Ποια μετάφραση της Μαντάμ Μποβαρί είναι η καλύτερη;

Ποια μετάφραση της Μαντάμ Μποβαρί είναι η καλύτερη; Facebook Twitter
H Ιζαμπέλ Υπέρ ως Μαντάμ Μποβαρύ, στην κινηματογραφική μεταφορά του μυθιστορήματος του Φλομπέρ από τον Κλοντ Σαμπρόλ (1991)
0

«Με τη δουλειά του Φλομπέρ η πεζογραφία έχασε τον στιγματισμό της αισθητικής κατωτερότητας. Από τότε, η τέχνη του μυθιστορήματος θεωρήθηκε ίση με την τέχνη της ποίησης», γράφει στο Αστείο ο Μίλαν Κούντερα για τον συγγραφέα που έμελλε να μετατρέψει τους απλούς πρωταγωνιστές της καθημερινότητας σε δραματικούς ήρωες, γεμάτους ποιητικά οράματα και εμμονές, ακριβώς όπως ο ίδιος. Κανένα θρησκευτικό δίδαγμα και κανείς δικαστής, σύζυγος ή ιερέας δεν μπορεί, για παράδειγμα, να περιορίσει την ανεξέλεγκτη φαντασιοκοπία της πρωταγωνίστριας του πλέον εμβληματικού βιβλίου του Μαντάμ Μποβαρί, η οποία άρχισε να στήνει από νωρίς τις δικές της νοερές ιστορίες μέσα στο εξομολογητήριο, φέρνοντας από εκείνο το σημείο κι ύστερα τον δημιουργό της αντιμέτωπο με το θρησκευτικό και κοινωνικό κατεστημένο. Για εκείνον, όμως, το μόνο μέτρο και όριο, ικανό να τον περιορίσει, ήταν η λογοτεχνική ακρίβεια. «Θέλω να χωρέσω τον ωκεανό σε μια καράφα», έλεγε με περίσσιο ενθουσιασμό στην ξαδέλφη του Ναπολέοντα, πριγκίπισσα Ματθίλδη, μιλώντας για την τέχνη του, καθώς επέστρεφαν από ένα δείπνο αμέσως μόλις είχε εκδώσει το εκρηκτικό Σαλαμπό, με αυτές τις ευεργετικά πλούσιες περιγραφές από μακρινές χώρες της Ανατολής, ποιητικές ενοράσεις και έντονες αισθησιακές συνάφειες, σαν αυτές που είχαμε δει προηγουμένως να ψηλώνουν τον νου της κυρίας Μποβαρί και αποτέλεσαν έναν από τους λόγους που παραπέμφθηκε ο δημιουργός της σε δίκη.

Οι υπόλοιποι λόγοι της παραπομπής είναι ακριβώς αυτοί που καθιστούν το έργο ένα μοντέρνο αριστούργημα. Αποφεύγοντας τους συναισθηματισμούς των ρομαντικών μυθιστορημάτων της εποχής του ο Φλομπέρ στέκεται με ουδετερότητα απέναντι στα πάθη και τις απιστίες της ηρωίδας του, ενώ τολμά να της παραχωρήσει, αν και γυναίκα, το δικαίωμα στην ερωτική επιθυμία. Είναι προφανές πως και αυτό εξόργισε τους δικαστές, που καταφέρθηκαν με δριμύτητα εναντίον του βιβλίου, το ότι οι ασωτίες της Μαντάμ Μποβαρί με τον Ροντόλφ και τον Λεόν βασική αιτία δεν είχαν κάποιον καταπιεστικό σύζυγο –ακριβώς το αντίθετο– αλλά τη σωματική και συναισθηματική της ανάγκη για παραπάνω περιπέτειες και για διεκδίκηση ενός κόσμου που η ίδια μέχρι τότε απολάμβανε αποκλειστικά μέσα από τη λογοτεχνία. Η σύγκρουση του κόσμου της ποιητικής φαντασίας με την πραγματικότητα είναι, άλλωστε, ένα από τα καίρια χαρακτηριστικά του βιβλίου που δικαιολογούν και την άμεση σύνδεση του Φλομπέρ με την ηρωίδα του (το γνωστό «Η μαντάμ Μποβαρί είμαι εγώ»). Η ρηξικέλευθη απόφαση του συγγραφέα να της χαρίσει έναν ρομαντικό θάνατο με αρσενικό την ώρα που στον καλοκάγαθο σύζυγό της Σαρλ απλώς επιφυλάσσει μια ασήμαντη τελευτή, συνδέοντάς την έτσι με έναν πιο ποιητικό τρόπο ζωής, δείχνει την προνομιακή σχέση που είχε ο Φλομπέρ με την τολμηρή του πρωταγωνίστρια μέχρι τέλους.

