Ελαφόνησος. Του Στέφανου Ξενάκη

Ελαφόνησος. Του Στέφανου Ξενάκη Facebook Twitter
Την ώρα που δύει ο ήλιος κι αυτός ο κόσμος συναντάει τον άλλον, τον μαγικό. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/ LIFO
0



ΟΛΙΓΟΗΜΕΡΕΣ ΔΙΑΚΟΠΕΣ με τον εαυτό μου στην Ελαφόνησο.


Κάθε χρόνο φεύγουμε για λίγες μέρες κι αυτό μας φέρνει ακόμη πιο κοντά.

Σούρουπο χθες και κατηφορίζω στο λιμάνι, στη ζωή.


Την ώρα που δύει ο ήλιος κι αυτός ο κόσμος συναντάει τον άλλον, τον μαγικό.

Ενοικιαζόμενα δωμάτια στη σειρά, πετσέτες κρεμασμένες στα κάγκελα και στις καρέκλες, καφετέριες με διαφορετικές μουσικές μπλεγμένες η μία μέσα στην άλλη, ποδήλατα και πατίνια να πηγαινοέρχονται, πεζοί, κάποια πιτσιρίκια μόνα να κυνηγιούνται.

Όλα αυτά στη μία μεριά, τη στεριανή. Στην άλλη, ο ήλιος βουτάει μέσα στη θάλασσα, χαρίζοντας πρωτόγνωρα χρώματα. Δύο κυρίες στα πτυσσόμενα καρεκλάκια τους σε γωνία 45 μοιρών, η μία πλάι στην άλλη, απορροφημένες, συζητούν κάτι ολίγον πικάντικο, νομίζω κουτσομπολίστικο. Λίγο πιο κάτω, τρεις μεσήλικοι, ο ένας απέναντι απ' τον άλλον, πατάνε στα ρηχά, χωρίς να κολυμπάνε, απολαμβάνοντας με τον δικό τους τρόπο τη μαγεία.

Πιο πέρα, μια οικογένεια με ένα τεράστιο φουσκωτό φλαμίνγκο και με τα παιδάκια τους να προσπαθούν να ισορροπήσουν πάνω του, ρουφώντας όλο αυτό κι εκείνοι με τη δική τους μοναδική συνταγή. Λίγο παρακάτω, ένα ζευγαράκι εντελώς απορροφημένο, βγάζει selfie μπροστά στο ηλιοβασίλεμα. Στη διπλανή ομπρέλα μια κοπέλα κάνει με τα χέρια της το σχήμα της καρδιάς με φόντο τη μαγεία. Ο φίλος της, υπακούοντας στις λεπτομερείς και σαφείς οδηγίες, προσπαθεί να το πιάσει με το κινητό του. Νομίζω προσεκτικά, για να μη βρει κανέναν μπελά.

Πιο κάτω, μια γιαγιά περπατάει προσεκτικά δίπλα στον εύθραυστο παππού και τον προσέχει σαν τα μάτια της. Μέσα σε αυτό το βλέμμα αντικρίζεις την αγάπη μιας ολόκληρης ζωής. Δεν χωράει πια μέσα μου. Και 10 καρδιές να είχα, πάλι δεν θα χώραγε.

Συνεχίζω να περπατάω προς το ψαροταβερνάκι. Η απόσταση δεν είναι παραπάνω από 500 μέτρα. Κι όμως, 500 ατέλειωτα μέτρα, γεμάτα χρώματα, ανθρώπους, ζωή και συναισθήματα.

Ο ταβερνιάρης, κλασικός Έλληνας με όλα τα καλά του Έλληνα. Πάνω απ' όλα, όμως, κουβαρντάς στην ψυχή, εκεί απ' όπου ξεκινούν όλα. Μου προσφέρει ένα από τα ομορφότερα τραπέζια του μαγαζιού κι ας μη με ξέρει.

Καπάκι πιάνει την κουβέντα με έναν Ιταλό πελάτη που έχει κάνει κράτηση για μια μεγάλη παρέα. Το όνομα του Ιταλού έχει κάτι από Σιδέρη. Ο δικός μου του εξηγεί σε άψογα ελληνικά(;) την ιστορία του Σιδέρη, ενός από τους σημαντικότερους ποδοσφαιριστές της χώρας μας. Του αναπαριστά με τέλεια παντομίμα πώς κλότσαγε την μπάλα. Εγώ χαζεύω την όρεξη και το μεράκι αυτού του ανθρώπου.

