πολυπράγμων. Είναι φωτογράφος, ορειβάτης, δημιουργός περιεχομένου στα social media, ενώ ασχολείται επαγγελματικά και με ένα ευρύ φάσμα χειρωνακτικών εργασιών στο χωριό του, το Πετρίλο στα Άγραφα.
Είναι ένας ακόμα άνθρωπος που ονειρευόταν να ζήσει στο χωριό των γονιών του με στόχο να αποκτήσει ένα καλύτερο βιοτικό επίπεδο. Όπως μπορεί να καταλάβει ο καθένας, η απόφαση να μετακομίσει μόλις στα 21 του χρόνια σε ένα ορεινό απομονωμένο χωριό, στο οποίο οι κάτοικοι τον χειμώνα δεν ξεπερνούν τους δέκα, μόνο εύκολη δεν ήταν.
Ο Κωνσταντίνος όμως τα κατάφερε, ζει ήδη δώδεκα χρόνια εκεί και με το παράδειγμά του –το οποίο προβάλλει στα social media με έναν πολύ όμορφο και κυρίως πρακτικό τρόπο, χωρίς φιοριτούρες και ωραιοποιήσεις– φιλοδοξεί να εμπνεύσει κι άλλους νέους να κάνουν ένα αντίστοιχο βήμα.
Ακολουθεί η ιστορία του Κωνσταντίνου με τα δικά του λόγια:
«Πάμε να ζήσουμε στην επαρχία και στα βουνά για να έχουμε ένα καλύτερο επίπεδο ζωής και όχι γιατί έχουμε σιχαθεί τους ανθρώπους και την κοινωνία».
«Είμαι φωτογράφος, ορειβάτης και δημιουργός περιεχομένου στο Πετρίλο, όπου και ζω μόνιμα από το 2013, προσπαθώντας να δείξω στον κόσμο με τη στάση ζωής μου πώς είναι να ζεις στα βουνά. Από τη μεριά του πατέρα μου, Σπύρου, κατάγομαι από εδώ, από τη μεριά της μητέρας μου, Μαρίας, από την Αμφίκλεια, χωριό στους πρόποδες του Παρνασσού. Εκεί γεννηθήκαμε με τα αδέρφια μου και πήγαμε σχολείο.
Ερχόμουν στο χωριό από νεογέννητο, το ίδιο και τα αδέρφια μου. Από εδώ έχουμε τις πιο όμορφες αναμνήσεις της παιδικής μας ηλικίας, με τους φίλους μας, τους παππούδες και τους συγγενείς μας, μια οικογένεια όλη η γειτονιά. Ερχόμασταν κάθε καλοκαίρι για διακοπές και κάποιες φορές το Πάσχα για να περάσουμε χρόνο με τους παππούδες μας. Αγάπησα το χωριό για όλο αυτό το αγνό που έζησα εδώ από μικρός.
Δεν ήταν απλώς μια απόφαση να μετακομίσω στο χωριό, ήταν το φυσικό επόμενο βήμα. Πάντα είχα αγάπη για το χωριό μου, από μικρός. Ήθελα να ζήσω στα βουνά από όταν θυμάμαι τον εαυτό μου, ένιωθα λες και είμαι στα Ιμαλάια, λόγω του ότι έχει παντού κορυφές. Από τα 14 είχα πάρει ήδη την απόφαση ότι εδώ θέλω να μείνω, όταν πήγαινα σχολείο ακόμα. Τελικά άρχισα να ζω εδώ το 2013, κατά τη διάρκεια των σπουδών μου.
Οι φίλοι, ο κύκλος μου γενικότερα ήταν αρνητικός απέναντι σε αυτή την απόφαση. Κανένας δεν είπε “μπράβο”. Όλοι μού έλεγαν να σοβαρευτώ και να φύγω, να πάω στην Αμφίκλεια με τον πατέρα μου, στην οικοδομή. Δεν τους άκουσα, αλλά με πλήγωνε το γεγονός ότι κανένας δεν είπε: “Προχώρα και είμαστε εδώ για σένα”.
Η μετάβαση ήταν υπέροχη από την αρχή. Ειδικά από το 2014 που έβαλα σε σειρά τις σπουδές μου. Είχα χρόνο να βγάζω φωτογραφίες τον έναστρο ουρανό, να κοιμάμαι στις κορυφές των βουνών αγκαλιά με το σύμπαν και να χτίζω κάθε μέρα το δικό μου μονοπάτι. Πάντρεψα τη φωτογραφία με την ορειβασία και τις διανυκτερεύσεις στις κορυφές των βουνών με στόχο να μπορώ να βιώνω το σύμπαν. Βρήκα αρκετές δυσκολίες στο γεγονός ότι ζούσα και ζω μόνος μου στο Πετρίλο – οι γονείς μου και τα αδέρφια μου είναι στην Αμφίκλεια, οπότε δεν είχα ποτέ μόνιμα εδώ κάποιον δικό μου. Οι παππούδες, οι γονείς του πατέρα μου, που ήταν πηγή έμπνευσης για τη ζωή μου στο χωριό, είχαν πεθάνει αρκετά χρόνια νωρίτερα. Οπότε, τα έμαθα όλα με τον δύσκολο τρόπο.
