Ιστορίες απο την Κολιμά

Ιστορίες απο την Κολιμά Facebook Twitter
0
Ιστορίες απο την Κολιμά Facebook Twitter

Είναι αποδεδειγμένο ότι η ανθρώπινη δυστυχία αποτελεί το καλύτερο υλικό για το μυθιστόρημα. Όσο φανταστικά κι αν είναι τα εξιστορούμενα βάσανα, ο αναγνώστης μετέχει συχνά με παλμό καρδίας, ταυτίζεται με τα θύματα και την κατεστραμμένη ζωή, αλλά δεν χάνει -όπως λένε- ούτε σταλαγματιά αίμα. Το περιβόητο έπος του Σαλάμοφ, που αφηγείται με ανεπανάληπτο τρόπο την υπο-ανθρωπότητα των σταλινικών στρατοπέδων συγκέντρωσης, είναι ένα έργο που, αν μη τι άλλο, ανανεώνει το είδος, ξεπερνώντας κάθε προηγούμενο. Ο συγγραφέας εξορίστηκε για ψύλλου πήδημα (διακίνησε το Γράμμα του Λένιν προς το Συνέδριο, όπου θιγόταν η προσωπικότητα του Στάλιν, και μετά, μια από τις ποινές του, τον καταδίκασε και πάλι επειδή ισχυρίστηκε ότι ο Ιβάν Μπούνιν ήταν κλασικός συγγραφέας!).

Η Κολιμά ήταν στρατόπεδο εξόντωσης στον Αρκτικό Βορρά, όπου πήγαιναν (για να μη γυρίσουν) οι «εχθροί του λαού», ήτοι οι κατηγορούμενοι ως τροτσκιστές. Το παράδοξο είναι οτι ο Σαλάμοφ, στις 1.968 σελίδες του, δεν αναπτύσσει το αναμενόμενο πολιτικό κατηγορητήριο κατά του σταλινισμού και του κομμουνιστικού καθεστώτος. Άλλωστε, και ο ίδιος ηταν με τον τρόπο του «κομμουνιστής». Βρίσκουμε αναφορές εδώ κι εκεί, αλλά πουθενά - σε καμιά από τις 145 ιστορίες του-  ο σταλινισμός δεν γίνεται καθαυτό θέμα. Ο αφηγητής κατεβαίνει πολλά σκαλοπάτια για να βρεθεί στο ύψος του. Αυτό που ανακάλυψε στα στρατόπεδα ήταν ο ίδιος ο άνθρωπος. Γράφει, για παράδειγμα: «Όλα τα ανθρώπινα συναισθήματα -η αγάπη, η φιλία, η ζήλια, η φιλανθρωπία, το έλεος, η δίψα για δόξα, η τιμιότητα- μας είχαν εγκαταλείψει μαζί με το κρέας που στερούμασταν στη διάρκεια της παρατεταμένης λιμοκτονίας μας. Σ’ αυτή την ασήμαντη μυϊκή στοιβάδα που παρέμενε ακόμα πάνω στα κόκαλά μας, που μας έδινε ακόμα τη δυνατότητα να τρώμε, να κινούμαστε και να αναπνέουμε, ακόμα και να πριονίζουμε κορμούς δέντρων και να γεμίζουμε με το φτυάρι τα καρότσια με χώμα και πέτρες, και μάλιστα να σπρώχνουμε τα καρότσια πάνω σε ένα ατελείωτο ξύλινο μονοπάτι μέσα στα ορυχεία του χρυσού (...), σε αυτή, λοιπόν, τη μυϊκή στοιβάδα είχε θέση μόνο ο θυμός, το πιο παλιό ανθρώπινο συναίσθημα». (σ. 76-77)

Αποκομμένοι ο ένας απ' τον άλλον πέθαιναν στη λευκή έρημο της Κολιμά από πείνα, κρύο, πολύωρη δουλειά, ξυλοδαρμούς κι αρρώστιες. Έμαθαν αμέσως να μην υπερασπίζονται τον συνάδελφό τους, να μη στηρίζουν ο ένας τον άλλον. Αυτό ακριβώς επεδίωκαν και οι Αρχές. Οι ψυχές όσων επέζησαν υφίσταντο πλήρη αποσύνθεση και τα σώματά τους δεν διέθεταν τις αναγκαίες για σωματικό μόχθο ιδιότητες

