Μια κιτρινισμένη φωτογραφία με γέροντες που φορούν την παραδοσιακή μετσοβίτικη φορεσιά και κάθονται στα παγκάκια της κεντρικής πλατείας του χωριού, κρατώντας τις γκλίτσες τους, είναι η παλαιότερη απόδειξη της οικογενειακής μας παρουσίας στο Μέτσοβο, όταν ακόμη ήμουν σε προσχολική ηλικία.
Ούσα φοιτήτρια στα Γιάννενα, οι επισκέψεις μου στο κεφαλοχώρι πύκνωσαν, καθώς όποτε μας έπιανε ο οίστρος, παίρναμε το λεωφορείο και πεταγόμασταν για εκδρομούλα και κοψίδια. Στο Μέτσοβο ήταν που δούλεψα και για πρώτη φορά, μοιράζοντας φυλλάδια μιας φαρμακευτικής εταιρείας κατά τη διάρκεια ενός διεθνούς συνεδρίου μικροχειρουργικής, με μόνο εφόδιο μια σχετικά κοντή φούστα και το κατάλληλο… επώνυμο.
Λόγω μιας ξεγυρισμένης χιονόπτωσης αποκλειστήκαμε, η εργασία αποδείχθηκε τριήμερη εκδρομή μετ’ αποδοχών και εγώ έχω να θυμάμαι τη βραδιά που έφαγα περισσότερο από ποτέ άλλοτε στη ζωή μου. Η δεξίωση καλωσορίσματος στο Ίδρυμα Αβέρωφ, με άπαντα τα παραδοσιακά φαγητά της Ηπείρου, όλα τα τυριά του τυροκομείου Αβέρωφ και το μοναδικό «Κατώγι» που έρρεε άφθονο είχαν ως αποτέλεσμα να με βρει το ξημέρωμα καθιστή στο κρεβάτι, περιμένοντας να δω αν θα χωνέψω ή θα πεθάνω.
Ξεκινήστε τη μέρα σας με έναν καφέ στην καρδιά του χωριού και ρίξτε μια ματιά στα μαγαζιά πέριξ της πλατείας, όπου θα βρείτε τα αγαθά του Αβραάμ και του Ισαάκ –ανάμεσά τους και κάποια από τα δυσεύρετα τυριά του τυροκομείου του Ιδρύματος Τοσίτσα–, για να «πάρετε» το Μέτσοβο στο σπίτι σας.
Από τότε κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι: ο δρόμος που με ανακάτευε φρικτά, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, αντικαταστάθηκε από την Εγνατία, ο παππούς στο παγκάκι έγινε μπρούντζινο άγαλμα διά χειρός Κυριάκου Ρόκου, το Μέτσοβο αναπτύχθηκε τουριστικά ακόμα περισσότερο, η αγάπη μου όμως γι’ αυτό παρέμεινε ακλόνητη.
Πρώτη ημέρα
Ο μικρός συνοικισμός ποιμένων που αναφέρεται για πρώτη φορά με το όνομα Μέτσοβο το 1380 εξελίχθηκε γρήγορα χάρη στη γεωγραφική του θέση. Καθώς το 1430 ο Μουράτ Β’ παραχώρησε προνόμια στους Μετσοβίτες, τα οποία διατηρήθηκαν μέχρι την εποχή του Αλή Πασά, το Μέτσοβο άνθησε οικονομικά, χάρη κυρίως στο εμπόριο, την κτηνοτροφία, τα ξυλόγλυπτα και τα υφαντά του.
Οι Μετσοβίτες έμποροι που δραστηριοποιήθηκαν στη Ρωσία και στις παραδουνάβιες Ηγεμονίες δεν ξέχασαν τη γενέτειρά τους, την οποία προίκισαν με γεφύρια, σχολεία και δημόσια κτήρια.
Το Μέτσοβο απελευθερώνεται και ενσωματώνεται στην υπόλοιπη Ελλάδα στις 31 Οκτωβρίου 1912. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και ενώ η χώρα ακόμα «αιμορραγεί», ιδρύεται το 1947 το Ίδρυμα Βαρώνου Μιχαήλ Τοσίτσα (1885-1950) μετά από μακρόχρονη αλληλογραφία του βαρώνου με τον Ευάγγελο Αβέρωφ Τοσίτσα (1910-1990), που έψαχνε πόρους για να βοηθήσει τον τόπο καταγωγής του.
Το 1959, ο Ευάγγελος Αβέρωφ, αναζητώντας έναν τρόπο να ανακόψει το μεταναστευτικό ρεύμα, θέτει σε εφαρμογή το όραμά του για την οικονομική και κοινωνική ανασυγκρότηση του τόπου με την ίδρυση ενός σύγχρονου οινοποιείου και ενός πρότυπου τυροκομείου.
