Ποια μετάφραση της Μαντάμ Μποβαρί είναι η καλύτερη;

Ποια μετάφραση της Μαντάμ Μποβαρί είναι η καλύτερη; Facebook Twitter
H Ιζαμπέλ Υπέρ ως Μαντάμ Μποβαρύ, στην κινηματογραφική μεταφορά του μυθιστορήματος του Φλομπέρ από τον Κλοντ Σαμπρόλ (1991)
0

«Με τη δουλειά του Φλομπέρ η πεζογραφία έχασε τον στιγματισμό της αισθητικής κατωτερότητας. Από τότε, η τέχνη του μυθιστορήματος θεωρήθηκε ίση με την τέχνη της ποίησης», γράφει στο Αστείο ο Μίλαν Κούντερα για τον συγγραφέα που έμελλε να μετατρέψει τους απλούς πρωταγωνιστές της καθημερινότητας σε δραματικούς ήρωες, γεμάτους ποιητικά οράματα και εμμονές, ακριβώς όπως ο ίδιος. Κανένα θρησκευτικό δίδαγμα και κανείς δικαστής, σύζυγος ή ιερέας δεν μπορεί, για παράδειγμα, να περιορίσει την ανεξέλεγκτη φαντασιοκοπία της πρωταγωνίστριας του πλέον εμβληματικού βιβλίου του Μαντάμ Μποβαρί, η οποία άρχισε να στήνει από νωρίς τις δικές της νοερές ιστορίες μέσα στο εξομολογητήριο, φέρνοντας από εκείνο το σημείο κι ύστερα τον δημιουργό της αντιμέτωπο με το θρησκευτικό και κοινωνικό κατεστημένο. Για εκείνον, όμως, το μόνο μέτρο και όριο, ικανό να τον περιορίσει, ήταν η λογοτεχνική ακρίβεια. «Θέλω να χωρέσω τον ωκεανό σε μια καράφα», έλεγε με περίσσιο ενθουσιασμό στην ξαδέλφη του Ναπολέοντα, πριγκίπισσα Ματθίλδη, μιλώντας για την τέχνη του, καθώς επέστρεφαν από ένα δείπνο αμέσως μόλις είχε εκδώσει το εκρηκτικό Σαλαμπό, με αυτές τις ευεργετικά πλούσιες περιγραφές από μακρινές χώρες της Ανατολής, ποιητικές ενοράσεις και έντονες αισθησιακές συνάφειες, σαν αυτές που είχαμε δει προηγουμένως να ψηλώνουν τον νου της κυρίας Μποβαρί και αποτέλεσαν έναν από τους λόγους που παραπέμφθηκε ο δημιουργός της σε δίκη.

Οι υπόλοιποι λόγοι της παραπομπής είναι ακριβώς αυτοί που καθιστούν το έργο ένα μοντέρνο αριστούργημα. Αποφεύγοντας τους συναισθηματισμούς των ρομαντικών μυθιστορημάτων της εποχής του ο Φλομπέρ στέκεται με ουδετερότητα απέναντι στα πάθη και τις απιστίες της ηρωίδας του, ενώ τολμά να της παραχωρήσει, αν και γυναίκα, το δικαίωμα στην ερωτική επιθυμία. Είναι προφανές πως και αυτό εξόργισε τους δικαστές, που καταφέρθηκαν με δριμύτητα εναντίον του βιβλίου, το ότι οι ασωτίες της Μαντάμ Μποβαρί με τον Ροντόλφ και τον Λεόν βασική αιτία δεν είχαν κάποιον καταπιεστικό σύζυγο –ακριβώς το αντίθετο– αλλά τη σωματική και συναισθηματική της ανάγκη για παραπάνω περιπέτειες και για διεκδίκηση ενός κόσμου που η ίδια μέχρι τότε απολάμβανε αποκλειστικά μέσα από τη λογοτεχνία. Η σύγκρουση του κόσμου της ποιητικής φαντασίας με την πραγματικότητα είναι, άλλωστε, ένα από τα καίρια χαρακτηριστικά του βιβλίου που δικαιολογούν και την άμεση σύνδεση του Φλομπέρ με την ηρωίδα του (το γνωστό «Η μαντάμ Μποβαρί είμαι εγώ»). Η ρηξικέλευθη απόφαση του συγγραφέα να της χαρίσει έναν ρομαντικό θάνατο με αρσενικό την ώρα που στον καλοκάγαθο σύζυγό της Σαρλ απλώς επιφυλάσσει μια ασήμαντη τελευτή, συνδέοντάς την έτσι με έναν πιο ποιητικό τρόπο ζωής, δείχνει την προνομιακή σχέση που είχε ο Φλομπέρ με την τολμηρή του πρωταγωνίστρια μέχρι τέλους.