Ο Ιταλός τον κοιτάει προσεκτικά. Μετά από ώρα του εξηγεί με σπαστά αγγλικά ότι ούτε ελληνικά καταλαβαίνει αλλά ούτε Ιταλός είναι. Ο τύπος είναι Ρουμάνος. Κρατάω με το ζόρι τα γέλια μου. Ο μαγαζάτορας γυρίζει και με κοιτάει απογοητευμένος, αλλά τουλάχιστον παρηγοριέται που τελικά όλο αυτό δεν πήγε χαμένο. Του χαμογελάω ζεστά.

Παραγγέλνω ένα ωραίο ψάρι με σαλάτα κι αφήνω για λίγο το τραπέζι για να πάω στο γραφικό εκκλησάκι δίπλα. Με οδηγεί εκεί ένα πανέμορφο μικρό γεφύρι πάνω από τη θάλασσα. Το όλο σκηνικό λες και βγήκε από την ομορφότερη ταινία. Έξω από την εκκλησία ποζάρει μια καλοντυμένη παρέα με ένα αγοράκι στην αγκαλιά. Στα βρεγμένα μαλλάκια του έχουν βάλει με το ζόρι ένα καπέλο. Ο μικρός δυσανασχετεί οριακά, καθότι κουρασμένος. Μόλις έχει τελειώσει η βάφτιση.

Μοιράζομαι τις στιγμές μαζί τους. Σαν να κλέβω από τη χαρά τους. Μπαίνω μέσα στη γραφική εκκλησία και προσκυνώ. Πιο κάτω χαζεύω τη μισογεμάτη κολυμπήθρα με τα λάδια.

Βγαίνω έξω. Με πετυχαίνει χαμογελαστό ζευγαράκι που με αναγνωρίζει. Μιλάμε για τα βιβλία και βγάζουμε φωτογραφίες. Πρέπει να έχω ψηλώσει δέκα πόντους από καμάρι. Χαιρετάω τα παιδιά και συνεχίζω.

Γυρίζω στο τραπέζι και απολαμβάνω το υπέροχο δείπνο. Πιο πολύ, όμως, το υποδειγματικό ψήσιμο του ολόφρεσκου ψαριού. Συγχαίρω την τύπισσα που έχει την ταβέρνα. Είναι η δική της σειρά να ψηλώσει δέκα πόντους. Ξαναμπαίνει στο μαγαζί, και το γέλιο της φτάνει μέχρι τ' αυτιά. Στο τέλος με κερνάνε καρπούζι. Μια ακόμη υπενθύμιση ότι βρίσκομαι στην υπέροχη χώρα μου.

Συνεχίζω το περπάτημα στην περατζάδα με αργά βήματα και με όλες τις αισθήσεις ανοιχτές για να το χωρέσω όλο αυτό. Γονείς με καροτσάκια, οι πρώτοι ξένοι που πίνουν τις μπίρες τους κατακόκκινοι από τον ήλιο, δεκαπεντάρικα αγόρια και κορίτσια περπατάνε τσούρμο και πειράζει το ένα το άλλο. Νιώθω μαζί τους κι εγώ τα πρώτα σκιρτήματα του έρωτα, αυτού του μοναδικού συναισθήματος που κάνει όλο το Σύμπαν να γυρίζει.

Πιο κάτω, μια γιαγιά περπατάει προσεκτικά δίπλα στον εύθραυστο παππού και τον προσέχει σαν τα μάτια της. Μέσα σε αυτό το βλέμμα αντικρίζεις την αγάπη μιας ολόκληρης ζωής. Δεν χωράει πια μέσα μου.


Και 10 καρδιές να είχα, πάλι δεν θα χώραγε.

Γεμάτος με όλο αυτό, αλλά και με το μισογεμάτο μπουκάλι νερό στο δεξί μου χέρι, μπαίνω στο σμαρτάκι μου και κατευθύνομαι στο ξενοδοχείο.