Αποφεύγοντας τους συναισθηματισμούς των ρομαντικών μυθιστορημάτων της εποχής του ο Φλομπέρ στέκεται με ουδετερότητα απέναντι στα πάθη και τις απιστίες της ηρωίδας του, ενώ τολμά να της παραχωρήσει, αν και γυναίκα, το δικαίωμα στην ερωτική επιθυμία.

Επομένως, είναι αυτή η διαρκής ακροβασία μεταξύ του ακραίου ρεαλισμού και της ποίησης, οι αριστοτεχνικές περιγραφές του εξωτερικού κόσμου που πολλές φορές είναι ανάλογος με τον εσωτερικό κόσμο της ηρωίδας, ο τρόπος που η φύση μεταμορφώνεται στα μάτια της μετά από κάθε ερωτική συνεύρεση, αποδεικνύοντας την ένταση της πράξης, η αισθαντικότητα κάθε θρησκευτικής περιγραφής που προμηνύει τις περιγραφές στον Πειρασμό του Αγίου Αντωνίου αλλά και οι αμφισημίες των εννοιών και των λέξεων που απαιτούν έναν πολύ ικανό μεταφραστή, ο οποίος θα πρέπει να προσεγγίζει με λεπτή φροντίδα αλλά και λεκτική ακρίβεια το πρωτότυπο.

ΜΑΝΤΆΜ ΜΠΟΒΑΡΙ
Η πρώτη έκδοση της Μαντάμ Μποβαρί

Είναι γνωστή η εμμονή του Φλομπέρ όχι μόνο με την ακρίβεια της λέξης –η περίφημη θέση του για τη mot juste– αλλά και με τη μουσικότητα του ύφους και την «άψογα λειασμένη φράση», όπως θα έλεγε αργότερα σε κριτική του ο Τιερί Λαζέ. Δεν είναι να απορείς που ο Γάλλος συγγραφέας θα παρέδιδε τις 500 σελίδες της Μαντάμ Μποβαρί για δημοσίευση σε συνέχειες στην «Επιθεώρηση του Παρισιού» το 1856, ύστερα από μια πενταετία εντατικής συγγραφής και ένα σύνολο 4.500 χειρογράφων. Όσο για τη σύλληψη του βιβλίου, τον απασχολούσε χρόνια, κατά τη διάρκεια των ταξιδιών του στην Αίγυπτο, την Παλαιστίνη, τη Συρία, το Λίβανο, την Κωνσταντινούπολη, την Ιταλία αλλά και την Ελλάδα, με τις μεστές εμπειρίες του να αποτυπώνονται με διαφορετικούς τρόπους στις σελίδες της.

