Τη Σάμο, το νησί του Πυθαγόρα, την επισκέφθηκα για πρώτη φορά τον Ιούλιο του 2004, μετά από προτροπή παιδικής μου φίλης. Έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε, όμως το καλό φαγητό, η παραλίες Μικρό και Μεγάλο Σεϊτάνι και ο τελικός του Euro (ναι, τότε που το σηκώσαμε) που παρακολουθήσαμε σε γιγαντοοθόνη στο Βαθύ έχουν χαραχτεί βαθιά στη μνήμη μου.
Σε ό,τι αφορά την αμπελοκαλλιέργεια και το κρασί, με βεβαιότητα η Σάμος παράγει το κορυφαίο Μοσχάτο στη Μεσόγειο, γι’ αυτό άλλωστε εδώ και πολλές δεκαετίες διατηρεί εξαγωγικούς δεσμούς με τη Γαλλία. Πιθανά αυτή η ποιοτική υπεροχή να ήταν ευρέως αναγνωρίσιμη εάν δεν ίσχυε μέχρι πρόσφατα ο προστατευτισμός (νόμος περί αναγκαστικότητας του 1934) που οδηγούσε σε μονοπωλιακή διάθεση των σταφυλιών στον συνεταιρισμό, με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν άλλα οινοποιεία στο νησί.
Οι αναπόφευκτες προσαρμογές, έστω και καθυστερημένα, σε ένα σύγχρονο ανταγωνιστικό περιβάλλον έθεσαν τις προϋποθέσεις για τη δημιουργία νέων οινοποιείων.
Την ώρα που διαβάζετε αυτές τις γραμμές ο τρύγος στη Σάμο έχει αρχίσει. Ανάλογα με τις κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούν, από τις 25 Ιουλίου οι αμπελουργοί βρίσκονται σε εγρήγορση, προκειμένου να τρυγήσουν, ξεκινώντας από τα πεδινά και ολοκληρώνοντας στα ορεινά αμπέλια περί τα μέσα Σεπτεμβρίου.
Με μεγάλο ενθουσιασμό δέχτηκα πρόσκληση από τo οινοποιείο Nopera, προκειμένου να γνωρίσω τον όμορφο τόπο του ιδιοκτήτη Νικόλα Μυτιληναίου. Στο αεροδρόμιο με περίμεναν η Λευκή Βαρδίκου, υπεύθυνη επικοινωνίας, και η οινολόγος Ρένα Δημοπούλου, για να κατευθυνθούμε βόρεια, στη διαδρομή που ενώνει το Καρλόβασι με το Βαθύ.
Οι πρώτοι ημιορεινοί αμπελώνες που συναντάμε εκτείνονται σε πεζούλες ξερολιθιάς. Ανάμεσα στα χωριά Μανολάτες και Βουρλιώτες συνεχίζουμε με 4x4 στις πλαγιές του όρους Καρβούνη και στη συνέχεια ακολουθούμε πεζοί σημοτοδοτημένο μονοπάτι, για να βρεθούμε στην καρδιά των αμπελώνων. Μοναδικού κάλλους τα αμπελοτόπια Ρόγια, Μπαλίδες, Ράχες και ο εμβληματικός Ακαμάτης, απολαμβάνουν την αύρα του Αιγαίου, δίνοντας διαφορετικές εκφράσεις στο λευκό μικρόρωγο Μοσχάτο, ανάλογα με το υψόμετρο, τον προσανατολισμό και το έδαφος που καλλιεργείται.
Η αρωματική ένταση και η φυσική οξύτητα έχουν μεγάλες διαφορές, ανάλογα με το αμπελοτόπι. Στον Ακαμάτη, σε υψόμετρο 850 μέτρων, δοκιμάζουμε τις πέντε ετικέτες της Nopera, όλες 100% Μοσχάτο.
Κοινό χαρακτηριστικό είναι ότι προέρχονται από σταφύλια βιολογικής καλλιέργειας και ακολουθείται διαρκής αναλυτικός, ποιοτικός έλεγχος σε τα στάδια της διαδικασίας. Το δημοφιλές Roya είναι ξηρό δεξαμενής, προερχόμενο από τρία ημιορεινά αμπελοτόπια. Η οινοποίηση γίνεται σε διαφορετική δεξαμενή για κάθε αμπελοτόπι και στη συνέχεια μπλεντάρονται, προκειμένου να γίνει η εμφιάλωση.
Η ολιγόωρη εκχύλιση και ευγενής πίεση των σταφυλιών δημιουργεί ένα υγιές γλεύκος, το οποίο ζυμώνει σε ανοξείδωτες δεξαμενές μικρού όγκου, ώστε να υπάρχει απόλυτος έλεγχος των διαφορετικών αμπελώνων με τακτική ανάδευση των ευγενών οινολασπών (sur lie) για έξι μήνες. Παραμένει στις δεξαμενές, όπου του δίνεται ο χρόνος να πραγματοποιηθεί η πρωτεϊνική και η τρυγική σταθεροποίηση με ελεγχόμενη ψύξη. Φιλτράρεται και εμφιαλώνεται την άνοιξη του επόμενου χρόνου.