Μπαίνοντας στο δωμάτιο, ανοίγω το παράθυρο διάπλατα και αφήνομαι να με λούσει όλο αυτό το υπέροχο δροσερό βραδινό καλοκαιρινό αεράκι. Ξαπλώνω ανάσκελα στο κρεβάτι και το ξαναφέρνω όλο αυτό στο μυαλό μου, πιο πολύ όμως στην ψυχή μου. Το συναίσθημα διαπερνάει κάθε κύτταρό μου. Ξεχειλίζω ευτυχία από αυτή την ξεχωριστή βραδιά, από αυτό το ξεχωριστό καλοκαίρι, από αυτή την ξεχωριστή ζωή. Ξεχειλίζω ευγνωμοσύνη προς τον Πλάστη που μου έχει δώσει όλα αυτά για να μπορώ να απολαύσω όλο αυτό.

Νομίζω, μία από τις ομορφότερες βραδιές της ζωής μου.


Το χαμόγελό μου κι εμένα μέχρι τ' αυτιά.


Αποκοιμιέμαι κατευθείαν.

Ταξίδια
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Νάπολη: Γιορτάζοντας τη χαρά της ζωής στη σκιά του Βεζούβιου

Nothing Days / Νάπολη: Γιορτάζοντας τη χαρά της ζωής στη σκιά του Βεζούβιου

Ένα «ανοιξιάτικο» τριήμερο σε μία πόλη που ξέρει από φυσικές καταστροφές αλλά ξέρει και να υμνεί τη ζωή, και μία μεγάλη βόλτα στην Πομπηία και στο Ερκολάνο. Από το αρχαίο «fast food» στις σύγχρονες γεύσεις της ναπολιτάνικης κουζίνας.
M. HULOT
Ο Δημήτρης και ο Κερέμ κάνουν πράξη την ελληνοτουρκική φιλία

Ταξίδια / Ο Δημήτρης και ο Κερέμ κάνουν πράξη την ελληνοτουρκική φιλία

Ο ένας Έλληνας, ο άλλος Τούρκος. Δύο άνθρωποι που γνωρίστηκαν, έγιναν φίλοι και αποφάσισαν να δημιουργήσουν έναν χώρο που να αποτυπώνει όλα όσα τους συνδέουν − και όχι όσα τους χωρίζουν. Το «Meraki Café» στην Κωνσταντινούπολη. 
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Μπορεί να μην είναι ρόδινα τα πράγματα στην επαρχία, αλλά και πού είναι;»

Γειτονιές της Ελλάδας / «Μπορεί να μην είναι ρόδινα τα πράγματα στην επαρχία, αλλά και πού είναι;»

Η Ευγενία Μαστοράκη άφησε την Αθήνα για την Οκτωνιά, ένα μικρό, γραφικό χωριό στην Εύβοια, όπου ζει με τον σύζυγό της και τα δυο τους παιδιά. Της λείπουν πολλά πράγματα, αλλά εκεί ανασαίνει καλύτερα.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Η επαρχία έχει ανάγκη όλους εκείνους που κάθε Χριστούγεννα, Πάσχα ή καλοκαίρι επιστρέφουν στους τόπους τους και λένε: «Τι ωραία θα ήταν να γυρνούσα μόνιμα»

Γειτονιές της Ελλάδας / «Η κατάσταση στο Μεσολόγγι σήμερα είναι δύσκολη αλλά και ελπιδοφόρα»

Ο Αλέξανδρος Παναγιωτόπουλος επέστρεψε στο Μεσολόγγι και δημιούργησε την ομάδα Messolonghi by Locals με στόχο να επαναφέρει στο προσκήνιο την αξία τού να μένεις, να ζεις και να δημιουργείς στον τόπο σου.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
«Η παλιά Ελλάδα που νομίζαμε πως χάθηκε ζει ακόμα σε τόπους σαν τη Νίσυρο»

Γειτονιές της Ελλάδας / «Στη Νίσυρο οι άνθρωποι δουλεύουν - αλλά υπάρχει χρόνος και για την ψυχή»

Τη στιγμή που η Καλαμάτα άρχισε να του θυμίζει την Αθήνα, ο Σταύρος Παναγιωτόπουλος μετακόμισε σε έναν τόπο όπου δεν χρειάζεται να περιμένει τις διακοπές, μια και έχει το καλοκαίρι έξω από την πόρτα του.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Οδοιπορικό στη «Στέγη του Κόσμου», το Θιβέτ

