Η ΦΡΙΚΑΛΕΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ μέσα από τις περιγραφές ιστορικών, λογοτεχνικών και πρωτότυπων κειμένων, ενταγμένων σε ένα μουσικό σύμπαν, ζωντανεύει μέσα από μια παράσταση που σήμερα μοιάζει πιο επίκαιρη από ποτέ. Θέατρο και μουσική συνυπάρχουν επί σκηνής οργανικά, χωρίς να είναι διακριτά τα μεταξύ τους όρια. Σε ένα περιβάλλον άχρονο, έξι ανθρώπινα σώματα ξεπροβάλλουν σαν χαλάσματα της πιο αποτρόπαιης ιστορικής μνήμης για να αφηγηθούν με τη φωνή τους τη φρίκη που βίωσαν, με οδηγό τον εκκωφαντικό παλμό του χρόνου που κυλά αδιάκοπα ως ο μέγας παρατηρητής. Πρόκειται για την παράσταση «Πολεμικοί Ανταποκριτές» που θα ανέβει στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών στην Πειραιώς 260 από τις 5 έως τις 8 Ιουλίου 2025.
Ο ηθοποιός, μουσικοσυνθέτης και σκηνοθέτης Χρήστος Θάνος, καλλιτεχνικός διευθυντής του Our Festival για 10 συναπτά έτη, αναζητά επί σκηνής τα αίτια που οδηγούν τον άνθρωπο στην επιλογή του πολέμου και επιδιώκει την ανάδειξη του πλήρους παραλογισμού που συνοδεύει την επιλογή αυτή.
«Η ιδέα της αναζήτησης των αιτίων προφανώς και προκύπτει από την ανάγκη μιας κάποιας συνδιαλλαγής όσον αφορά την άκρως πολεμική περιβάλλουσα συνθήκη σε παγκόσμιο επίπεδο, παρ' όλα αυτά το ζητούμενο δεν είναι η αναφορά ή ο σχολιασμός γεγονότων και φαινομένων σύγχρονων που μας φέρνουν καθημερινά σε σημείο απελπισίας αλλά η επιδίωξη εξόρυξης των υπαρξιακών παραγόντων που κάνουν τον άνθρωπο και τον πόλεμο να συμπορεύονται, σταθερά και απαρέγκλιτα, χέρι-χέρι, μέσα στην Ιστορία», λέει.
Στην παράσταση εντάσσονται σημαντικά κείμενα από τα αρχαία έως τα σύγχρονα χρόνια, ο Θουκυδίδης, ο Αισχύλος, ο Τολστόι, ο Σελίν, ο Σαντράρ, ο Μυριβήλης, και δίπλα σε αυτά, αλλά και στην ιδέα από την οποία πηγάζει μια δημιουργική διαδικασία που φαντάζει «βαριά», εμφανίζεται επιτακτικά η ανάγκη ύπαρξης χιούμορ.
Τα υλικά της παράστασης ξεκινούν από την ανάγκη ή, αλλιώς, την αϋπνία· το να προχωρήσει στην πραγμάτωση μιας δημιουργικής διαδικασίας προκύπτει, κατά το πλείστον, από την προσωπική ανάγκη έκφρασης σκέψεων που τον κατακεραυνώνουν. Είναι, όπως λέει, «σκέψεις που ξελουφάζουν ξεδιάντροπα και εμφανίζονται επιτακτικές κατά τις νυχτερινές ώρες και που, όπως τα νεογνά δεν σταματούν το κλάμα εάν δεν πιουν το γάλα τους, έτσι κι εκείνες δεν κατευνάζονται εάν δεν μετατραπούν σε κάποιες νότες, κάποιους στίχους ή κάποια σκηνική ιδέα. Συνεπώς, θα έλεγα ότι βασικό υλικό είναι η ανάγκη για ύπνο, άρα και η ανάγκη για επιβίωση».
