O ποιητής Μπόρχες στα ελληνικά, ξανά.

O ποιητής Μπόρχες στα ελληνικά, ξανά. Facebook Twitter
0

"Χόρχε Λουίς Μπόρχες- Ποιήματα" (εκδόσεις Πατάκης, μετάφραση Δημήτρης Καλοκύρης). Μια σπουδαία επανέκδοση.

Παρόλο που είναι ευρύτερα γνωστός για το πεζογραφικό του κυρίως έργο, ο Μπόρχες ξεκίνησε το λογοτεχνικό βίο του γράφοντας ποιήματα. Ετσι αποκαλούσε και τον εαυτό του: ποιητή.

Ο σπουδαίος Αργεντίνος έγραψε εκατοντάδες ποιήματα, χτισμένα σε εντελώς διαφορετικά θέματα. Ποιήματα για μάχες, μυθικές ή ιστορικές προσωπικότητες, καθρέφτες, ξίφη και κλεψύδρες συγκροτούν ένα ολόδικό του κόσμο. Στα ποιήματα αφήνει πού και πού να ξεγλιστράει κάποιο συναίσθημα, κάτι που στα πεζά του αποφεύγει. Γι 'αυτό και η εκτενής αυτή ανθολογία ποιημάτων του (που επανεκδίδεται σύντομα ανανεωμένη και επαυξημένη) μας επιτρέπει μια μεγάλη βουτιά στο ποιητικό του έργο.

Ο ίδιος, πάντως, ο Μπόρχες έλεγε: "Δεν γράφω για μια μικρή ελίτ που δεν την υπολογίζω, ούτε γι'αυτό το αφηρημένο και τόσο παινεμένο πλατωνικό σύνολο που αποκαλούμε Μάζα. Δεν πιστεύω σ'αυτές τις δύο γενικότητες, τις τόσο αγαπητές στους δημαγωγούς. Γράφω για μένα, για τους φίλους μου και για να απαλύνω τη ροή του χρόνου".

H ανθολογία αυτή, από τον επί χρόνια μελετητή και μεταφραστή του Μπόρχες, Δημήτρη Καλοκύρη, σχηματίστηκε σιγά-σιγά, στη διάρκεια τριάντα περίπου χρόνων. Η προσωπική γνωριμία του μεταφραστή με τον Αργεντινό διευκόλυνε κάποιες προσεγγίσεις στο έργο του. Ο τόμος περιλαμβάνει, με χρονολογική σειρά, ποιήματα από όλα σχεδόν τα ποιητικά του βιβλία.

Είναι γεγονός ότι για ένα διάστημα αφοσιώθηκε στην πεζογραφία και την δοκιμιογραφία, όσο περισσότερο όμως έχανε την όρασή του τόσο πιο συχνά επέστρεφε στην ποίηση. Και μάλιστα στην έμμετρη παραδοσιακή: «Μια και δεν μπορούσα πια να κάνω προσχέδια, ήμουν αναγκασμένος να εργάζομαι με τη μνήμη. Και αφού, οπωσδήποτε, ευκολότερα θυμάται κανείς στίχους παρά πρόζα, προτιμά πολύ περισσότερο ένα παραδοσιακό ποιητικό ύφος παρά ένα ελεύθερο. Ο έμμετρος στίχος είναι, κατά κάποιον τρόπο, φορητός. Μπορείς περπατώντας ή ταξιδεύοντας να συνθέτεις ή να επεξεργάζεσαι ένα σονέτο, γιατί το μέτρο και η ομοιοκαταληξία έχουν το καλό ότι απομνημονεύονται».

Τα κριτήρια της επιλογής των ποιημάτων που βρήκαν θέση σε αυτήν την ανθολογία, ποικίλουν. Κάποια ποιήματα περιλαμβάνονται λ.χ. για λόγους ιστορικούς. Αλλα, για λόγους ειδολογικούς. Bασικό κριτήριο επίσης της επιλογής είναι η διακριτική θεματική ισορροπία: ο Mπόρχες επανέρχεται συχνά σε παρόμοια μοτίβα τόσο από το τοπικό ποιητικό πάνθεον όσο και από τις αμετακίνητες σταθερές του.

