Η ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ ΣΥΝΙΣΤΑ ειδεχθές και συγκεκριμένο έγκλημα του διεθνούς ποινικού δικαίου και ο ορισμός της είναι σχετικά σαφής: «Γενοκτονία (θηλυκό): η συστηματική, σκόπιμη και μαζική εξόντωση και ο αφανισμός ενός ολόκληρου έθνους ή φυλετικής ομάδας (με δολοφονίες, πρόκληση σωματικών ή ψυχικών τραυμάτων, εμποδισμό των γεννήσεων, εκτοπισμό κ.ά.)» [πηγή:Wiktionary].
Όλα αυτά τα έχει επιτελέσει και με το παραπάνω το Ισραήλ –ναι, ακόμα και εμποδισμό των γεννήσεων αλλά και κακοποίηση εγκύων όπως καταγράφηκε προσφάτως– εις βάρος των Παλαιστινίων, σε βάθος δεκαετιών (μόνο κατά τους εννέα μήνες πριν από την αιμοσταγή επίθεση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου του 2023, είχαν φονευθεί από ισραηλινές επιθέσεις 238 Παλαιστίνιοι, 44 εκ των οποίων παιδιά).
Η αντίδραση της «διεθνούς κοινότητας» (που συχνά δεν είναι παρά η κωδική ονομασία της «Δύσης») στο –απίστευτο κι όμως τραγικά αληθινό όσο και αδιαμφισβήτητο– κολαστήριο που έχει στήσει το καθεστώς Νετανιάχου, φτάνει πολύ αργά για να τηρήσει τα προσχήματα, ενώ η χώρα μας προφανώς δεν ενδιαφέρεται ούτε καν γι’ αυτά, εξακολουθώντας να στηρίζει ένα κράτος που έχει καταφέρει να απολέσει κάθε ηθικό έρεισμα. Και δεν το νοιάζει καθόλου.
«Δικαίως οι μελλοντικές γενιές μπορεί να αναρωτηθούν: Πώς επιτράπηκε να συντελεστεί ένα τόσο αισχρό και μαζικό έγκλημα για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα;», έγραφε χθες ο τακτικός αρθρογράφος του Guardian, Όουεν Τζόουνς.
Το Ισραήλ ανακοίνωσε χθες, για τα μάτια του κόσμου και μετά τις σφοδρές αντιδράσεις ακόμα και των πιο πιστών συμμάχων του απέναντι σε μια τραγωδία και σε ένα έγκλημα ιστορικών διαστάσεων, ότι θα επιτρέψει την είσοδο ανθρωπιστικής βοήθειας του ΟΗΕ στην ολοσχερώς κατεστραμμένη Λωρίδα της Γάζας. Όχι από ξαφνική κρίση ευαισθησίας ή ενσυναίσθησης αλλά επειδή ακόμα και οι πιο φανατικοί υποστηρικτές του –στη χώρα του, στη δική μας και σε όλον τον πλανήτη– δεν θα μπορούν να δικαιολογήσουν με τίποτα τις εικόνες που θα προκύψουν από την εξάπλωση του λιμού.
«Δικαίως οι μελλοντικές γενιές μπορεί να αναρωτηθούν: Πώς επιτράπηκε να συντελεστεί ένα τόσο αισχρό και μαζικό έγκλημα για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα;», έγραφε χθες ο τακτικός αρθρογράφος του Guardian, Όουεν Τζόουνς. «Χάρη στα κινητά και το διαδίκτυο, κανένα έγκλημα στην ιστορία δεν έχει καταγραφεί τόσο καλά από τα θύματά του την ώρα που συνέβαινε. Όπως κάνουν εδώ και 529 ημέρες, οι επιζώντες της Γάζας αναρτούν καθημερινά τα στοιχεία της εξόντωσής τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ελπίζοντας –μάταια– ότι θα κεντριστούν αρκετές συνειδήσεις ώστε να τερματιστεί ο γενοκτονικός όλεθρος».
Δύο μήνες πριν, ο ίδιος αρθρογράφος σημείωνε: «Σ’ έναν λογικό κόσμο, όσοι στηρίζουν αυτή τη φρίκη θα θεωρούνταν τέρατα που δεν έχουν θέση στη δημόσια ζωή. Δεν θα ήταν δυνατόν, άλλωστε, να δικαιολογήσει κανείς τη γενοκτονία της Ρουάντα και να μην καταλήξει παρίας. Κι όμως, είναι εκείνοι που αντιτάχθηκαν στην αχρειότητα του Ισραήλ οι οποίοι έχουν κατηγορηθεί, συκοφαντηθεί, λογοκριθεί, απολυθεί, συλληφθεί, αποπεμφθεί, απελαθεί. Σε πείσμα της πραγματικότητας αλλά και κάθε λογικής, έχει συντελεστεί η πιο θρασεία και πιο συστηματική επίθεση κατά της ελευθερίας του λόγου στη Δύση από την εποχή του Μακαρθισμού, η οποία έχει ήδη πετύχει τον πρωταρχικό της στόχο: την ευρεία σιωπή για ένα τεράστιο έγκλημα. Πολλοί από αυτούς που σιώπησαν, τώρα αναμφίβολα αισθάνονται ενοχές, και έτσι θα έπρεπε. Μέσω της στάσης τους, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην εξομάλυνση και την κανονικοποίηση μιας από τις χειρότερες βαρβαρότητες του 21ου αιώνα. Ο χρόνος τελειώνει για τον λαό της Γάζας. Τελειώνει επίσης για όσους θέλουν να διασώσουν τη συνείδησή τους».