Εισάγει από τη Γαλλία και φυτεύει για πρώτη φορά στην Ελλάδα Cabernet Sauvignon, Merlot και Cabernet Franc, δημιουργώντας τους υψηλότερους αμπελώνες στην Ελλάδα, σε υψόμετρο 1.050 μέτρων.
Το πρώτο κρασί, το «Κατώγι Μετσόβου», θα το οινοποιήσει στο κατώγι του σπιτιού και θα σχεδιάσει την ετικέτα ο ίδιος σε ένα από τα επιστολόχαρτα του πολιτικού του γραφείου – μετά τον θάνατό του το κρασί θα μετονομαστεί σε «Κατώγι Αβέρωφ».
Το σχέδιο ανάκαμψης του Αβέρωφ πέτυχε και με το παραπάνω, εξού και ο ανδριάντας του, έργο του γλύπτη Γιάννη Παππά, που δεσπόζει στην πλατεία. Το χωριό, που είναι χτισμένο αμφιθεατρικά σε ύψος 1.160 μέτρων, όχι μόνο συγκράτησε τους κατοίκους του αλλά από τα τέλη της δεκαετίας του ’60 και μετά σταδιακά αναδείχθηκε σε δημοφιλή τουριστικό προορισμό.
Ξεκινήστε την περιήγησή σας από την κεντρική πλατεία, όπου, αν είστε τυχεροί, μπορεί να δείτε ηλικιωμένους άνδρες με τις κάπες και τις γκλίτσες τους να έχουν πιάσει κουβέντα – αν δεν καταλαβαίνετε λέξη είναι γιατί εδώ μιλάνε και βλάχικα, μια και το Μέτσοβο αποτελεί ένα από τα ιστορικά κέντρα των Ελλήνων Βλάχων.
Η Αγία Παρασκευή (15ος αι.) με το μεγαλοπρεπές καμπαναριό (1880-1885) είναι η μητρόπολη του χωριού και το ξυλόγλυπτο τέμπλο της (1730), που φιλοτεχνήθηκε από ντόπιους τεχνίτες, έχει μεγάλη καλλιτεχνική αξία. Οι εικόνες τής πάνω ζώνης του τέμπλου χρονολογούνται την ίδια περίοδο με αυτό, ενώ εκείνες του κάτω διαζώματος είναι ρωσικές και έναν αιώνα μεταγενέστερες.
Η Πινακοθήκη Ε. Αβέρωφ, που ιδρύθηκε από τον ίδιο το 1988, είναι ένα ακόμα από τα δώρα του Ευάγγελου Αβέρωφ στο Μέτσοβο. Βασικός κορμός της συλλογής, η οποία έχει πλέον υπερδιπλασιαστεί, είναι τα διακόσια έργα Ελλήνων καλλιτεχνών του 19ου και 20ού αιώνα, που συνέλεξε και δώρισε ο ιδρυτής της, μαζί με το κτίριο που έχτισε για να τη στεγάσει.
Αφού ολοκληρώσετε την επίσκεψή σας στην Πινακοθήκη, αναζητήστε το ανακαινισμένο Αρχοντικό Τοσίτσα (1661), όπου στεγάζεται το ιδιαίτερα ενδιαφέρον Λαογραφικό Μουσείο του Μετσόβου, ένα από τα πρώτα έργα του Ιδρύματος Βαρώνου Μιχαήλ Τοσίτσα – αξίζει να σημειωθεί ότι ο βαρώνος πέθανε το 1950, χωρίς ποτέ να έχει επισκεφθεί την Ελλάδα.
Ο Αβερώφειος Κήπος, πάνω από την πλατεία, είναι ό,τι πρέπει για να πάρετε μια ανάσα. Φυτεμένος με τα ενδημικά είδη της Πίνδου, είναι έργο ενός από τους μεγαλύτερους ευεργέτες της Ελλάδας, του Γεωργίου Αβέρωφ (1815-1899), ο οποίος χρηματοδότησε την ανακαίνιση του Παναθηναϊκού Σταδίου, την επέκταση του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου αλλά και την απόκτηση του ομώνυμου θωρηκτού.
Στο κέντρο του κήπου βρίσκεται η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, όπου προσευχήθηκε ο ευπατρίδης προτού αναζητήσει την τύχη του στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Από εκεί φρόντισε να στείλει έναν κηπουρό για τη δημιουργία του κήπου, ενώ επισκεύασε και το παλιό εκκλησάκι, καθώς, όπως φαίνεται, ο άγιος βοήθησε και με το παραπάνω.
Υποθέτω ότι οι μυρωδιές από τις ταβέρνες της περιοχής σάς έχουν ήδη σπάσει τη μύτη, οπότε ήρθε η ώρα να ικανοποιήσετε την πείνα σας. Το Μέτσοβο είναι ο παράδεισος του καλοφαγά, διαλέξτε λοιπόν ταβέρνα και δεν πρόκειται να μείνετε παραπονεμένοι.