Ως εκ τούτου, καμία λεπτομέρεια δεν πρέπει να προσπερνιέται με βιασύνη και καμία λέξη να προσεγγίζεται ανυποψίαστα χωρίς να εξετάζονται οι πολλαπλές της συνδηλώσεις, όταν πρόκειται για τη μετάφραση της Μαντάμ Μποβαρί. Ωστόσο, έχει κανείς την εντύπωση ότι στις περισσότερες από αυτές –γιατί κυκλοφορούν πλέον αρκετές στα ελληνικά– το εν λόγω έργο αντιμετωπίζεται απλώς ως η περίπτωση της εξιστόρησης του δράματος, προσωπικού και οικονομικού, μιας απελπισμένης γυναίκας στην επαρχιακή Γαλλία του 19ου αιώνα και των ερωτικών ή οικονομικών της ατασθαλιών, ως ένα ακόμα κλασικό μυθιστόρημα ανάμεσα στα άλλα. Κάποιες, μάλιστα, μεταφραστικές απόπειρες δείχνουν να μην έχουν κανένα σχέδιο, να μη συνοδεύονται από πολύτιμα για τον αναγνώστη πραγματολογικά σχόλια ή να μην εμπλουτίζονται από κείμενα που θα αναδείκνυαν τη σπουδαιότητα του αριστουργηματικού αυτού κειμένου σήμερα. Ειδικά μετά τις διαφορετικές ερμηνείες που έχουν αποδοθεί στο κείμενο, με την τελευταία να φέρνει την Έμα κοντά στα φεμινιστικά κείμενα, είναι χαρακτηριστική η επίγνωση που δείχνει η πρωταγωνίστρια για τον ρόλο της γυναίκας στην εποχή της, όπως οι σκέψεις που εκφράζει όταν φέρνει στη ζωή τη κόρη της – που πραγματικά απορείς όταν δεν αντιλαμβάνονται πόσο μοντέρνο μπορεί να αντηχεί το κείμενο αυτό στις μέρες μας. Υπάρχει, μάλιστα, το παράδοξο αρκετές μεταφράσεις, αν και πιο πρόσφατες, να μοιάζουν εντελώς αναχρονιστικές, ενώ άλλες, αν και γραμμένες σε μοντέρνο και σύγχρονο ύφος, να έχουν σοβαρές παρανοήσεις.

Στην Ελλάδα μετράμε ήδη δέκα μεταφράσεις της Μαντάμ Μποβαρί, εκτός από την πολυσυζητημένη μετάφραση του Κωνσταντίνου Θεοτόκη, η οποία κυκλοφόρησε το 1923 (κυκλοφορούσε επί μία δεκαετία σε συνέχειες στην εφημερίδα «Νέα Ελλάς»), με τον β’ τόμο να τον αναλαμβάνει άλλος μεταφραστής, καθώς ο Θεοτόκης είχε εν τω μεταξύ πεθάνει, και σήμερα κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη. Στις ήδη καταγεγραμμένες μεταφράσεις της Μαντάμ Μποβαρί περιλαμβάνονται αυτή του Νίκου Σαρλή (Δαμιανός), του Κώστα Κουλουφάκου (αδελφοί Συρόπουλοι & Κ. Κουμουνδουρέας), της Αλίκης Βρανά (Δαρεμά), του Ιάνη Λο Σκόκκο (Πάπυρος), του Μπάμπη Λυκούδη (Εξάντας), της Τζένης Μπαριάμη (De Agostini), της Βασιλικής Κοκκίνου (Μίνωας)· πιο πρόσφατες είναι αυτή του Athens Review of Books από τη Μαρίνα Κουνεζή, η οποία διατηρεί και τον αρχικό υπότιτλο, Επαρχιακά Ήθη, και της Ρίτας Κολαΐτη για τις εκδόσεις Ψυχογιός. Αξίζει να σημειωθεί πως κατά την αναζήτηση των σχετικών υφιστάμενων μεταφράσεων του βιβλίου σε κεντρικά βιβλιοπωλεία της Αθήνας με έκπληξη διαπιστώσαμε πως η μόνη διαθέσιμη σε μεγάλη αλυσίδα βιβλιοπωλείων ήταν αυτή των εκδόσεων Υδροπλάνο, χωρίς να αναγράφεται καν το όνομα του μεταφραστή(!).

Μέχρι σήμερα η πιο ιστορική μετάφραση είναι αυτή του Κωνσταντίνου Θεοτόκη, με τον τίτλο Κυρία Μποβαρύ, καθώς ήταν και η πρώτη που έγινε στην Ελλάδα και μάλιστα από έναν αναγνωρισμένο μεταφραστή και συγγραφέα. Παρά τις παρανοήσεις που δικαιολογούνται από τα ελλιπή μέσα που είχε ο μεταφραστής στη διάθεσή του, ο Θεοτόκης, δείχνοντας ενθουσιασμένος από το πρωτότυπο, αποδίδει το πνεύμα και την ατμόσφαιρα του έργου. Υπάρχουν, φυσικά, παρανοήσεις καθώς σε κάποια σημεία μπλέκονται οι χρόνοι, με τους οποίους πειραματίζεται ο Φλομπέρ, ενώ πολλές φορές η γλαφυρότητα του ύφους αποδίδεται μέσα από τοπικά, ελληνικά ιδιώματα και από μεταφορές που εμπνέονται από τα επτανησιακά πειράγματα. ενώ υπάρχουν αναλογίες με τις δικές καθημερινές κοινωνικές και εκκλησιαστικές συνήθειες που καμία σχέση δεν έχουν με τη γαλλική κοινωνία και την καθολική θρησκεία.

