«Squid Game»: Η χαμένη παιδικότητα

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ «Squid Game»: Η χαμένη παιδικότητα Facebook Twitter
Η κούκλα ως τεράστιο playmobil που γίνεται το πρώτο φονικό όπλο των οργανωτών του παιχνιδιού, είναι μια ευθεία διακειμενική σύνδεση με αυτή την παράδοση παιδοποιημένου «τρόμου» που μένει κάπως απωθημένη στη συλλογική οπτικοακουστική μας μνήμη.
0

ΠΟΙΟΣ ΘΑ ΦΑΝΤΑΖΟΤΑΝ, λίγα χρόνια πριν, ότι μια νοτιοκορεάτικη σειρά θα γινόταν η πιο επιτυχημένη στην ιστορία του Netflix και θα δημιουργούσε ένα παγκόσμιο trend, που ανάλογό του κατάφερναν μέχρι πρότινος μόνο αμερικανικές τηλεοπτικές παραγωγές (τύπου «Lost», «Game of Thrones» κ.λπ.);

Το «Squid Game» αποτελεί πια μέγα ψυχαγωγικό γεγονός. Έχει προκαλέσει ήδη τον διαχωρισμό μεταξύ fans και haters, κάτι που συμβαίνει με οποιοδήποτε προϊόν ξεφεύγει από την απλή κλίμακα του δημοφιλούς και μπαίνει σε αυτήν του πολιτισμικού φαινομένου. Ένα φαινόμενο που, πέρα από οποιαδήποτε αισθητική και ηθική επιδοκιμασία ή αποδοκιμασία, καταρχάς χρειάζεται να το κατανοήσουμε. 

Έχει γραφεί σωστά ότι, για να καταλάβουμε την επιτυχία της σειράς αυτής, θα πρέπει να την εντάξουμε στο ευρύτερο πλαίσιο παραγωγής και διάδοσης της νοτιοκορεάτικης δημοφιλούς κουλτούρας.

H κορεάτικη ποπ μουσική, οι κορεάτικες νεανικές σαπουνόπερες, ο κορεατικός κινηματογράφος, γνωρίζουν τεράστια επιτυχία και έχουν εξοικειώσει ήδη τις νεαρότερες ηλικίες ιδίως παγκοσμίως με μια μέχρι πρότινος «εξωτική» οπτικοακουστική κουλτούρα. Αποτελούν ισάξιο ανταγωνιστή της αμερικανικής δημοφιλούς κουλτούρας, φέρνοντας ταυτόχρονα στοιχεία από τη χολιγουντιανή θεαματικότητα αλλά και την ασιατική, ιαπωνική κυρίως, εικονογραφική αισθητική και θεματολογία (βλ. μάνγκα, ταινίες για πολεμικές τέχνες κ.λπ.), στην οποία ήδη έχουν μυηθεί αρκετές γενιές τουλάχιστον από τη δεκαετία του 1990.

Η σειρά του Netflix, προτάσσοντας το παιχνίδι, και μάλιστα στις παιδικές του σημάνσεις, μάλλον υποδηλώνει έναν κόσμο δυσοίωνο, εντός και πέραν της οικονομικής συνθήκης. Έναν κόσμο που καθολικά δοκιμάζει όλους τους δεσμούς εμπιστοσύνης και τελικά καταφέρνει να τους διαρρήξει.

To ίδιο εύστοχα έχει παρατηρηθεί ότι το «Squid Game» είναι μέρος ενός διακριτού είδους αφήγησης που συναντιέται σε πολλά μέσα. Συγγενεύει απολύτως με την κινηματογραφική τριλογία τoυ Hunger Games και παρόμοιες παραγωγές όπου πρωταγωνιστούν έφηβοι σε δυστοπικές συνθήκες βίαιων παιχνιδιών περιπέτειας. Αναδιατάσσει όλη την εικονογραφία που έχει προκύψει από ριάλιτι παιχνίδια επιτήρησης των συμμετεχόντων, ιδίως αυτά που διενεργούνται σε περιβάλλοντα αντίξοου εξωτισμού (βλ. «Survivor»).