Αποφεύγοντας τους συναισθηματισμούς των ρομαντικών μυθιστορημάτων της εποχής του ο Φλομπέρ στέκεται με ουδετερότητα απέναντι στα πάθη και τις απιστίες της ηρωίδας του, ενώ τολμά να της παραχωρήσει, αν και γυναίκα, το δικαίωμα στην ερωτική επιθυμία.

Επομένως, είναι αυτή η διαρκής ακροβασία μεταξύ του ακραίου ρεαλισμού και της ποίησης, οι αριστοτεχνικές περιγραφές του εξωτερικού κόσμου που πολλές φορές είναι ανάλογος με τον εσωτερικό κόσμο της ηρωίδας, ο τρόπος που η φύση μεταμορφώνεται στα μάτια της μετά από κάθε ερωτική συνεύρεση, αποδεικνύοντας την ένταση της πράξης, η αισθαντικότητα κάθε θρησκευτικής περιγραφής που προμηνύει τις περιγραφές στον Πειρασμό του Αγίου Αντωνίου αλλά και οι αμφισημίες των εννοιών και των λέξεων που απαιτούν έναν πολύ ικανό μεταφραστή, ο οποίος θα πρέπει να προσεγγίζει με λεπτή φροντίδα αλλά και λεκτική ακρίβεια το πρωτότυπο.

ΜΑΝΤΆΜ ΜΠΟΒΑΡΙ
Η πρώτη έκδοση της Μαντάμ Μποβαρί

Είναι γνωστή η εμμονή του Φλομπέρ όχι μόνο με την ακρίβεια της λέξης –η περίφημη θέση του για τη mot juste– αλλά και με τη μουσικότητα του ύφους και την «άψογα λειασμένη φράση», όπως θα έλεγε αργότερα σε κριτική του ο Τιερί Λαζέ. Δεν είναι να απορείς που ο Γάλλος συγγραφέας θα παρέδιδε τις 500 σελίδες της Μαντάμ Μποβαρί για δημοσίευση σε συνέχειες στην «Επιθεώρηση του Παρισιού» το 1856, ύστερα από μια πενταετία εντατικής συγγραφής και ένα σύνολο 4.500 χειρογράφων. Όσο για τη σύλληψη του βιβλίου, τον απασχολούσε χρόνια, κατά τη διάρκεια των ταξιδιών του στην Αίγυπτο, την Παλαιστίνη, τη Συρία, το Λίβανο, την Κωνσταντινούπολη, την Ιταλία αλλά και την Ελλάδα, με τις μεστές εμπειρίες του να αποτυπώνονται με διαφορετικούς τρόπους στις σελίδες της.

