Το September είναι ένα πολύ girly και χρωματιστό μαγαζί στην Απόλλωνος που πάντα μου φτιάχνει τη διάθεση· πάντα βρίσκω εκεί κάτι να αγοράσω. Σε αυτό έχει μεταφέρει η Ελισάβετ το ωραίο της στυλ. Μου αρέσει η νεανική της ενέργεια και που παίζει με τη μόδα με μια τόλμη ζηλευτή. Ενώ δοκιμάζω μια μπλούζα, τη ρωτάω αυθόρμητα: «Πώς μοιάζει το σπίτι σου;» «Σαν δίδυμο αδελφάκι του μαγαζιού», μου απαντάει. «Να έρθω να το φωτογραφίσουμε;» της προτείνω και χωρίς δεύτερη σκέψη εκείνη ανοίγει επί τόπου την ατζέντα της για να δει πότε έχει κενό.
Εt voilà, λίγες εβδομάδες μετά, να ’μαι στο διαμέρισμά της στο Παγκράτι. Μου ανοίγει την πόρτα και ένα σύμπαν σαν τσιχλόφουσκα ξετυλίγεται μπροστά μου. Είναι το σπίτι που θα ήθελα να έχει η φιλενάδα των παιδικών μου χρόνων, όπου θα παίζαμε με Lego και κούκλες όλη μέρα.
«Τι χαρούμενος πλανήτης είναι εδώ!» αναφωνώ. «Σ’ αρέσει;» με ρωτάει με μια ανάσα ανακούφισης. «Πρώτα θα κάνουμε τη συνέντευξη και μετά θα παίξουμε», της λέω σαν να είμαι η εννιά χρονών. «Τι φάση είναι αυτή; Πώς, πού, τι;» κάνω με απορία. Μου εξηγεί ότι μένει σ’ αυτό το διαμέρισμα τα τρία τελευταία χρόνια. Ήρθε μετά από έναν χωρισμό και ήταν πολύ τυχερή γιατί, ενώ δεν είχε κέφια, αυτό είναι το πρώτο σπίτι που είδε και το έκλεισε αμέσως. «Πιο γρήγορα έκλεισα αυτό το διαμέρισμα απ' ό,τι θα αγόραζα ένα t-shirt», λέει. Το Παγκράτι τής άρεσε πάντα. Δηλώνει παιδί του κέντρου και της αρέσει να τα κάνει όλα με τα πόδια. «Δεν αντέχω να είμαι κολλημένη στην κίνηση. Άλλωστε, δεν οδηγώ. Δεν έχω καν δίπλωμα, όποτε μόνο τα πόδια μου εμπιστεύομαι».
Τα πιο πολύτιμα αντικείμενα της Ελισάβετ είναι η συλλογή της από Playmobil και η γιγάντια Playmobil πριγκίπισσά της. Τη βρήκε σε ένα παιχνιδάδικο στο Κιάτο.
Τη ρωτάω αν, πριν διακοσμήσει το σπίτι, το είχε κάπως φανταστεί. Οι σπουδές της είναι πάνω στο interior design, οπότε τα βασικά τα γνώριζε, αλλά αργότερα την κέρδισε η μόδα. Έφτιαξε ένα μπλογκ και εκεί άφησε ελεύθερο τον εαυτό της να πειραματιστεί και να εκφραστεί. «Εν αρχή ην η μόδα», δηλώνει με σοβαρότητα. «Όταν εξασκήσεις την αισθητική σου, το μάτι σου, μεταφέρεις το στυλ και στον χώρο όπου ζεις. Όταν βρεις τι σου αρέσει περίπου να φοράς, θα βρεις και ποια πολυθρόνα σού ταιριάζει. Στο κεφάλι μου μόδα και διακόσμηση είναι ένα πράγμα. Το καλύτερο που μου λένε όσοι με ξέρουν είναι ότι το σπίτι μου είμαι εγώ». Είναι το πρώτο σπίτι στο οποίο ζει μόνη της μετά το φοιτητικό της. «Έτσι χώρεσα τον εαυτό μου χωρίς φόβο και με θράσος». «Γιατί θράσος;» τη ρωτάω. Χρησιμοποιεί τη λέξη θράσος με την έννοια της ελευθερίας της έκφρασης με κάθε τρόπο. Το σπίτι είναι «ελισαβετοκεντρικό», δηλώνει.
