Φυλακόβιος και περήφανος βασάνης

Φυλακόβιος και περήφανος βασάνης Facebook Twitter
Ο Σωπασής - αυτή ειναι η περηφάνεια του - έγινε ο "τρελός Ελληνας" με το όνομα γιατί ηταν σκέτο φαρμάκι. Οι περισσότεροι στη φυλακή οπλοφορούσαν, άρα οποιος ήθελε να τον σέβονται όφειλε να οπλοφορεί. "Οταν δουν οτι έχεις καρδιά, εισαι τολμηρός και δεν μασάς τίποτα, δείχνουν γύρω σου σεβασμό και κανείς δεν σου μιλά".
0

Έλλην στην Αμερική, και πριν από το Αμέρικα, Αμέρικα αποτελούσε κλισέ το οποίο ταυτιζόταν με τον πεντάρφανο μέτοικο που πατούσε πόδι πέραν του Ατλαντικού, έπλενε πιάτα, γινόταν εστιάτορας, έκανε οικογένεια, ενίοτε σπούδαζε και, στην καλύτερη περίπτωση, γινόταν επιχειρηματίας, σταδιοδρομούσε σε κάποιο πανεπιστήμιο ή έμπαινε στην πολιτική. Δεν διαθέτουμε σοβαρά βιβλία γι' αυτή την εθνική περιπέτεια -χωρίς να ξεχνάμε τον Καζάν-, κατά συνέπεια η μαρτυρία του Πολύδωρου Σωπασή ιδρύει παράδοση στο είδος της. Το βιβλίο είχε κυκλοφορήσει πριν από 15 χρόνια και πέρασε ακοίταχτο· τώρα, χάρη στον Φώντα Λάδη, επανέρχεται στα γεμάτα και διεκδικεί τη θέση του (Ο νόμος των παρανόμων, εκδ. Πύλη).

Φευγάτος από την Κρήτη, ατίθασος και «καλό παιδάκι» όπως λένε, χωρίς να το πολυκαταλάβει βρίσκεται στη Νέα Υόρκη (το Νεοβόρακο, που έλεγαν παλιά) και αρχίζει από το μηδέν σε ηλικία δεκαεννέα ετών. Δεν έχει συγγενείς, εκτός από τον αδερφό του, δεν έχει φίλους, γνωριμίες, γυναίκα, ιδιαίτερες ικανότητες, δεν ξέρει ακόμη τη γλώσσα - είναι ξένος στα ξένα, παραδομένος στην τύχη του και στο ατομικό του μυθιστόρημα. Οι δουλειές του ποδαριού δεν του έλεγαν τίποτα, ωσότου άνοιξε η πύλη της μαφίας. Κερδίζει την εμπιστοσύνη του υποκόσμου, αρχίζει να οπλοφορεί και τελικά κάνει αδρή χρήση των όπλων. «Θέλω, μου είπε, να κάνεις ένα μαγαζί σουρωτήρι. Να το γεμίσεις τρύπες με το αυτόματο. Τι λες; Θα τα καταφέρεις;». Ο Σωπασής θα τα καταφέρει βέβαια, θα διαθέτει ταχυβόλο αυτόματο ούζι, θα διαπρέψει στους εκβιασμούς, στις προστασίες, ακόμη και στη σκοποβολή κατά ανθρώπινου στόχου.

«Είχα αρχίσει να κάνω πλούσια ζωή. Γυρνούσα στα καλύτερα μπαρ, έτρωγα στα καλύτερα εστιατόρια και πήγαινα στα μεγαλύτερα καζίνα της Αμερικής. Είχα δίπλα μου τις ομορφότερες γυναίκες που κυκλοφορούσαν. Είχα φτάσει να χαλάω μέχρι και ένα εκατομμύριο τη βραδιά στη διασκέδαση και στα χαρτιά»

 