Αρκετά είναι τα προβλήματα που προκύπτουν και στην πιο έγκυρη μέχρι πρότινος μετάφραση της Μαντάμ Μποβαρί, του Μπάμπη Λυκούδη, με το ύφος να μοιάζει αρκετά πιο τραχύ για τα δεδομένα του Φλομπέρ, ενώ πολλές φορές ακυρώνονται και οι κρίσιμες αμφισημίες (για παράδειγμα, με το «suffoquant» ο Φλομπέρ αναφέρεται στο ασφυκτικό περιβάλλον και όχι στο «πλάνταγμα», το επαναλαμβανόμενο irritation, εν προκειμένω, έχει να κάνει με την ερωτική αναστάτωση και τον ερεθισμό και όχι τόσο με τον θυμό, όπως το αποδίδει.). Προβλήματα, επίσης, εμφανίζει η μετάφραση της Βασιλικής Κοκκίνου, η οποία αν και μοιάζει η πιο άρτια όσον αφορά το νεοελληνικό ύφος που συνάδει με τη γλώσσα της εποχής μας, έχει σοβαρότατες παρερμηνείες, παραλείψεις και προβλήματα που αφορούν την έλλειψη έρευνας. Δεν μπορεί, για παράδειγμα, να αποδίδεται λάθος η αφιέρωση του βιβλίου στον Λουί Μπουγιέ αντί για Μπουιλέ, γιατί είναι σαν να αποτρέπει τον αναγνώστη εξαρχής από την ανάγνωσή του. Τα πιο σοβαρά, όμως, θέματα απ’ όλες τις μεταφράσεις έχει αυτή του Νίκου Σαρλή, καθώς όχι μόνο αποδίδονται λάθος εκφράσεις και τοπωνύμια αλλά παραλείπονται καίριες φράσεις και δεν εξυπηρετούνται καν οι ανάγκες του ύφους, ενώ δεν υπάρχει καν πιστότητα στην ορολογία (π.χ. τα περίφημα ηράνθεμα, «primevère» στα γαλλικά, που συναντώνται σε διαφορετικά σημεία, αποδίδονται ως πασχαλιές!).

Φλομπέρ
ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΑΓΟΡΑΣΕΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ. Γκιστάβ Φλομπέρ, Μαντάμ Μποβαρί, Μετφ. Ρίτα Κολαΐτη, εκδ. Ψυχογιός.