Δεν είναι τυχαίο ότι ο Σαλάμοφ αντιμετωπίζει με κάποια υποτίμηση τις Αναμνήσεις από το σπίτι των πεθαμένων. Ο Ντοστογιέφσκι, τονίζει ο αφηγητής, δεν συνάντησε και δεν γνώρισε ανθρώπους του αυθεντικού κόσμου των κακοποιών (σ. 280). Επίσης, παρατηρεί με μαύρο χιούμορ: «Η εποχή του Ντοστογιέφσκι ήταν διαφορετική, και το τότε κάτεργο δεν είχε φτάσει σε τέτοια αναβάθμιση, σαν αυτή που διηγήθηκα εδώ. Ό,τι συμβαίνει εδώ είναι υπερβολικά ασυνήθιστο, απίστευτο, και το φτωχό ανθρώπινο μυαλό δεν είναι σε θέση να δώσει συγκεκριμένη μορφή στην εδώ ζωή...». (σ. 179) Περί τίνος ακριβώς πρόκειται; Ενώ θα περίμενε κανείς να διαβάσει για στυγνούς ανθρωποφύλακες του καθεστώτος -που δεν λείπουν βέβαια-, εκείνο που ανακαλύπτει είναι οι κακοποιοί, τα απίθανα ανθρωπάρια (φονιάδες, κλέφτες, ανώμαλοι, αποσαθρωμένες ψυχές, ανθρωποφάγοι στην κυριολεξία) που είχαν ειδικό ρόλο στο στρατόπεδο. Οι κακοποιοί ήταν οι «φίλοι του λαού», ενώ οι πολιτικοί κρατούμενοι αποτελούσαν την απεχθή μάζα των «εχθρών του λαού». Ο τρόμος, με άλλα λόγια, πήγαζε από την καθημερινή συνύπαρξη με τα κατακάθια της κοινωνίας που είχαν ειδικά δικαιώματα στην Κολιμά. Όσο για τους πολιτικούς εξόριστους, αυτούς που υπόκεινταν στην «Γκαρανιάδα», ήτοι την εκκαθάριση των τροτσκιστών, είχαν να αντιμετωπίσουν δυο μέτωπα: τους κακοποιούς που σκότωναν με το έτσι θέλω, και βέβαια τις Αρχές.

«Η απουσία ενιαίας συνδετικής άποψης αποδυνάμωνε εξαιρετικά την ηθική αντοχή των κρατουμένων. Δεν ήταν ούτε εχθροί της εξουσίας ούτε κρατικοί εγκληματίες, και πεθαίνοντας δεν καταλάβαιναν γιατί έπρεπε να πεθάνουν. Ο εγωισμός τους, ο θυμός τους, δεν είχε πού να στηριχθεί. Κι αποκομμένοι ο ένας απ’ τον άλλον πέθαιναν στη λευκή έρημο της Κολιμά από πείνα, κρύο, πολύωρη δουλειά, ξυλοδαρμούς κι αρρώστιες. Έμαθαν αμέσως να μην υπερασπίζονται τον συνάδελφό τους, να μη στηρίζουν ο ένας τον άλλον. Αυτό ακριβώς επεδίωκαν και οι Αρχές. Οι ψυχές όσων επέζησαν υφίσταντο πλήρη αποσύνθεση και τα σώματά τους δεν διέθεταν τις αναγκαίες για σωματικό μόχθο ιδιότητες». (σ. 602)

Το πλέον αποτρόπαιο βασανιστήριο του στρατοπέδου ήταν η αδυναμία του κρατουμένου ν’ απολαύσει έστω και μια ώρα μοναξιάς. Στον ύπνο και στον ξύπνιο, την ώρα της εργασίας και του φαγητού, στο νοσοκομείο ή οιαδήποτε άλλη στιγμή τη ζούσε κάτω απο τα μάτια των συγκρατουμένων. Το ζήτημα του φαγητού ήταν κι αυτό απίθανο μαρτύριο, καθότι, λιμοκτονώντας, δεν έτρωγαν για να επιβιώσουν, αλλά για να μην πεθάνουν. Οι σελίδες του Σαλάμοφ για την τροφή αξίζουν ειδικό ανθολόγιο. Ακολουθούν φυσικά οι ασθένειες, η ηθική κατάπτωση και οι φόνοι.