Χρυσές μέρες για τον ξενιτεμένο Κρητικό; «Είχα αρχίσει να κάνω πλούσια ζωή. Γυρνούσα στα καλύτερα μπαρ, έτρωγα στα καλύτερα εστιατόρια και πήγαινα στα μεγαλύτερα καζίνα της Αμερικής. Είχα δίπλα μου τις ομορφότερες γυναίκες που κυκλοφορούσαν. Είχα φτάσει να χαλάω μέχρι και ένα εκατομμύριο τη βραδιά στη διασκέδαση και στα χαρτιά». Όμορφο παραμύθι, καθώς ο άγγελός του τον ετοιμάζει για τη μεγάλη δοκιμασία. Θα κατηγορηθεί για φόνο, θα συλληφθεί, θα αναθεματίσει τους ρουφιάνους που τον κάρφωσαν και τελικά η απέραντη Αμερική θα στενέψει απελπιστικά στις διαστάσεις του κελιού. Όταν ο αφηγητής γράφει επιτέλους τη φράση: «Τι γύρευα εγώ, ένας Έλληνας, σε ένα ξένο κράτος, με ξένους ανθρώπους;», καταλαβαίνουμε ότι άρχεται εσωτερικά το δράμα του. Τέρμα η ελευθερία, η μεγάλη ζωή, το χρήμα και η ηδονή - ο Σωπασής καλείται πια να πληρώσει την μπάνκα και να πιαστεί από ό,τι πιο ανθεχτικό διαθέτει. Θα αντέξει το νεφρό του; Θα αντιμετωπίσει την ανθρωποφαγική ζωή της φυλακής; Θα έχει τα άντερα για να μη συντριφτεί από τους λυκάνθρωπους που τον περιτριγυρίζουν; Αυτή είναι η ουσία της μαρτυρίας του.

 

«Αποδείχτηκε μαύρος ο δρόμος που ξεκινούσε». Οι φυλακές, ως γνωστόν, προστατεύουν τους έξω από τους μέσα, αλλά οι μέσα δεν προστατεύονται από κανέναν, απεναντίας, παραδίδονται στο νόμο του ισχυροτέρου, σε εξουθενωτικούς εξευτελισμούς, σε συντριβή της προσωπικότητας, σε κάθε λογής παλιανθρωπιά και ηθική εκμηδένιση. Μιλάμε συνήθως για αποβράσματα της κοινωνίας, για κατακάθια, εγκληματικές φύσεις, ανθρώπους του σχοινιού και του παλουκιού, αιμοπότες κανονικούς, οι οποίοι, στη φυλακή, δεν μπαίνουν για να σωφρονιστούν αλλά για να αφήσουν ξεκαπίστρωτα τα σκοτεινά τους ορμέμφυτα.

 

Έχοντας αρνηθεί να πάει στο σχολείο, ο νεαρός κατάδικος θα αναγκαστεί να παραδεχθεί ότι η φυλακή είναι πανεπιστήμιο. Και μάλιστα με πολλά παραρτήματα. Έχουμε και λέμε: Ελμύρα, Νάπανα, Άττικα (γνωστή από το κινηματογραφικό έργο), Κόμστοκ, Γκριν Χέβεν (πράσινος παράδεισος), Κλίντον, Όμπερν. Η «καλή διαγωγή» στη φυλακή αφορούσε μια και μόνη αρχή - μην υποκύψεις, μη νικηθείς, μη σμπαραλιάσεις το μέσα σου και βέβαια μην παραδοθείς στα ναρκωτικά. Ο Σωπασής -αυτή είναι η περηφάνια του- έγινε ο «τρελός Έλληνας» με το όνομα γιατί ήταν σκέτο φαρμάκι. Οι περισσότεροι στη φυλακή οπλοφορούσαν, άρα όποιος ήθελε να τον σέβονται (φοβάμαι, σημαίνει η λέξη) όφειλε να οπλοφορεί. «Όταν δουν ότι έχεις καρδιά, είσαι τολμηρός και δεν μασάς τίποτα, δείχνουν γύρω σου σεβασμό και κανείς δεν σου μιλά».

 

Μόνο που εκτός από τους κατάδικους υπήρχε και το ζήτημα των φυλάκων, που ήταν χειρότεροι από τους φυλακισμένους. Όλα αυτά τα γνωρίζουμε από τα άφθονα κινηματογραφικά έργα και δεν χρήζουν σχολίων. Μας ενδιαφέρει όμως το φρόνημα του αλύγιστου νεαρού που κάθε τόσο κλεινόταν στην απομόνωση όπου, θαμμένος σχεδόν, έπρεπε να πιάσει ψιλοκουβέντα με το μέσα του και ό,τι υγιές νάμα διέθετε. Δεν γίνεται να έχεις τη φυλακή εναντίον σου, να απειλείσαι μονίμως, να περνάς δύο χρόνια (αν αθροιστούν οι μέρες) στην απάνθρωπη απομόνωση και να μην έχεις την αυταπάτη έστω μιας παρήγορης εσωτερικής φωνής. «Αμέσως ήρθε στο νου μου η λαχτάρα να βρισκόμουν στην πατρίδα μου και να ξεκίναγα μια καινούργια ζωή, ξεγράφοντας ό,τι είχα ζήσει στην Αμερική. Από τους δικούς μου, ο μόνος που δεν ήξερε τίποτε ήταν η μάνα μου και, αν ήταν δυνατόν, θα προτιμούσα να μην το μάθαινε ποτέ».