Το Πετρίλο είναι ένα ωραίο ορεινό χωριό στην καρδιά της οροσειράς των Αγράφων. Αποτελείται από οκτώ βασικούς συνοικισμούς και αρκετές μικρές γειτονιές εντός των συνοικισμών. Στα χρόνια του πατέρα μου, που γεννήθηκε εδώ το 1960, ζούσαν κοντά στα χίλια άτομα μόνιμα τον χειμώνα. Τώρα, το 2025, με το ζόρι φτάνουμε τους δέκα μόνιμους. Κάθε χρονιά που έρχεται, μας βρίσκει όλο και λιγότερους. Όταν ήρθα να ζήσω στο χωριό το 2013 ήμασταν κάπου στους δεκατέσσερις. Κάποιες χρονιές φτάσαμε κοντά στους είκοσι. Μέχρι στιγμής είμαι ο νεότερος μόνιμος κάτοικος του Πετρίλου, καθώς και ο μοναδικός νέος κάτοικος του χωριού που επέστρεψε στη ζωή στα βουνά. Ήρθα όταν ήμουν 20 ετών, τώρα είμαι 33. Αγαπάω τα βουνά, τον καθαρό ουρανό, το αγνό παρθένο περιβάλλον και την ηρεμία που έχει, το γεγονός ότι κάθε μέρα ξυπνάω και βλέπω βουνά και κορυφές και ακούω το ποτάμι να κυλάει. Τον χειμώνα, όταν χιονίζει, όλο το χωριό μοιάζει με παραμύθι.
Οι ασχολίες μου είναι σχεδόν οι ίδιες, χειμώνα-καλοκαίρι. Η διαφορά είναι ότι το καλοκαίρι ανεβαίνουν οι συγγενείς μου και είμαστε όλοι μαζί μια οικογένεια εδώ στη γειτονιά, αδέρφια, ξαδέρφια, γονείς, θείοι. Τον χειμώνα μού λείπει αυτό. Από την άλλη πλευρά, τον χειμώνα όλοι οι χωριανοί μαζευόμαστε στο καφενεδάκι του χωριού, μιλάμε, περνάμε όμορφα, κάποιες φορές κάνουμε και μάζωξη για φαγητό και προσπαθούμε να έχουμε μια όμορφη ατμόσφαιρα. Πηγαίνω για ύπνο στις κορυφές των βουνών όλες τις εποχές, κάτω από όλες τις συνθήκες, πλην της βροχής. Ο χειμώνας είναι η καλύτερη εποχή για να γνωρίσει κάποιος το Πετρίλο. Την άνοιξη κάνω τις προετοιμασίες για τον χειμώνα.
Βρήκα τον εαυτό μου και τον σκοπό μου. Αυτό είναι κάτι που συμβαίνει όταν ο άνθρωπος προσεγγίζει με αγνή πρόθεση τα βουνά. Όταν ήρθα να ζήσω στα βουνά, είχα μόνο κάποιες βασικές γνώσεις στη φωτογραφία. Θέλοντας να φωτογραφίσω τον Γαλαξία μας, ανακάλυψα ότι το χωριό έχει άψογο ουρανό. Ψάχνοντας καλύτερη θέα για να φωτογραφίσω, διανυκτέρευσα για πρώτη φορά το 2013 στην κορυφή του βουνού Τσμι, στα 1.911 μέτρα. Εκεί ξετρελάθηκα, ήταν λες και το σύμπαν μού έδωσε εκείνο το βράδυ τον σκοπό της ζωής μου.
Εδώ ζούμε στην άγονη γραμμή. Είμαστε 35 χιλιόμετρα μακριά από του Μουζάκι, που είναι και το πιο κοντινό σημείο για τα βασικά ψώνια και για καύσιμα για τα αμάξια μας. Η Καρδίτσα και τα Τρίκαλα απέχουν περίπου 70 χιλιόμετρα, πράγμα που σημαίνει ότι θες πάνω από μια ώρα για να πας στην πόλεις για τα ψώνια και τις προμήθειές σου. Από την άλλη πλευρά, αυτό μας κάνει πιο πρακτικούς. Ψωνίζουμε μεγάλες ποσότητες και έχουμε προμήθειες για πάνω από δύο μήνες, φαγητά στον καταψύκτη και συσκευασμένα τρόφιμα που δεν χαλάνε εκτός ψυγείου. Δεν λες δηλαδή “θα πεταχτώ για έναν καφέ μέχρι την Καρδίτσα”. Από την άλλη πλευρά, ζεις μέσα στα βουνά και στον καθαρό αέρα. Απλά αγαθά, που οι περισσότεροι άνθρωποι τα πληρώνουν ακριβά και για λίγες μόνο μέρες.
