Η Θεσσαλονίκη ήταν πάντα ένα κομμάτι της ζωής μας. Τον μύθο γύρω από αυτήν τον ύφανε αρχικά ο πατέρας μου, που όντας λάτρης της φρόντιζε να βρίσκεται εκεί κάθε χρόνο την ημέρα του Αγίου Δημητρίου, μια και, εκτός από την πόλη, γιόρταζε και ο ίδιος.
Η επιστροφή του στο σπίτι συνοδευόταν από ιστορίες για τα αγαπημένα του ρεμπετάδικα, σακουλάκια με τσεμένι και μπούκοβο αγορασμένα στις παλιές αγορές της πόλης, καθώς και –βεβαίως, βεβαίως– τσουρέκια γεμιστά με κάστανο.
Με ένα τέτοιο τσουρέκι ανά χείρας διακτινίστηκε ξέπνοος και στο μαιευτήριο, αφού ο ερχομός του Άλκη τον βρήκε στη Νύμφη του Θερμαϊκού.
Τα χρόνια της χρυσής μας νιότης, κάθε φθινόπωρο μάς έβρισκε να κοιμόμαστε στρωματσάδα στη Θεσσαλονίκη, να παρακολουθούμε μέχρι τελικής πτώσεως ταινίες στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου, να «ψαρώνουμε» με τις αντισυμβατικές παρουσίες γύρω μας, που μας φαίνονταν πολύ πιο ενδιαφέρουσες από εκείνες της πρωτεύουσας, να αναζητάμε τα ίχνη των πατρικών περιπλανήσεων και να ξανασμίγουμε με τους πολυαγαπημένους μας που ζουν μόνιμα εκεί.
Περισσότερο από καθετί στη Θεσσαλονίκη αγαπώ, όποτε βρίσκομαι εκεί, να τριγυρίζω στις παλιές αγορές της που καταφέρνουν μέχρι σήμερα να διασώζουν την αυθεντικότητα και το χρώμα τους – προμηθεύομαι επί τη ευκαιρία και τα απαραίτητα μπαχαρικά.
Η οικονομική κρίση αλλά και ο «εκσυγχρονισμός» έχουν αλλάξει τη Θεσσαλονίκη αρκετά, με βραδύτερους ρυθμούς, ωστόσο, από την Αθήνα. Πόλη ιστορική, γοητευτική, με αρώματα και γεύσεις, αποτελεί σταθερό προορισμό, που κάθε φορά έχει και κάτι καινούργιο να προτείνει.
Πρώτη ημέρα
Η ιστορία της συμπρωτεύουσας ξεκινά το 316 π.Χ., όταν ένας από τους επιγόνους του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ο γιος του Αντίπατρου, Κάσσανδρος, ίδρυσε τη Θεσσαλονίκη στην περιοχή όπου παλιότερα βρισκόταν η Αρχαία Θέρμη, εξού και ο Θερμαϊκός Κόλπος – στην Άνω Τούμπα και στο Καραμπουρνάκι τα αρχαιολογικά ευρήματα μάλλον ταυτίζονται με αυτήν.
Ο Κάσσανδρος έδωσε στη νέα, τειχισμένη πόλη το όνομα της συζύγου του, που παρεμπιπτόντως ήταν και ετεροθαλής αδελφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Με την κατασκευή, από τους Ρωμαίους, της αρχαίας Εγνατίας Οδού (120 π.Χ.), που συνέδεε το σημερινό Δυρράχιο με τον Εύξεινο Πόντο, η πόλη απέκτησε λάμψη και οικονομική ισχύ, διεκδικώντας μάλιστα τον τίτλο της πρωτεύουσας της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας – τελικά το νήμα έκοψε το Βυζάντιο και η Θεσσαλονίκη χρίστηκε «συμβασιλεύουσα».
Η πόλη θα απελευθερωθεί από τους Τούρκους και θα προσαρτηθεί στην Ελλάδα σχεδόν έναν αιώνα μετά την Αθήνα, στις 26 Οκτωβρίου 1912, ημέρα που γιορτάζει ο πολιούχος της Άγιος Δημήτριος.
