Τις τελευταίες μέρες, στη διεθνή επικαιρότητα κυριαρχεί η εκλογή της πρώτης γυναίκας πρωθυπουργού στην Ιαπωνία, της Σαναέ Τακαΐτσι, μιας πολιτικού με υπερσυντηρητικές απόψεις που υπερασπίζεται τη διατήρηση των αξιών της παραδοσιακής ιαπωνικής κοινωνίας. Παρ’ όλα αυτά, οι εντυπώσεις από ένα ταξίδι δύο εβδομάδων, λίγες μέρες νωρίτερα, τέλη Σεπτέμβρη με αρχές Οκτώβρη, σε Οσάκα, Νάρα, Κιότο και Τόκιο δεν λένε να ξεθωριάσουν, το αντίθετο.
Μια 64χρονη γυναίκα, δε, που καταλαμβάνει το ανώτατο εκτελεστικό αξίωμα σε μια ανδροκρατούμενη κοινωνία, έχοντας υπάρξει στο παρελθόν ντράμερ σε heavy metal συγκρότημα, θαυμάζει τους Black Sabbath, τους Iron Maiden αλλά και τη Θάτσερ, διαφωνεί με τον γάμο των ομοφύλων και στο να κρατούν οι γυναίκες το επώνυμό τους μετά τον γάμο, συνάδει με κάτι που εύκολα αντιλαμβάνεται κάποιος που για πρώτη φορά επισκέπτεται την Ιαπωνία: μια χώρα με βαθιές αντιθέσεις και αντιφάσεις, όπου η παράδοση και η καινοτομία, η εσωστρέφεια και η εξωστρέφεια συνυπάρχουν, διαπλέκονται αλλά και συγκρούονται με τρόπους που ένας Δυτικός είναι δύσκολο να κατανοήσει.
Αρεσκόμαστε να πιστεύουμε ότι είμαστε «έξω καρδιά» άνθρωποι, όπως όλοι οι μεσογειακοί, και όχι μυγιάγγιχτοι ή κλειστοί, όπως άλλοι λαοί, αλλά μήπως με αυτή την πολυδιαφημισμένη εξωστρέφεια δεν κάνουμε τίποτε άλλο από το να χρυσώνουμε το χάπι της γαϊδουριάς μας;
Προηγμένη τεχνολογία αλλά και αμετακίνητες παραδόσεις. Ρομπότ που σε καλωσορίζουν αλλά και αρχαίες τελετουργίες τσαγιού, ουρανοξύστες που ξεπερνούν τα 300 μέτρα και ξύλινοι ναοί του 8ου αι. μ.Χ., τρένα-βολίδες Shinkansen αλλά και κήποι με ρυάκια και λιμνούλες όπου ο χρόνος μοιάζει να έχει σταματήσει. Εργασιακό burnout, πειθαρχία και υπερβολική αφοσίωση στη δουλειά, άνθρωποι να κοιμούνται δίπλα μου στο μετρό εξαντλημένοι. Αλλά και ομορφιά της κάθε μέρας και επαφή με τη φύση, wabi-sabi (ομορφιά της απλότητας) και komorebi (το φως του ήλιου όπως παίζει ανάμεσα από τα φύλλα των δέντρων). Πίστη στις αξίες της οικογένειας αλλά και επιδημία μοναξιάς και απομόνωση και το ανησυχητικό φαινόμενο του hikikomori (άτομα που απομονώνονται πλήρως από την κοινωνία για μήνες ή και χρόνια).
Λατρεία για τη νεότητα αλλά και τεράστιος σεβασμός στα γηρατειά. Για μια τόσο γερασμένη δημογραφικά κοινωνία, εκπλήσσεσαι με το πόσο κυρίαρχη είναι μια αισθητική που προωθεί τη φρεσκάδα και τα νεανικά πρότυπα. Αυστηροί κοινωνικοί κανόνες, τυπολατρία και ψυχoλογική πίεση αλλά και μανία με τoν ιλαρό, ηρωικό και περιπετειώδη κόσμο των anime. Πατριαρχική μεν κοινωνία, αλλά μια γυναίκα στην Ιαπωνία, σε γενικές γραμμές, μπορεί άνετα να κυκλοφορήσει μόνη τη νύχτα χωρίς τον φόβο ότι θα της επιτεθούν, ενώ τα ποσοστά εγκληματικότητας είναι πολύ χαμηλότερα από αυτά πολλών ευρωπαϊκών χωρών. Δεν έχω δει ποτέ άλλοτε στην ίδια πόλη, στον ίδιο δρόμο, την ίδια στιγμή της ημέρας ταυτόχρονα τα πιο συντηρητικά και τα πιο εκκεντρικά ντυσίματα – σύμφωνα πάντα με τη δική μας δυτική αισθητική και τον δικό μας ορισμό περί εκκεντρικού, που αγνοεί τις διάφορες ιαπωνικές υποκουλτούρες της μόδας.