Στο στρατόπεδο μόνο οι Ούρκα (οι κακοποιοί στην αργκό των ποινικών) ζουν σχετικά καλά. Αυτούς τους υπολογίζουν, αυτούς φοβάται η πολυάνθρωπη διοίκηση. Αυτοί είναι πάντα ντυμένοι, χορτασμένοι και υποστηρίζουν ο ένας τον άλλον. Ενίοτε σφάζουν κιόλας κάποιον αντίπαλο. «Οι ποινικοί έχουν υπερβολική ροπή προς τη θεατρικότητα και την εισάγουν στη ζωή τους με τρόπο που θα τον ζήλευε κι ο Γιβρέινοφ (ο θεατρικός σκηνοθέτης). Αποφασίστηκε να σκοτώσουν τον ομαδάρχη και η πρόταση ενός απο τους ποινικούς να κόψουν με το πριόνι το κεφάλι του έγινε δεκτή με ενθουσιασμό. Το κεφάλι πριονίστηκε μ’ ένα συνηθισμένο οριζόντιο πριόνι. Γι’ αυτό υπήρχε τώρα διαταγή που απαγόρευε να μένουν στους κρατούμενους τη νύχτα τσεκούρια και πριόνια» (σ. 705).

Το πλέον αποτρόπαιο βασανιστήριο του στρατοπέδου ήταν η αδυναμία του κρατουμένου ν' απολαύσει έστω και μια ώρα μοναξιάς. Στον ύπνο και στον ξύπνιο, την ώρα της εργασίας και του φαγητού, στο νοσοκομείο ή οιαδήποτε άλλη στιγμή τη ζούσε κάτω απο τα μάτια των συγκρατουμένων.

Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Κανονιένκο, που σκότωνε για να τον δέχονται στο νοσοκομείο. «Με το που ερχόταν ο καιρός να βγει από το νοσοκομείο, ο Κανονιένκο σκότωνε κάποιον στη μεταγωγή, του ήταν αδιάφορο ποιον, ένα οποιοδήποτε κορόϊδο - τον στραγγάλιζε με μια πετσέτα. Η πετσέτα, μια κοινή πετσέτα του δημοσίου, ήταν το αγαπημένο όργανο δολοφονίας, η υπογραφή του. Τον συλλαμβάνανε, άνοιγαν εις βάρος του καινούργια υπόθεση, τον ξαναδίκαζαν, του έριχναν μια επιπλέον εικοσιπενταετή κάθειρξη στις πολλές εκατοντάδες χρόνια που είχε ήδη. Μετά τη δίκη, ο Κανονιένκο προσπαθούσε να βρεθεί στο νοσοκομείο για “ξεκούραση”, μετά ξανασκότωνε, κι όλα ξαναρχιζαν. Την εποχή εκείνη είχαν καταργηθεί οι εκτελέσεις των ποινικών. Επιτρεπόταν να εκτελούνται μόνο οι “εχθροί του λαού”, οι πενηνταοκτάρηδες - ήτοι οι τροτσκιστές». (σ. 555)

