To μυθιστόρημα του Γκαρθ Γκρίνγουελ αφορά όλους τους ερωτευμένους

To μυθιστόρημα του Γκαρθ Γκρίνγουελ αφορά όλους τους ερωτευμένους Facebook Twitter
0

 

Η αγαπημένη παγίδα

 Αυτό εδώ είναι ένα σπαρακτικό μυθιστόρημα, ένα εξομολογητικό κείμενο γραμμένο από έναν χαρισματικό αφηγητή, που δικαίως χαιρέτισε πέρυσι η αμερικανική κριτική. «Εξομολογητικό» δεν σημαίνει λιγότερο ή περισσότερο «αυτοβιογραφικό». Δεν χρειάζεται, μάλιστα, να μας ενδιαφέρει αν λίγα, ή κάποια, από όλα όσα περιγράφονται εδώ είναι βιώματα του Γκρίνγουελ – δεν έχει την παραμικρή σημασία. Όπως, κι αυτό μάλλον συνιστά ένα παράδοξο, δεν έχει σημασία που έχουμε να κάνουμε με έναν ομοφυλόφιλο αφηγητή που ψωνίζεται στις δημόσιες τουαλέτες και συναντά εκεί τον άνθρωπο που σχεδόν αμέσως σημαδεύει τη ζωή του – δεν τη στιγματίζει: τη σημαδεύει, τη χωρίζει στα δύο. Γιατί, αντιθέτως, έχουμε να κάνουμε με ένα βιβλίο ερωτικής μαθητείας, νεανικής τρόπον τινά, και, με τον τρόπο της, καθολικής, οικουμενικής, δηλαδή που αφορά τον καθένα. Αλλά σαφώς με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά – όλες οι μεγάλες, και σχεδόν πάντα τραγικές, ερωτικές ιστορίες δεν είναι ιδιαίτερες;

Στο «Αυτό που σου ανήκει», ο μη κατονομαζόμενος αφηγητής (ένας νεαρός Αμερικανός καθηγητής σε ένα αγγλόφωνο κολέγιο της Σόφιας) γίνεται εθελούσια βορά του έρωτά του προς τον Μίτκο, ενός γοητευτικού συνομηλίκου του, τις ερωτικές υπηρεσίες του οποίου αγοράζει με όσο μεγαλύτερη συχνότητα του το επιτρέπουν οι τύψεις του. Αλλά όχι μόνο, ή απλώς, βορά. Ο ερωτευμένος αφηγητής αισθάνεται γι’ αυτόν όλα όσα μπορεί να αισθανθεί κάποιος γι’ αυτόν που αγαπά, παραδίδεται χωρίς όρους σε ό,τι έχει αφήσει να δημιουργηθεί μεταξύ τους, νιώθει με έναν συγκινητικό, έως και καταθλιπτικό, τρόπο υπεύθυνος για εκείνον, τον φροντίζει σαν να ’ναι μικρό παιδί –που όντως είναι, ορισμένως–, αφήνεται έως και να απειληθεί από αυτόν για να του δώσει κι άλλα, λίγο περισσότερα χρήματα, ή κάπως μεγαλύτερη προσοχή, και μόνο σπάνια αποφασίζει να οργιστεί μαζί του, όταν εκείνος ξεπερνά κάποια πολύ συγκεκριμένα όρια – μα και πάλι φεύγει από κοντά του μόνο και μόνο για να ξαναγυρίσει, οριστικά ηττημένος και ολότελα παραδομένος, ερωτευμένος με έναν τρόπο ολωσδιόλου τελεσίδικο.

Πρόκειται σαφώς για μία σχέση που κατατρώει τον αφηγητή, δεν τον αφήνει σε ησυχία, του γίνεται βραχνάς και τον κρατά στάσιμο, σαν φτηνό, «σπασμένο» ναρκωτικό: τα ξέρει όλα αυτά, τα καταλαβαίνει πρώτος αυτός, αλλά να που δεν γίνεται να απαλλαγεί από τον Μίτκο γιατί με τον Μίτκο περνά καλά – όλο του το σώμα αφυπνίζεται και ανάβει, αναπνέει, και η καρδιά του γαληνεύει και γλυκαίνεται.

