«Το τραγούδι του πατέρα»: Προδημοσίευση από το νέο βιβλίο του Θεόδωρου Γρηγοριάδη Facebook Twitter
Φωτογραφία από το αρχείο του συγγραφέα

«Το τραγούδι του πατέρα»: Προδημοσίευση από το νέο βιβλίο του Θεόδωρου Γρηγοριάδη

0

(Εισαγωγικό σημείωμα του συγγραφέα)

 

Τη δεκαετία του εξήντα, σε ένα καπνοχώρι του Παγγαίου τρεις νέοι αγρότες, προσφυγόπουλα και κανταδόροι κοριτσιών, φτιάχνουν ένα μουσικό τρίο, κιθάρα, ακορντεόν και βιολί, το Τρίο Καντάδα.


Παίζουν στους γάμους και στις γιορτές, τραγουδάνε ισπανόφωνα τραγούδια και γράφουν ένα δικό τους τανγκό, ονειρεύονται μια καριέρα παραπέρα.


Ο κιθαρίστας ήταν ο πατέρας μου. Πρόλαβα να τους γνωρίσω παιδί, τους ακολούθησα στα γλέντια και στις νυφιάτικες αυλές. Χρόνια μετά αποφάσισα να γράψω την ιστορία τους σε ένα μικρό βιβλίο με φωτογραφίες που συμπληρώνουν το κείμενο, μια γραφή βιωματική, ένα βιβλίο που να ακούγεται σαν τραγούδι.


Ένα τραγούδι για τον πατέρα, τους φίλους του και τη γενιά τους που πάλεψε να ορθοποδήσει, που τόλμησε να ονειρευτεί με κέφι και ελπίδα.

Θ.Γ.

«Το τραγούδι του πατέρα»: Προδημοσίευση από το νέο βιβλίο του Θεόδωρου Γρηγοριάδη Facebook Twitter
Ο κιθαρίστας ήταν ο πατέρας μου.

Tο 1956 αρχίζουν να παίζουν ως τρίο σε γάμους, τον έναν μετά τον άλλον, ποτέ ξανά στο χωριό δεν έγιναν τόσο πολλοί γάμοι και προξενιά. Στην αρχή τούς προτιμούσαν οι πρόσφυγες, τους θεωρούσαν δικά τους παιδιά, κι ας μην έπαιζαν παραδοσιακά, κι ας μην είχαν κεμεντζέ και ούτι, συνήθισαν όμως γρήγορα το ρεπερτόριό τους, ευπροσάρμοστοι σε καινούργιες καταστάσεις. Άλλωστε οι περισσότεροι νιόπαντροι είναι στην ηλικία τους, ίσως λίγο μεγαλύτεροι, είναι η δεύτερη γενιά προσφύγων, πολλά αδέλφια σε κάθε οικογένεια, όμως αυτοί θα κάνουν ένα δύο παιδιά καθώς θα αλλάζουν οι απαιτήσεις της ζωής.

Το τρίο κάνει συχνά πρόβες, ανανεώνουν τα τραγούδια κι έχουν σύμβουλο τον Μπαταξή με το γραμμόφωνο, που αρνείται να τους το δανείσει – λογικό αυτό, αλλά χαίρεται να τους βάζει να ακούνε μουσικές. Ο Μπαταξής έχει έναν αδελφό καλοβολεμένο στη Γερμανία, και από εκεί φτάνουν συνεχώς οι καινούργιοι δίσκοι γραμμοφώνου αλλά και τα βινύλια αργότερα, που περιλαμβάνουν ακόμη και τις παλιότερες ηχογραφήσεις.

Στις παρέες όλοι τού φώναζαν «Λεωνίδα, την κιθάρα! Άσε τα δισκάκια. Πες κάνα σπανιόλικο!». Έτσι κι εκείνος ξανάπαιρνε την κιθάρα –στο μεταξύ είχε αλλάξει δύο ως τότε–, την κούρδιζε λίγο και ξεκίναγε να παίζει.