Ο μεταφραστής επεξεργάστηκε εκ νέου τη στιχουργική και την ρυθμική αγωγή των ποιημάτων, επιδιώκοντας να αντικαταστήσει τους πυκνούς εντεκασύλλαβους λ.χ. με ρυθμικούς ελεύθερους, με υποδόρια μετρική και ομοηχίες, διατηρώντας όμως τον χωρισμό σε στροφές και ακολουθώντας, όσο ήταν δυνατό, τους διασκελισμούς και τη στίξη. «Mε τον καιρό, διαπίστωσα» λέει, «ότι με ενδιαφέρει όλο και λιγότερο η γραμματική ακρίβεια, ενώ με ελκύει η συναισθησία, η ανισοβαρής συμμετρία και η μετρική πολυρρυθμία. Mε τον καιρό, πρόσθεσα επίσης και μια νότα ελευθερίας που επιδεινώθηκε στην παρούσα, ανανεωμένη και επαυξημένη, έκδοση».

"Η φαντασία είναι ένα είδος τεχνικής συνδυασμών της μνήμης". Ολα τα μείζονα έργα είναι οικοδομημένα πάνω στο σχέδιο κάποιου λαβύρινθου. Ορισμένα μάλιστα είναι χτισμένα πάνω στην πιο ακραία μορφή του λαβύρινθου: τον κύκλο. Δηλαδή την αλληγορία της ευθείας γραμμής. Το έργο του Μπόρχες θα μπορούσαμε να το παρομοιάσουμε με έναν καθρέπτη, έναν καθρέπτη που αντιστρέφει και μεταβάλλει την ουσία των πραγμάτων σε ονειρικό υλικό.

Ο ίδιος έλεγε: "Αντιπαθώ τους καθρέπτες. Αλλά τώρα πια ελευθερώθηκα από την παρουσία τους. Η τυφλότητα είναι ένα δραστικό μέσον για να απαλλαγείς από τους καθρέπτες", γράφει στο εισαγωγικό σημείωμα του βιβλίου ο μεταφραστής Δημήτρης Καλοκύρης.

Οταν πάλι χρειαζόταν να μιλήσει για τον εαυτό του ήταν ακόμα πιο σκληρός:

"Hμουν ασθενικό παιδί, μύωπας, με γυαλία. Από μικρός ένοιωθα ντροπή επειδή οι περισσότεροι συγγενείς μας ήταν στρατιωτικοί, ενώ εγώ ήμουνα βιβλιοπόντικας. Σ' όλη τη διάρκεια της παιδικής μου ηλικίας πίστευα ότι το να μ'αγαπούν αποτελούσε ένα είδος αδικίας. Δεν ένοιωθα ότι αξίζω κάποια ιδιαίτερη αγάπη και θυμάμαι πως, στα γενέθλιά μου, ντρεπόμουν για τα δώρα που μου έφερναν γιατί πίστευα ότι δεν είχα κάνει τίποτα για να τ'αξίζω -πως ήμουν ένα είδος απατεώνα. Γύρω στα τριάντα το ξεπέρασα. Ηθελα να είμαι όπως τον ήρωα του Ουέλς: ο αόρατος άνθρωπος" (από τον πρόλογο του βιβλίου).

"Σ'εκείνον που δεν είναι πια νέος"

Ηδη μπορώ την τραγική σκηνή να δω,

Για κάθε πράγμα το σωστό σενάριο

Το ξίφος και η στάχτη στη Διδώ

Και ένα οβοβλός για τον Βελισάριο.

Γιατί το πόλεμο γυρεύεις ζαλισμένος

μέσα στον μπρούντζο τον θολό των εξαμέτρων;

Το κέρδος σου, έτσι κι αλλιώς, είναι δυο μέτρων

γη. Κοχλάζει και το αίμα κι ειν' ο τάφος ανοιγμένος.