Τι θα φανταζόταν κανείς ότι θα εντυπωσίαζε κάποιον περισσότερο σε ένα ταξίδι δύο εβδομάδων στην Ιαπωνία; Η υψηλή τεχνολογία και τα γκατζετάκια; Τα ρομπότ καθαρισμού στον δρόμο ή τα ρομπότ-σερβιτόροι; Οι προηγμένες τεχνολογικά τουαλέτες με τα πολύπλοκα κουμπιά που απαιτούν χρόνο να τις μάθεις και συχνά καταλήγεις με απελπισία να ψάχνεις από πού τραβάνε το καζανάκι; Τα θεματικά maid cafés με τις σερβιτόρες ντυμένες καμαριέρες ή άλλα παρόμοια, με άντρες ντυμένους μπάτλερ; Η καθαριότητα και η απουσία κάδων στους δημόσιους χώρους που σε αναγκάζει να κουβαλάς τα σκουπίδια σου παντού; Το εκπληκτικό φαγητό και street food με τα διάφορα takoyaki, yakitori, okonomiyaki και πολλά άλλα πιάτα και γεύσεις, αλλά και τα φανταστικά γλυκά; Είναι όλα αυτά, αλλά και κάτι ακόμα πολύ περισσότερο, στο οποίο ούτε εγώ η ίδια φανταζόμουν ότι θα εστίαζα προτού βρεθώ στη χώρα.
Το πιο αξιομνημόνευτο ήταν κάτι εξαιρετικά απλό, αλλά ταυτόχρονα θεμελιώδες, πολύτιμο και σπάνιο: η ευγένεια των ανθρώπων σε κάθε τους εκδήλωση και στις πιο μικρές λεπτομέρειες, καθώς και η βαθιά ριζωμένη καλοσύνη προς τον διπλανό, ανεξάρτητα από το ποιος είναι.
Η αρετή της ευγένειας και της καλοσύνης στην Ιαπωνία διαφέρει σε μεγάλο βαθμό απ' ό,τι στον δυτικό κόσμο συνήθως αποκαλούμε ευγένεια. Έχει τις ρίζες της σε παραδοσιακές αρχές που βασίζονται στη διατήρηση της αρμονίας, στον σεβασμό προς τον άλλον, στην αυτοσυγκράτηση, στην ταπεινοφροσύνη και δτην ευγνωμοσύνη, καθώς και στην επιθυμία να μην ενοχλείς τον διπλανό. Εκδηλώνεται μέσα από αμέτρητες μικρές πράξεις της καθημερινότητας και αποτελεί ταυτόχρονα προσωπική ανάγκη και κοινωνικό καθήκον.
Όταν βρεθείς, λοιπόν, σε αυτήν τη χώρα όπου ακόμα και τα ελάφια υποκλίνονται –στο πάρκο της πόλης Νάρα, που υπήρξε και πρωτεύουσα της Ιαπωνίας, τα ελάφια έχουν εκπαιδευτεί να κάνουν μια κίνηση που θυμίζει υπόκλιση στους επισκέπτες που τα ταΐζουν–, συνειδητοποιείς πως έχεις πλέον εισέλθει σε ένα εξωπραγματικό σύμπαν, στους αντίποδες αυτού που γνώριζες μέχρι σήμερα. Νιώθω όπως η 10χρονη Τσιχίρο που από λάθος μπήκε σε έναν μαγικό κόσμο πνευμάτων στο «Ταξίδι στη χώρα των θαυμάτων» («Spirited away») του Χαγιάο Μιγιαζάκι, όπου θα δοκιμαστούν η καλοσύνη και η συμπόνια της, και στον οποίο ισχύουν εντελώς διαφορετικοί κανόνες απ' ό,τι υπόλοιπο κόσμο.