Το πρώτο πράγμα που δεν ισχύει στο στρατόπεδο είναι η φιλία. Ο ξεπεσμός είναι τόσο μεγάλος, ώστε ο πιο κοντινός σου είναι ικανός να σε «καρφώσει» για μια μπουκιά ψωμί, για ένα ζευγάρι κάλτσες, για ένα τσιγάρο. Η σατανική διοίκηση ανέχεται μόνο το κατώτερο δυνατό επίπεδο ζωής, ώστε ακόμη και οι ίδιοι οι κρατούμενοι να ζουν μεν, αλλά να μην καταλαβαίνουν τρόπον τινά τον εαυτό τους. Ανάμεσα στους κρατούμενους δεν υπήρχε ούτε ο παραμικρός δεσμός. Λίγο να έστρεφες την κεφαλή, κάτι θα σου έκλεβαν. Το στρατόπεδο ήταν ανθρωποφαγικό, ως εκ τούτου έπρεπε ν’ αναπτύξεις απίθανες δυνάμεις για να επιβιώσεις - περιέργως πώς, πρώτοι πέθαιναν οι άνθρωποι της Βαλτικής: Λετονοί, Λιθουανοί, Εσθονοί...

Επίσης, ένα θλιβερό στοιχείο του στρατοπέδου ήταν οι ξυλοδαρμοί. Δεν μιλάμε μόνο για τους ξυλοδαρμούς των ανακρίσεων, παρά για τους καθημερινούς ξυλοδαρμούς που εκμηδενίζουν το κύρος του αδύναμου. «Τον διανοούμενο-κρατούμενο τον τσακίζει το στρατόπεδο. Όλα όσα ήταν πολύτιμα ποδοπατούνται τώρα στη λάσπη, σε πολύ μικρό διάστημα, σε κάποιες λίγες εβδομάδες ο άνθρωπος χάνει τον πολιτισμό και την κουλτούρα του. Το επιχείρημα της συζήτησης είναι η γροθιά, το στειλιάρι. Μέσο προτροπής ο υποκόπανος, το χτύπημα κατευθείαν στο πρόσωπο. Έτσι, ο διανοούμενος μετατρέπεται σε δειλό κι ο εγκέφαλός του τού υπαγορεύει δικαιολογίες για τις πράξεις του. Μπορεί να πείσει τον εαυτό του για οτιδήποτε, να συνταχθεί με οποιαδήποτε από τις πλευρές σε μια συζήτηση. Μια σφαλιάρα, μια γροθιά μετατρέπει τον διανοούμενο σε πειθήνιο υπηρέτη κάποιου Σένιετσκα, Κόστετσκα. Η φυσική επίδραση γίνεται ηθική επίδραση. Ο διανοούμενος είναι φοβισμένος για πάντα. Το πνεύμα του έχει τσακιστεί. Αυτόν το φόβο και το τσακισμένο πνεύμα τα κουβαλάει και στην ελεύθερη ζωή του».

Ιστορίες απο την Κολιμά Facebook Twitter

Ο Σαλάμοφ επιμένει ψυχαναγκαστικά στην άποψη ότι ανέκαθεν η λογοτεχνία αντιμετώπιζε τον κόσμο του εγκλήματος με συμπάθεια, προσθέτοντάς του μάλιστα ένα ρομαντικό φωτοστέφανο, όπως συμβαίνει με τον Γιάννη Αγιάννη του Ουγκό και τους κατεργίτες του Ντοστογιέφσκι. Αποφασίζει, λοιπόν, να υποστηρίξει οτι ο άνθρωπος παύει να είναι άνθρωπος, καταλήγοντας Ούρκα, δηλαδή του σχοινιού και του παλουκιού. Σύμφωνα με το βίωμά του, οι άνθρωποι χωρίζονται σε δυο κατηγορίες. Στους «άντρες», τα «αλάνια», στους «ζούκι ζούκι» και στα «κορόιδα», δηλαδή τους αδύναμους. Παρά τις απόψεις κάποιας λογοτεχνίας, «λόγος τιμής» δεν υφίσταται. Τα πάντα θυσιάζονται για τη σκοπιμότητα. Μέσα στο στρατόπεδο, αυτό που ρυθμίζει τη συμπεριφορά του κακοποιού είναι το ανατριχιαστικό «πέθανε εσύ και μετά εγώ». Όσο για τις σαρκικές τους συνήθειες, οι κακοποιοί είναι όλοι παιδεραστές. Γύρω από κάθε ξακουστό κακοποιό κυκλοφορούν νεαροί με πρησμένα, θολά μάτια και γυναικεία ονόματα: διάφορες Μάνκα, Ζόικα, Βέρκα, τις οποίες ταΐζει ο προστάτης και πλαγιάζει μαζί τους. Διόλου παράδοξο το γεγονός ότι σε κάποιο στρατόπεδο οι κακοποιοί διέφθειραν μια σκύλα και πλάγιαζαν μαζί της σαν να ήταν γυναίκα.