Το έφτιαξε σιγά σιγά. Κάτι πρόσθετε, κάτι αφαιρούσε, σαν εξίσωση. Για χρώμα διάλεξε το γκρι ανοιχτό ως ουδέτερο καμβά για να απλώσει την πολύχρωμη, όπως τη λέει, «πραμάτεια» της.
Τα πιο πολύτιμα αντικείμενά της είναι η συλλογή της από Playmobil και η γιγάντια Playmobil πριγκίπισσά της. Τη βρήκε σε ένα παιχνιδάδικο στο Κιάτο. «Αυτός που μου την πούλησε δεν ήξερε μάλλον τι μου πουλούσε. Του τη ζήτησα, την έβγαλε μετά τις γιορτές απ’ τη βιτρίνα και μου την έδωσε σε πολύ καλή τιμή, ενώ σε δημοπρασίες αυτά τα βρίσκεις πανάκριβα. Ήμουν απίστευτα τυχερή», λέει.
«Σου αρέσουν τα παιχνίδια», παρατηρώ και το μάτι μου πέφτει σε μια κούκλα-Σάκης Ρουβάς. «Μ’ αρέσουν τα παιχνίδια, μ’ αρέσει το καλτ, μ’ αρέσει να μην υπάρχουν κανόνες». Άραγε, τα παιχνίδια είναι αυτά που είχε και μικρή; «Μικρή δεν έπαιζα ιδιαίτερα με παιχνίδια. Μου βγήκε όταν ήμουν πια μεγάλη η αγάπη να συλλέγω Playmobil». Τη ρωτάω ποιο είναι το αγαπημένο της. «Πολύ δύσκολη ερώτηση» λέει, σαν να πρόκειται για ισολογισμούς. Σηκώνεται και πηγαίνει σκεφτική στη βιτρίνα όπου τα έχει μαζεμένα. «Δεν το έχω σκεφτεί ποτέ. Νομίζω αγαπημένα μου είναι η νύφη και ο γαμπρός», λέει και μου τους φέρνει στον καναπέ. Της προτείνω, εάν και εφόσον παντρευτεί, να τα βάλει πάνω στη γαμήλια τούρτα. Γελάει και μου απαντάει παιχνιδιάρικα: «Τι νομίζεις, δεν το ’χω σκεφτεί;».
Μιλάμε για τα έπιπλά της. Μου λέει ότι έχει κάνει ένα πάντρεμα από πιο φτηνά έπιπλα μαζί με πιο ιδιαίτερα κομμάτια. «Δεν μπορώ να κάνω εκπτώσεις σε κάποια πράγματα. Αυτό το Kartell χρυσό κομοδίνο το ήθελα χρυσό, δεν θα διαπραγματευόμουν μεταξύ αυτού και κάποιου που έβρισκα πιο φτηνό στο marketplace σε άλλο χρώμα». O καναπές της είναι παλιός, τον βρήκε στο σπίτι όταν ήρθε, τον είχαν αφήσει. Το μόνο που του έκανε ήταν έναν βιολογικό καθαρισμό. Το τραπέζι τής το έδωσε ο φίλος της ο Μίλτος από το Studio Materiality, όπως και τις γαλάζιες καρέκλες. Οι δυο ροζ καρέκλες είναι από ένα καφέ απέναντι από το μαγαζί∙ της τις έδωσαν όταν άλλαξαν διακόσμηση.