Ως εκ τούτου, καμία λεπτομέρεια δεν πρέπει να προσπερνιέται με βιασύνη και καμία λέξη να προσεγγίζεται ανυποψίαστα χωρίς να εξετάζονται οι πολλαπλές της συνδηλώσεις, όταν πρόκειται για τη μετάφραση της Μαντάμ Μποβαρί. Ωστόσο, έχει κανείς την εντύπωση ότι στις περισσότερες από αυτές –γιατί κυκλοφορούν πλέον αρκετές στα ελληνικά– το εν λόγω έργο αντιμετωπίζεται απλώς ως η περίπτωση της εξιστόρησης του δράματος, προσωπικού και οικονομικού, μιας απελπισμένης γυναίκας στην επαρχιακή Γαλλία του 19ου αιώνα και των ερωτικών ή οικονομικών της ατασθαλιών, ως ένα ακόμα κλασικό μυθιστόρημα ανάμεσα στα άλλα. Κάποιες, μάλιστα, μεταφραστικές απόπειρες δείχνουν να μην έχουν κανένα σχέδιο, να μη συνοδεύονται από πολύτιμα για τον αναγνώστη πραγματολογικά σχόλια ή να μην εμπλουτίζονται από κείμενα που θα αναδείκνυαν τη σπουδαιότητα του αριστουργηματικού αυτού κειμένου σήμερα. Ειδικά μετά τις διαφορετικές ερμηνείες που έχουν αποδοθεί στο κείμενο, με την τελευταία να φέρνει την Έμα κοντά στα φεμινιστικά κείμενα, είναι χαρακτηριστική η επίγνωση που δείχνει η πρωταγωνίστρια για τον ρόλο της γυναίκας στην εποχή της, όπως οι σκέψεις που εκφράζει όταν φέρνει στη ζωή τη κόρη της – που πραγματικά απορείς όταν δεν αντιλαμβάνονται πόσο μοντέρνο μπορεί να αντηχεί το κείμενο αυτό στις μέρες μας. Υπάρχει, μάλιστα, το παράδοξο αρκετές μεταφράσεις, αν και πιο πρόσφατες, να μοιάζουν εντελώς αναχρονιστικές, ενώ άλλες, αν και γραμμένες σε μοντέρνο και σύγχρονο ύφος, να έχουν σοβαρές παρανοήσεις.

Στην Ελλάδα μετράμε ήδη δέκα μεταφράσεις της Μαντάμ Μποβαρί, εκτός από την πολυσυζητημένη μετάφραση του Κωνσταντίνου Θεοτόκη, η οποία κυκλοφόρησε το 1923 (κυκλοφορούσε επί μία δεκαετία σε συνέχειες στην εφημερίδα «Νέα Ελλάς»), με τον β’ τόμο να τον αναλαμβάνει άλλος μεταφραστής, καθώς ο Θεοτόκης είχε εν τω μεταξύ πεθάνει, και σήμερα κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη. Στις ήδη καταγεγραμμένες μεταφράσεις της Μαντάμ Μποβαρί περιλαμβάνονται αυτή του Νίκου Σαρλή (Δαμιανός), του Κώστα Κουλουφάκου (αδελφοί Συρόπουλοι & Κ. Κουμουνδουρέας), της Αλίκης Βρανά (Δαρεμά), του Ιάνη Λο Σκόκκο (Πάπυρος), του Μπάμπη Λυκούδη (Εξάντας), της Τζένης Μπαριάμη (De Agostini), της Βασιλικής Κοκκίνου (Μίνωας)· πιο πρόσφατες είναι αυτή του Athens Review of Books από τη Μαρίνα Κουνεζή, η οποία διατηρεί και τον αρχικό υπότιτλο, Επαρχιακά Ήθη, και της Ρίτας Κολαΐτη για τις εκδόσεις Ψυχογιός. Αξίζει να σημειωθεί πως κατά την αναζήτηση των σχετικών υφιστάμενων μεταφράσεων του βιβλίου σε κεντρικά βιβλιοπωλεία της Αθήνας με έκπληξη διαπιστώσαμε πως η μόνη διαθέσιμη σε μεγάλη αλυσίδα βιβλιοπωλείων ήταν αυτή των εκδόσεων Υδροπλάνο, χωρίς να αναγράφεται καν το όνομα του μεταφραστή(!).