Είναι πολύ δύσκολο για τον Δυτικό, από τη στιγμή που θα προσγειωθεί σε αυτόν τον μακρινό πλανήτη όπου τα ohayou gozaimasu (καλημέρα), arigatou gozaimasu (ευχαριστώ πολύ), sumimasen (συγγνώμη) και irasshaimase (καλώς ήρθατε) θα χαϊδέψουν για πρώτη φορά τα αυτιά του με τη μελωδική τους ρυθμικότητα, για να τον συνοδέψουν έπειτα σε κάθε κοινωνική αλληλεπίδραση, να επιστρέψει αργότερα στη βορβορώδη αγένεια που κυριαρχεί σε κάθε πτυχή του βίου του, στη χοντροκοπιά, στα μούτρα, στην παντελή αδιαφορία και έλλειψη σεβασμού για τον διπλανό. Όλοι αυτοί οι αυθόρμητοι χαιρετισμοί και οι κινήσεις αβρότητας –που και ο πιο ανυποψίαστος καταλαβαίνει πως προκύπτουν πηγαία και όχι απλώς για λόγους εθιμοτυπίας, δουλικότητας ή επαγγελματικής ευσυνειδησίας– συνθέτουν ένα τραγουδάκι σαγηνευτικό, μια μελωδία ανεξάντλητης καλοσύνης που έτσι και την ακούσεις, δεν την ξεχνάς ποτέ.
Ενώ βρισκόμουν στην Ιαπωνία, ένας φίλος στην Ελλάδα, με ανάρτησή του στα σόσιαλ, σχολίαζε αρνητικά τη συνήθεια διαφόρων μαγαζιών που θέλουν να θεωρούνται ψαγμένα και μοδάτα να μη λένε ούτε «καλημέρα» στον δυστυχή πελάτη που θα περάσει το κατώφλι τους και να συμπεριφέρονται σαν να είναι αόρατος στην καλύτερη, αν δεν τον υποδέχονται με μούτρα στη χειρότερη. Ένιωσα εκείνη τη στιγμή σαν να είχα εκτοξευτεί σε τροχιά γύρω από τη Γη και όλα αυτά τα κοινά και τόσο διαδεδομένα για τον κόσμο που ήξερα μέχρι χθες να τα είχα αφήσει πολύ πίσω μου. Την ίδια ώρα, στον πλανήτη όπου βρισκόμουν, μας υποδέχονταν σε κάθε μαγαζί με τιμές αρχηγού κράτους, ενώ η προαναφερθείσα πρακτική εκεί θα έμοιαζε όχι απλώς σε αδιανόητο βαθμό αγενής αλλά σχεδόν εχθρική. Από τα ταπεινά ραμενάδικα της γειτονιάς μέχρι τα ακριβά μισελενάτα εστιατόρια, η ευγένεια στην Ιαπωνία είναι δεδομένη προς όλους, ντόπιους και τουρίστες.