Εξού και το μικρό μυθιστόρημα του Γκρίνγουελ αφορά όλους τους ερωτευμένους, και ειδικά, ή ιδανικά, θα λέγαμε, τους νέους, ή όσους ερωτεύονται (ανθρώπους, αλλά και πράγματα ή καταστάσεις) σε βαθμό τέτοιο που τους ξεπερνά: αδιέξοδα – όπως καλό είναι να κάνει ένας άνθρωπος μία τουλάχιστον φορά στη ζωή του, για να την εκτιμήσει ακόμη περισσότερο… αλλά και για να εκτιμήσει την τέχνη.

Οι δυο τους, ο ήσυχος Αμερικανός καθηγητής και ο νεαρός Βούλγαρος αλήτης, θα κοιμηθούν, μέσα σε ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, δύο φορές όλες κι όλες στο ίδιο κρεβάτι και για όλη τη νύχτα. Όλες οι υπόλοιπες συναντήσεις τους θα είναι από ολιγόλεπτες μέχρι απλώς τρομερά σύντομες, τόσο σύντομες που δεν θα φτάνουν στον αφηγητή, δεν θα του φτάνουν με τίποτα, μα που και πάλι θα είναι αρκετές για να συντηρούν το πάθος του και για να συνθέτουν την προσωπική του μυθολογία γύρω από το πρόσωπο του ερωμένου. Ενός μάλλον όμορφου, αν και όχι εντυπωσιακού, τύπου, με πολύ ελλειμματική παιδεία, ύποπτου γενικά, που έχει πολλά πρόσωπα, που είναι πονηρός και διεκδικητικός, που λέει τρομερά ψέματα, και που μπορεί, ίσως, να εκραγεί από στιγμή σε στιγμή – μα που ταυτόχρονα είναι γλυκός και αμέριμνος, χαμογελαστός και προσηνής, καλός φίλος, «αδερφός», ή κάποιος που μπορεί να σε γλιτώσει από μπελάδες, δέρνοντας αυτούς που σε πειράζουν.

Πρόκειται σαφώς για μία σχέση που κατατρώει τον αφηγητή, δεν τον αφήνει σε ησυχία, του γίνεται βραχνάς και τον κρατά στάσιμο, σαν φτηνό, «σπασμένο» ναρκωτικό: τα ξέρει όλα αυτά, τα καταλαβαίνει πρώτος αυτός, αλλά να που δεν γίνεται να απαλλαγεί από τον Μίτκο γιατί με τον Μίτκο περνά καλά – όλο του το σώμα αφυπνίζεται και ανάβει, αναπνέει, και η καρδιά του γαληνεύει και γλυκαίνεται. Ο Μίτκο –που όλη τη μέρα μιλά στο Skype με δεκάδες άλλους εραστές, άντρες που τον πληρώνουν ή του κάνουν δώρα– είναι μια μεγάλη, ανθρώπινη παγίδα, από την οποία ο αφηγητής δεν μπορεί να ξεφύγει γιατί κυρίως δεν θέλει να ξεφύγει.