Κρίσιμο υλικό της δημιουργικής διαδικασίας είναι η μουσική, «το ουσιαστικότερο δομικό συστατικό σχεδόν κάθε δημιουργικής πράξης που επιχειρώ τα τελευταία χρόνια», λέει, ενώ δεν παραλείπει να αναφερθεί στην εντυπωσιακή ικανότητα της Ηρώς Μπέζου να δημιουργεί υπέροχους διαλόγους πάνω σε συγκεκριμένες δραματουργικές ανάγκες, αφήνοντας γενναιόδωρα το προσωπικό της στίγμα στο κείμενο και προσθέτοντας έτσι ένα ξεκάθαρο δραματουργικό πλεονέκτημα στο τελικό αποτέλεσμα.
Στην παράσταση εντάσσονται σημαντικά κείμενα από τα αρχαία έως τα σύγχρονα χρόνια, ο Θουκυδίδης, ο Αισχύλος, ο Τολστόι, ο Σελίν, ο Σαντράρ, ο Μυριβήλης, και δίπλα σε αυτά, αλλά και στην ιδέα από την οποία πηγάζει μια δημιουργική διαδικασία που φαντάζει «βαριά», εμφανίζεται επιτακτικά η ανάγκη ύπαρξης χιούμορ. «Πρόκειται για μια αντιστικτική σχέση, η οποία ξεδιπλώνει διαρκώς νέα, λυτρωτικά μονοπάτια», προσθέτει.

Τα τελευταία χρόνια ο Χρήστος Θάνος ασχολείται με τη συνύπαρξη μουσικής και θεάτρου επί σκηνής και δεν αντιλαμβάνεται τη δράση που προκύπτει ως μεικτή αλλά ως αδιαίρετη. «Χρησιμοποιώ τα δομικά υλικά της μουσικής ως δομικά υλικά της θεατρικής πράξης, έχοντας για εργαλεία τη ρυθμοποίηση και μελοποίηση μερών του κειμένου, την επανάληψη, εν είδει ρεφρέν, φράσεων που φωτίζουν το ζητούμενο, τις ταυτοφωνίες και πολυφωνίες, την ύπαρξη επί σκηνής μουσικού συνόλου που αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της δραματουργίας. Η όποια δημιουργική διαδικασία στην οποία δοκιμάζομαι έχει ως αφετηρία και ως κατάληξή της τη μουσική. Αντιλαμβάνομαι τη μουσική ως την αρχή των πάντων ή, ακόμα καλύτερα, ως τον σύνδεσμο μεταξύ τέλους και αρχής. Θα ένιωθα μεγάλη δικαίωση εάν η επιστημονική κοινότητα κατέληγε στο συμπέρασμα ότι τελικά η αρχή του όποιου σύμπαντος έχει προκύψει από τη στιγμή της τυχαίας εναρμόνισης κάποιων κοσμικών ήχων», συνεχίζει.
Τι ρόλο παίζουν σήμερα οι πολεμικοί ανταποκριτές, εξού και ο τίτλος της παράστασης; Και πόσο βοηθούν στην κατανόηση όσων συμβαίνουν γύρω μας; Μπορούμε, μέσα από τα λόγια τους, να αναζητήσουμε την αλήθεια ή οι απόπειρές μας είναι μάταιες; «Ο ρόλος του ανταποκριτή θα μπορούσαμε να πούμε πως ενέχει μια ιερότητα. Στην αρχαιότητα η προστασία του αγγελιοφόρου θεωρούνταν δεδομένη από κάθε αντιμαχόμενη πλευρά. Η πληροφόρηση αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της δημοκρατίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης. Παρ' όλα αυτά, σήμερα, όσο περισσότερο αναζητούμε την αλήθεια, τόσο πιο οικτρά απελπιζόμαστε όταν αντιλαμβανόμαστε πόσο αποκλεισμένοι είμαστε από αυτήν. Μου δημιουργεί μεγάλη ταραχή, για παράδειγμα, το ότι δεν έχω ιδέα τι συμβαίνει και γιατί στην Ουκρανία. Ναι, γνωρίζουμε πως η Κριμαία, ας πούμε, είναι διεκδικούμενη εδώ και αιώνες, αλλά σήμερα χάριν ποιων συμφερόντων σκοτώνονται, ξεσπιτώνονται και εξαθλιώνονται εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι; Έχω την απαίτηση να γνωρίζω, αλλά η όποια αναζήτησή μου είναι μάταιη», εξηγεί ο Χρήστος Θάνος.