Ταξίδια / Οδοιπορικό στη «Στέγη του Κόσμου», το Θιβέτ

Σ’ αυτόν τον τόπο, ανάμεσα σε πανύψηλες χιονοσκέπαστες κορφές και απύθμενες χαράδρες, ο χρόνος και ο χώρος διαστέλλονται, ενώ στους απέραντους αγριότοπους όπου κατοικεί ο Θεός επιζεί ακόμα η γαλήνη ενός χαμένου παραδείσου.
ΣΤΕΛΙΟΣ ΒΑΡΒΑΡΕΣΟΣ
Η Ελένη Νέρουππου άφησε την Αθήνα και βλέπει πια τους κόπους μιας χρονιάς στο Βασιλικό Ευβοίας να ανταμείβονται σε ένα μπουκάλι κρασί

Γειτονιές της Ελλάδας / «Στη φύση, καθετί που παράγεις νιώθεις ότι είναι παιδί σου»

Η Ελένη Νέρουππου άφησε το Παγκράτι για να καλλιεργεί αμπέλια στο Βασιλικό Ευβοίας, για να ζήσει σε έναν τόπο όπου «οι ρυθμοί είναι πιο αργοί και σου επιτρέπουν να απολαύσεις ό,τι κάνεις».
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Ανακαλύπτοντας την ξεχασμένη ελληνική κοινότητα της Αντίς Αμπέμπα 

Ταξίδια / Ανακαλύπτοντας την ξεχασμένη ελληνική κοινότητα της Αντίς Αμπέμπα 

Οι σκηνοθέτες Χρόνης Πεχλιβανίδης και Μαρία Γιαννούλη, κάνοντας έρευνα για το νέο τους ντοκιμαντέρ στην Αιθιοπία, ήρθαν σε επαφή με τα απομεινάρια της άλλοτε ένδοξης ελληνικής παροικίας. 
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Τρέλα θέλει το βουνό και ενέργεια»

Γειτονιές της Ελλάδας / «Τρέλα θέλει το βουνό και ενέργεια»

Από τα Σεπόλια έως την Τρίπολη και το καταφύγιο του Μαινάλου, ο Άρης Γιαννούκος αφηγείται την 20χρονη πορεία του μακριά από την πρωτεύουσα και πώς βρήκε στο βουνό πνευματική ηρεμία, λιγότερο άγχος και καθαρό μυαλό.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Γιατί τα ταξίδια δεν έφεραν πιο κοντά τους ανθρώπους

Ταξίδια / Γιατί τα ταξίδια δεν έφεραν πιο κοντά τους ανθρώπους;

Τα ταξίδια στο εξωτερικό αυξάνονται εδώ και δεκαετίες σε όλο τον κόσμο. Το ίδιο όμως και ο εθνικισμός. Όπως φαίνεται, μόνο ο Μαρκ Τουέιν πίστεψε ότι «τα ταξίδια σκοτώνουν την προκατάληψη, τη μισαλλοδοξία και τη στενομυαλιά».
THE LIFO TEAM
«Η εργασία έχει πάψει να είναι μόνο τρόπος επιβίωσης και έχει γίνει κομμάτι του τρόπου που επιλέγω να ζω»

Γειτονιές της Ελλάδας / «Ο κόκοράς μας τραγουδάει, λες και κάνει soundcheck σε φεστιβάλ»

Η Κατερίνα Ζέρβα δημιούργησε, μαζί με φίλους της, το Evergreen Project, μια ιδιαίτερη κοινότητα στη Φθιώτιδα, όπου «οι ανατολές είναι ζωγραφιά» και όλα συνυπάρχουν «σαν μια μεγάλη, αγαπημένη οικογένεια».
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
«Η εικόνα που κυκλοφορεί για τα χωριά ως απομονωμένες κοινότητες κάπου στην Άγρια Δύση δεν θα μπορούσε να απέχει περισσότερο από την πραγματικότητα».

Γειτονιές της Ελλάδας / Η Χριστίνα βρήκε το χωριό των ονείρων της, με έναν τρόπο που θα ζήλευε κι ο Κοέλιο

Όλο το σύμπαν συνωμότησε, ώστε η Χριστίνα Πιλαβίδου και ο σύζυγός της, σε μια παρόρμηση της στιγμής, να αφήσουν την Αθήνα για το Αργυροχώρι Φθιώτιδας. Σήμερα μεγαλώνουν τα τρία τους παιδιά με τρόπο όσο το δυνατόν πιο αυτάρκη και καταρρίπτουν όλα τα κλισέ για την επαρχία.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