Η ευτυχής αυτή κατάληξη δεν ήταν καθόλου αυτονόητη, καθώς ο διάδοχος του θρόνου και αρχηγός του στρατού, Κωνσταντίνος, ετοιμαζόταν να «πατήσει» το Μοναστήρι και άλλαξε τα σχέδιά του τελευταία στιγμή, αφού προηγουμένως «πλακώθηκε» με τον Βενιζέλο και χρειάστηκε η παρέμβαση του βασιλιά Γεωργίου Α’ – λίγους μήνες αργότερα ο βασιλιάς θα δολοφονηθεί κοντά στον Λευκό Πύργο.
Σήμερα το σήμα κατατεθέν της πόλης –που «ασβεστώθηκε» εξωτερικά μετά την απελευθέρωση σε μια προσπάθεια κάθαρσης από το παρελθόν του ως «Πύργου του Αίματος»– είναι επισκέψιμο και αποτελεί το «σύνορο» μεταξύ Παλιάς και Νέας Παραλίας, τις οποίες στοιχηματίζω ότι θα περπατήσετε αμφότερες.
Δυτικά εκτείνεται η Παλιά Παραλία, η πιο αγαπημένη βόλτα για ντόπιους και επισκέπτες, με café σχεδόν πάντα γεμάτα αλλά και τη θεαματική πλατεία Αριστοτέλους στο διάβα της. Στο τέλος του περιπάτου θα εντοπίσετε και τις Αποθήκες, οι οποίες εδώ και χρόνια φιλοξενούν προβολές του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης που φέτος ξεκινά στις 30 Οκτωβρίου και θα έχει καλεσμένη τη σπουδαία Ιζαμπέλ Ιπέρ – προλαβαίνετε!
Οι προβολές του Διαγωνιστικού Τμήματος του Φεστιβάλ πραγματοποιούνται στο ιστορικό Ολύμπιον, στην πλατεία Αριστοτέλους. Ακόμα κι αν δεν σκοπεύετε να δείτε ταινίες, ανεβείτε για έναν καφέ στον πέμπτο όροφο, στο σινεφίλ «Δωμάτιο με Θέα» που έχει –τι άλλο;– καταπληκτική θέα.
Η Νέα Παραλία έχει μήκος πέντε χιλιομέτρων και αποτελεί κυριολεκτικά ένα υπαίθριο μουσείο χάρη στον μεγάλο αριθμό γλυπτών που φιλοξενεί, με τις πολυφωτογραφημένες «Ομπρέλες» του Γιώργου Ζογγολόπουλου να ξεχωρίζουν. Εκτός από τους φιλότεχνους, την τιμούν και οι αθλητικοί τύποι, ιδιαίτερα οι ποδηλάτες, γιατί υπάρχει και ποδηλατόδρομος – να ενημερώσω ότι μπορείτε να νοικιάσετε και ποδήλατα.
Αν ξεθεωθήκατε από το περπάτημα, δυο βήματα από τον Λευκό Πύργο, στην πλατεία Τσιρογιάννη, βρίσκεται το Ντορέ-Ζύθος. Ιστορικό στέκι από το 1908, το Ντορέ ξαναζεί μέσω του Ντορέ-Ζύθος, καθώς διασώζονται τα αυθεντικά διακοσμητικά του στοιχεία, όπως τα χειροποίητα πλακάκια και το μπαρ, συμβάλλοντας καθοριστικά στη νοσταλγική ατμόσφαιρα του χώρου.
Εδώ κοντά είναι και το Γαλεριανό Συγκρότημα, τα έργα με τα οποία «προίκισε» την αγαπημένη του πόλη ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας Γαλέριος: η Ροτόντα (ενδεχομένως μαυσωλείο ή ναός του Δία), η Αψίδα του Γαλέριου (κατά κόσμον Καμάρα), το Οκτάγωνο, ο Ιππόδρομος και τα Ανάκτορα.
Η Αγία Σοφία (8ος αι.) είναι ένα από τα σημαντικότερα μνημεία βυζαντινής αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα και Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, οπότε αξίζει να ρίξετε μια ματιά, δεδομένου ότι βρίσκεστε σχεδόν δίπλα. Σημαντικές βυζαντινές αγιογραφίες, ανεικονικά ψηφιδωτά από την εποχή της εικονομαχίας και ένας θεαματικός πολυέλαιος σάς περιμένουν.
Σε περίπτωση που δεν έχετε χορτάσει μνημεία, ο Άγιος Δημήτριος μπορεί να έχει καταστραφεί πολλές φορές, εξακολουθεί όμως να έχει ενδιαφέρον, τόσο αρχαιολογικό όσο και θρησκευτικό, αφού φιλοξενεί τα λείψανα του αγίου και είναι ένα από τα πιο σημαντικά και δημοφιλή σημεία λατρείας.