Γι’ αυτό η πρόσφατη κυκλοφορία της νέας μετάφρασης του εμβληματικού έργου της Μαντάμ Μποβαρί από τη Ρίτα Κολαΐτη στη σειρά «Τα Κλασικά» των εκδόσεων Ψυχογιός συνιστά εκδοτικό γεγονός, καθώς έρχεται να συμπληρώσει διάφορες ελλείψεις, να αποκαταστήσει παρανοήσεις και κυρίως να αποσαφηνίσει αρκετά προβληματικά σημεία του πρωτότυπου κειμένου. Η μεταφράστρια προσφεύγει σε υποσημειώσεις, όπου κρίνει ότι κάτι τέτοιο είναι απαραίτητο, ενώ φαίνεται να γνωρίζει με ακρίβεια πού ακριβώς αναφέρεται ο συγγραφέας του «Μπουβάρ και Πεκισέ» με το ενίοτε ειρωνικό του ύφος, προαναγγέλλοντας το ημιτελές αυτό τελευταίο του έργο όταν θέλει να ειρωνευτεί την αβελτηρία και τα λογοτεχνικά ήθη της εποχής. Το σημαντικότερο, ωστόσο, είναι ότι η μεταφράστρια αφουγκράζεται τη μουσικότητα του ύφους του συγγραφέα, ακολουθώντας τον ρυθμό του και αποδεικνύοντας ότι ο βασικότερος λόγος για να μεταφράσει κανείς ένα τέτοιο κείμενο σήμερα είναι από βαθιά αγάπη γι’ αυτό (ο Στάινερ δεν είχε πει τυχαία ότι η μετάφραση πρέπει πρωτίστως να γίνεται από ένα βαθύ χρέος αγάπης). Μοναδική μας ένσταση είναι κάποιες μεταφραστικές επιλογές που αντιστοιχούν σε μια απαρχαιωμένη δημώδη ελληνική γλώσσα, η οποία ελάχιστα έχει θέση στον σύγχρονο νεοελληνικό λόγο (π.χ. «κοτάει να σταυρώσει τα πόδια του», «κουτσούβελα», «μαγερειό», «περπατησιά» ή ακόμα «μετρέσα», μια επιλογή στην οποία επέμενε μεταφραστικά και ο Μπάμπης Λυκούδης).

Υπάρχουν, όμως, άπειροι άλλοι λόγοι για να προτιμήσει κανείς την παρούσα έκδοση, καθώς συμπληρώνεται από το απολαυστικό προσάρτημα με όλα τα πρακτικά της δίκης κατά του έργου –κυρίως το κατηγορητήριο και τον υπερασπιστικό λόγο–, όπου καταλαβαίνει κανείς τη βαθιά επίδραση που άσκησε η Μαντάμ Μποβαρί στην εποχή της, καθώς και από ένα καίριο επίμετρο με το πολύ ωραίο κείμενο του Τιερί Λαζέ, όπου εντοπίζεται όλη η αισθησιακή και ποιητική ομορφιά του έργου. «Η αφηγηματική ύπνωση μες στην οποία δημιουργεί ο Φλομπέρ προέρχεται από την Ανατολή, της οποίας τα διδάγματα αφομοίωσε: συμπίπτει με την κυριαρχία των αντιθέσεων, αυτή την αρμονία ετερόκλητων πραγμάτων, όπου οσφραινόμαστε τη μυρωδιά των λεμονόδεντρων και συνάμα εκείνη των πτωμάτων», γράφει χαρακτηριστικά ο επίσης συγγραφέας, δοκιμιογράφος και κριτικός λογοτεχνίας Λαζέ, για να συμπληρώσει αριστουργηματικά πως «μέχρι τότε, ο Φλομπέρ απολάμβανε αυτή την αέναη πρόσμειξη ψευδαίσθησης και πραγματικότητας μόνο σε ένα βιβλίο, ένα γιγάντιο έργο, αυτή την Ανατολή του μυθιστορήματος που είναι το έργο του Θερβάντες, κάτι ανάμεσα στην αναζήτηση του ιερού Γκράαλ και στην αναζήτηση του πραγματικού, αυτό τον Δον Κιχώτη τον οποίο ήξερε απέξω προτού καν μάθει να διαβάζει και του οποίου τις εικόνες χρωμάτιζε τότε που ήταν παιδί». Δεν ξέρουμε αν είναι αλήθεια αλλά se non è vero, è bon trovato.

ΑΓΟΡΑΣΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΜΑΝΤΑΜ ΜΠΟΒΑΡΙ ΕΔΩ

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

To νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

«Μπουβάρ και Πεκυσέ» του Γκ. Φλωμπέρ: Η αξία της συμπόρευσης

Λέσχη Ανάγνωσης: Φίλοι και παρέες / «Μπουβάρ και Πεκυσέ» του Γκ. Φλωμπέρ: Η αξία της συμπόρευσης

Η σημασία της φιλίας δύο ανθρώπων που συμπορεύονται επειδή συμπληρώνει ο ένας τον άλλον, επειδή αγαπούν τα ίδια πράγματα, επειδή το να μοιράζεσαι είναι αξία ανεξάντλητη.
ΜΑΤΙΝΑ ΚΑΛΤΑΚΗ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

ΕΠΕΞ Φάνη, ψηλά το κεφάλι!