Τα ισπανόφωνα είναι πολύ της μόδας, τα αγαπάνε όλοι και ως τρίο τα παίζουν όχι μόνο στο τέλος της βραδιάς, που συνήθως, στα γλέντια, έκλεινε με ένα δύο τανγκό. Εντάξει με τα καλαματιανά και τα θρακιώτικα, αλλά, όταν έρχεται η στιγμή των τανγκό, ξεπερνούν τον εαυτό τους.


Ο αυτοσχεδιασμός τούς παρασέρνει πολλές φορές. Ο Λεωνίδας μαθαίνει τους στίχους εξ ακοής και όταν τους μπερδεύει συνεχίζει με μεγάλη «ισπανική ευφράδεια».


Τον είχα ρωτήσει πώς τα κατάφερνε και γελούσε σαρκαστικά. Ύστερα όμως σοβαρευόταν: «Θαρρείς άκουγε κανείς τα λόγια μας; Εκείνοι απλώς να χορέψουν ήθελαν, ν' αγκαλιαστούνε ήθελαν, και τα δήθεν ισπανικά έβαζαν λίγο ρομαντισμό παραπάνω».


Δεν είχε άδικο. Μήπως κι εγώ που άκουγα τότε τα δικά μου ξένα τραγούδια καταλάβαινα ξεκάθαρα τους στίχους, που ήταν ιταλικοί και αγγλικοί πρωτίστως; Πώς να τους βρεις αν δεν ήταν τυπωμένοι μέσα στα ένθετα των δίσκων;

Έτσι, το αγαπημένο μας τρίο έφερε για πρώτη φορά στα ντόπια γλέντια ένα ανανεωμένο ξένο ρεπερτόριο – ειδικά το λατινοαμερικάνικο. Πρόλαβα να δω κι εκείνους τους παλιούς δίσκους γραμμοφώνου στο σπίτι του Μπαταξή, όταν είχαμε ανοίξει το μπακάλικο, τη δεκαετία του '70. Του ανέβαζα λίγα ψώνια με παραγγελία γιατί ήταν καθηλωμένος σε ένα ντιβάνι και κάπνιζε φρεσκοκομμένο καπνό της πρόσφατης σοδειάς. Μπορεί να ανακάτευε τον μπασμά και με τίποτε άλλο, λέγανε κάποιοι.

Καμάρωνε για τη συλλογή των ξένων δίσκων. «Δεν τους βρίσκεις πουθενά» μου έλεγε δείχνοντάς μου τα άλμπουμ πάνω στα ράφια.


Χρωματιστά ονόματα, πολύχρωμα εξώφυλλα, παθιασμένες γυναίκες και σοβαροί τροβαδούροι. Μου έδειχνε την Άντα Φαλκόν, τη Μερσέδες Σιμόνε, ονόματα παράξενα, φωνές χαραγμένες, φωνές παλιές για τα νεανικά μου αυτιά, που άκουγαν τη Βίκυ, τον Πασχάλη με τους Olympians, τους Πελόμα Μποκιού, τη Δέσποινα Γλέζου.

Φοιτητής, αργότερα, ανακατεμένος με θεατρικές ομάδες και Βαρδάρια, ήθελα να μάθω πολύ περισσότερα για τα χρόνια του τρίο, αλλά ο Μπαταξής είχε πεθάνει το 1976 και είχαν διασκορπιστεί οι δίσκοι και το γραμμόφωνο. Οι κληρονόμοι του, κάποιες ανιψιές ξενοπαντρεμένες, ενδιαφέρθηκαν για λίγες κρυμμένες λίρες (απ' ό,τι ακούστηκε), «σιγά μη μαζεύουμε παλιοδίσκους» τις άκουσαν να λένε.


Τότε γιατί τους πήρανε κι ερήμωσε το σπίτι, σαν στοιχειωμένο έμοιαζε για χρόνια κι ακούγονταν από μέσα κάτι ξεψυχισμένα τραγούδια;

Θυμάμαι ωστόσο τον γερο-Μπαταξή να μου λέει τότε για το τρίο, «μεγάλα ταλέντα τα παιδιά, ωραίοι μουσικοί, έπρεπε να κάνουν καριέρα, να φύγουν αποδώ, αδικήθηκαν».