Παραμονεύει ο καθρέπτης στη γωνία

για να ξεχάσει μόλις δει την αγωνία

της τελευταίας σου στιγμής ν' αντιφεγγίζει.

Το τέλος κιόλας σε κυκλώνει. Αυτό το σπίτι

όπου αργοσέρνεσαι στο δείλι, σ'απομένει

κι ο δρόμος που κάθε πρωϊ σε περιμένει.

Απόσπασμα από το ποίημα "20 Μαϊου 1928"

Τώρα είναι άτρωτος σαν τους θεούς.

Τίποτα στον κόσμο δεν μπορεί να τον πληγώσει -ούτε η αδια-

φορία κάποιας γυναίκας, η φυματίωση, οι αγωνίες του

στίχου, ούτε καν το κάτασπρο αντικείμενο, η σε-

λήνη, που δε θα την απαθανατίσει πια σε λέξεις.

Βαδίζει αργά αργά κάτω από τις φλαμουριές. Κοιτάει τους φρά-

χτες και τις καγκελόπορτες. Οχι για να τις θυμηθεί.

Ξέρει πια πόσες νύχτες και πόσες μέρες του απολείπονται.

Η θέλησή του πλήρη πειθαρχία του επιβάλλει. Θα γίνουν προ-

καθορισμένες κινήσεις, θα περάσει συγκεκριμένες γω-

νίες, θ 'αγγίξει ένα δέντρο ή ένα κάγκελο, έτσι που και το

μέλλον να' ναι το ίδιο αμετάκλητο με το παρελθόν.

Τα κάνει όλα αυτά γιατί εκείνο που περιμένει και φοβάται δεν είναι παρά το τελευταίο στάδιο μιας διαδρομής.

Blind Pew

Μακριά απ' τη θάλασσα, της μάχης τη μανία,

ό,τι η αγάπη έχασε το ξεπληρώνει

ο τυφλός πειρατής πεινά, κρυώνει ,

και διασχίζει χωματόδρομους στη Βρετανία.

Του γάβγισαν σκυλιά πίσ' από μάντρες,

κοιμήθηκε ανήσυχο ύπνο, άσχημα,

σε λάσπες μαύρες βρωμερά χαντάκια,

τον πήραν στο κορόιδο γυναίκες κι άντρες.

Ομως σε κάτι χρυσαφιά ακρογιάλια

ξέρει πως ένας θησαυρός τον περιμένει

κι έτσι η ψυχή του ησυχάζει αλαφρωμένη.

Οπως κι εσένα, σ'άλλα λαμπερά ακρογιάλια

σε περιμένει ένας θησαυρός αρχαίος:

ο μέγας θάνατος, ασαφής μα αναγκαίος.

"Η σελήνη"

Τόση και τόση μοναξιά σε τούτο το χρυσάφι.

Η σελήνη της νύχτας δεν είναι η σελήνη

που είδε ο Αδάμ. Οι μεγάλοι αιώνες

της ανθρώπινης αγρύπνιας την έχουν πλημμυρίσει

σε πανάρχαιο θρήνο. Κοίτα την: Ο καθρέφτης σου είναι.

"Είμαι"

Είμαι αυτός που ξέρει πως άδικα παλεύει

σαν κι εκείνον που κοιτάζει μάταια

μέσα στον σιωπηλί, κρυστάλλινο καθρέφτη

κι ακολουθεί την αντανάκλαση ή το σώμα (το ίδιο κάνει)

του όμοιού του.

Είμαι, σιωπηλοί μου φίλοι, αυτός που ξέρει

πως άλλη τιμωρία από τη λησμονιά δεν υπάρχει

ούτε κι άλλη συγγνώμη. Κάποιος θεός έδωσε

στο ανθρώπινο μίσος τούτη την παράξενη δικλείδα.