Κάθε άνθρωπος αναζητά να μάθει ποια είναι η «πηγή του Κακού» και πού οφείλεται η επανάληψη των συγκρούσεων. Για τον σκηνοθέτη «η “πηγή του κακού” με μια πρώτη ανάγνωση θα μπορούσαμε να πούμε πως βρίσκεται στη βίαιη φύση του ανθρώπου, στη βίαιη φύση όλων των έμβιων πλασμάτων. Αυτή η βία όμως προκύπτει από την ανάγκη για επιβίωση. Δύο αγέλες ζώων μάχονται για ένα κομμάτι εύφορης γης, διεκδικώντας το δικαίωμα παράτασης της ζωής τους. Ο άνθρωπος, έχοντας το προνόμιο της συνθετικής σκέψης, δύναται να διασφαλίσει την ποιοτική επιβίωση όλων των κατοίκων της Γης ανεξαιρέτως, χωρίς να διαταράσσει το οικοσύστημα. Σήμερα, σε κάθε κάτοικο του πλανήτη αντιστοιχούν 10 στρέμματα βιώσιμης γης, ενώ το βρόχινο νερό που αποθηκεύεται ετησίως στις κοίτες του Καναδά και μόνο μπορεί να καλύψει στο δεκαπλάσιο τις ανάγκες σε παγκόσμιο επίπεδο. Παρ' όλα αυτά, η τάση για επίδειξη ισχύος και άσκηση εξουσίας από μια μερίδα του πληθυσμού σε μια άλλη φαίνεται να ενδυναμώνεται κατά τη διάρκεια της Ιστορίας με σταθερό ρυθμό. Συνεπώς, η “πηγή του κακού” βρίσκεται μάλλον στην επίμονη άρνηση του ανθρώπου να κατευνάσει τα περιττά, κατά τα άλλα, βίαια ένστικτά του, βρίσκοντας μάλιστα όλο και πιο ευφάνταστους τρόπους να τα πυροδοτεί κατά βούληση».
Μιλάμε συχνά για το πώς στεκόμαστε ή πώς θα θέλαμε να είμαστε στη «σωστή πλευρά της Ιστορίας». Υπάρχει αυτή, διαφωτίζεται από μια πολεμική ανταπόκριση ή τη φαντασιωνόμαστε για να συγκροτήσουμε μια οπτική που εξυπηρετεί από την επιβίωση μέχρι ένα εθνικό αφήγημα; Ο Χρήστος Θάνος περιγράφει το παράδειγμα του απόλυτου δικού μας ήρωα Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. «Από την άλλη πλευρά του Αιγαίου, όταν τα παιδιά αρνούνται να φάνε το φαγητό τους, οι γονείς τους τα απειλούν ότι θα έρθει να τα πάρει ο Κολοκοτρώνης. Είναι δύο εκ διαμέτρου αντίθετες οπτικές της ίδιας ιστορικής προσωπικότητας. Κατ’ εμέ, το δίκαιο προφανώς και στέκεται στο πλευρό εκείνων που στερούνται την ελευθερία τους, που δολοφονούνται, που εξουσιάζονται. Εντούτοις, όταν η καταγραφή της Ιστορίας είναι εμποτισμένη με την ανάγκη ενίσχυσης της εθνικής ταυτότητας, της θρησκευτικής πίστης και του πατριωτικού φρονήματος, τότε είναι μάταιο να αναζητούμε τη σωστή της πλευρά. Σε μια εμπόλεμη περίοδο, όπου ο κάθε εμπλεκόμενος άνθρωπος θα πρέπει να είναι πρόθυμος να θυσιαστεί, οι ανταποκρίσεις που λαμβάνει οφείλουν από τη μία να του υπενθυμίζουν την αμείλικτη απειλή που στέκεται στην απέναντι πλευρά και από την άλλη να εξάρουν κάθε στοιχείο που συνθέτει την προσωπική του ταυτότητα. Σε αυτή την περίπτωση δεν μπορούμε, φυσικά, να μιλάμε για σωστή καταγραφή παρά για αναγκαία. Και επειδή οι πολεμικές ανταποκρίσεις αποτυπώνονται σε ιστορικά συγγράμματα, η Ιστορία φροντίζει κάθε πόλεμος να διαρκεί για πάντα».