 

Το ευτύχημα με αυτήν τη μαρτυρία είναι ότι ο Σωπασής δεν έχει σχέση με τη φιλολογική κοκεταρία. Ό,τι γράφει είναι μεστό μαρτυρολόγιο. Από το κολαστήριο θα αποφοιτήσει με άριστα, θα επιστρέψει στην πατρίδα του και στην οικογένεια. Με απογοήτευση ο αναγνώστης μαθαίνει από τον προλογιστή ότι ο Σωπασής συνεχίζει τη ζωή στη φυλακή - στις φυλακές Αλικαρνασσού και μετά στα Ζωνιανά, στις φυλακές υψίστης ασφαλείας των Τρικάλων. Οι μισοί καλοί...

 

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η Λυδία Κονιόρδου διαβάζει τον μονόλογο της Λούλας Αναγνωστάκη «Ο oυρανός κατακόκκινος»

Lifo Videos / «Ιδού εγώ»: Η Λυδία Κονιόρδου ερμηνεύει το «Ουρανός Κατακόκκινος» της Λούλας Αναγνωστάκη στο LIFO.gr

O απολογισμός ζωής μιας γυναίκας που βλέπει γύρω της τον κόσμο να διαλύεται, η προσωπική εμπλοκή στη συλλογική μνήμη, μια ποιητική εκδοχή της δυστυχίας που γεννά η σύγχρονη πραγματικότητα.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Φεστιβάλ Βιβλίου Χανίων: Τόπος συνάντησης για τη λογοτεχνία και τις ιδέες

Βιβλίο / Φεστιβάλ Βιβλίου Χανίων: Τόπος συνάντησης για τη λογοτεχνία και τις ιδέες

Με ένα πλούσιο πρόγραμμα με καλεσμένους από 16 χώρες και τιμώμενο πρόσωπο τον ποιητή Τίτο Πατρίκιο, το φετινό φεστιβάλ σημείωσε τη μεγαλύτερη προσέλευση στην ιστορία του.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Γιατί μας γοητεύει ακόμα ο «Καβγατζής της Βρέστης»;

The Review / Γιατί μας γοητεύει ακόμα ο «Καβγατζής της Βρέστης»;

Ο Χρήστος Παρίδης και η Βένα Γεωργακοπούλου, με αφορμή τη νέα έκδοση του έργου του Ζαν Ζενέ, εξετάζουν τους λόγους που μπορεί να μας αφορά ακόμα και σήμερα το θρυλικό βιβλίο του 1945. ― ΠΕΡΙΕΧΕΙ ΤΟΛΜΗΡΗ ΓΛΩΣΣΑ
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
100 βιβλία που ξεχωρίσαμε για αυτό το καλοκαίρι

Βιβλίο / 100 βιβλία να διαβάσεις κάτω από ένα αρμυρίκι ή στην πόλη με το κλιματιστικό στο φούλ

Κλασική λογοτεχνία, σύγχρονοι συγγραφείς, δοκίμια, ιστορία, αυτοβελτίωση, βιβλία για το «μικρό» να μην είναι όλη την ώρα στο iPad. Kάτι για όλους για να περάσει όμορφα, ήσυχα και ποιοτικά το καλοκαίρι.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΜΑΡΙΑ ΔΡΟΥΚΟΠΟΥΛΟΥ
Κι όμως, πέρασε μισός αιώνας από την αυγή των Talking Heads

Βιβλίο / Κι όμως, πέρασε μισός αιώνας από την αυγή των Talking Heads

Τέτοιες μέρες πριν από πενήντα χρόνια, το γκρουπ έκανε το ντεμπούτο του στην σκηνή του θρυλικού κλαμπ CBGB στη Νέα Υόρκη, κι ένα νέο βιβλίο ακολουθεί την πορεία τους από τις πρώτες τους ημέρες μέχρι το είδος εκείνο της επιτυχίας που συνήθως έρχεται με τα δικά της προβλήματα
THE LIFO TEAM
Η βιογραφία του Μίλαν Κούντερα κυκλοφόρησε μόλις στα ελληνικά