Είμαι κείνος που, μ'ολες τις φοβερές παραπλανήσεις του,

ποτέ δεν μπόρεσε ν'αποκρυπτογραφήσει τον απλό

και μαζί πολλαπλό, αδιάβατο λαβύρινθο του χρόνου,

που ανήκει ταυτόχρονα σε έναν και σ'όλους.

Είμαι κάποιος που δεν είναι κανένας, εκείνος που στον πόλεμο

δεν έπιασε σπαθί. Είμαι αντίλαλος, λήθη, τίποτα.

"Ποίημα- Εκ πρώτης όψεως"

Κοιμάσαι. Σε ξυπνάω.

Το έξοχο πρωϊ σου δίνει την ψευδαίσθηση πως κάτι αρχίζει.

Ξέχασες τον Βιργίλιο. Τα εξάμετρα νά τα.

Σου φέρνω χίλια πράγματα.

Των Ελλήνων τα τέσσερα στοιχεία: γη, νερό, φωτιά και αιθέρας.

Ενα μονάχα γυναικείο όνομα.

Τη φιλία της σελήνης.

Τα λαμπερά του άτλαντα χρώματα.

Τη λησμονιά, που εξαγνίζει.

Τη μνήμη που επιλέγει και ξαναεγγράφει.

Τη συνήθεια που μας κάνει να νοιώθουμε αθάνατοι.

Τη σφαίρα και τους δείκτες που τέμνουν τον άθικτο χρόνο.

Την ευωδία του σάνταλου.

Τις αμφιβολίες που αποκαλούμε, με κάποια ματαιοδοξία, μεταφυσική.

Του ραβδιού την καμπύλη που ελπίζει το χέρι σου.

Τη γεύση που σ'αφήνει το σταφύλι και το μέλι.

"Πίσω όψη"

Να ξυπνάς κάποιον που κοιμάται

είναι μια πράξη καθημερινή, κοινή

που θα μπορούσε όμως να μας συνταράξει.

Να ξυπνάς κάποιον που κοιμάται

είναι σα να επιβάλλεις στον άλλο

την αέναη φυλακή του σύμπαντος.

Καθώς και τον χρόνο του -δίχως αυγές ή δειλινά.

Σα να τους αποκαλύπτεις ότι είναι κάτι ή κάποιος

δεμένος μ'ένα όνομα που το δημοσιεύει

και μ'ένα πλήθος, ταυτοχρόνως, περασμένα.

Είναι να του ταράξεις την αιωνιότητα.

Είναι να τον φορτώνεις με αιώνες και άστρα.

Είναι να επιστρέφεις στον κόσμο άλλος Λάζαρος

φορτωμένος με μνήμες.

Είναι να διασύρεις το νερό της Λήθης.

* Σύντομα περιμένουμε και τα "Άπαντα" πεζά (δύο τόμοι), του Χόρχε Λουίς Μπόρχες στην καταξιωμένη και βραβευμένη μετάφραση του Αχιλλέα Κυριακίδη. Από τις Εκδόσεις Πατάκη και πάλι.

*****

Βιβλίο
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η πρώτη αγάπη: Ένας τόπος όπου ζεις πραγματικά

Βιβλίο / Αρρώστια είναι ν’ αγαπάς, αρρώστια που σε λιώνει*

«Ανοίξτε, ουρανοί»: Το queer μυθιστόρημα ενηλικίωσης του Βρετανοϊρλανδού ποιητή Σον Χιούιτ αποτελεί το εντυπωσιακό ντεμπούτο του στην πεζογραφία, προσφέροντας μια πιστή, ποιητική και βαθιά συγκινητική απεικόνιση του πρώτου έρωτα.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
Είναι το «Singapore Sling» η πιο παρεξηγημένη ταινία του ελληνικού σινεμά;

Βιβλίο / Είναι το «Singapore Sling» η πιο παρεξηγημένη ταινία του ελληνικού σινεμά;