Βιβλίο / Φάνη, ψηλά το κεφάλι!

Το πρώτο βιβλίο του Φάνη Παπαδημητρίου είναι μια συγκινητική εξομολόγηση για το ατύχημα στα 19 του που τον καθήλωσε σε αμαξίδιο, την πάλη του με τον τζόγο και τον αγώνα που έδωσε να ξαναφτιάξει τη ζωή του «μετά το τσουνάμι που ήρθε και τα σάρωσε όλα».
M. HULOT
«Τι ωραίο πλιάτσικο!»: Όταν η «αργόσχολη» τάξη εργάζεται σκληρά για το Κακό

Το πίσω ράφι  / «Τι ωραίο πλιάτσικο!»: Όταν η «αργόσχολη» τάξη εργάζεται σκληρά για το Κακό

Πιστή στην κλασική μορφή του μυθιστορήματος, αλλά ταυτόχρονα ανατρεπτική και μεταμοντέρνα, η καυστική σάτιρα του Τζόναθαν Κόου για τη βρετανική άρχουσα τάξη των αρχών της δεκαετίας του ’90 διαβάζεται μονορούφι.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
ΕΠΕΞ Γυναικείες φωνές από διαφορετικά μέρη του κόσμου

Βιβλίο / Από τη Μαλαισία μέχρι το Μεξικό: 5 νέα βιλία που αξίζει να διαβάσετε

5 συγγραφείς από διαφορετικά σημεία του πλανήτη χαράζουν νέους δρόμους στη λογοτεχνία. Ανάμεσά τους, η Τζόχα Αλχάρθι που κέρδισε το Booker και η βραβευμένη με Πούλιτζερ Κριστίνα Ριβέρα Γκάρσα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Ποιοι ήταν οι αληθινοί «σκλάβοι» της ηδονής στην Αρχαία Ρώμη;

Αρχαιολογία / Ποιοι ήταν οι αληθινοί «σκλάβοι» της ηδονής στην Αρχαία Ρώμη;

Η διακεκριμένη ιστορικός Mary Beard στο βιβλίο της «Οι Ρωμαίοι Αυτοκράτορες. Οι ηγεμόνες του αρχαίου ρωμαϊκού κόσμου», παρουσιάζει τη ζωή και το έργο των αυτοκρατόρων μέσα από ανεκδοτολογικές αφηγήσεις και συναρπαστικές λεπτομέρειες, που θυμίζουν απολαυστικό μυθιστόρημα. Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα κεφάλαια εστιάζει στον ρόλο των δούλων, τόσο στην καθημερινή ζωή όσο και στη σεξουαλική ζωή των Ρωμαίων αυτοκρατόρων.
M. HULOT
Τα μικρά ανεξάρτητα βιβλιοπωλεία ενώνουν τις δυνάμεις τους

Βιβλίο / Τα μικρά ανεξάρτητα βιβλιοπωλεία ενώνουν τις δυνάμεις τους

Από την Αμοργό ως την Αλεξανδρούπολη και από την Ξάνθη ως τη Μυτιλήνη, τα μικρά βιβλιοπωλεία αποκτούν για πρώτη φορά συλλογική φωνή. Βιβλιοπώλες και βιβλιοπώλισσες αφηγούνται τις προσωπικές τους ιστορίες, αλλά και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Μικρή μου, ας τους αφήσουμε αυτούς τους κερατάδες τους καλόγερους»

Lifo Videos / «Μικρή μου, ας τους αφήσουμε αυτούς τους κερατάδες τους καλόγερους»

Η Αγλαΐα Παππά διαβάζει ένα απόσπασμα από τις βέβηλες και αμφιλεγόμενες «120 Μέρες των Σοδόμων» του Μαρκησίου ντε Σαντ, ένα βιβλίο αναγνωρισμένο πλέον ως αξεπέραστο λογοτεχνικό αριστούργημα και χαρακτηρισμένο ως «εθνικός θησαυρός» της Γαλλίας.
THE LIFO TEAM
Το «προπατορικό αμάρτημα» του Τζο Μπάιντεν