Βιβλίο / Η βιογραφία του Μίλαν Κούντερα κυκλοφόρησε μόλις στα ελληνικά

Η Γαλλίδα κριτικός λογοτεχνίας της «Monde», Φλοράνς Νουαβίλ, στο «Μίλαν Κούντερα: Γράψιμο... Τι ιδέα κι αυτή!», αποκαλύπτει καίριες στιγμές και συγγραφικές αλήθειες του καλού της φίλου, αναιρώντας όλες τις κατηγορίες που συνδέονταν με το όνομά του.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Πάουλο Σκoτ

Βιβλίο / Πάουλο Σκoτ: «Στη Βραζιλία ο ρατσισμός είναι παντού, στη λογοτεχνία, στους στίχους της σάμπα»

Πότε ρεαλιστικό, πότε στρατευμένο, πότε αστυνομικής υφής, πότε μια τρελή και ξεκαρδιστική σάτιρα. Οι «Φαινότυποι» του Πάουλο Σκοτ είναι ένα αξιοσημείωτο βιβλίο. Μιλήσαμε με τον Βραζιλιάνο συγγραφέα για τη λογοτεχνία, την κατάσταση στη Βραζιλία και την αξία των λογοτεχνικών βραβείων.
ΒΕΝΑ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
Κώστας Σπαθαράκης, εκδότης.

Κώστας Σπαθαράκης / Κώστας Σπαθαράκης: «Δεν έχουμε αφηγήσεις για τις ερωτικές μας σχέσεις, για τα νιάτα μας»

Για τον άνθρωπο πίσω από τις εκδόσεις αντίποδες, το μεγαλύτερο όφελος ήταν ότι, ενώ του άρεσε να είναι χωμένος μέσα στα βιβλία – μια μοναχική και ίσως ναρκισσιστική συνήθεια –, στην πορεία έμαθε να τη μετατρέπει σε εργαλείο κοινωνικότητας και επαφής με τους γύρω του.
M. HULOT
Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες: Ζούμε το τέλος του ανθρωπισμού

Βιβλίο / Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες: «Ζούμε το τέλος του ανθρωπισμού»

Ο πολυβραβευμένος Κολομβιανός συγγραφέας μιλά στη LiFO για τη βία που στοιχειώνει τη χώρα του, τη δύναμη της λογοτεχνίας να ανασύρει όσα κρύβει η Ιστορία, αλλά και για την αρχαιοελληνική φιλοσοφία ως σταθερή επιρροή του.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
H Gen Z όχι μόνο διαβάζει αλλά συγχρόνως αλλάζει και την ίδια την έννοια της ανάγνωσης

Βιβλίο / Η Gen Z δεν διαβάζει απλώς· επαναπροσδιορίζει την ανάγνωση

Οι εκπρόσωποι αυτής της γενιάς λατρεύουν την απόδραση, παίρνουν την λεγόμενη fan fiction τόσο σοβαρά όσο και τη λίστα Booker, αναβιώνουν κλασικά βιβλία από την Τζέιν Όστεν έως τον Ντοστογιέφσκι και μοιράζονται ιστορίες στις δικές τους κοινότητες.
THE LIFO TEAM
Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Βιβλίο / Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Ο Πέρσιβαλ Έβερετ έγραψε ένα άκρως επίκαιρο, δεδομένων των τελευταίων ημερών, βιβλίο, που ταυτόχρονα φιλοδοξεί να καταστεί κλασικό, για τον ρατσισμό και τη χαμένη ανθρωπιά, και κέρδισε το Εθνικό Βραβείο Λογοτεχνίας των ΗΠΑ και το Πούλιτζερ.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη, κιθαρίστα και σκιτσογράφο Κώστα Μπέζο, που ξαναγράφει την ιστορία της Ελλάδας πριν από το 1940

Βιβλίο / «Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη Κώστα Μπέζο

Τη δεκαετία του ’30 άνθισε στην Ελλάδα ένα μουσικό είδος «διαφυγής» από τη σκληρή πραγματικότητα, οι χαβάγιες. Ο Κώστας Μπέζος, αινιγματική μορφή μέχρι πρόσφατα και σημαντικός ρεμπέτης και σκιτσογράφος, έγραψε μια ανείπωτη ιστορία, διαφορετική από αυτή που η επίσημη ιστορία έχει καταγράψει για την εποχή του Μεσοπολέμου.  
M. HULOT
Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Βιβλίο / Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Η Καταλανή συγγραφέας, που έχει εξελιχθεί σε σημείο αναφοράς της σύγχρονης queer λογοτεχνίας, μεταφράζεται παγκοσμίως και τη θαυμάζει ο Αλμοδόβαρ, μιλά στη LiFO για το τι σημαίνει να ζεις ελεύθερα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