Και όλα αυτά γεννιούνται και διαδραματίζονται σε μια καταθλιπτική πόλη, σε μια καταθλιπτική χώρα, που γερνά ολοένα και απορφανίζεται, γιατί οποιοσδήποτε έχει ένα τόσο δα ταλέντο σε οτιδήποτε, ή κάποια, έστω και λίγα, χρήματα, το σκάει από αυτήν μεταναστεύοντας, για να απαλλαγεί από ένα περιβάλλον ολότελα θανάσιμο. Οι περιγραφές της Σόφιας και των άλλων πόλεων που επισκέπτεται ο αφηγητής, τα σοβιετικού στυλ μπλοκ των γκρίζων εργατικών πολυκατοικιών, τα χειμαζόμενα νοσοκομεία, τα αποπνικτικά λεωφορεία, οι απεριποίητες αλάνες, οι το πάλαι ποτέ νεοανεγειρόμενες οικοδομές που έχουν μείνει με τις «αναμονές», τα σίδερα, να δείχνουν τον ουρανό ξεπροβάλλοντας μέσα από τα μπετά, είναι συντριπτικές, σε εξουθενώνουν, κι ας είναι γραμμένες με αγάπη και κατανόηση (όχι την αγάπη και την κατανόηση ενός αφελούς εξωτερικού παρατηρητή, προς Θεού), κι ας αφήνουν να διαφανεί μια κάποια χαραμάδα ελπίδας, ίσως, πού και πού. Όλο το βιβλίο, που κατά τα άλλα διαβάζεται με τρομερό ενδιαφέρον και με αυτό που συνηθίζουμε να λέμε «γνήσια αναγνωστική απόλαυση», είναι μία σπουδή στο πένθος – της αγάπης.

Πράγμα που συνιστά ένα δεύτερο παράδοξο, γιατί επιπροσθέτως το μυθιστόρημα αυτό δεν είναι γραμμένο όπως τα περισσότερα άλλα σύγχρονά του: ο λόγος του είναι μακροπερίοδος, οι παράγραφοι πολύ μεγάλες και ο διάλογος ελλειπτικός και ενταγμένος μέσα στην αφήγηση, ενώ η συχνή χρήση των βουλγαρικών λέξεων και φράσεων (ο Μίτκο δεν μιλά αγγλικά) ξενίζει λίγο στην αρχή – ένα υπέροχο τρικ για να βιώσουμε κι εμείς μία ακόμη «φυλακή» του αφηγητή: τη γλωσσική φυλακή. Δεν έχουμε, επαναλαμβάνω, να κάνουμε με ένα «ορθά» φτιαγμένο μυθιστόρημα, μολονότι ο Γκρίνγουελ έχει και πολύ καλές σπουδές δημιουργικής γραφής. Παρά ταύτα, το «Αυτό που σου ανήκει» διαβάζεται με πάθος, και μονορούφι. Είναι απολαυστικό.

Ελπίζουμε ότι θα κινηθεί πολύ, και θα συζητηθεί εξίσου.

 

Ο διαλυμένος εαυτός 

Το βιβλίο συντίθεται από τρία μέρη. Το πρώτο κυκλοφόρησε προ πέντε ετών αυτοτελώς απο έναν μικρό εκδοτικό οίκο και αφορά μόνο τη σχέση του αφηγητή με τον Μίτκο. Το δεύτερο ρίχνει φως στην παιδική ηλικία του αφηγητή, τον καιρό που συνειδητοποίησε τη σεξουαλική του ταυτότητα, όταν ήταν ερωτευμένος με τον φίλο του, τον κολλητό του, τον Κ., η σχέση του με τον οποίο έληξε πριν καν αρχίσει, και μάλιστα απολύτως καταστροφικά. (Η σκηνή όπου ο Κ. κάνει σεξ με ένα κορίτσι μπροστά στον αφηγητή για να του αποδείξει πως ο ίδιος δεν είναι γκέι είναι αριστουργηματική). Στο δεύτερο αυτό μέρος μαθαίνουμε και για τον πατέρα του αφηγητή, έναν Νότιο επαρχιώτη, που αποκλήρωσε ψυχικά τον γιο του μόλις έμαθε ότι δεν είχε ένα στρέιτ παιδί… Στο τρίτο, ο Μίτκο επανακάμπτει μετά από καιρό, και δεν είναι μόνος: είναι άρρωστος, και ίσως έχει κολλήσει κάτι και στον αφηγητή. Αλλά καλύτερα να μην πούμε άλλα, και ο αναγνώστης να διαβάσει τη συνέχεια μόνος και απερίσπαστος.