Βιβλίο / Ποιο ήταν το θανάσιμο σφάλμα του Τζο Μπάιντεν;

Ένα νέο βιβλίο για τον πρώην Πρόεδρο αποτελεί καταπέλτη τόσο για τον ίδιο όσο και για τη δουλοπρεπή κλίκα πιστών και μελών της οικογένειάς του, που έκαναν το παν για να συγκαλύψουν τον ραγδαίο εκφυλισμό της γνωστικής του ικανότητας.
THE LIFO TEAM
ΕΠΕΞ Συγγραφείς/ Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου

Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου / 8 Έλληνες συγγραφείς ξαναγράφουν τους μύθους και τις παραδόσεις

Η Λυσιστράτη ερμηνεύει τις ερωτικές σχέσεις του σήμερα, η Ιφιγένεια διαλογίζεται στην παραλία και μια Τρωαδίτισσα δούλα γίνεται πρωταγωνίστρια: 8 σύγχρονοι δημιουργοί, που συμμετέχουν με τα έργα τους στο φετινό Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου, συνομιλούν με τα αρχαία κείμενα και συνδέουν το παρελθόν με επίκαιρα ζητήματα.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τζούντιθ Μπάτλερ: «Θέλουμε να ζήσουμε με ανοιχτή ή με κλειστή καρδιά;»

Τζούντιθ Μπάτλερ / «Θέλουμε να ζήσουμε με ανοιχτή ή με κλειστή καρδιά;»

Μια κορυφαία προσωπικότητα της σύγχρονης παγκόσμιας διανόησης μιλά στη LiFO για τo «φάντασμα» της λεγόμενης ιδεολογίας του φύλου, για το όραμα μιας «ανοιχτόκαρδης κοινωνίας» και για τις εμπειρίες ζωής που της έμαθαν να είναι «ένας άνθρωπος ταπεινός και ταυτόχρονα θαρραλέος».
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ντίνος Κονόμος

Βιβλίο / «Ο κύριος διευθυντής (καλό κουμάσι) έχει αποφασίσει την εξόντωσή μου…»

Ο Ντίνος Κονόμος, λόγιος, ιστοριοδίφης και συγγραφέας, υπήρξε συνεχιστής της ζακυνθινής πνευματικής παράδοσης στον 20ό αιώνα. Ο συγγραφέας Φίλιππος Δ. Δρακονταειδής παρουσιάζει έργα και ημέρες ενός ανθρώπου που «δεν ήταν του κόσμου τούτου».
ΦΙΛΙΠΠΟΣ Δ. ΔΡΑΚΟΝΤΑΕΙΔΗΣ
Η ζωή του Καζαντζάκη σε graphic novel από τον Αλέν Γκλικός

Βιβλίο / Ο Νίκος Καζαντζάκης όπως δεν τον είχαμε ξαναδεί σε ένα νέο graphic novel

Ο ελληνικής καταγωγής Γάλλος συγγραφέας Αλέν Γκλικός καταγράφει την πορεία του Έλληνα στοχαστή στο graphic novel «Καζαντζάκης», όπου ο περιπετειώδης και αντιφατικός φιλόσοφος και μυθιστοριογράφος ψυχαναλύεται για πρώτη φορά και συστήνεται εκ νέου στο ελληνικό κοινό.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Πετρίτης»: Το πιο γρήγορο πουλί στον κόσμο και η άγρια, αδάμαστη ομορφιά του

Ηχητικά Άρθρα / Πετρίτης: Το πιο γρήγορο πουλί στον κόσμο και η άγρια, αδάμαστη ομορφιά του

Ο Τζoν Άλεκ Μπέικερ αφιέρωσε δέκα χρόνια από τη ζωή του στην παρατήρηση ενός πετρίτη και έγραψε ένα από τα πιο ιδιαίτερα βιβλία της αγγλικής λογοτεχνίας – μια από τις σημαντικότερες καταγραφές της άγριας ζωής που κινδυνεύει να χαθεί για πάντα. Κυκλοφόρησε το 1967 αλλά μόλις τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια οι κριτικοί και το κοινό το ανακάλυψαν ξανά.
M. HULOT