Επίσης, συνδέεται με όλη την κουλτούρα των video games, είτε αυτά είναι παιχνίδια ρόλων (RPG) είτε απλά παιχνίδια βίαιης εξολόθρευσης του όποιου αντιπάλου (shoot em up). Κοινό στοιχείο όλων των παραπάνω «αφηγήσεων», η ένταξη του πρωταγωνιστή σε έναν παράλληλο κόσμο όπου κυριαρχούν το παιχνίδι, η βία, ο ανταγωνισμός μέχρι εσχάτων, η δοκιμασία ηθικών επιταγών και συναισθημάτων κάτω από ακραίες συνθήκες επιβίωσης που έχουν προκύψει, είτε καταναγκαστικά, είτε εθελούσια, είτε και τα δύο.

Το στοιχείο εκείνο που έχει αποσπάσει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον στον δημόσιο σχολιασμό για το «Squid Game» είναι οι βίαιες σκηνές του. Εντούτοις, οι εικόνες βίας που περιέχει η σειρά είναι πολύ πιο ανώδυνες από εκείνες πολλών σύγχρονων κινηματογραφικών και τηλεοπτικών παραγωγών ή τις σκηνές βίας που εμπεριέχουν πολλά video games ή ερασιτεχνικά θρίλερ που παρακολουθούν ανήλικοι στο YouTube.

To σπλάτερ στοιχείο υπάρχει στη σειρά, η οποία φαίνεται να παίρνει δάνεια από b-movies της δεκαετίας του ’70, αλλά σε δόσεις τέτοιες που δεν είναι ούτε το κυρίαρχο ούτε ό,τι πιο τρομακτικό έχει δει κανείς. Το ζήτημα της ακαταλληλότητας της σειράς για ανηλίκους είναι βάσιμο, όπως όμως και σε τόσα άλλα προϊόντα με επίκεντρο τη βία στα οποία εκτίθενται καθημερινά.

Το ζήτημα της αισθητικοποίησης της βίας είναι επίσης σημαντικό, αλλά από την εποχή του Ταραντίνο και ύστερα, όπως και της οπτικής εξοικείωσης που υπάρχει με το νεκρό ή ασθενικό σώμα (βλ. σειρές ιατρικού περιεχομένου, παιχνίδια πολεμικού υπερρεαλισμού), το να ανάγουμε το «Squid Game» σε ελεγεία ακαλαίσθητης βίας, επικίνδυνη για τα παιδιά, είναι τουλάχιστον υποκρισία.

H ειδοποιός διαφορά του «Squid Game» και κατά πάσα πιθανότητα αυτό που το έχει κάνει τόσο ελκυστικό, ιδίως στους νεότερους, είναι η σύνδεση της βίας με την παιδικότητα. Η πρωτοτυπία της κορεάτικης σειράς είναι ότι οι χρεοκοπημένοι παίκτες που επιλέγουν να διεκδικήσουν το δυσθεώρητο χρηματικό έπαθλο, είτε για να ξεχρεώσουν είτε γιατί ο τζόγος είναι η ίδια τους η ζωή, υποβάλλονται σε παιδικά παιχνίδια και όχι σε απαιτητικές (σωματικά ή πνευματικά) δοκιμασίες. Παιδικά παιχνίδια («αγαλματάκια ακούνητα αγέλαστα», βόλοι κ.λπ.), όπου ο χαμένος χάνει και τη ζωή του ακαριαία, και ο τελικός κερδισμένος τα παίρνει όλα.