Της ζητάω να μου μιλήσει για τις συλλογές της, γιατί παρατηρώ ότι βάζει τα πράγματα σε σύνολα. Μου εξηγεί ότι της προκύπτουν τυχαία: «Να, βρήκα ένα ωραίο κερί, μετά σκέφτηκα ότι το κερί χρειάζεται ένα κηροπήγιο, μετά πήρα άλλο ένα κηροπήγιο και κάπως έτσι βρέθηκα με δεκαπέντε κηροπήγια. Τα έβαλα σε ένα ράφι όλα μαζί να κάνουν παρέα».
Όσο για την τέχνη, δηλώνει λάτρης, αλλά προς το παρόν έχει την τέχνη που αντέχει το πορτοφόλι της. Εύχεται στο μέλλον να έχει περισσότερα έργα. Μου δείχνει όμως με καμάρι μια φωτογραφία της Αλίνας Λέφα και μια μεταξοτυπία της Ιωάννας Χατζηανδρέου. Μια φωτογραφία του Κωστή Φωκά, μια ζωγραφιά του μικρού της αδελφού και μια συσκευασία δώρου Βarbie, δώρο μιας φίλης της για τα Χριστούγεννα. «Πάντως τον τοίχο τον γέμισες», παρατηρώ. «Αυτό ήταν το ζητούμενο. Κάτω οι άσπροι τοίχοι, ναι στον πλουραλισμό», λέει με πάθος, σαν να πρόκειται για μανιφέστο.
Από το πατρικό της έχει ένα πορτοκαλί φωτιστικό που το έχει βάλει πάνω στην τραπεζαρία. «Το σούφρωσα από τον πατέρα μου που είναι μαζώχτρας και έχει τρέλα με τα παλιά αντικείμενα. Στο κομοδίνο μου το κέντημα με τη γάτα και δυο μικρότερα καδράκια παραδίπλα είναι από το σπίτι της γιαγιάς μου. Επίσης το κρεβάτι μου μού το έφτιαξε ο μπαμπάς μου γιατί δεν έβρισκα κάτι να μου αρέσει».
«Είσαι σπιτόγατα;» τη ρωτάω. «Δεν ήμουν, αλλά έγινα. Όσο δεν είχα τον ολόδικό μου χώρο, το σπίτι δεν με κράταγε. Ενώ εδώ το νιώθω πια φωλίτσα μου. Έρχομαι και κουρνιάζω και το σπίτι είναι σαν να μ’ αγκαλιάζει και να με αποφορτίζει από όλα», λέει.
«Πώς περνάς τον ελεύθερό σου χρόνο σου στο σπίτι;» «Μαγειρεύω, ακούω μουσική, τραγουδάω. Το καλύτερό μου είναι να έρχονται φίλοι. Κάθε λίγο ψάχνω αφορμή για να τους μαζέψω. Φτιάχνω event. Σε λίγες μέρες θα γίνει ο στολισμός του δέντρου, που τον κάνουμε όλοι μαζί, και θα γίνει χαμούλης», μου απαντάει.
Κι αυτό το τσαντάκι που έχει βάλει για διακοσμητικό σε ένα από τα ράφια της; Πρόκειται για τη θήκη της φωτογραφικής μηχανής Polaroid. «Περνούσα την ιριδίζουσα φάση μου, όποτε σε αυτό το ράφι έβαλα όλα τα ιριδίζοντα αντικείμενα. Εκεί είναι το ράφι της Άννας Βίσση. Είμαι “βισσικιά”, την αγαπώ», δηλώνει και μου δείχνει μια σύνθεση με δίσκους που έχει ως θεματική την τραγουδίστρια.
«Έχω και την οσκαρική γωνιά», λέει και μου δείχνει τα αυτόγραφα που έχει εκτυπώσει με τη φωτογραφία της. Σκάμε στα γέλια. Πέρυσι συμμετείχε ερασιτεχνικά σε μια θεατρική παράσταση και τύπωσε αυτά τα αυτόγραφα και τα μοίραζε σε φίλους και γνωστούς για πλάκα. Φυσικά, πάνω στο ράφι έχει ένα ψεύτικο Όσκαρ. «Έχω βγάλει άπειρους λόγους μ’ αυτό το πλαστικό Όσκαρ μπροστά στους φίλους μου».