Μέχρι σήμερα η πιο ιστορική μετάφραση είναι αυτή του Κωνσταντίνου Θεοτόκη, με τον τίτλο Κυρία Μποβαρύ, καθώς ήταν και η πρώτη που έγινε στην Ελλάδα και μάλιστα από έναν αναγνωρισμένο μεταφραστή και συγγραφέα. Παρά τις παρανοήσεις που δικαιολογούνται από τα ελλιπή μέσα που είχε ο μεταφραστής στη διάθεσή του, ο Θεοτόκης, δείχνοντας ενθουσιασμένος από το πρωτότυπο, αποδίδει το πνεύμα και την ατμόσφαιρα του έργου. Υπάρχουν, φυσικά, παρανοήσεις καθώς σε κάποια σημεία μπλέκονται οι χρόνοι, με τους οποίους πειραματίζεται ο Φλομπέρ, ενώ πολλές φορές η γλαφυρότητα του ύφους αποδίδεται μέσα από τοπικά, ελληνικά ιδιώματα και από μεταφορές που εμπνέονται από τα επτανησιακά πειράγματα. ενώ υπάρχουν αναλογίες με τις δικές καθημερινές κοινωνικές και εκκλησιαστικές συνήθειες που καμία σχέση δεν έχουν με τη γαλλική κοινωνία και την καθολική θρησκεία.

Αρκετά είναι τα προβλήματα που προκύπτουν και στην πιο έγκυρη μέχρι πρότινος μετάφραση της Μαντάμ Μποβαρί, του Μπάμπη Λυκούδη, με το ύφος να μοιάζει αρκετά πιο τραχύ για τα δεδομένα του Φλομπέρ, ενώ πολλές φορές ακυρώνονται και οι κρίσιμες αμφισημίες (για παράδειγμα, με το «suffoquant» ο Φλομπέρ αναφέρεται στο ασφυκτικό περιβάλλον και όχι στο «πλάνταγμα», το επαναλαμβανόμενο irritation, εν προκειμένω, έχει να κάνει με την ερωτική αναστάτωση και τον ερεθισμό και όχι τόσο με τον θυμό, όπως το αποδίδει.). Προβλήματα, επίσης, εμφανίζει η μετάφραση της Βασιλικής Κοκκίνου, η οποία αν και μοιάζει η πιο άρτια όσον αφορά το νεοελληνικό ύφος που συνάδει με τη γλώσσα της εποχής μας, έχει σοβαρότατες παρερμηνείες, παραλείψεις και προβλήματα που αφορούν την έλλειψη έρευνας. Δεν μπορεί, για παράδειγμα, να αποδίδεται λάθος η αφιέρωση του βιβλίου στον Λουί Μπουγιέ αντί για Μπουιλέ, γιατί είναι σαν να αποτρέπει τον αναγνώστη εξαρχής από την ανάγνωσή του. Τα πιο σοβαρά, όμως, θέματα απ’ όλες τις μεταφράσεις έχει αυτή του Νίκου Σαρλή, καθώς όχι μόνο αποδίδονται λάθος εκφράσεις και τοπωνύμια αλλά παραλείπονται καίριες φράσεις και δεν εξυπηρετούνται καν οι ανάγκες του ύφους, ενώ δεν υπάρχει καν πιστότητα στην ορολογία (π.χ. τα περίφημα ηράνθεμα, «primevère» στα γαλλικά, που συναντώνται σε διαφορετικά σημεία, αποδίδονται ως πασχαλιές!).

Φλομπέρ
ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΑΓΟΡΑΣΕΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ. Γκιστάβ Φλομπέρ, Μαντάμ Μποβαρί, Μετφ. Ρίτα Κολαΐτη, εκδ. Ψυχογιός.