Η Κολιμά, μπορούμε να πούμε, είναι προσωπική ανακάλυψη του συγγραφέα που διασώζει κάτι αμιγώς ρώσικο, αμιγώς ανθρώπινο, που δεν το προέβαλαν άλλοι κατάδικοι, πιθανώς επειδή η πολιτική βάραινε περισσότερο από την ανθρωπογνωσία. Όπως γράφει, οι αντιλήψεις του ἀάλλαξαν τις έννοιες, υπερέβησαν τα όρια του καλού και του κακού.

                  

ΣΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ  περιοριστήκαμε σε αναφορές στις πρώτες χίλιες σελίδες, αφήνοντας το υπόλοιπο βιβλίο να το απολαύσει ο αναγνώστης με τον δικό του τρόπο. Άλλωστε, το βιβλίο -,που έφτασε σε μας με καθυστέρηση σαράντα ετών-, αντιπροσωπεύει ένα βαρυσήμαντο γεγονός στα εκδοτικά μας πεπραγμένα, καθώς αποτελεί κι έναν «εκδοτικό» άθλο, όπου οι 2.000 σελίδες χώρεσαν σ’ έναν τόμο μέσου μεγέθους και όγκου. Τυπώθηκε λοιπόν «σε χαρτί Σαμουά Βίβλου 40 γραμμαρίων απο την EBNER & SPIEGEL GmbH Γερμανίας τον Νοέμβρη του 2011». Και μόνο εκδοτικά ο τόμος είναι ένα πολύτιμο δώρο για τον αναγνώστη.

Για τη μεταφράστρια Ελένη Μπακοπούλου έχουμε γράψει επανειλημμένα. Στην ίδια εκδοτική μορφή κυκλοφορούν ο Ηλίθιος και οι Αδερφοί Καραμάζοφ  της ιδίας κι ευχόμαστε ολοψύχως να έπεται συνέχεια.

Βιβλίο
0

ΑΦΙΕΡΩΜΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Πώς αλλάζει κανείς, πώς φτάνει σε σημείο να μην αναγνωρίζει τον εαυτό του»

Το πίσω ράφι / «Πώς αλλάζει κανείς, πώς φτάνει σε σημείο να μην αναγνωρίζει τον εαυτό του»

Το μυθιστόρημα «Δαμάζοντας το κτήνος» της Έρσης Σωτηροπούλου είναι χτισμένο στην εικόνα της «μοναξιάς που μοιράζονται πολλοί άνθρωποι μαζί». Επανεκδίδεται σε λίγες μέρες από τον Πατάκη.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Μάργκαρετ Άτγουντ: «Δεν νομίζω να με αγαπούσε ο Πλάτωνας»

Βιβλίο / Μάργκαρετ Άτγουντ: «Δεν νομίζω να με αγαπούσε ο Πλάτωνας»

Γεννήθηκε σαν σήμερα μία από τις σημαντικότερες συγγραφείς της εποχής μας. Στη συνέντευξή της στη LifO δίνει (ανάμεσα σε άλλα) οδηγίες για το γράψιμο και τη ζωή, τη γνώμη της για τον Πλάτωνα αλλά και για την αξία των συμβολικών μύθων.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Σεξ, (πολλά) ναρκωτικά και rock & roll με τον Μάρτιν Σκορσέζε

Βιβλίο / Σεξ, (πολλά) ναρκωτικά και rock & roll με τον Μάρτιν Σκορσέζε

Στο νέο βιβλίο του, που κυκλοφορεί δύο χρόνια μετά τον θάνατό του, ο Ρόμπι Ρόμπερτσον, ο ηγέτης του θρυλικού συγκροτήματος The Band, μιλάει για όσα έζησε με τον διάσημο σκηνοθέτη και κολλητό του στο ηδονιστικό Χόλιγουντ της δεκαετίας του '70.
THE LIFO TEAM
Ο «Θάνατος του Βιργιλίου» και τρία ακόμα λογοτεχνικά διαμάντια