Η Ελισάβετ έχει χωρέσει στο διαμέρισμα το χιούμορ, τις εμμονές και το πολύπλευρο εγώ της. «Πώς είναι ένα σπίτι με έρωτα;» τη ρωτάω. «Πιο ζεστό. Βέβαια, όσο μεγαλώνω συνειδητοποιώ, κι ας ακούγεται κλισέ, ότι όσο περισσότερη αγάπη δίνουμε στον εαυτό μας, τόσο καλύτερα ρυθμίζουμε τη θερμοκρασία μας και δεν χρειαζόμαστε απαραίτητα κάποιον δίπλα μας να μας ζεστάνει. Σου τα λέω αυτά εγώ που είμαι στρατευμένη στον έρωτα και πρόθυμη να μπω σε κάθε νέα μάχη».
«Πώς είναι η συγκατοίκηση με δυο γάτες;» «Συχνά έχω την αίσθηση ότι είναι δικό τους το σπίτι και με φιλοξενούν», αστειεύεται. «Είναι υπέροχες! Και είναι πάντα ένας λόγος που θέλω να γυρίσω σπίτι, για να τις δω. Τώρα, δε, που χειμωνιάζει, είναι τέλεια που χουχουλιάζουμε και κοιμόμαστε αγκαλιά. Καμιά φορά μού φαίνονται σαν λούτρινα κουκλάκια, αλλά ζωντανά. Οι γάτες είναι ευτυχία», συμπληρώνει.
«Πού αράζεις περισσότερο μέσα στο σπίτι;», τη ρωτάω. «Επί του καναπέως, βεβαίως βεβαίως», λέει. «Αν αυτός ο καναπές μπορούσε να μιλήσει, θα έλεγε άπειρες ιστορίες, ίσως και να με εξέθετε», συνεχίζει και μου κλείνει το μάτι. Της ζητάω να θυμηθεί μια πολύ ευτυχισμένη στιγμή στο σπίτι. «Είχα κανονίσει να κάνουμε εδώ ρεβεγιόν. Γύρισα αργά από το μαγαζί, ήμουν αγχωμένη και κουρασμένη, αλλά βρήκα την ενέργεια να ντυθώ και να στολιστώ. Είχα ντύσει και τη γάτα, είχα μαγειρέψει και όταν όλοι χαλαρώσαμε ήταν σαν να έβλεπα την εικόνα από κάπου ψηλά. Ένιωσα χαρά για τη ζωή που είχα φτιάξει για τους φίλους μου. Σαν όλα να είχαν τη δική τους νομοτέλεια και εκείνη τη στιγμή έμοιαζαν όλα σωστά», θυμάται.
Φεύγοντας, στην πόρτα, της λέω: «Ποιο τραγούδι θα αφιέρωνες σ’ αυτό το σπίτι;». Μου απαντάει χωρίς δεύτερη σκέψη, σαν να περίμενε ότι θα της έκανα την ερώτηση: «Θα έλεγα τα “Σεντόνια” της Βίσση, γιατί μετά τον χωρισμό, όταν πρωτομπήκα σ’ αυτό το σπίτι, ταίριαζαν πολύ οι στίχοι με τις άδειες κούτες στο σαλόνι και την καινούργια θέα απ’ το μπαλκόνι. Είπα κι εγώ “χαίρω πολύ” στον καινούργιο μου εαυτό».
Πέρασα καλά στης Ελισάβετ, είναι σαν να επέστρεψα σε ένα δικό μου, πιο ανάλαφρο χθες. Στο αυτοκίνητο έβαλα στη διαπασών τα «Σεντόνια» της Βίσση. Κάθε μέρα είναι μια καλή ευκαιρία να πεις «χαίρω πολύ» στον καινούργιο σου εαυτό!