 

Παραθέτουμε εδώ ένα μικρό απόσπασμα από το δεύτερο μέρος (στην εξαιρετική μετάφραση της Τόνιας Κοβαλένκο):

Ώστε σου αρέσουν τα αγοράκια, είπε εκείνη η ακατέργαστη φωνή, η φωνή του βλέμματος που μου είχε ρίξει τότε στο αυτοκίνητο και με είχε κάνει να νιώσω τόσο βρόμικος. Παρά το νεαρό της ηλικίας μου, κατάλαβα ότι αυτό που έλεγε ήταν παράλογο, μα αφού κι εγώ ο ίδιος ένα μικρό αγόρι δεν ήμουν, για τι ακριβώς με κατηγορούσε; – αν και τώρα υποψιάζομαι ότι ήταν πια ανίκανος να δει ποιος ήμουν πέρα απ’ αυτή την ταμπέλα από τη στιγμή που μου την έβαλε. Όσο παράλογο κι αν ήταν πάντως αυτό που είχε πει, εγώ έκλαιγα ήδη, έκλαιγα με αναφιλητά, κι όταν η μητέρα μου πήγε να έρθει προς το μέρος μου, της έκανα νόημα να σταματήσει, γυρνώντας της την πλάτη. Ντρεπόμουν για το κλάμα μου, μόλις που μπορούσα ν’ ανασάνω, και με κόπο κατάφερα να ψελλίσω, Μα είμαι ο γιος σου – το μοναδικό μου επιχείρημα και η τελευταία κουβέντα που έμελλε να πω. Εκείνος κάγχασε περιφρονητικά, γέλασε σχεδόν, κι όταν ξαναμίλησε, είπε σ’ έναν επίσης πρωτόγνωρα χλευαστικό τόνο, Ο γιος μου, λέει, πούστης. Αν το ήξερα, συνέχισε απτόητος, θα φρόντιζα να μη γεννηθείς ποτέ. Με αηδιάζεις, το ξέρεις; Με αηδιάζεις, πώς γίνεται να είσαι γιος μου εσύ; Ακούγοντάς τον να ξεστομίζει αυτά τα λόγια, ένιωσα ότι μπορεί μεν να μην είχα απαρνηθεί τον εαυτό μου, αλλά ότι αποδεικνυόταν ότι ο εαυτός αυτός ήταν τελικά κάτι σχεδόν μηδαμινό. Ήταν σαν να διαλυόμουν, και τα δάκρυα που έχυνα να ήταν τα εξωτερικά σημάδια αυτής της διάλυσης.

Βιβλίο
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ocean Vuong: «Πίσω από τη βιτρίνα της χιπστεριάς κρύβεται ο φόβος»

ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟ / Ocean Vuong: «Πίσω από τη βιτρίνα της χιπστεριάς κρύβεται ο φόβος»

Ο Αυτοκράτορας της Χαράς είναι ένα λογοτεχνικό επίτευγμα. Ένα μεγάλο μυθιστόρημα με ιστορίες απλών ανθρώπων που τις σχέσεις τους ορίζουν η καλοσύνη και η αλληλεγγύη. Με αφορμή την κυκλοφορία του, ένας από τους πιο ταλαντούχους συγγραφείς της γενιάς του μιλάει για τη λογοτεχνία, τους ήρωές του, την queer ταυτότητα και την κατάσταση όπως διαμορφώνεται στην Αμερική του Τραμπ σε μια συνέντευξη-ποταμό.
M. HULOT
Η Λυδία Κονιόρδου διαβάζει τον μονόλογο της Λούλας Αναγνωστάκη «Ο oυρανός κατακόκκινος»

Lifo Videos / «Ιδού εγώ»: Η Λυδία Κονιόρδου ερμηνεύει το «Ουρανός Κατακόκκινος» της Λούλας Αναγνωστάκη στο LIFO.gr