Η πληροφορία από μια εμπόλεμη κατάσταση ή μια σύγκρουση σήμερα φτάνει σ' εμάς σχεδόν άμεσα. Συζητάμε συχνά με καχυποψία πόσο αντικειμενική μπορεί να είναι, με την ίδια ανάγκη και περιέργεια που θέλουμε να ρίξουμε φως και να ξεχωρίσουμε αυτό που διαστρεβλώνεται από αυτό που ισχύει ως αντικειμενική αλήθεια. «Σήμερα υπάρχει η δυνατότητα ενημέρωσης από πολλές πλευρές και αυτό είναι προφανώς κάτι το θετικό. Παρ' όλα αυτά, η υπερπληθώρα των πηγών καθιστά τη διαχείριση των πληροφοριών εξαιρετικά πολύπλοκη. Και σε κάθε περίπτωση, και πάλι οι πληροφορίες που κοινοποιούνται μαζικά είναι ασαφείς και διαστρεβλωμένες», λέει ο Χρήστος Θάνος. «Είμαστε σε μεγάλο βαθμό, πλέον, γνώστες της διαστρέβλωσης αυτής, γεγονός που μας κάνει να αντιμετωπίζουμε με καχυποψία αυτά που προσλαμβάνουμε, φαινόμενο χρήσιμο για τη συλλογική κριτική σκέψη. Αυτό που με ανησυχεί είναι η αποδοχή του φαινομένου ως κάτι αναπόφευκτο. Φοβάμαι πως η εξοικείωση με την εξαπάτηση, σε αντίθεση με τη μη γνώση της, είναι πιο επικίνδυνη ως προς την όποια τάση αντίδρασης, οδηγώντας, εν τέλει, στον λήθαργο».
Το φαινόμενο του Θουκυδίδη υπήρξε βασική πηγή έμπνευσης στην ενασχόληση του Χρήστου Θάνου με τους «Πολεμικούς Ανταποκριτές». Μιλώντας για την αντικειμενικότητα ή την υποκειμενικότητα μιας ανταπόκρισης, δεν μπορεί παρά να αναφερθεί σε αυτόν. «Ο Θουκυδίδης είναι ο πρώτος ρεπόρτερ της Ιστορίας και ίσως ο πιο αξιόπιστος έως και σήμερα. Στην παράσταση υπάρχει μια σκηνή εμπνευσμένη από τον εμβληματικό διάλογο μεταξύ Αθηναίων και Μηλίων, όπου ο Θουκυδίδης καταγράφει με τον πιο ξεκάθαρο και αντικειμενικό τρόπο την κυνικότητα της ανθρώπινης λογικής ως προς τον πόλεμο. Λένε οι Αθηναίοι στους Μηλίους “ο άνθρωπος από τη φύση του, όπου είναι ισχυρότερος, επιδιώκει να κυριαρχεί, δεν φτιάξαμε εμείς αυτόν τον νόμο, εμείς απλώς τον βρήκαμε να ισχύει και θα τον αφήσουμε να ισχύει αιώνια”. Και τον άφησαν, λοιπόν, οι Αθηναίοι να ισχύει αιώνια έως και σήμερα. Όταν οι Μήλιοι αρνήθηκαν να υποταχθούν, οι Αθηναίοι ξεκλήρισαν όλο το νησί. Και ο Θουκυδίδης, ως ανταποκριτής των Αθηναίων (!), το κατέγραψε αυτό και μας το προσέφερε απλόχερα ως δείγμα αντικειμενικότητας από άποψη πληροφορίας και ως φαινόμενο φρικαλεότητας από άποψη ανθρώπινης θέσης. Όσο για εμάς, κρατώντας τον Θουκυδίδη στα χέρια μας, συνεχίζουμε να πολεμάμε με τα πιο ειδεχθή μέσα», λέει.
Πολεμικοί Ανταποκριτές