Ύστερα στέναξε με το βαρύ τσιγάρο στα κιτρινισμένα του δάχτυλα: «Όλοι μας αδικηθήκαμε εδώ, μας έπνιξε ο κάμπος κι η νικοτίνη».
Λέγανε ότι χόρευε τανγκό τόσο ωραία που όποια κοπέλα έπεφτε στα χέρια του έλιωνε. Μέχρι που έπεσε από το άλογό του ενώ κουβαλούσε ένα βαρύ φορτίο ξύλα στο βουνό και άρχισε να κουτσαίνει στο αριστερό του πόδι ώσπου καθηλώθηκε. Άλλοι λέγανε ότι τον είχε ρίξει από το άλογο ένας αντεραστής για τα μάτια μιας γυναίκας. Ήταν μπερμπάντης χαρακτήρας.

«Το τραγούδι του πατέρα»: Προδημοσίευση από το νέο βιβλίο του Θεόδωρου Γρηγοριάδη Facebook Twitter
Παίζουν στους γάμους και στις γιορτές, τραγουδάνε ισπανόφωνα τραγούδια και γράφουν ένα δικό τους τανγκό, ονειρεύονται μια καριέρα παραπέρα.

Στο μεταξύ αποκτήσαμε κι εμείς ένα πικάπ, έφτασε στο σπίτι αρχές της δεκαετίας του '70. Ένα ξύλινο βαλιτσάκι με χερούλι που άνοιγε από πάνω και αποσπώνταν δύο ηχεία.


Ο πατέρας μου έφερνε δίσκους κάθε τόσο από τα ταξίδια του στην Καβάλα, μιας και τώρα κατέβαινε συχνότερα· έμπορος ήταν, μπακάλης και αγρότης μαζί, είχαμε μια σχετική οικονομική άνεση αλλά πορευόμασταν συγκρατημένα, γιατί ο μπαμπάς ήθελε να αγοράσει διαμέρισμα στη Θεσσαλονίκη.


Οι δίσκοι που έφερνε άλλοτε ήταν αποκλειστικά για μένα, που εγώ τους παράγγελνα, κι άλλοτε τους επέλεγε για τον εαυτό του. Οι δικοί μου: Αρλέτα, Μαρίζα Κωχ, Μαρκόπουλος, οι Ώρες του Λίνου Κόκοτου και πολλή σόουλ μουσική, οι Earth, Wind and Fire, ο Τζέιμς Μπράουν, η Αρίθα Φράνκλιν.


Εκείνος άκουγε τους Los Paraguayos, το Trio Belcanto, το Τrio Los Amigos, πολλά ελληνικά και ξένα τρίο, αυτά τα τραγούδια άκουγαν οι δικοί μου στις γιορτές ή μόνος του ο μπαμπάς όταν έβρισκε λίγο χρόνο απ' τα πολλά τρεχάματα.


Στις παρέες όλοι τού φώναζαν «Λεωνίδα, την κιθάρα! Άσε τα δισκάκια. Πες κάνα σπανιόλικο!». Έτσι κι εκείνος ξανάπαιρνε την κιθάρα –στο μεταξύ είχε αλλάξει δύο ως τότε–, την κούρδιζε λίγο και ξεκίναγε να παίζει. Στα ισπανικά τραγουδούσε μόνος του, στα ελληνικά τον συνόδευε κι η μάνα μου με μια φωνή που λες και με τα χρόνια γινόταν πιο διαυγής και δυνατή.


Εγώ, μαθητής του γυμνασίου, καθόμουν στην κουζίνα και περίμενα να τελειώσει η γιορτή των μεγάλων ακούγοντας αυτό το μακρινό για τ' αυτιά μου ρεπερτόριο.

«Α, βρε Λεωνίδα, θυμάσαι τα γλέντια μας τότε» λέγανε.