Θα ήθελα να ήταν κι άλλα νέα παιδιά στην ηλικία μου εδώ από το χωριό. Είμαι ο μοναδικός νέος από το Πετρίλο που επέλεξε να έρθει να ζήσει εδώ. Αν είχαν έρθει άλλα δέκα παιδιά στην ηλικία μου, θα ήταν αλλιώς η κατάσταση σήμερα, με την προϋπόθεση να υπάρχει συνεργασία, αμοιβαία κατανόηση και αλληλοϋποστήριξη. Εγωισμοί και ίντριγκες δεν έχουν θέση σε τέτοιες καταστάσεις.
Νομίζω πως η οικογένεια, αλλά και το εκπαιδευτικό και πολιτικό σύστημα της Ελλάδας δεν βοηθάει τους νέους να ζήσουν στα χωριά. Επίσης, μεγάλο θέμα είναι πια και η υπογεννητικότητα. Ήταν έτσι φτιαγμένη η κοινωνία μας που από το 1980 και μετά εντάθηκε η αστυφιλία. Χωριά όπως το Πετρίλο, που κάποτε είχαν τέσσερα δημοτικά σχολεία και τρεις τάξεις του Γυμνασίου, τώρα είναι στο όριο του αφανισμού. Σκέψου ότι το ίδιο πρόβλημα έχει και η Αμφίκλεια και άλλα χωριά της Ελλάδας. Έχουμε αποτύχει ως χώρα να κρατήσουμε τον πληθυσμό μας στην επαρχία και να υπάρξει ίση κατανομή του πληθυσμού. Η οικογένεια έλεγε πάντα στα παιδιά να πάνε στις πόλεις για σπουδές κι έτσι έχει αδειάσει η επαρχία, δεν υπάρχει εργατικό δυναμικό για χειρωνακτικές εργασίες που πολλές φορές πληρώνουν πάνω από το διπλάσιο του βασικού μισθού.
Κάποιον που σκέφτεται να ζήσει σε έναν μικρότερο τόπο, θα τον συμβούλευα να το κάνει! Αλλά πρώτα να κάνει δουλειά με τον εαυτό του. Πάμε να ζήσουμε στην επαρχία και στα βουνά για να έχουμε ένα καλύτερο επίπεδο ζωής και όχι γιατί έχουμε σιχαθεί τους ανθρώπους και την κοινωνία. Δηλαδή δεν λειτουργεί έτσι η κλειστή κοινωνία. Θέλει να είσαι ξεκάθαρος από την αρχή, να έχεις στόχο, όραμα και πλάνο δράσης.
Από οικονομικής άποψης, στην επαρχία πληρώνει καλά η χειρωνακτική εργασία. Ειδικά όταν ξέρεις να κόβεις ξύλα ή μπορείς να αναλάβεις χορτοκοπτικές εργασίες, εργασίες καθαρισμού, επισκευές στα σπίτια κ.λπ., θα είναι πιο εύκολο να βρεις δουλειά. Για να ζήσεις στην επαρχία πρέπει να παράγεις ένα προϊόν ή υπηρεσία που να είναι αναγκαία. Το γεγονός ότι ξέρω να κόβω και να φτιάχνω ξύλα για τον χειμώνα, να κάνω χορτοκοπτικές εργασίες και εργασίες καθαρισμού, καθώς και κάποιες επισκευές στα σπίτια, με βοηθάει να έχω πάντα δουλειά. Επίσης, θέλει καλή και ορθή οικονομική οργάνωση. Δεν αφήνουμε χρέη, προσπαθούμε να πληρώνουμε όλα τα πάγια έξοδα μπροστά, ΕΦΚΑ, ρεύμα, κινητό κ.λπ., για να μη μείνουν για τον χειμώνα που δεν θα έχουμε τόσο πολλή δουλειά. Το μυστικό είναι η σωστή οικονομική διαχείριση τους μήνες που έχουμε λιγότερη ή καθόλου δουλειά και η προσπάθεια να αποκτήσουμε νέες γνώσεις στη δουλειά μας».
Δείτε εδώ τις σελίδες του Κωνσταντίνου στα social media.
Στείλτε τις προτάσεις σας για τη στήλη «Γειτονιές της Ελλάδας» στο [email protected]