ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΤΩΡΑ

Με τον Sir Demian στο Rockin’ the Casbah

Με τον Sir Demian στο Rockin’ the Casbah Facebook Twitter
0

Στα 10:27 λεπτά του «Frankie Teardrop» των Suicide o Άλαν Βέγκα διηγείται με τα ψυχωμένα φωνητικά του την ιστορία του εικοσάχρονου Frankie, ο οποίος είναι παντρεμένος με παιδί, δουλεύει σε εργοστάσιο, δεν έχει λεφτά και όταν του κάνουν έξωση από το σπίτι του είναι τόσο απελπισμένος που σκοτώνει τη γυναίκα του και το παιδί του κι ύστερα αυτοκτονεί. Ήταν το κομμάτι που έκλεισε το πρόγραμμα εκείνο το βράδυ του 1985 στο Mad της Λυσίου, στην Πλάκα, την ημέρα που ανακοινώθηκε η απόφαση της κυβέρνησης για την απομάκρυνση των νυχτερινών κέντρων από την περιοχή. «Όταν μπήκε το κομμάτι έγινε χαμός μεταξύ των θαμώνων. Ήταν πολύ φορτισμένη η ατμόσφαιρα», θυμάται ο Γιάννης (aka Sir Demian), μια από τις πιο εμβληματικές περσόνες της αθηναϊκής νύχτας τα τελευταία 35 χρόνια.

Βρισκόμαστε στο Rockin’ the Casbah, το μπαρ που έχει για μότο το «Grill, beers & rocknroll», logo μια κιθάρα και μια μπριζόλα και βρίσκεται στον χώρο του ιστορικού δισκάδικου Happening, ενός αθηναϊκού Rough Trade γεμάτου μουσικές, βινύλια, αφίσες συναυλιών, φανζίν, καινούργια, μεταχειρισμένα και δεκάδες γνωστούς και φίλους, όλοι μέλη μιας συνωμοσίας («το βράδυ τα λέμε στο Ρόδον, ε;»). Τώρα, το Casbah είναι σαν να μπαίνεις, ας πούμε, σε ένα μαγαζί στο Νάσβιλ ή το Όστιν, και μάλλον οι ιδιοκτήτες του κάτι τέτοιο είχαν στο μυαλό τους. Πίσω από το μπαρ ένα καταπληκτικό ξύλινο έπιπλο για τα μπουκάλια, ένα σημαιάκι με το έμβλημα της St. Pauli (δάνειο από τα Εξάρχεια), ένα ρολόι με τον Έλβις, μια ονειροπαγίδα και μια καταπληκτική αφίσα από ένα λάιβ των Nirvana με σαπόρτ τους Breeder και τους Melvins, τα τραπέζια έχουν τυπωμένα πάνω τους εξώφυλλα δίσκων όπως το «The hard swing» του Chet Baker ή το «The beast in me» του Johnny Cash, ενώ το (τεράστιο και υπέροχο) μενού έχει πιάτα με ονόματα όπως Elvis (το μπέργκερ), Cat Stevens (το χαλούμι στη σχάρα) και Robert Plant (η χορτόπιτα). Ο Φίλιππος βάζει ένα κομμάτι των Canned Heat και ο Sir Demian ενθουσιάζεται σαν μικρό παιδί, ρίχνει το σώμα του προς τα πίσω, γελάει κοφτά και λέει, «αυτά είναι συγκροτήματα». Τον Sir Demian τον βλέπω χρόνια έξω στα μπαρ, τις συναυλίες, τον δρόμο, πάντα ντυμένο σαν νεο-ρομαντικο-γοτθικό δανδή με ρίμελ στα μάτια και δερμάτινο μπερέ στο κεφάλι.