«Τι έγινε ο Παντελής, πού βρίσκεται τώρα;» Γιατί, δεκαετία του '70, το τρίο τους δεν υπήρχε πια, ήταν οι δυο, ντουέτο.

Info

Το δέκατο έκτο βιβλίο του Θεόδωρου Γρηγοριάδη «Το τραγούδι του πατέρα» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη και θα παρουσιαστεί στο βιβλιοπωλείο «Πλειάδες» στο Παγκράτι, τη Δευτέρα 2 Δεκεμβρίου στις 19:00.

Με τον συγγραφέα θα συνομιλήσει η κριτικός λογοτεχνίας Μικέλα Χαρτουλάρη.

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Στη λούμπεν Θεσσαλονίκη στα τέλη του 70: Στου «Πρόδρομου»

Ελλάδα / Στη λούμπεν Θεσσαλονίκη στα τέλη του 70: Στου «Πρόδρομου»

Οι πελάτες λαϊκόφατσες, εργάτες, λιμενεργάτες, χτίστες, φορτηγατζήδες, άνεργοι κωλομπαράδες. Γλέντι, πάθη, φωνές, ματιές κρυφές και διακριτικές συνεννοήσεις που άναβαν φωτιές και πάθη και μαλώματα.
TOY ΔΗΜΗΤΡΗ ΜΑΥΡΟΓΙΑΝΝΗ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

100 βιβλία που ξεχωρίσαμε για αυτό το καλοκαίρι

Βιβλίο / 100 βιβλία να διαβάσεις κάτω από ένα αρμυρίκι ή στην πόλη με το κλιματιστικό στο φούλ

Κλασική λογοτεχνία, σύγχρονοι συγγραφείς, δοκίμια, ιστορία, αυτοβελτίωση, βιβλία για το «μικρό» να μην είναι όλη την ώρα στο iPad. Kάτι για όλους για να περάσει όμορφα, ήσυχα και ποιοτικά το καλοκαίρι.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΜΑΡΙΑ ΔΡΟΥΚΟΠΟΥΛΟΥ
Κι όμως, πέρασε μισός αιώνας από την αυγή των Talking Heads

Βιβλίο / Κι όμως, πέρασε μισός αιώνας από την αυγή των Talking Heads

Τέτοιες μέρες πριν από πενήντα χρόνια, το γκρουπ έκανε το ντεμπούτο του στην σκηνή του θρυλικού κλαμπ CBGB στη Νέα Υόρκη, κι ένα νέο βιβλίο ακολουθεί την πορεία τους από τις πρώτες τους ημέρες μέχρι το είδος εκείνο της επιτυχίας που συνήθως έρχεται με τα δικά της προβλήματα
THE LIFO TEAM
Η βιογραφία του Μίλαν Κούντερα κυκλοφόρησε μόλις στα ελληνικά

Βιβλίο / Η βιογραφία του Μίλαν Κούντερα κυκλοφόρησε μόλις στα ελληνικά

Η Γαλλίδα κριτικός λογοτεχνίας της «Monde», Φλοράνς Νουαβίλ, στο «Μίλαν Κούντερα: Γράψιμο... Τι ιδέα κι αυτή!», αποκαλύπτει καίριες στιγμές και συγγραφικές αλήθειες του καλού της φίλου, αναιρώντας όλες τις κατηγορίες που συνδέονταν με το όνομά του.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Πάουλο Σκoτ

Βιβλίο / Πάουλο Σκoτ: «Στη Βραζιλία ο ρατσισμός είναι παντού, στη λογοτεχνία, στους στίχους της σάμπα»

Πότε ρεαλιστικό, πότε στρατευμένο, πότε αστυνομικής υφής, πότε μια τρελή και ξεκαρδιστική σάτιρα. Οι «Φαινότυποι» του Πάουλο Σκοτ είναι ένα αξιοσημείωτο βιβλίο. Μιλήσαμε με τον Βραζιλιάνο συγγραφέα για τη λογοτεχνία, την κατάσταση στη Βραζιλία και την αξία των λογοτεχνικών βραβείων.
ΒΕΝΑ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
Κώστας Σπαθαράκης, εκδότης.