Δεύτερη ημέρα
Ξεκινήστε τη μέρα σας με έναν καφέ στην καρδιά του χωριού και ρίξτε μια ματιά στα μαγαζιά πέριξ της πλατείας, όπου θα βρείτε τα αγαθά του Αβραάμ και του Ισαάκ –ανάμεσά τους και κάποια από τα δυσεύρετα τυριά του τυροκομείου του Ιδρύματος Τοσίτσα– για να «πάρετε» το Μέτσοβο στο σπίτι σας.
Κατηφορίζοντας προς τον Μετσοβίτικο Ποταμό, θα συναντήσετε δύο σημαντικά μοναστήρια, την Ιερά Μονή Αγίου Νικολάου με τις τοιχογραφίες του ζωγράφου Ευσταθίου, που χρονολογούνται από το 1702, και την Ιερά Μονή Κοιμήσεως Θεοτόκου (1754), στα υπόγεια της οποίας κατέφευγαν οι χωρικοί κατά τη διάρκεια των βομβαρδισμών του ’40.
Το χωριό και η γύρω περιοχή διαθέτει και κοντά είκοσι παραδοσιακές βρύσες με νερά πηγών που χρονολογούνται από τον 18ο και 19ο αιώνα. Στην πλατεία ξεχωρίζει μια πετρόκτιστη βρύση του 1858 με ανάγλυφες παραστάσεις, η οποία έχει το ανυπέρβλητο όνομα «Φοντάνα ντι κάμπουρι ντι ντισούπρα», ελληνιστί «βρύση πάνω από την πλατεία».
Αν πάλι το κρασί σάς συγκινεί περισσότερο –απολαύστε υπεύθυνα–, ήρθε η ώρα για μια βόλτα στο Οινοποιείο Κατώγι Αβέρωφ, επικεφαλής του οποίου σήμερα είναι ο εγγονός του ιδρυτή του. Το οινοποιείο, στο οποίο λειτουργεί και ξενοδοχείο, προσφέρει ξεναγήσεις και διαθέτει αίθουσα γευσιγνωσίας αλλά και πωλητήριο για τα περαιτέρω.
Οι έχοντες όχημα και διάθεση για οδήγηση μπορείτε να ξεκινήσετε για τη Λίμνη Αώου, την πιο ορεινή μεγάλη λίμνη της Ελλάδας, που βρίσκεται σε υψόμετρο 1.350 μέτρων, στην καρδιά της βόρειας Πίνδου.
Η γαλήνια λίμνη με τα νησάκια και τα μικρά φιορδ, που πλαισιώνεται από οξιές, μαύρα πεύκα και ρόμπολα, είναι «δώρο» της ΔΕΗ, που το 1987 κατασκεύασε φράγμα στον ποταμό Αώο. Οι αθλητικοί τύποι, όταν η εποχή το επιτρέπει, μπορείτε να κάνετε κανόε-καγιάκ, οι υπόλοιποι χαλαρώστε και απολαύστε το μοναδικό αλπικό τοπίο.
Για τους λάτρεις του σκι υπάρχουν σε απόσταση αναπνοής όχι μία αλλά τρεις επιλογές: το χιονοδρομικό κέντρο Πολιτσιές, το Χιονοδρομικό Κέντρο Μετσόβου (Καρακόλι), το μικρό ιστορικό χιονοδρομικό στη δημιουργία του οποίου συνέβαλε ο Ευάγγελος Αβέρωφ στο πλαίσιο της τουριστικής ανάπτυξης του χωριού, και το νεότερο χιονοδρομικό κέντρο της Ελλάδας, το Χιονοδρομικό Κέντρο Ανηλίου, που λειτουργεί από το 2012 και, εκτός από πίστες για κάθε επίπεδο, προσφέρει και τη δυνατότητα για καταβάσεις σε απάτητο χιόνι.
Προσωπικά, σκι δεν έχω κάνει ποτέ στη ζωή μου και οι επισκέψεις μου στα χιονοδρομικά περιορίζονται σε ηλιοθεραπεία με ζεστή σοκολάτα ανά χείρας, εάν και εφόσον υπάρχει ήλιος.
Αυτή είναι και η μόνη επιλογή από τις πολλές που προσφέρει το Μέτσοβο, η οποία δεν με συγκινεί. Μικρό το κακό. Με συγκινούν τα πέτρινα σπίτια με τα σαχνισιά και τα κόκκινα κεραμίδια, το περπάτημα μέσα στον Εθνικό Δρυμό της Πίνδου, η βλάχικη γλώσσα και κουζίνα, τα ντόπια κρέατα, τα τυριά, το «Κατώγι». Είμαι απολύτως καλυμμένη.