Αυτή η σύνδεση της παιδικότητας με τον κίνδυνο, τη βία, την πλεονεξία, είναι μια ιδιαίτερα εφιαλτική συνθήκη που έχουμε συναντήσει σε περιπτώσεις θρίλερ όπου είτε τα παιδιά είτε τα παιχνίδια τους γίνονται εξαρτήματα του «κακού» (βλ. Ο Εξορκιστής, Ο δολοφόνος με τα δύο πρόσωπα κ.ά.). Η κούκλα ως τεράστιο playmobil που γίνεται το πρώτο φονικό όπλο των οργανωτών του παιχνιδιού, στο οποίο συμμετέχουν οι πρωταγωνιστές της σειράς, είναι μια ευθεία διακειμενική σύνδεση με αυτή την παράδοση παιδοποιημένου «τρόμου» που μένει κάπως απωθημένη στη συλλογική οπτικοακουστική μας μνήμη.

Το «Squid Game», όπως κάθε δυστοπικό σενάριο, μπορεί να ιδωθεί αλληγορικά. Ο ίδιος ο σκηνοθέτης Hwang Dong-hyuk δηλώνει ότι αποτελεί μια μεταφορά του σκληρού καπιταλιστικού ανταγωνισμού. Ανεξάρτητα, όμως, από τις προθέσεις των δημιουργών της, η σειρά φαίνεται να υπερβαίνει κατά πολύ την αυστηρά ταξική θεώρηση την οποία έχουμε δει σε πρόσφατες δημοφιλείς ταινίες του επίσης Κορεάτη Bong Joon-ho (Παράσιτα, Snowpiercer).

Η σειρά του Netflix, προτάσσοντας το παιχνίδι, και μάλιστα στις παιδικές του σημάνσεις, μάλλον υποδηλώνει έναν κόσμο δυσοίωνο, εντός και πέραν της οικονομικής συνθήκης. Έναν κόσμο που καθολικά δοκιμάζει όλους τους δεσμούς εμπιστοσύνης και τελικά καταφέρνει να τους διαρρήξει.

Οι πρωταγωνιστές, κάτι μεταξύ απόκληρων αλλά και αποτυχημένων γιάπηδων, τζογαδόρων και προσφύγων, δαιμόνων και δαιμονισμένων, αδυνατούν να συγκροτήσουν και να κρατήσουν οποιαδήποτε σχέση στην κανονική τους ζωή, γι’ αυτό επιλέγονται από τους επίσης εθισμένους στον στοιχηματισμό πλούσιους να παίξουν τα παιχνίδια των παιδικών τους χρόνων. Τόσο ως ανάμνηση και επαναφορά της φιλίας που τα συνόδευε όσο και ως συνειδητοποίηση του αδύνατου κάθε ομαδικού δεσμού σε συνθήκες διαρκούς ρίσκου.

Εάν το «Squid Game» μας μιλάει για κάτι καινούργιο, και έτσι προκαλεί απρόσμενο παγκόσμιο ενδιαφέρον, αυτό είναι η παράξενη κριτική που ασκεί περισσότερο στην ατομιστική διακινδύνευση των πάντων και λιγότερο στη βαρβαρότητα του κλασικού καπιταλισμού. Αυτό που φιλοτεχνείται στην κορεάτικη σειρά είναι η δυστοπία μιας ολικής καχυποψίας. Το ζητούμενο δεν είναι τόσο το χρηματικό έπαθλο όσο η επιστροφή στην «αθώα» παιδικότητα, η οποία όμως αποδεικνύεται ανεπιστρεπτί χαμένη.

Οπτική Γωνία
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Το Squid Game ως τοτέμ και σκιάχτρο των καιρών μας

Daily / Το «Squid Game» ως τοτέμ και σκιάχτρο των καιρών μας

Με ποιους χαρακτήρες της ακάθεκτης σειράς ταυτιζόμαστε στην πραγματικότητα; Με τους πληβείους που παίζουν τη ζωή τους κορόνα-γράμματα στην αρένα ή με τους εκπρόσωπους της πλουτοκρατικής ελίτ που παρακολουθούν από μια οθόνη, όπως κι εμείς, τους αγώνες θανάτου;
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Δημήτρης Παρασκευής: «Φέτος, έπειτα από καιρό, ο κορωνοϊός παρουσιάζει έξαρση»

