Από τον ελληνικό εμφύλιο μέχρι τον πόλεμο στο Αφγανιστάν, από τα χρόνια του Φράνκο μέχρι τα χρόνια του Covid-19, από το γαλλικό νησί Ρεϊνιόν στον Ινδικό Ωκεανό μέχρι τη Σιβηρία, πολλά παιδιά ξεριζώθηκαν βίαια από το φυσικό τους περιβάλλον για πολιτικούς λόγους. Μέσα από τις μαρτυρίες τους αναδύονται τρομερές και συχνά άγνωστες πτυχές της Ιστορίας.
Τα Μπάσταρδα έχουν αφήσει την πόλη μόνη της. Στην εξοχή, το νέο τους σπίτι μυρίζει μόνο καλοκαίρι. Πέντε κορίτσια και πέντε αγόρια ζούνε εδώ και τώρα, για το τώρα. Εδώ δεν πλησιάζει κανείς, εδώ όλοι φυλάνε σκοπιά, φιλάνε ο ένας τον άλλον, παίζουν τους νεκρούς. Είναι ακόμα παιδιά.
Σε ένα χωριό της ελληνικής επαρχίας ο Τάκης ετοιμάζει τα εγκαίνια του νέου του κρεοπωλείου. Μία μέρα πριν από τα εγκαίνια, ο γιος του, Παύλος, σκοτώνει τον γείτονα που διεκδικεί μέρος της γης τους. Μοναδικός μάρτυρας ο Χρήστος, ένας νεαρός από την Αλβανία, τον οποίο ο Τάκης έχει μαζί του από μικρό παιδί.
Μετά από μια απότομη αλλαγή στη ζωή τους, η Αλίκη και ο Πέτρος βρίσκουν πρόσκαιρο καταφύγιο σε μια μικρή επαρχιακή πόλη μαζί με τον μικρό τους γιο. Και οι δύο έχουν βρει προσωρινές δουλειές, μέρος ενός ευρύτερου σχεδίου να επιστρέψουν γρήγορα και μόνιμα στην Αθήνα. Γρήγορα, όμως, η απόσταση ανάμεσά τους μεγαλώνει τόσο, που κινδυνεύουν να παγιδευτούν σε έναν ιστό από ψέματα που οι ίδιοι έφτιαξαν.
Την τελευταία του μέρα στην Αθήνα προτού μετακομίσει στο εξωτερικό ο Κωνσταντίνος συναντά τη Σοφία στο πάρκο. Υπό από την πίεση του χρόνου οι δύο (όχι και τόσο στενοί) φίλοι συμφωνούν να παίξουν ένα παιχνίδι για να μοιραστούν αυτά που δεν γνωρίζει ακόμη ο ένας για τον άλλον.
Ο Θωμάς, ένας πενηντάρης κατ’ ανάγκην ταξιτζής, ζει μαζί με τη γυναίκα του, τη Μαρία, και τον έφηβο γιο του, τον Τάσο. Παρότι έχει σπουδάσει φιλολογία και αγαπάει πολύ τη λογοτεχνία, ποτέ δεν κατάφερε να ζήσει σύμφωνα με τις προσδοκίες που είχε από τον εαυτό του.