Μια συζήτηση με τη Μαρί Λουίζ Βαρθολομαίου Νικολαΐδου για την ταινία που αδικήθηκε στην εποχή της, αλλά σήμερα προκαλεί εκ νέου το ενδιαφέρον, και για την «επιστροφή» της μέσα από ένα βιβλίο.
ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΠΑ
Ντόμινικ Αμερένα: «Έκανα το πειραματόζωο σε ιατρικές δοκιμές για να έχω χρόνο να γράφω ελεύθερα»

Βιβλίο / Ντόμινικ Αμερένα: «Έκανα το πειραματόζωο σε ιατρικές δοκιμές για να έχω χρόνο να γράφω ελεύθερα»

Το πρώτο βιβλίο του Αυστραλού συγγραφέα Ντόμινικ Αμερένα, με τίτλο «Τα θέλω όλα», που πήρε διθυραμβικές κριτικές, κυκλοφορεί στα ελληνικά. Βασικό του θέμα είναι πόσο μπορείς να προσποιηθείς ότι είσαι κάποιος άλλος για να καταφέρεις τους στόχους σου.
M. HULOT
ΕΠΕΞ Μπορούμε να αγαπήσουμε ξανά την Πανεπιστημίου;

Βιβλίο / Μπορούμε να αγαπήσουμε ξανά την Πανεπιστημίου;

«Ένας δρόμος που μοιάζει με κοίτη ποταμού και παρασύρει τους πάντες χωρίς περιορισμούς και απαγορεύσεις», όπως γράφουν οι συγγραφείς του βιβλίου «Οδός Πανεπιστημίου (19ος-20ός αιώνας) - Ιστορία και ιστορίες», Θανάσης Γιοχάλας και Ζωή Βαΐου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Γιάννης Σολδάτος: «Ο μεγαλύτερος εχθρός μου είναι ο μικροαστισμός» ή «Το σινεμά ως μαζικό λαϊκό θέαμα έχει σχεδόν τελειώσει»

Βιβλίο / Γιάννης Σολδάτος: «Το σινεμά ως μαζικό λαϊκό θέαμα έχει σχεδόν τελειώσει»

Μια συζήτηση με τον σκηνοθέτη, εκδότη και συγγραφέα της συνοπτικής «Ιστορίας του Ελληνικού Κινηματογράφου» που πρόσφατα επανακυκλοφόρησε εμπλουτισμένη και σε ενιαία μορφή από τις εκδόσεις Αιγόκερως.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Απόστολος Βέττας: «Στο θέατρο οι πιστοί δηλώνουν την πίστη τους με το χειροκρότημα»

Βιβλίο / Απόστολος Βέττας: «Στο θέατρο οι πιστοί δηλώνουν την πίστη τους με το χειροκρότημα»

Ο σπουδαίος σκηνογράφος συγκέντρωσε την πολύτιμη σαραντάχρονη εμπειρία του σε ένα δίτομο λεξικό για τη σκηνογραφία, αναδεικνύοντάς την ως αυτόνομη τέχνη και καταγράφοντας την εξέλιξή της στο ελληνικό θέατρο.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μ. Αναγνωστάκης «Η χαμηλή φωνή»

Το πίσω ράφι / Μανόλης Αναγνωστάκης: «Τι μένει λοιπόν από τον ποιητή, αν μένει τίποτα;»

Τρεις δεκαετίες μετά την πρώτη της δημοσίευση, η προσωπική ανθολογία του Μανόλη Αναγνωστάκη «Χαμηλή Φωνή» παρουσιάζεται στην Ελληνοαμερικανική Ένωση, υπενθυμίζοντας τους θεωρούμενους ήσσονες ποιητές μας, όσους έμειναν έξω από κάθε μορφής υψηλή ποίηση.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Το παρασκήνιο της διαγραφής του Αντώνη Σαμαρά και άλλες ιστορίες…

Βιβλίο / Το παρασκήνιο της διαγραφής του Αντώνη Σαμαρά και άλλες ιστορίες

Προδημοσίευση από τα «Αδημοσίευτα», το νέο βιβλίο του Νίκου Χασαπόπουλου, όπου ο έμπειρος πολιτικός συντάκτης αποκαλύπτει ιστορίες και παρασκήνια που διαμόρφωσαν την πολιτική ζωή της χώρας.
THE LIFO TEAM
Δημήτρης Καράμπελας: «Σήμερα κανείς δεν πιστεύει στην αλληγορία»