Οπτική Γωνία / «Φέτος, έπειτα από καιρό, ο κορωνοϊός παρουσιάζει έξαρση»

Ο καθηγητής Επιδημιολογίας και Προληπτικής Ιατρικής του ΕΚΠΑ, Δημήτρης Παρασκευής, εξηγεί γιατί κάθε φθινόπωρο αυξάνονται οι ιώσεις του αναπνευστικού, ποια είναι η εικόνα του Covid-19 στην Ελλάδα και ποια μέτρα πρέπει να πάρουμε εν όψει του χειμώνα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Στέλιος Νέστωρ: «Ό,τι έκανα, δεν το έκανα για να ρίξω τη δικτατορία αλλά γιατί ντρεπόμουνα» 

Θεσσαλονίκη / Στέλιος Νέστωρ: «Δεν ήμουν από αυτούς που κάθονται σπίτι τους, βγάζουν λεφτά, τρώνε και πίνουνε» 

Μια πολιτική φυσιογνωμία που έδινε πάντα ηχηρό «παρών» στα πολιτικά και πολιτιστικά πράγματα της Θεσσαλονίκης. Μιλώντας στη LiFO, ζωντανεύει ένα μεγάλο κομμάτι της ιστορίας της πόλης, από την Κατοχή και τη χούντα μέχρι την ίδρυση του Μεγάρου.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Κοινωνική κατοικία: Μπορεί το παράδειγμα της La Borda να εφαρμοστεί στην Αθήνα;

Συνεταιριστική κατοικία / Μπορούμε να αντιγράψουμε τη Βαρκελώνη και να λύσουμε το στεγαστικό;

Ενώ στην Ευρώπη παρατηρείται αναζωπύρωση των συνεταιριστικών στεγαστικών κινημάτων, στην Ελλάδα, ειδικά στην Αθήνα, η στεγαστική κρίση οξύνεται. Το παράδειγμα της La Borda στη Βαρκελώνη θα μπορούσε να δώσει τη λύση, χρειάζεται όμως πολιτική βούληση.
ΝΤΙΝΑ ΚΑΡΑΤΖΙΟΥ
«Ο Άγνωστος Στρατιώτης στη μάχη της πολιτικής εικόνας»

Βασιλική Σιούτη / Ο Άγνωστος Στρατιώτης στη μάχη της πολιτικής εικόνας

Η κυβέρνηση αξιοποίησε τη ρύθμιση για τη φύλαξη του Μνημείου του Άγνωστου Στρατιώτη για να αλλάξει την πολιτική ατζέντα και να ενισχύσει την απήχησή της στο συντηρητικό κοινό, παρά τις διαφοροποιήσεις ακόμη και μέσα στην κυβερνητική παράταξη.
ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΙΟΥΤΗ
Λίγες λέξεις για τον Διονύση Σαββόπουλο

Οπτική Γωνία / Λίγες λέξεις για τον Διονύση Σαββόπουλο

«Ό,τι όμως και αν υπήρξε ο Διονύσης Σαββόπουλος, είχε τη δόνηση, τον λοξό τόνο, μια διάθεση μεταμόρφωσης και γιορτής. Επέστρεφε σε μια πάμφωτη αυλή, περιμένοντας τους φίλους, το νόημα της συνάθροισης».
ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ
ΕΠΕΞ Στην εποχή του Οφθαλμού

Ιλεκτρίσιτυ / Στην εποχή του Οφθαλμού

Οι κρίσεις ευνοούν την εξουσία, διατηρώντας ένα επίπεδο φόβου μες στην κοινωνία, νομιμοποιώντας μέτρα που ανακουφίζουν τον φόβο αυξάνοντας τον έλεγχο, και δημιουργώντας ευκαιρίες για τη διοχέτευση του κεφαλαίου.
ΧΑΡΗΣ ΚΑΛΑΪΤΖΙΔΗΣ
Μετά τα ερείπια της Γάζας: ποιος μπορεί να χτίσει ξανά την ελπίδα;;