Αν σας κρατάνε ακόμα τα πόδια σας, ήρθε η ώρα για ένα από τα ρεμπετάδικα που λέγαμε: την «Πριγκηπέσσα». Τραγουδήστε μαζί με τους υπόλοιπους, ακόμα κι αν δεν ξέρετε όλα τα λόγια. Σε όποια φάση κι αν είστε, αμέσως θα νιώσετε καλύτερα.
Δεύτερη ημέρα
Η μέρα μπορεί να ξεκινήσει γλυκά με ένα τρίγωνο Πανοράματος, το γλυκό-σύμβολο της μεταπολεμικής Θεσσαλονίκης. Το δημιούργημα του εκ Πανοράματος γαλατά, Γιάννη Ελενίδη, που δεν κατοχυρώθηκε ποτέ νομικά, εξού και κυκλοφορεί πλέον παντού, είναι ένα σιροπιαστό χωνάκι από φύλλο κρούστας που το γεμίζουν παρουσία του πελάτη για να μη λασπώσει – προσωπικά το έφαγα επί τόπου από τη λιγούρα μου, προσφέροντας διασκεδαστικό θέαμα στους γύρω μου. Η άλλη επιλογή θα είναι πάντα ένα Μπουγατσάν στο Estrella. Παραμένει το ίδιο σούπερ και νόστιμο και φυσικά, κλασικό πια.
Περισσότερο από καθετί στη Θεσσαλονίκη, αγαπώ, όποτε βρίσκομαι εκεί, να τριγυρίζω στις παλιές αγορές της που καταφέρνουν μέχρι σήμερα να διασώζουν την αυθεντικότητα και το χρώμα τους – προμηθεύομαι επί τη ευκαιρία και τα απαραίτητα μπαχαρικά.
Μετά το αποτυχημένο πείραμα της ανακαίνισης της Αγοράς Μοδιάνο –η οποία, αφού «απομάκρυνε» τους καταναλωτές με την «αποστειρωμένη» αισθητική της, μόλις έκλεισε για να βρεθεί τρόπος να «ξανααγαπηθεί»–, θέλω να ελπίζω ότι οι υπόλοιπες δεν κινδυνεύουν από σαρωτικές αλλαγές.
Η πιο παλιά παραδοσιακή αγορά της Θεσσαλονίκης είναι το Καπάνι, το οποίο εξακολουθεί να λειτουργεί ως αγορά, κυρίως τροφίμων, με κάποιους από τους πεζοδρόμους της να είναι σκεπαστοί. Αν σας αρέσει να πίνετε τον καφέ ή το ουζάκι σας σε τέτοια μέρη, το παραδοσιακό καφενείο με το απροσδόκητο όνομα Modigliani βρίσκεται σε στρατηγικό σημείο.
Ένα από τα πιο εντυπωσιακά μνημεία της Θεσσαλονίκης είναι το Μπεζεστένι (15ος αι.), το οθωμανικό κλειστό παζάρι, όπου πωλούνταν υφάσματα και πολυτελή είδη. Σήμερα ακόμα στεγάζει κάποια υφασματάδικα, μαζί με café και τα σχετικά, ενώ χρησιμοποιείται περιστασιακά για πολιτιστικές εκδηλώσεις.
Στα Λουλουδάδικα θα βρείτε να αγοράσετε λουλούδια, μια και υπάρχουν μέχρι σήμερα ανθοπωλεία, κοντά στο Γιαχουντί Χαμάμ (16ος αι.), όπως και στην κοντινή Άθωνος –γνωστή και ως Ξυλάδικα–, όπου λειτουργούν κάποια ξυλουργεία. Ανάμεσα στα παλιά καταστήματα έχουν ανοίξει καινούργια, όχι μόνο εστίασης, αλλά και εργαστήρια καλλιτεχνών.
Τα Λαδάδικα, από την άλλη, ήταν κατά το παρελθόν αγορά, καθώς εκεί άνθησε το εμπόριο λαδιού. Η περιοχή παρήκμασε στα τέλη της δεκαετίας του ’70 και κηρύχθηκε ιστορικός τόπος το 1985. Αναγεννημένα, με πλακόστρωτους δρόμους και πολύχρωμα νεοκλασικά, είναι γεμάτα μαγαζιά για «να φας, να πιεις και να γιορτάσεις» – όπως έλεγε μια διαφήμιση κάποτε. Αξίζει να σημειώσω και την ατάκα που μου είχε πετάξει κάποτε ένας μερακλής ιερέας σχετικά: «Τα Λαδάδικα είναι ναός».