O απολογισμός ζωής μιας γυναίκας που βλέπει γύρω της τον κόσμο να διαλύεται, η προσωπική εμπλοκή στη συλλογική μνήμη, μια ποιητική εκδοχή της δυστυχίας που γεννά η σύγχρονη πραγματικότητα.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Φεστιβάλ Βιβλίου Χανίων: Τόπος συνάντησης για τη λογοτεχνία και τις ιδέες

Βιβλίο / Φεστιβάλ Βιβλίου Χανίων: Τόπος συνάντησης για τη λογοτεχνία και τις ιδέες

Με ένα πλούσιο πρόγραμμα με καλεσμένους από 16 χώρες και τιμώμενο πρόσωπο τον ποιητή Τίτο Πατρίκιο, το φετινό φεστιβάλ σημείωσε τη μεγαλύτερη προσέλευση στην ιστορία του.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Γιατί μας γοητεύει ακόμα ο «Καβγατζής της Βρέστης»;

The Review / Γιατί μας γοητεύει ακόμα ο «Καβγατζής της Βρέστης»;

Ο Χρήστος Παρίδης και η Βένα Γεωργακοπούλου, με αφορμή τη νέα έκδοση του έργου του Ζαν Ζενέ, εξετάζουν τους λόγους που μπορεί να μας αφορά ακόμα και σήμερα το θρυλικό βιβλίο του 1945. ― ΠΕΡΙΕΧΕΙ ΤΟΛΜΗΡΗ ΓΛΩΣΣΑ
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
100 βιβλία που ξεχωρίσαμε για αυτό το καλοκαίρι

Βιβλίο / 100 βιβλία να διαβάσεις κάτω από ένα αρμυρίκι ή στην πόλη με το κλιματιστικό στο φούλ

Κλασική λογοτεχνία, σύγχρονοι συγγραφείς, δοκίμια, ιστορία, αυτοβελτίωση, βιβλία για το «μικρό» να μην είναι όλη την ώρα στο iPad. Kάτι για όλους για να περάσει όμορφα, ήσυχα και ποιοτικά το καλοκαίρι.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΜΑΡΙΑ ΔΡΟΥΚΟΠΟΥΛΟΥ
Κι όμως, πέρασε μισός αιώνας από την αυγή των Talking Heads

Βιβλίο / Κι όμως, πέρασε μισός αιώνας από την αυγή των Talking Heads

Τέτοιες μέρες πριν από πενήντα χρόνια, το γκρουπ έκανε το ντεμπούτο του στην σκηνή του θρυλικού κλαμπ CBGB στη Νέα Υόρκη, κι ένα νέο βιβλίο ακολουθεί την πορεία τους από τις πρώτες τους ημέρες μέχρι το είδος εκείνο της επιτυχίας που συνήθως έρχεται με τα δικά της προβλήματα
THE LIFO TEAM
Η βιογραφία του Μίλαν Κούντερα κυκλοφόρησε μόλις στα ελληνικά

Βιβλίο / Η βιογραφία του Μίλαν Κούντερα κυκλοφόρησε μόλις στα ελληνικά

Η Γαλλίδα κριτικός λογοτεχνίας της «Monde», Φλοράνς Νουαβίλ, στο «Μίλαν Κούντερα: Γράψιμο... Τι ιδέα κι αυτή!», αποκαλύπτει καίριες στιγμές και συγγραφικές αλήθειες του καλού της φίλου, αναιρώντας όλες τις κατηγορίες που συνδέονταν με το όνομά του.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Πάουλο Σκoτ

Βιβλίο / Πάουλο Σκoτ: «Στη Βραζιλία ο ρατσισμός είναι παντού, στη λογοτεχνία, στους στίχους της σάμπα»

Πότε ρεαλιστικό, πότε στρατευμένο, πότε αστυνομικής υφής, πότε μια τρελή και ξεκαρδιστική σάτιρα. Οι «Φαινότυποι» του Πάουλο Σκοτ είναι ένα αξιοσημείωτο βιβλίο. Μιλήσαμε με τον Βραζιλιάνο συγγραφέα για τη λογοτεχνία, την κατάσταση στη Βραζιλία και την αξία των λογοτεχνικών βραβείων.
ΒΕΝΑ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
Κώστας Σπαθαράκης, εκδότης.