Βιβλίο / Δημήτρης Καράμπελας: «Σήμερα κανείς δεν πιστεύει στην αλληγορία»

Ένας από τους ελάχιστους διανοούμενους στη χώρα, που υπήρξε προνομιακός συνομιλητής του Παπαγιώργη και του Λορεντζάτου. Το τελευταίο του βιβλίο «Το πνεύμα και το τέρας» συνιστά μια ανανέωση του δοκιμιακού λόγου στην Ελλάδα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Για τον Ομάρ Καγιάμ

Ποίηση / «Πίνε, και μη θαρρείς κουτέ, και συ πως είσαι κάτι»: Τα Ρουμπαγιάτ του Ομάρ Καγιάμ

Πεθαίνει σαν σήμερα το 1131 ο μεγάλος Ιρανός ποιητής που έγραψε αριστουργηματικά ποιήματα για τη ματαιότητα των πραγμάτων, τη μεγαλοσύνη της στιγμής και το νόμο του εφήμερου.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΝΤΑΜΟΝ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
Το πίσω ράφι/ Μαρία Πάουελ «Δεσμά αίματος»

Το πίσω ράφι / «Η ευλογία αλλά και η κατάρα που είναι η οικογένεια»

Η Μαρία Πάουελ, με τη νουβέλα της «Δεσμά αίματος», ζωντάνεψε μια βυθισμένη στη μοναξιά και κυριευμένη από πάθος γυναίκα χωρίς να μαρτυρήσει ούτε ένα από τα εξωτερικά της χαρακτηριστικά, κι εξερεύνησε ένα θέμα που ίσως δεν θα πάψει ποτέ να μας ταλανίζει, την οικογένεια.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
«Από τότε που με έφεραν εδώ, έχω πειστεί ότι έχω πεθάνει»

Βιβλίο / «Από τότε που με έφεραν εδώ, έχω πειστεί ότι έχω πεθάνει»

Το πρωτότυπο science fiction μυθιστόρημα «Οι υπάλληλοι» της Δανής Όλγκα Ράουν κερδίζει υποψηφιότητα για Booker, προβλέποντας εικόνες από τη ζωή αλλόκοτων υπαλλήλων στο μέλλον, βγαλμένες από το πιο ζοφερό παρόν.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Ευάρεστος Πιμπλής: «Η ηδονή σήμερα τρομάζει – και αυτό λέει πολλά για εμάς»

Βιβλίο / Ευάρεστος Πιμπλής: «Η ηδονή σήμερα τρομάζει και αυτό λέει πολλά για εμάς»

Ο πρωτοεμφανιζόμενος συγγραφέας μιλά στη LiFO με αφορμή το βιβλίο του «Πέρα από τη συναίνεση» για μερικά από τα πιο δύσκολα ζητήματα της εποχής: τη βία μέσα στη φαντασίωση, τον νέο πουριτανισμό, τα όρια της επιθυμίας και την εύθραυστη, συνεχώς μεταβαλλόμενη έννοια του τι σημαίνει να είσαι άνδρας σήμερα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Μοντ Ρουαγιέ: «Πού θα βρίσκονται σε δέκα χρόνια όλοι αυτοί που μας επιτίθενται;»

Lgbtqi+ / Μοντ Ρουαγιέ: «Πού θα βρίσκονται σε δέκα χρόνια όλοι αυτοί που μας επιτίθενται;»

Στο εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο «Τρανσφοβία» που μόλις κυκλοφόρησε στα ελληνικά, η τρανσφεμινίστρια Μοντ Ρουαγιέ επιχειρεί να καταγράψει τη νέα πραγματικότητα για την τρανς συνθήκη και τα τρανς δικαιώματα.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