Βιβλίο / Ο «Θάνατος του Βιργιλίου» και τρία ακόμα λογοτεχνικά διαμάντια

Τα έργα-σταθμοί της λογοτεχνίας, από την υψηλή ποίηση μέχρι τη μυθοπλασία, ανέκαθεν αποτύπωναν τα ακραία σημεία των καιρών, γι’ αυτό είναι επίκαιρα. Παραθέτουμε τέσσερα αντιπροσωπευτικά παραδείγματα που βγήκαν πρόσφατα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Ζοζέ Σαραμάγκου: Η ζωή ενός αντισυμβατικού συγγραφέα

Βιβλίο / Ζοζέ Σαραμάγκου: «Πιστεύω πως ό,τι είναι να γίνει δικό μας, θα φτάσει τελικά στα χέρια μας»

Σαν σήμερα γεννήθηκε ο σπουδαίος Πορτογάλος λογοτέχνης που ξεκίνησε να γράφει για να δοκιμάσει «τι στ’ αλήθεια μπορεί ν’ αξίζει ως συγγραφέας» και έφτασε να πάρει Νόμπελ Λογοτεχνίας.
ΕΛΠΙΔΑ ΜΟΥΡΚΑΚΟΥ
Ένας ύμνος για την γκέι αγάπη και τη φιλία σε έναν κόσμο όπου θερίζει το Aids

Βιβλίο / Ο ξεχασμένος «Κωνσταντίνος» του Παναγιώτη Ευαγγελίδη κυκλοφορεί ξανά

Ένας ύμνος για την γκέι αγάπη και τη φιλία σε έναν κόσμο που τον θερίζει το AIDS. Μια τολμηρή ματιά την Αθήνα των ’90s μέσα από το απελπισμένο στόρι δύο γκέι εραστών. Ο «Κωνσταντίνος» του Παναγιώτη Ευαγγελίδη ήταν εκτός κυκλοφορίας για τρεις σχεδόν δεκαετίες. Σε λίγες μέρες κυκλοφορεί ξανά.
M. HULOT
Μαρκ Μπρέι: «Είναι δύσκολο να είσαι αντιφασίστας σήμερα στις ΗΠΑ»

Βιβλίο / Μαρκ Μπρέι: «Είναι δύσκολο να είσαι αντιφασίστας σήμερα στις ΗΠΑ»

Ο ιστορικός και συγγραφέας του βιβλίου «Antifa», που εγκατέλειψε πρόσφατα οικογενειακώς τις ΗΠΑ εξαιτίας απειλών που δέχτηκε για τη ζωή του, μιλά για την αμερικανική πολιτική σκηνή και για το αντιφασιστικό κίνημα σήμερα.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Νόρμαν Μέιλερ «Μάγισσα τέχνη»

Το πίσω ράφι / Νόρμαν Μέιλερ: «Οι καλλιτέχνες δίνουν όρκο να είναι εγωιστές. Ειδάλλως, δεν θα γίνει τίποτα»

Ο Αμερικανός συγγραφέας ξεκίνησε μη μπορώντας να συντάξει μια πρόταση, αλλά με το πρώτο του μυθιστόρημα ξεχώρισε. Έκτοτε διαβάστηκε, αμφισβητήθηκε, προκάλεσε κι έμεινε ως το τέλος διαυγής και θαρραλέος.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Εμμανουήλ Καραλής: Πολλοί είναι δίπλα σου στα μετάλλια, στο χειροκρότημα και στη λάμψη, αλλά μετά οι προβολείς σβήνουν

Οι Αθηναίοι / Manolo: «Πολλοί είναι δίπλα σου στα μετάλλια, αλλά μετά οι προβολείς σβήνουν»