Κώστας Σπαθαράκης / Κώστας Σπαθαράκης: «Δεν έχουμε αφηγήσεις για τις ερωτικές μας σχέσεις, για τα νιάτα μας»

Για τον άνθρωπο πίσω από τις εκδόσεις αντίποδες, το μεγαλύτερο όφελος ήταν ότι, ενώ του άρεσε να είναι χωμένος μέσα στα βιβλία – μια μοναχική και ίσως ναρκισσιστική συνήθεια –, στην πορεία έμαθε να τη μετατρέπει σε εργαλείο κοινωνικότητας και επαφής με τους γύρω του.
M. HULOT
Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες: Ζούμε το τέλος του ανθρωπισμού

Βιβλίο / Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες: «Ζούμε το τέλος του ανθρωπισμού»

Ο πολυβραβευμένος Κολομβιανός συγγραφέας μιλά στη LiFO για τη βία που στοιχειώνει τη χώρα του, τη δύναμη της λογοτεχνίας να ανασύρει όσα κρύβει η Ιστορία, αλλά και για την αρχαιοελληνική φιλοσοφία ως σταθερή επιρροή του.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
H Gen Z όχι μόνο διαβάζει αλλά συγχρόνως αλλάζει και την ίδια την έννοια της ανάγνωσης

Βιβλίο / Η Gen Z δεν διαβάζει απλώς· επαναπροσδιορίζει την ανάγνωση

Οι εκπρόσωποι αυτής της γενιάς λατρεύουν την απόδραση, παίρνουν την λεγόμενη fan fiction τόσο σοβαρά όσο και τη λίστα Booker, αναβιώνουν κλασικά βιβλία από την Τζέιν Όστεν έως τον Ντοστογιέφσκι και μοιράζονται ιστορίες στις δικές τους κοινότητες.
THE LIFO TEAM
Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Βιβλίο / Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Ο Πέρσιβαλ Έβερετ έγραψε ένα άκρως επίκαιρο, δεδομένων των τελευταίων ημερών, βιβλίο, που ταυτόχρονα φιλοδοξεί να καταστεί κλασικό, για τον ρατσισμό και τη χαμένη ανθρωπιά, και κέρδισε το Εθνικό Βραβείο Λογοτεχνίας των ΗΠΑ και το Πούλιτζερ.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη, κιθαρίστα και σκιτσογράφο Κώστα Μπέζο, που ξαναγράφει την ιστορία της Ελλάδας πριν από το 1940

Βιβλίο / «Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη Κώστα Μπέζο

Τη δεκαετία του ’30 άνθισε στην Ελλάδα ένα μουσικό είδος «διαφυγής» από τη σκληρή πραγματικότητα, οι χαβάγιες. Ο Κώστας Μπέζος, αινιγματική μορφή μέχρι πρόσφατα και σημαντικός ρεμπέτης και σκιτσογράφος, έγραψε μια ανείπωτη ιστορία, διαφορετική από αυτή που η επίσημη ιστορία έχει καταγράψει για την εποχή του Μεσοπολέμου.  
M. HULOT
Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Βιβλίο / Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Η Καταλανή συγγραφέας, που έχει εξελιχθεί σε σημείο αναφοράς της σύγχρονης queer λογοτεχνίας, μεταφράζεται παγκοσμίως και τη θαυμάζει ο Αλμοδόβαρ, μιλά στη LiFO για το τι σημαίνει να ζεις ελεύθερα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΠΕΞ Φάνη, ψηλά το κεφάλι!

Βιβλίο / Φάνη, ψηλά το κεφάλι!

Το πρώτο βιβλίο του Φάνη Παπαδημητρίου είναι μια συγκινητική εξομολόγηση για το ατύχημα στα 19 του που τον καθήλωσε σε αμαξίδιο, την πάλη του με τον τζόγο και τον αγώνα που έδωσε να ξαναφτιάξει τη ζωή του «μετά το τσουνάμι που ήρθε και τα σάρωσε όλα».
M. HULOT