Η αρχιτεκτονική ξεκινά από την εμπειρία. Και, πιο συγκεκριμένα, από το «μεταξύ» – το ενδιάμεσο. Εκεί όπου ο άνθρωπος κινείται, αναπνέει, ζει.
Στη Μεσόγειο, η ζωή κυλά ανάμεσα στο μέσα και το έξω, όπου το όριο είναι διαρκώς ρευστό και η καθημερινότητα κατοικείται στο ενδιάμεσο. Δεν μπαίνει απλώς σε δωμάτια. Εισχωρεί στις σκιές, στέκεται σε ένα κατώφλι, διαρκεί σε μια αυλή, μεταβαίνει από το φως στο ημίφως. Το «μεταξύ» είναι ο φυσικός μας τόπος. Το σχεδιάζουμε με την ίδια προσοχή, είτε πρόκειται για μια μικρή κατοικία στο ιστορικό κέντρο της Κηφισιάς είτε για ένα μεγάλο οικιστικό συγκρότημα στο κέντρο των Χανίων.

Στην ιδιωτική κατοικία, το «μεταξύ» είναι το αίθριο, η αγκαλιά, η παύση στους όγκους, το κέντρο γύρω από το οποίο συμβαίνουν όλα. Είναι ο χώρος που ορίζει τον ρυθμό του κατοίκου. Ο χώρος που δεν μετράει στον συντελεστή δόμησης, αλλά μετράει περισσότερο από όλους τους άλλους. Το αρχιτεκτονικό κέλυφος αποσύρεται και αφήνει χώρο στη ζωή να συμβεί.

Στο οικιστικό συγκρότημα που κρύβεται στο εσωτερικό ενός οικοδομικού τετραγώνου στα Χανιά, ο κήπος δεν είναι ένας· είναι εξήντα οκτώ. Η ανάσα της μονοκατοικίας μετασχηματίζεται και πολλαπλασιάζεται, ανεβαίνει σε κάθε επίπεδο, αγκαλιάζει κάθε διαμέρισμα. Ο ιδιωτικός εξωτερικός χώρος δεν είναι πολυτέλεια, αλλά θεμελιώδες δικαίωμα. Ο κήπος γίνεται επέκταση του εσωτερικού, ένας χώρος μετάβασης και εκτόνωσης, φωτός και σκιάς, προσωπικής ελευθερίας και συλλογικής ηρεμίας. Παράλληλα, ένας μεγάλος κοινός πυρήνας πρασίνου στο κέντρο του οικοδομικού τετραγώνου λειτουργεί ως ενδοαστική όαση, ένας κρυμμένος συλλογικός κήπος, προσβάσιμος μέσα από δύο διακριτά ανοίγματα στο αστικό μέτωπο των τεσσάρων δρόμων που το περιβάλλουν.

Είτε σχεδιάζουμε για έναν είτε για εξήντα οκτώ, το βλέμμα μας μένει σταθερό: στο πώς κατοικείται το «μεταξύ». Γιατί εκεί –στην ενδιάμεση σκιά, στην παύση ανάμεσα στο μέσα και το έξω, στο όριο του ιδιωτικού και του συλλογικού– ο άνθρωπος επανακαθορίζει την κλίμακά του και τον ρυθμό του.