Ένας αιώνιος νεανίας βγαλμένος λες από κάποιο σκοτεινό υπόγειο που μύριζε μπίρα και ιδρώτα στο Camden της δεκαετίας του ‘70 ή από το Lower East Side του Μανχάταν (κάπου εκεί στη Saint Marks) ή από το Βερολίνο την εποχή που μετακόμισαν εκεί ο Ίγκι με τον Μπάουι. Μιλάει δυνατά, ακομπλεξάριστα, νιώθει άνετα με τα πενηντατόσα χρόνια του και ξεδιπλώνει την προσωπική του σάγκα με ένα ατέρμονο, ειλικρινές name dropping που περιλαμβάνει τις άγριες εποχές της Πλάκας («πηγαίναμε στο Trip που μετά έγινε Mad, στη Σοφίτα, όπου βλέπαμε λάιβ τα πανκ συγκροτήματα της εποχής, ενώ υπήρχαν και οι Καρυάτιδες και η Μέκκα που έπαιζαν ντίσκο»), τα Εξάρχεια των ‘80s (τον «ιστορικό» Πήγασο, την Οκτάνα, την πλατεία), τις πρώτες ροκ συναυλίες στην Αθήνα μετά την επταετία («οι Police στο Σπόρτινγκ το 1980, ο Rory Gallagher στη Νέα Φιλαδέλφεια το 1981, οι Bauhaus κι αυτοί στο Σπόρτινγκ το 1983 και φυσικά τo "θρυλικό" Rock in Athens το 1985 με Depeche Mode, Stranglers, Culture Club, Talk Talk, Nina Hagen, Cure και Clash, που μας άλλαξε τη ζωή»), τα μουσικά περιοδικά που μάζευε ευλαβικά από τα τέλη του ‘60 («οι “Μοντέρνοι Ρυθμοί” του Μαστοράκη και μετά ο “ Ήχος”, το “Ποπ & Ροκ” και φυσικά τα βρετανικά New Musical Expressκαι “Melody Maker” που αγοράζαμε από τα περίπτερα του Συντάγματος ή από τα βιβλιοπωλεία που πουλούσαν βιβλία εκμάθησης ξένων γλωσσών, όπως ο Παντελίδης) και τα μαγαζιά που αγόραζε ρούχα («από το Remember στην Πλάκα, από το Punk του Παντελή, που τώρα έχει πεθάνει, στο Σύνταγμα και από το New Wave).

«Το στυλ μου είναι ένα κράμα από Paul Revere & the Raiders, δηλαδή από την εποχή της flower power με ρεντιγκότες, φουλάρια κ.λπ., Ίγκι Ποπ και γενικά τη σκηνή του Ντιτρόιτ, αλλά και από τη δεκαετία του ’80, από μπάντες όπως οι Bauhaus, Siouxsie & the banshees και οι Damned». Ο Sir Demian έχει μια τεράστια συλλογή με δέκα χιλιάδες βινύλια από όλα τα είδη της ροκ («από κλασικό και μέταλ μέχρι industrial και ebm»), παίζει μουσική περιστασιακά σε μπαρ της πόλης, διαβάζει συνέχεια μουσικά περιοδικά και σάιτ, ξεσκονίζει τις μουσικές εγκυκλοπαίδειες που έχει από παιδί και μπορεί ανά πάσα στιγμή να θυμηθεί με ακρίβεια ημερομηνίες, τίτλους, γεγονότα, εικόνες, φωτογραφίες. Μια ζωή ολόκληρη μέσα στη μουσική και τη μυθολογία της. «Ταξίδια δεν έχω κάνει ποτέ. Δεν έχω βγει ποτέ από την Ελλάδα. Το "μόνο της ζωής μου ταξείδιον" το έκανα μέσα από τα ακούσματά μου και από τη διανοητική κατάσταση που είχα. Συνδεόμουν πάντα πάρα πολύ με το κάθε συγκρότημα που άκουγα, μάθαινα τα πάντα γι’ αυτούς και νοερά έφτιαχνα εικόνες από την πόλη που ζούσαν και από τα στιγμιότυπα της ζωής τους. Αυτά ήταν τα ταξίδια μου».

0

ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΤΩΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Το Χάνι της Ρέρεσης είναι ένα από τα τελευταία της Ελλάδας

Γεύση / Παγόνια, αντίκες και μαγειρευτά σε ένα χάνι που αντέχει στον χρόνο

Το Χάνι της Ρέρεσης, ένα από τα τελευταία της Ελλάδας, παραμένει ανοιχτό για ταξιδιώτες και ντόπιους, με την κυρία Νίτσα να κρατά ζωντανή την παράδοση της φιλοξενίας σε ένα μαγειρείο που θυμίζει λαογραφικό μουσείο.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
47’ στο Hygge με την Anne Meurling

Γεύση / Hygge: Ένας φούρνος που μυρίζει θαλπωρή στην Ιπποκράτους

Με νοσταλγία για τις συνταγές της πατρίδας της, μια Σουηδέζα φτιάχνει ψωμί, γλυκά, αέρινο βούτυρο και άψογη μηλόπιτα, δημιουργώντας ατμόσφαιρα βόρειας Ευρώπης - μόλις δυο βήματα από τη λεωφόρο Αλεξάνδρας.
M. HULOT
«Μα πώς γεμίζει αυτή η τρύπα;»: Πριν από 40 χρόνια, τα «Δυο Λουξ» ξάφνιασαν τα Χανιά