Γι’ αυτό η πρόσφατη κυκλοφορία της νέας μετάφρασης του εμβληματικού έργου της Μαντάμ Μποβαρί από τη Ρίτα Κολαΐτη στη σειρά «Τα Κλασικά» των εκδόσεων Ψυχογιός συνιστά εκδοτικό γεγονός, καθώς έρχεται να συμπληρώσει διάφορες ελλείψεις, να αποκαταστήσει παρανοήσεις και κυρίως να αποσαφηνίσει αρκετά προβληματικά σημεία του πρωτότυπου κειμένου. Η μεταφράστρια προσφεύγει σε υποσημειώσεις, όπου κρίνει ότι κάτι τέτοιο είναι απαραίτητο, ενώ φαίνεται να γνωρίζει με ακρίβεια πού ακριβώς αναφέρεται ο συγγραφέας του «Μπουβάρ και Πεκισέ» με το ενίοτε ειρωνικό του ύφος, προαναγγέλλοντας το ημιτελές αυτό τελευταίο του έργο όταν θέλει να ειρωνευτεί την αβελτηρία και τα λογοτεχνικά ήθη της εποχής. Το σημαντικότερο, ωστόσο, είναι ότι η μεταφράστρια αφουγκράζεται τη μουσικότητα του ύφους του συγγραφέα, ακολουθώντας τον ρυθμό του και αποδεικνύοντας ότι ο βασικότερος λόγος για να μεταφράσει κανείς ένα τέτοιο κείμενο σήμερα είναι από βαθιά αγάπη γι’ αυτό (ο Στάινερ δεν είχε πει τυχαία ότι η μετάφραση πρέπει πρωτίστως να γίνεται από ένα βαθύ χρέος αγάπης). Μοναδική μας ένσταση είναι κάποιες μεταφραστικές επιλογές που αντιστοιχούν σε μια απαρχαιωμένη δημώδη ελληνική γλώσσα, η οποία ελάχιστα έχει θέση στον σύγχρονο νεοελληνικό λόγο (π.χ. «κοτάει να σταυρώσει τα πόδια του», «κουτσούβελα», «μαγερειό», «περπατησιά» ή ακόμα «μετρέσα», μια επιλογή στην οποία επέμενε μεταφραστικά και ο Μπάμπης Λυκούδης).

Υπάρχουν, όμως, άπειροι άλλοι λόγοι για να προτιμήσει κανείς την παρούσα έκδοση, καθώς συμπληρώνεται από το απολαυστικό προσάρτημα με όλα τα πρακτικά της δίκης κατά του έργου –κυρίως το κατηγορητήριο και τον υπερασπιστικό λόγο–, όπου καταλαβαίνει κανείς τη βαθιά επίδραση που άσκησε η Μαντάμ Μποβαρί στην εποχή της, καθώς και από ένα καίριο επίμετρο με το πολύ ωραίο κείμενο του Τιερί Λαζέ, όπου εντοπίζεται όλη η αισθησιακή και ποιητική ομορφιά του έργου. «Η αφηγηματική ύπνωση μες στην οποία δημιουργεί ο Φλομπέρ προέρχεται από την Ανατολή, της οποίας τα διδάγματα αφομοίωσε: συμπίπτει με την κυριαρχία των αντιθέσεων, αυτή την αρμονία ετερόκλητων πραγμάτων, όπου οσφραινόμαστε τη μυρωδιά των λεμονόδεντρων και συνάμα εκείνη των πτωμάτων», γράφει χαρακτηριστικά ο επίσης συγγραφέας, δοκιμιογράφος και κριτικός λογοτεχνίας Λαζέ, για να συμπληρώσει αριστουργηματικά πως «μέχρι τότε, ο Φλομπέρ απολάμβανε αυτή την αέναη πρόσμειξη ψευδαίσθησης και πραγματικότητας μόνο σε ένα βιβλίο, ένα γιγάντιο έργο, αυτή την Ανατολή του μυθιστορήματος που είναι το έργο του Θερβάντες, κάτι ανάμεσα στην αναζήτηση του ιερού Γκράαλ και στην αναζήτηση του πραγματικού, αυτό τον Δον Κιχώτη τον οποίο ήξερε απέξω προτού καν μάθει να διαβάζει και του οποίου τις εικόνες χρωμάτιζε τότε που ήταν παιδί». Δεν ξέρουμε αν είναι αλήθεια αλλά se non è vero, è bon trovato.

ΑΓΟΡΑΣΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΜΑΝΤΑΜ ΜΠΟΒΑΡΙ ΕΔΩ

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

To νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

«Μπουβάρ και Πεκυσέ» του Γκ. Φλωμπέρ: Η αξία της συμπόρευσης

Λέσχη Ανάγνωσης: Φίλοι και παρέες / «Μπουβάρ και Πεκυσέ» του Γκ. Φλωμπέρ: Η αξία της συμπόρευσης

Η σημασία της φιλίας δύο ανθρώπων που συμπορεύονται επειδή συμπληρώνει ο ένας τον άλλον, επειδή αγαπούν τα ίδια πράγματα, επειδή το να μοιράζεσαι είναι αξία ανεξάντλητη.
ΜΑΤΙΝΑ ΚΑΛΤΑΚΗ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Καρολίνα Μέρμηγκα: «Οι συγγραφείς προχωράμε με αναμμένη δάδα στη σκοτεινή σπηλιά της λογοτεχνίας»

Βιβλίο / Καρολίνα Μέρμηγκα: «Όταν γράφουμε για αληθινούς ανθρώπους, πρέπει να σεβόμαστε τη μνήμη τους»

Η καταξιωμένη συγγραφέας ιστορικών μυθιστορημάτων Καρολίνα Μέρμηγκα μάς μιλάει για τη δύναμη της τέχνης, για το λογοτεχνικό της εργαστήρι αλλά και για τη χαρά της να μεταφράζει Χίλαρι Μαντέλ, τα βιβλία της οποίας επανακυκλοφορούν από τις εκδόσεις Ψυχογιός.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Πόσο διαβάζεται σήμερα ο Νίκος Καζαντζάκης;

Βιβλία και Συγγραφείς / Πόσο διαβάζεται σήμερα ο Νίκος Καζαντζάκης;

Πεθαίνει σαν σήμερα ο συγγραφέας Νίκος Καζαντζάκης. Ο Νίκος Μπακουνάκης συζητάει με την Έρη Σταυροπούλου, ομότιμη καθηγήτρια Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, για τον συγγραφέα του «Αλέξη Ζορμπά» και την αντοχή του έργου του.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Στέφαν Τσβάιχ

Το πίσω ράφι / Σε πείσμα όσων περιφρόνησαν τα έργα του Τσβάιχ, η απήχησή τους ακόμα να κοπάσει

Οι ήρωες του Αυστριακού συγγραφέα ταλανίζονται συνήθως από μια αβάσταχτη εσωτερική πίεση, αντικατοπτρίζοντας τη δική του πεισιθάνατη διάθεση. Αυτήν ακριβώς την αίσθηση αποπνέει η συλλογή διηγημάτων του «Αμόκ».
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Marwan Kaabur: «Αγωνιζόμαστε και στον αραβικό κόσμο για δικαιώματα κι ελευθερίες, αλλά προκρίνουμε τον δικό μας τρόπο, στο πλαίσιο της δικής μας κουλτούρας»

Lgbtqi+ / Κι όμως υπάρχουν και «αραβικά καλιαρντά»!