Οπτική Γωνία / Η Γάζα μετά τον πόλεμο: Υπάρχει ελπίδα;

Η καθηγήτρια της Νομικής Σχολής του ΕΚΠΑ και μέλος του Κέντρου Ερευνών για το Δημόσιο Διεθνές Δίκαιο, Μαρία Γαβουνέλη, αναλύει τις προκλήσεις της ανοικοδόμησης, τον ρόλο της Ευρώπης και της Ελλάδας και το αβέβαιο μέλλον μιας λύσης δύο κρατών.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Πόσοι ηλικιωμένοι ζουν μόνοι και κανείς δεν τους αναζητά;

Ακροβατώντας / Πόσοι ηλικιωμένοι ζουν μόνοι και κανείς δεν τους αναζητά;

Οι μοναχικοί θάνατοι ηλικιωμένων ανθρώπων είναι ένα φαινόμενο που ολοένα εντείνεται και στη χώρα μας, όπως και σε ολόκληρο τον κόσμο. Ας μπει στον δημόσιο διάλογο, μήπως πειστούν οι αρμόδιοι ότι πρόκειται για ένα σοβαρό θέμα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΕΛΑΚΗΣ
Πελοπόννησος: Σιδηρόδρομος ή ποδηλατόδρομος;

Ρεπορτάζ / Πελοπόννησος: Σιδηρόδρομος ή ποδηλατόδρομος;

Η προκήρυξη διαγωνισμών για την εκπόνηση μελετών που αφορούν τη χρήση της ιστορικής σιδηροδρομικής γραμμής Πελοποννήσου ως ποδηλατοδρόμου έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις. Διατυπώνονται σοβαρές επιφυλάξεις για την οριστική απώλεια μιας εμβληματικής υποδομής με υψηλή ιστορική, τουριστική και συγκοινωνιακή αξία.
ΝΤΙΝΑ ΚΑΡΑΤΖΙΟΥ
Πολιτική κινητικότητα που δεν αλλάζει τίποτα 

Οπτική Γωνία / Πολιτική κινητικότητα που δεν αλλάζει τίποτα 

Οι δημοσκοπήσεις αποτυπώνουν ξανά τη φθορά εμπιστοσύνης προς το πολιτικό σύστημα, με κυβέρνηση και αντιπολίτευση να δείχνουν ανήμπορες να ανατρέψουν το κλίμα απαξίωσης, όπως και οι νέοι παίκτες – που είναι παλιοί. 
ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΙΟΥΤΗ
«Ο Ρόμπερτ Κένεντι Τζ. κάνει επίθεση στη δημόσια υγεία»

Υγεία / «Ο Ρόμπερτ Κένεντι Τζ. κάνει επίθεση στη δημόσια υγεία»

Δημήτρης Δασκαλάκης: Ο διακεκριμένος ελληνικής καταγωγής λοιμωξιολόγος, που παραιτήθηκε πρόσφατα από επιτελική θέση  καταγγέλλοντας το υπουργείο Υγείας των ΗΠΑ για εξωθεσμικές πιέσεις και αντιεπιστημονικές πρακτικές, μιλά για την απόφασή του, τη δημόσια υγεία στην Αμερική, τον Covid, τον HIV αλλά και την αφύπνιση του επικίνδυνου «ιού» του φασισμού.   
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Γιατί η Ελλάδα κινδυνεύει να χάσει τη «φέτα ΠΟΠ»;

Ρεπορτάζ / Γιατί η Ελλάδα κινδυνεύει να χάσει τη «φέτα ΠΟΠ»;

Πάνω από 312.000 θανατώσεις ζώων, φόβοι για lockdown και απειλή για μείωση των εξαγωγών του εθνικού προϊόντος μας εξαιτίας της ευλογιάς των προβάτων. Εμβολιασμός ή εκρίζωση του ιού; Ειδικοί μιλούν στη LiFO για το τι διακυβεύεται πραγματικά.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