Αλλά δεν είναι μόνο η ευγένεια προς τον πελάτη και τον ξένο. Το να στέκεσαι σε μια ουρά, για παράδειγμα –οι Ιάπωνες αγαπούν τις ουρές και περιμένουν υπομονετικά με τις ώρες–, γνωρίζοντας ότι κανείς δεν θα σου κλέψει τη σειρά, αλλάζει ριζικά τον τρόπο που βλέπεις τα πράγματα, όπως και να το κάνουμε. Να μη χρειάζεται να είσαι διαρκώς σε επιφυλακή στην τράπεζα ή στην εφορία μήπως κάποιος κουτοπόνηρος σού κλέψει τη σειρά; Ακούγεται επαναστατικό για την ελληνική πραγματικότητα. Όπως και το να ξέρεις ότι όταν φτάσεις στο τέλος μιας ουράς, το σίγουρο είναι πως θα γίνει κάθε δυνατή προσπάθεια για να εξυπηρετηθείς. Η τυπολατρία, η πειθαρχία, η εμμονή στη λεπτομέρεια και η απαρέγκλιτη τήρηση των κανόνων, βέβαια, μπορεί να είναι ενίοτε πολύ κουραστικές, αλλά μήπως κουράζουν γιατί έχουμε συνηθίσει στην ιδέα ότι κανένας κανόνας δεν θα τηρηθεί;
Οι μικρές ασήμαντες λεπτομέρειες της καθημερινότητας που ξετυλίγονται μπροστά σου αποκαλύπτουν τη νοοτροπία των ντόπιων καλύτερα από τόμους δοκιμίων και ταξιδιωτικών περιηγήσεων. Στο γιαπωνέζικο μετρό κανείς δεν μιλά στο τηλέφωνο για να μην ενοχλεί τους άλλους και είναι ένας κανόνας που όλοι ανεξαιρέτως τηρούν. Με απορία ανατρέχω σε όλες τις φορές που κάποιος δίπλα μου στο μετρό γκάριζε στο αυτί μου, αδιαφορώντας για την όχληση που προκαλούσε, ή τις φορές που άκουγα, εγώ και όλοι οι υπόλοιποι επιβάτες, με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες την ιστορία της ζωής κάποιου σε ένα τρόλεϊ. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Μια πινακίδα ενημερώνει τους επιβάτες πως σε περίπτωση που ακούνε μουσική από ακουστικά, θα πρέπει να φροντίζουν ώστε να μην είναι σε ένταση που να ενοχλεί τον διπλανό τους.
Ασφαλώς, όσα εγκώμια κι αν πλέξει κανείς για την κοινωνική συμπεριφορά των Ιαπώνων, αυτά αποτελούν μόνο μια όψη της Ιαπωνίας, εκείνη που συνήθως παρατηρεί ο τουρίστας. Η σκληροτράχηλη εργασιακή κουλτούρα, η πιεστική αίσθηση καθήκοντος, η απαρέγκλιτη πίστη στην ιεραρχία και οι ανισότητες εις βάρος των γυναικών συνιστούν μια άλλη. Η χώρα απέχει από το να είναι παράδεισος. Πίσω από την ευγένεια υποβόσκουν και μεγάλη σκληρότητα και επιθετικότητα.
Ωστόσο, παρατηρώντας την ιαπωνική κουλτούρα και συμπεριφορά, συνειδητοποιώ πόσο η αγένεια σε κάθε πτυχή του ιδιωτικού και δημόσιου ελληνικού βίου έχει σχεδόν κανονικοποιηθεί. Και δεν μπορώ να αποφύγω σκέψεις όπως: πότε αφήσαμε πίσω μας αρετές όπως η ευγένεια και η καλοσύνη; Πότε ξεχάσαμε πως ο δημόσιος χώρος ανήκει σε όλους; Πότε αρχίσαμε να υποτιμούμε αξίες όπως ο σεβασμός στον διπλανό; Φταίει η υποκρισία της αστικής ευγένειας που μας δίδαξε πως μπορεί να κάνεις τις μεγαλύτερες αγριότητες –ή να συναινείς σε αυτές– και να τις κρύβεις πίσω από μειλίχιους τρόπους, καλή ανατροφή και ευπρέπεια; Έχουμε φτάσει να συνδέσουμε τόσο πολύ μια στοιχειωδώς καλή κοινωνική συμπεριφορά με την αφέλεια και την τήρηση των κανόνων με την ευπιστία; Ή μήπως αναβαπτίσαμε τη χυδαιότητα σε εξυπνάδα; Από την άλλη, όταν η χοντροκοπιά και η αναισθησία είναι σχεδόν κανόνας, καταλήγεις να μη σε ενδιαφέρει αν η ευγένεια του άλλου είναι υποκριτική και αν πηγάζει από ωφελιμιστικά κίνητρα. Απαιτείς τουλάχιστον μια ανεκτή κοινωνική συμπεριφορά που εξασφαλίζει μια αρμονική κοινωνική συνύπαρξη.
Αρεσκόμαστε να πιστεύουμε ότι είμαστε «έξω καρδιά» άνθρωποι, όπως όλοι οι μεσογειακοί –που κι αυτό σηκώνει μεγάλη συζήτηση–, και όχι μυγιάγγιχτοι ή κλειστοί, όπως άλλοι λαοί, αλλά μήπως με αυτή την πολυδιαφημισμένη εξωστρέφεια δεν κάνουμε τίποτε άλλο από το να χρυσώνουμε το χάπι της γαϊδουριάς μας;