Η αναπνοή των φαλαινών, αποδεικνύεται τελικά πολύτιμη πηγή πληροφοριών για την υγεία των άγριων πληθυσμών μεγαπτερύγων φαλαινών και άλλων κητωδών.
Οι επιστήμονες πέταξαν drones εξοπλισμένα με ειδικά συστήματα και συνέλεξαν δείγματα μέσα από τα σταγονίδια της εκπνοής (τα λεγόμενα «φυσήματα») που απελευθερώνουν οι φάλαινες όταν ανεβαίνουν στην επιφάνεια για να αναπνεύσουν μέσω των φυσητήρων τους.
Μέσα από αυτή τη διαδικασία, εντόπισαν έναν εξαιρετικά μεταδοτικό ιό, ο οποίος έχει συνδεθεί με μαζικούς εκβρασμούς φαλαινών και δελφινιών παγκοσμίως.
Η δειγματοληψία της «ανάσας» των φαλαινών αποτελεί πραγματική «αλλαγή παιχνιδιού» για την προστασία και την ευημερία τους, σύμφωνα με τον καθηγητή Τέρι Ντόσον από το King’s College London.
Όπως εξηγεί, η μέθοδος επιτρέπει την παρακολούθηση παθογόνων οργανισμών σε ζωντανά ζώα, χωρίς να τους προκαλείται στρες ή βλάβη, προσφέροντας κρίσιμες γνώσεις για τις ασθένειες σε ταχέως μεταβαλλόμενα αρκτικά οικοσυστήματα. Στην έρευνα χρησιμοποιήθηκαν drones που μετέφεραν αποστειρωμένα δοχεία με καπάκι, με τα οποία συλλέχθηκαν σταγονίδια κατά την εκπνοή μεγαπτερύγων, πτερυγοφόρων και φυσητήρων φαλαινών, σε συνδυασμό με δείγματα δέρματος που ελήφθησαν από σκάφη. Με αυτόν τον τρόπο, οι επιστήμονες επιβεβαίωσαν για πρώτη φορά ότι ένας δυνητικά θανατηφόρος ιός των κητωδών, γνωστός ως cetacean morbillivirus, κυκλοφορεί βόρεια του Αρκτικού Κύκλου.
Ο συγκεκριμένος ιός είναι ιδιαίτερα μεταδοτικός και εξαπλώνεται εύκολα μεταξύ δελφινιών, φαλαινών και φώκαινων, προκαλώντας σοβαρή νόσηση και μαζικούς θανάτους. Επιπλέον, μπορεί να μεταπηδήσει από είδος σε είδος και να διασχίσει μεγάλες θαλάσσιες αποστάσεις, γεγονός που τον καθιστά σοβαρή απειλή για τα θαλάσσια θηλαστικά.
Οι ερευνητές εκφράζουν την ελπίδα ότι η νέα αυτή μέθοδος θα επιτρέψει τον έγκαιρο εντοπισμό επικίνδυνων απειλών για τη θαλάσσια ζωή, πριν αυτές εξαπλωθούν ανεξέλεγκτα. Αξίζει να σημειωθεί ότι η μελέτη περιλάμβανε δειγματοληψία μεγαπτερύγων, φυσητήρων και πτερυγοφόρων φαλαινών σε όλο τον βορειοανατολικό Ατλαντικό.
«Στο εξής, προτεραιότητά μας είναι η συνέχιση της χρήσης αυτών των μεθόδων για μακροχρόνια παρακολούθηση, ώστε να κατανοήσουμε πώς οι πολλαπλοί αναδυόμενοι παράγοντες πίεσης θα επηρεάσουν την υγεία των φαλαινών τα επόμενα χρόνια», κατέληξε η Χελένα Κόστα από το πανεπιστήμιο Nord της Νορβηγίας.
Με πληροφορίες από Guardian