Οι λάτρεις των μουσείων δεν πρόκειται να βαρεθείτε στη Θεσσαλονίκη και ενδεχομένως έχετε ήδη επισκεφθεί τη βασική τριάδα: το Αρχαιολογικό, το Βυζαντινού Πολιτισμού και το MOMus-Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης. Αυτή την περίοδο, ωστόσο, τρέχουν ενδιαφέρουσες περιοδικές εκθέσεις και είναι ευκαιρία να ρίξετε μια ματιά.
Με αφορμή τα 100 χρόνια από την ίδρυση του ΑΠΘ και τα 25 χρόνια του Τελλογλείου πραγματοποιείται η έκθεση «Τέχνη - Διαγώνιος και το Μουσείο που δεν έγινε». Η έκθεση, που φιλοξενείται στο Τελλόγλειο, αποτελεί ένα βλέμμα στο πρόσφατο παρελθόν της Θεσσαλονίκης με κύριο άξονα δύο εικαστικές συλλογές, και περιλαμβάνει περισσότερα από 600 έργα και τεκμήρια.
Το Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού φιλοξενεί την έκθεση «THESSALONIKI AI Εικον[ιστ]ικές Πραγματικότητες», με εικόνες της Θεσσαλονίκης του 19ου και 20ού αιώνα που περιλαμβάνονται στο σπάνιο φωτογραφικό αρχείο του Μουσείου Καλεμκερή και συνθέτουν μια εικονιστική περιήγηση στην πόλη. Παράλληλα, αξιοποιείται η τεχνητή νοημοσύνη μέσα από ποικίλες τεχνολογικές πρακτικές, προκειμένου να αναδειχθούν οι δυνατότητές της στην ενίσχυση της πραγματικότητας.
Η Δημοτική Πινακοθήκη Θεσσαλονίκης συνδιοργανώνει με το Διεθνές Πανεπιστήμιο Ελλάδος έκθεση με επιλεγμένα έργα παραστατικής ζωγραφικής καταξιωμένων νεοελλήνων ζωγράφων, τα οποία ανήκουν στη συλλογή του καθηγητή και κοσμήτορα της Σχολής Επιστημών Σχεδιασμού του Διεθνούς Πανεπιστημίου της Ελλάδας, Ιορδάνη Κοτζαϊβάζογλου.
Η Frida Kahlo «έρχεται» στο MOMus-Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης και μέσα από 241 «κρυμμένες» και αδημοσίευτες φωτογραφίες που αντιπροσωπεύουν διαφορετικές περιόδους και πρόσωπα στη ζωή της αποκαλύπτονται πτυχές του προσωπικού της κόσμου.
Τέλος, στις 31 Οκτωβρίου 2025, κηρύσσεται στο MOMus-Πειραματικό Κέντρο Τεχνών η έναρξη της Μπιενάλε 9 με την έκθεση «Ανατροπή (η επιστημονική φαντασία σαν αλλαγή)», σε συνεργασία της Μπιενάλε με το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης – αν είστε στην πόλη, μη χάσετε την εναρκτήρια γιορτή.
Αν πάλι καθόλου δεν συγκινείστε από εκθέσεις –απολύτως σεβαστό–, μπορείτε να επισκεφτείτε και τη λαβυρινθώδη Άνω Πόλη, με το Γεντί Κουλέ της, τα απομεινάρια των βυζαντινών τειχών, τις κρήνες και τα διατηρητέα σπίτια – εδώ μεγάλωσαν ο Γιώργος Ιωάννου και ο Αντώνης Σουρούνης, εδώ έζησε και ο Ντίνος Χριστιανόπουλος.
Η Άνω Πόλη γλίτωσε από την καταστροφική πυρκαγιά του 1917, έχει ανακηρυχθεί παραδοσιακός οικισμός και σας επιφυλάσσει μια τελευταία έκπληξη: το «Καφέ-Ουζερί Τσινάρι» που λειτουργεί αναλλοίωτο στην ομώνυμη γειτονιά από το 1885 και οι τοίχοι του έχουν «ακούσει» πολλά. Αυτά δεν τα χάνουμε.