Λίγο πριν από την αθηναϊκή παρουσίαση της αγγλόφωνης έκδοσης του «Queer Arab Glossary» μιλήσαμε με τον συγγραφέα του Marwan Kaabur, για τα «αραβικά καλιαρντά», την ομοφυλοφιλία και την queer συνθήκη στον αραβικό κόσμο, το «pink washing», αλλά και τη συχνά παρεξηγημένη πρόσληψή τους από τη Δύση.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Tα συγκλονιστικά Ημερολόγια Καρκίνου της Όντρι Λορντ και άλλα 4 βιβλία που διαβάζουμε τώρα

Βιβλίο / Tα συγκλονιστικά Ημερολόγια Καρκίνου της Όντρι Λορντ και άλλα 4 βιβλία που διαβάζουμε τώρα

Πέντε αποκαλυπτικά βιβλία για τις γυναίκες με καρκίνο, για τον κόσμο, τα σκουπίδια ακόμα και για τη μακρινή Ιαπωνία ξεχωρίζουν ανάμεσα στις εκδόσεις της πρόσφατης βιβλιοπαραγωγής καλύπτοντας ένα μεγάλο εύρος θεμάτων και ενδιαφερόντων.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Δύο άγνωστες φωτογραφίες του Ρεμπό από τη γαλλική Κομμούνα

Βιβλίο / Δύο άγνωστες φωτογραφίες του Ρεμπό από τη γαλλική Κομμούνα

Σαν σήμερα γεννήθηκε το 1854 ο Αρθούρος Ρεμπό. Ο ποιητής, μουσικός και μπλόγκερ Aidan Andrew Dun έπεσε τυχαία σε δύο εντελώς άγνωστες φωτογραφίες, βγαλμένες στην Place Vendôme, και βρέθηκε μπροστά σε μια μεγάλη έκπληξη: ο έφηβος Αρτίρ Ρεμπό, όπως δεν τον έχουμε ξαναδεί.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Θανάσης Τριαρίδης: Οι μετανάστες θα σώσουν τον κόσμο. Χωρίς αυτούς είμαστε χαμένοι

Βιβλίο / Θανάσης Τριαρίδης: «Οι μετανάστες θα σώσουν τον κόσμο. Χωρίς αυτούς είμαστε χαμένοι»

Έγινε αντιρρησίας συνείδησης, γιατί πιστεύει ότι ο στρατός είναι μια δοξολογία εκμηδένισης του άλλου. Άφησε τη Θεσσαλονίκη επειδή τον έπνιγε ο εθνοφασισμός της. Στην Αντίς Αμπέμπα υιοθέτησε την κόρη του, Αργκάνε. Ο συγγραφέας της «Τριλογίας της Αφρικής», Θανάσης Τριαρίδης, αφηγείται τη ζωή του στη LiFO.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Μια «φόνισσα» εξομολογείται

Το πίσω ράφι / Η Hannah Kent έγραψε τη δική της «Φόνισσα», την Άγκνες που ζούσε στην Ισλανδία τον 19ο αιώνα

Η Αυστραλή συγγραφέας δεν πίστευε ποτέ ότι, χάρη στα «Έθιμα ταφής», οι κριτικοί θα την τοποθετούσαν δίπλα σε λογοτέχνες όπως η Μάργκαρετ Άτγουντ και ο Πίτερ Κάρεϊ.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Χριστίνα Ντουνιά: «Ο Καρυωτάκης μάς δίνει ελπίδα και μας παρηγορεί»

Βιβλίο / «Ο Καρυωτάκης άφησε "το αδέσποτο Τραγούδι" του να μας συντροφεύει»

Στο βιβλίο της «Το όνειρο και το πάθος», η Χριστίνα Ντουνιά, ομότιμη καθηγήτρια Νεοελληνικής Φιλολογίας και συγγραφέας αποκαλύπτει αθέατες όψεις του ποιητή και νέα στοιχεία για τη σχέση του με τον Καβάφη μέσα από μια άγνωστη, ως τώρα, επιστολή.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Η Αποκάλυψη είναι μια συνεχής ετυμηγορία»: Η πολιτική ισχύ της άχρονης τέχνης του Κρασναχορκάι

Βιβλίο / «Η Αποκάλυψη είναι μια συνεχής ετυμηγορία»: Η πολιτική ισχύς της άχρονης τέχνης του Κρασναχορκάι