Θρυλικά Μπαρ / «Μα πώς γεμίζει αυτή η τρύπα;»: Πριν από 40 χρόνια, τα «Δυο Λουξ» ξάφνιασαν τα Χανιά

Ξέρετε πολλές τσαγερί που να έχουν εξελιχθεί σε ολοήμερα στέκια, να έχουν μισθώσει λεωφορεία για να δουν οι θαμώνες τους μια έκθεση σε άλλον νομό ή να βγάζουν μια βάρκα γεμάτη με μελομακάρονα για κέρασμα στον δρόμο; Και όμως, αυτό το μέρος υπάρχει και έχει ξενυχτήσει γενιές στο λιμάνι των Χανίων.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Χταπόδι με σύκα: Μια για πολλούς άγνωστη και σίγουρα απρόσμενη συνταγή

Γεύση / Χταπόδι με σύκα: Μια για πολλούς άγνωστη και σίγουρα απρόσμενη συνταγή

«Όπου υπάρχουν συκιές, λίγο πιο πέρα αρχίζουν τα βότσαλα και μετά η Μεσόγειος και μετά το χταπόδι. Και κάπου, σ’ ένα πανηγυρικό τραπέζι, συναντώνται το χταπόδι και τα σύκα. Μαγειρεμένο το χταπόδι, μαγειρεμένα και τα λιόκαφτα, ξερά σύκα».
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ
Η ιεροτελεστία του πανηγυρικού πιλαφιού του Δεκαπενταύγουστου στο Καρπάθιο

Γεύση / Tα πιλάφια του Δεκαπενταύγουστου: Έτσι τιμούν τη μεγάλη γιορτή σε Κάσο και Κάρπαθο

Ακολουθώντας τελετουργικό χρόνων, στήνουν καζάνια πάνω σε φωτιές και φτιάχνουν πιλάφι, κρέας κοκκινιστό και τηγανητές πατάτες για να τιμήσουν τη μεγαλύτερη γιορτή του καλοκαιριού.
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ
Agora symi

Γεύση / Agora: Η πιο γραφική ανηφόρα της Σύμης οδηγεί σε μια κουζίνα με χαρακτήρα

Σε ένα μικρό μπαλκόνι με θέα τα παστέλ αρχοντικά της Σύμης, ο Χρήστος Σιδηρόπουλος σερβίρει μια ελληνική κουζίνα που συνομιλεί με το παρελθόν χωρίς να το αντιγράφει – μιλάει χαμηλόφωνα, αλλά ακούγεται καθαρά.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Οι ανθοί της cucina povera

Γεύση / Κολοκυθανθοί: Τα λουλούδια της φτωχής αλλά σοφής κουζίνας

Τα άνθη που είτε βουτιούνται στο κουρκούτι είτε γίνονται τροφαντός ντολμάς κρύβουν φθαρτή ομορφιά και μεγάλη γευστική παράδοση — πολύ πριν ο οδηγός Michelin αναδείξει τάσεις σαν το zero waste και το «από το χωράφι στο τραπέζι».
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ
Αμπέλι, άστρα και συναίσθημα: Ο Θοδωρής Κοντογιάννης και η βιοδυναμική οινοποίηση

Το κρασί με απλά λόγια / Αμπέλι, άστρα και συναίσθημα: Ο Θοδωρής Κοντογιάννης και η βιοδυναμική οινοποίηση

Πώς επηρεάζει η αστρονομία τις καλλιεργητικές πρακτικές στο αμπέλι; Η Υρώ Κολιακουδάκη και ο Παναγιώτης Ορφανίδης σε μια συζήτηση με τον Θοδωρή Κοντογιάννη για τη σχέση του ανθρώπου με τη γη, την τεχνολογία και το κρασί, έξω από τα συνηθισμένα.
ΥΡΩ ΚΟΛΙΑΚΟΥΔΑΚΗ
Οι ιδιαίτερες γεύσεις του καλοκαιριού στο Αιγαίο

Γεύση / Σαρδέλες Καλλονής, Φούσκες, Σκίζα. Αυτή είναι η γεύση του Αιγαίου

Οι μένουλες Καρπάθου, το σπινιάλο Καλύμνου, η σκίζα της Μήλου και η μόστρα της Μυκόνου: Από τον ιωδιούχο αφρό του Αιγαίου ως τα μητάτα των Κυκλάδων, η γεύση του καλοκαιριού αποτυπώνεται σε προϊόντα που φέρουν την ιστορία και το φως των νησιών.
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