Έχει μάθει να περνά τον πήχη, να ξεπερνά τους φόβους και να καταρρίπτει στερεότυπα. Θεωρεί ότι η ζωή του αθλητή μοιάζει πολύ με τη ζωή του μοναχού. Ο πρωταθλητής στο άλμα επί κοντώ αφηγείται τη ζωή του και μιλά για τα παιδικά του χρόνια, τις όμορφες και δύσκολες στιγμές, την ψυχική του υγεία, τον έρωτα, την πίστη και την αγάπη που τον κρατούν όρθιο.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Τι ήξερε ο Παζολίνι;

Βιβλίο / Τι ήξερε ο Παζολίνι;

Πενήντα χρόνια μετά την άγρια δολοφονία του, οι προγνώσεις του για τον φασισμό είναι πιο επείγουσες από ποτέ, σημειώνει η Βρετανίδα συγγραφέας Ολίβια Λέινγκ, το νέο βιβλίο της οποίας περιστρέφεται γύρω από τη δημιουργία του «Σαλό (120 Μέρες στα Σόδομα)».
THE LIFO TEAM
Μαύρη, λεσβία, μητέρα, πολεμίστρια, ποιήτρια, καρκινοπαθής

Βιβλίο / Μαύρη, λεσβία, μητέρα, πολεμίστρια, ποιήτρια, καρκινοπαθής

Η διάσημη συγγραφέας Όντρι Λορντ αντιμετώπισε τη διάγνωσή της με το θάρρος και το ακτιβιστικό πνεύμα που πάντα τη διέκρινε: Τα «Ημερολόγια Καρκίνου» δεν είναι μια «καταγραφή δακρύων μόνο» αλλά και μια κραυγή οργής εναντίον της καταπίεσης που βιώνουν οι γυναίκες.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
Η Μάργκαρετ Άτγουντ στο μονοπάτι του πένθους

Βιβλίο / Η Μάργκαρετ Άτγουντ στο μονοπάτι του πένθους

Σ’ ένα απόσπασμα από τα απομνημονεύματά της με τίτλο «Book of Lives: A Memoir of Sorts», που προδημοσιεύει η «Guardian», η διάσημη συγγραφέας περιγράφει τον τρόπο που βίωσε την απώλεια του επί μισό αιώνα συντρόφου της Γκρέαμ Γκίμπσον το 2019.
THE LIFO TEAM
«Intermezzo»: Το βιβλίο της Σάλι Ρούνεϊ που έσπασε όλα τα αναγνωστικά ρεκόρ

Βιβλίο / «Intermezzo»: Το βιβλίο της Σάλι Ρούνεϊ που έσπασε όλα τα αναγνωστικά ρεκόρ

Σε λίγες μέρες κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη το πολυαναμενόμενο νέο βιβλίο της Ιρλανδής συγγραφέως, που έχει κάνει ρεκόρ πωλήσεων και αναγνωσιμότητας. Καταγράφουμε τις πρώτες εντυπώσεις από την ανάγνωσή του.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Άμιτι Γκέιτζ «Ο καλός πατέρας»

Το πίσω ράφι / Έχουν και οι ψεύτες τη χάρη τους. Στα μυθιστορήματα τουλάχιστον

Ο «Καλός πατέρας» της Άμιτι Γκέιτζ πραγματεύεται την κατασκευή της ανθρώπινης ταυτότητας, τον άρρηκτο δεσμό γονιού και παιδιού και τη μεταναστευτική εμπειρία, θίγοντας όψεις του αμερικανικού ονείρου.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
«Σπίτι από ζάχαρη»: Το δίκτυο των ανθρώπινων σχέσεων στο μυθιστόρημα της Τζένιφερ Ίγκαν

Βιβλίο / Πώς θα ήταν αν μπορούσαμε να βιώσουμε ξανά όσα ζήσαμε στο παρελθόν;

Το «Σπίτι από ζάχαρη» είναι ένα πολυεπίπεδο μυθιστόρημα με στοιχεία επιστημονικής φαντασίας που διερευνά τους κινδύνους της ψηφιακής εποχής, αναδεικνύοντας ταυτόχρονα την αξία της μνήμης και της σύνδεσης.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