Ο Ούγγρος κάτοχος του φετινού Νόμπελ λογοτεχνίας γράφει με μαγικό τρόπο για τις αποπνικτικές επιπτώσεις της πολιτικής καταπίεσης, περιφρονώντας την προθυμία των ανθρώπων να τις αποδεχτούν.
THE LIFO TEAM
Κωνσταντίνος Καβάφης: Η εξαίρετη βιογραφία του κυκλοφόρησε μόλις στα Ελληνικά

Βιβλίο / Κωνσταντίνος Καβάφης: Η εξαίρετη βιογραφία του κυκλοφόρησε μόλις στα Ελληνικά

Οι καθηγητές Peter Jeffreys και Gregory Jusdanis συνεργάστηκαν και έγραψαν από κοινού τη βιογραφία του μεγάλου ποιητή που φέρει τον τίτλο «Κωνσταντίνος Καβάφης – Ο άνθρωπος και ο ποιητής». Ο Gregory Jusdanis μίλησε στη LifO για το βιβλίο και για τον ποιητή που ήταν «παραδοσιακός και ταυτόχρονα μεταμοντέρνος, ο πρώτος “viral” ποιητής διεθνώς»
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Αλέξης Πατέλης: «Πατριωτικό είναι να κάνεις τη χώρα σου ισχυρή»

LiFO politics / Αλέξης Πατέλης: «Πατριωτικό είναι να κάνεις τη χώρα σου ισχυρή»

Ο Αλέξης Πατέλης, επικεφαλής του Οικονομικού Γραφείου του πρωθυπουργού την περίοδο 2019-2024, μιλά στη Βασιλική Σιούτη για την οικονομική πορεία της χώρας αυτά τα χρόνια, τις δύσκολες αποφάσεις αλλά και τις στιγμές δικαίωσης μέσα από την οπτική ενός τεχνοκράτη που βρέθηκε ξαφνικά στο επίκεντρο της πολιτικής.
ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΙΟΥΤΗ
Λάσλο Κρασναχορκάι: ο σκοτεινός προφήτης της Ευρώπης βραβεύεται με Νόμπελ

Βιβλίο / Ο Λάσλο Κρασναχορκάι, ο σκοτεινός προφήτης της Ευρώπης, κέρδισε το Νόμπελ

Φέτος, το βραβείο δόθηκε στον Ούγγρο συγγραφέα που κατά τη Σουηδική Ακαδημία αποτελεί ένα ελπιδοφόρο βήμα προς τον χαμένο ανθρωπισμό, την υψηλή λογοτεχνία και τη στοχαστική ακρίβεια.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Το ημερολόγιο ενός διαιτητή: «Ήμασταν σχεδόν γυμνοί και ο Κολίνα μας εξέταζε με το παγερό βλέμμα του»

Βιβλίο / Το ημερολόγιο ενός διαιτητή: «Ήμασταν σχεδόν γυμνοί και ο Κολίνα μας εξέταζε με το παγερό βλέμμα του»

Σε ένα απόσπασμα από το βιβλίο του που έχει τίτλο “House of Cards”, ο Σουηδός πρώην διεθνής Γιόνας Έρικσον περιγράφει τις ταπεινωτικές μετρήσεις βάρους στα σεμινάρια διαιτητών της UEFA
THE LIFO TEAM
Ο Νίκος Παναγιωτόπουλος ήταν πάντα με τη μεριά της ζωής

Το Πίσω Ράφι / Ο Νίκος Παναγιωτόπουλος ήταν πάντα με τη μεριά της ζωής

Ο Έλληνας σκηνοθέτης μάζεψε από «το καλάθι των αχρήστων» όλες τις εμπειρίες του κι έφτιαξε την αυτοβιογραφία του, μια ζωντανή αφήγηση γεμάτη ιστορίες, συναντήσεις, αποφθέγματα και κρίσεις, λογοτεχνικές και σινεφίλ αναφορές.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