Κώστας Σπαθαράκης / Κώστας Σπαθαράκης: «Δεν έχουμε αφηγήσεις για τις ερωτικές μας σχέσεις, για τα νιάτα μας»

Για τον άνθρωπο πίσω από τις εκδόσεις αντίποδες, το μεγαλύτερο όφελος ήταν ότι, ενώ του άρεσε να είναι χωμένος μέσα στα βιβλία – μια μοναχική και ίσως ναρκισσιστική συνήθεια –, στην πορεία έμαθε να τη μετατρέπει σε εργαλείο κοινωνικότητας και επαφής με τους γύρω του.
M. HULOT
Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες: Ζούμε το τέλος του ανθρωπισμού

Βιβλίο / Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες: «Ζούμε το τέλος του ανθρωπισμού»

Ο πολυβραβευμένος Κολομβιανός συγγραφέας μιλά στη LiFO για τη βία που στοιχειώνει τη χώρα του, τη δύναμη της λογοτεχνίας να ανασύρει όσα κρύβει η Ιστορία, αλλά και για την αρχαιοελληνική φιλοσοφία ως σταθερή επιρροή του.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
H Gen Z όχι μόνο διαβάζει αλλά συγχρόνως αλλάζει και την ίδια την έννοια της ανάγνωσης

Βιβλίο / Η Gen Z δεν διαβάζει απλώς· επαναπροσδιορίζει την ανάγνωση

Οι εκπρόσωποι αυτής της γενιάς λατρεύουν την απόδραση, παίρνουν την λεγόμενη fan fiction τόσο σοβαρά όσο και τη λίστα Booker, αναβιώνουν κλασικά βιβλία από την Τζέιν Όστεν έως τον Ντοστογιέφσκι και μοιράζονται ιστορίες στις δικές τους κοινότητες.
THE LIFO TEAM
Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Βιβλίο / Γιατί ο Πέρσιβαλ Έβερετ πήρε το Πούλιτζερ με το «James»

Ο Πέρσιβαλ Έβερετ έγραψε ένα άκρως επίκαιρο, δεδομένων των τελευταίων ημερών, βιβλίο, που ταυτόχρονα φιλοδοξεί να καταστεί κλασικό, για τον ρατσισμό και τη χαμένη ανθρωπιά, και κέρδισε το Εθνικό Βραβείο Λογοτεχνίας των ΗΠΑ και το Πούλιτζερ.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη, κιθαρίστα και σκιτσογράφο Κώστα Μπέζο, που ξαναγράφει την ιστορία της Ελλάδας πριν από το 1940

Βιβλίο / «Πάμε στη Χονολουλού»: Ένα βιβλίο για τον μποέμ ρεμπέτη Κώστα Μπέζο

Τη δεκαετία του ’30 άνθισε στην Ελλάδα ένα μουσικό είδος «διαφυγής» από τη σκληρή πραγματικότητα, οι χαβάγιες. Ο Κώστας Μπέζος, αινιγματική μορφή μέχρι πρόσφατα και σημαντικός ρεμπέτης και σκιτσογράφος, έγραψε μια ανείπωτη ιστορία, διαφορετική από αυτή που η επίσημη ιστορία έχει καταγράψει για την εποχή του Μεσοπολέμου.  
M. HULOT
Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Βιβλίο / Εύα Μπαλταζάρ: «Η αγάπη που σε φυλακίζει δεν είναι αγάπη»

Η Καταλανή συγγραφέας, που έχει εξελιχθεί σε σημείο αναφοράς της σύγχρονης queer λογοτεχνίας, μεταφράζεται παγκοσμίως και τη θαυμάζει ο Αλμοδόβαρ, μιλά στη LiFO για το τι σημαίνει να ζεις ελεύθερα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