Το πληθωρικό Roya Oak είναι επίσης ξηρό, περασμένο από γαλλικά, δρύινα βαρέλια 500 λίτρων, και προέρχεται από ορεινά αμπέλοτόπια. Η ανάδευση των οινολασπών στα βαρέλια (bâtonnage) για έξι μήνες χαρίζει στο κρασί όγκο και λιπαρότητα. Μετά το πέρας της αλκοολικής ζύμωσης, ακολουθεί σταθεροποίηση με ψύξη, φιλτράρισμα και εμφιάλωση.
Τα δύο επιδόρπια προέρχονται από σταφύλια που λιάζονται για τέσσερις ημέρες κάτω από ελαιόδεντρα. Το Nopera Vintage 2014, από ξερικούς ημιορεινούς αμπελώνες, ηλικίας τριάντα πέντε ετών κατά μέσο όρο. Το Epitome, επίσης από ξερικούς ημιορεινούς αμπελώνες ίδιας ηλικίας, όμως επιλέγονται τα βαρέλια που έχουν εξελιχθεί ιδανικότερα από συγκεκριμένες χρονιές, ώστε να δημιουργηθεί το τέλειο χαρμάνι για την απόλυτη έκφραση του σαμιακού αμπελώνα.
Ξεχωριστή αναφορά πρέπει να γίνει στο φυσικής οινοποίησης ξηρό Muscat Nature Selection, σε συνεργασία με την ομάδα της OenosNature, το οποίο προέρχεται αποκλειστικά από το αμπελοτόπι Ακαμάτης (single vineyard). Αυθόρμητη ζύμωση, ωρίμανση σε παλιά δρύινα βαρέλια 250 λίτρων, εμφιαλώνεται αφιλτράριστο. Εάν το Epitome είναι η επιτομή των επιδόρπιων κρασιών, με σιγουριά το γαστρονομικό Muscat Nature Selection είναι το κορυφαίο ξηρό που παράγει η Σάμος.
Εκτός των κρασιών, ιδιαίτερο ενδιαφέρον είχε η επίσκεψη στη σύγχρονη τυροκομική μονάδα του Αργύρη Βουρλιώτη στους Μυτιληνιούς. Το γάλα συλλέγεται αποκλειστικά από ζώα του νησιού για να παραχθούν γραβιέρα, ανθότυρο, γιαούρτι, ρυζόγαλο και το παραδοσιακό κρεμώδες γίδινο τυρί αρμόγαλο.
Επίσης, λόγω της πλούσιας χλωρίδας και των αρωματικών φυτών, θα γευθείτε από τοπικούς παραγωγούς διάφορα είδη μελιών υψηλής ποιότητας.
Παλιότερα είχα δοκιμάσει σαμιώτικη σούμα, δηλαδή τσίπουρο, όπως το ονομάζουν στο ανατολικό Αιγαίο. Σε αυτό το ταξίδι απόλαυσα νόστιμα, εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους ούζα από τις τοπικές ποτοποιίες Γιοκαρίνη και Φραντζέσκου στο εστιατόριο Επιούζιον που βρίσκεται κοντά στην όμορφη παραλία Λιμνιώνας. Οι μεζέδες με τους οποίους τα συνοδεύσαμε, κυρίως γεύσεις της θάλασσας, απογείωσαν το εθνικό απόσταγμα που μυρίζει καλοκαίρι.
Με αφορμή την αναφορά σε παραλίες, ο Μπάλος, με φρέσκο ψάρι στην ταβέρνα Μύλος, και τα πρασινογάλανα νερά στη Μουρτιά έκαναν τη διαφορά. Επιστρέφοντας από τη δεύτερη, σταματήσαμε στο χωριό Παλαιόκαστρο και τσιμπήσαμε «πειραγμένους» μεζέδες στη Μικρή Πλατεία του Τριαντάφυλλου.
Η Σάμος είναι από τα ελληνικά νησιά που έχουν το προνόμιο να συνδυάζουν με μοναδική ευκολία θάλασσα και βουνό. Μετά την τελευταία βουτιά, οδηγώντας μόλις 20’, έχετε τη δυνατότητα να βρεθείτε σε ένα γραφικό χωριό, όπου το πανωφόρι είναι απαραίτητο. Επισκεφθείτε τους Σπαθαραίους, τον Πλάτανο και πολλά άλλα που θα τραβήξουν την προσοχή σας, αξίζουν.
Πριν από την απογευματινή πτήση της επιστροφής, η στάση στο Hippy’s άφησε την ιδανική επίγευση στο σύντομο ταξίδι μας. Εκεί, στην άγρια πλευρά του νησιού, που από τα τέλη της δεκαετίας του ’60 τα καλοκαίρια έφταναν «νομάδες» από την κεντρική και βόρεια Ευρώπη, γευθήκαμε σπιτικό φαγητό και κρύα μπίρα, στην ακροθαλασσιά.
Την ώρα που διαβάζετε αυτές τις γραμμές ο τρύγος στη Σάμο έχει αρχίσει. Ανάλογα με τις κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούν, από τις 25 Ιουλίου οι αμπελουργοί βρίσκονται σε εγρήγορση, προκειμένου να τρυγήσουν, ξεκινώντας από τα πεδινά και ολοκληρώνοντας στα ορεινά αμπέλια περί τα μέσα Σεπτεμβρίου.
Η αγωνία και ο μόχθος μιας χρονιάς συμπληρώνονται με τη συλλογή των καρπών και αποτυπώνονται σε μια φιάλη που θα απολαύσουμε το επόμενο καλοκαίρι. Αυτό είναι το μεγαλείο του κρασιού, η μοναδικότητα κάθε εσοδείας.