Στου Παυλίδη για την πιο νόστιμη μπουγάτσα του Πειραιά

Στου Παυλίδη για την πιο νόστιμη μπουγάτσα του Πειραιά Facebook Twitter
Ένα μαγαζί που ξέρουν όλοι στην περιοχή της Νίκαιας, όχι μόνο γιατί παραμένει ανοιχτό όλο το 24ωρο, αλλά περισσότερο γιατί παραμένει αναλλοίωτο στον χρόνο. Φωτο: Γιώργος Αδάμος / LiFO
0

Κάθε φορά που επισκέπτομαι ένα μαγαζί με μεγάλη ιστορία και με παρουσία πολλών χρόνων στους δρόμους της πόλης, προσπαθώ να καταλάβω αν οι άνθρωποι που το δουλεύουν αντιλαμβάνονται πόσο πολύτιμο είναι να παραμένεις επίκαιρος τόσο μεγάλο διάστημα και πόσο σπάνιο είναι να διατηρείς ακέραιη την ποιότητα αλλά και τη νοστιμιά των γεύσεών σου.

Συζητώντας μαζί τους, συνήθως αντιλαμβάνομαι ότι κανείς από αυτούς τους ανθρώπους δεν έχει προλάβει να καταλάβει το μέγεθος της επιτυχίας του μαγαζιού. Δουλεύοντας με σκληρούς ρυθμούς σε μια επαναλαμβανόμενη καθημερινότητα, γνωρίζουν πως πολλοί άνθρωποι τους εκτιμούν και τους εμπιστεύονται αλλά τίποτα παραπάνω. Ταπεινοί και πολλές φορές συνεσταλμένοι, αφοσιωμένοι στη δουλειά τους και αγωνιστές της κάθε εποχής, ακούνε με έκπληξη και κρυφή χαρά να τους λέω όμορφα λόγια γι’ αυτό που έχουν πετύχει, για τους κόπους τους που δεν πήγαν χαμένοι και που, τελικά, κατάφεραν με τον πιο απλό και αυθεντικό τρόπο να ξεχωρίσουν και να παραμείνουν στην κορυφή.

Μια τέτοια περίπτωση είναι και η Σοφία Δριδάκη που εδώ και χρόνια έχει αναλάβει το μαγαζί με μπουγάτσες και σφολιάτες του πατέρα της, Λεωνίδα Παυλίδη. Ένα μαγαζί που ξέρουν όλοι στην περιοχή της Νίκαιας, όχι μόνο γιατί παραμένει ανοιχτό όλο το 24ωρο, αλλά περισσότερο γιατί παραμένει αναλλοίωτο στον χρόνο.

Η έκπληξη, βέβαια, έγινε με τη γλυκιά μπουγάτσα. Αρχικά, ενθουσιάστηκα γιατί δεν περιέχει τίποτα ζωικό. Είναι αυτό που λέμε νηστίσιμη ή vegan. Η γέμισή της είναι από φυτικό βούτυρο, άνθος αραβοσίτου, σιμιγδάλι, νερό και ζάχαρη. Έτσι το έμαθε ο Λεωνίδας από τις Σάπες κι έτσι συνεχίζεται μέχρι σήμερα.

Αναζητώντας την ιστορία του μπουγατσάδικου, βρεθήκαμε στις Σάπες Ροδόπης όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε ο Λεωνίδας Παυλίδης. Τόσο ο ίδιος όσο και οι περισσότεροι άντρες της οικογένειάς του ασχολούνταν με τα καπνά, μέχρι που ο γαμπρός του, Μιχάλης Παυλίδης, που δούλευε σε αλευρόμυλους, έμεινε άνεργος και για καλή του τύχη ένας Πομάκος προσφέρθηκε να του μάθει την τέχνη της μπουγάτσας. Ο Μιχάλης γρήγορα βρέθηκε στη Νίκαια του Πειραιά πουλώντας μπουγάτσες και ο Λεωνίδας αποφάσισε να ακολουθήσει και αυτός τα βήματά του, να αφήσει τα χωράφια και να αρχίσει να πουλάει στους δρόμους της κωμόπολης τις δικές του μπουγάτσες.

Μπουγάτσα Παυλίδης ιδιοκτήτρια Facebook Twitter
Η Σοφία Δριδάκη που εδώ και χρόνια έχει αναλάβει το μαγαζί με μπουγάτσες και σφολιάτες του πατέρα της, Λεωνίδα Παυλίδη. Φωτο: Γιώργος Αδάμος / LiFO

Επόμενο βήμα, αφού είχε παντρευτεί τη Φρειδερίκη και είχε κάνει τα παιδιά του, ήταν να κατέβει και εκείνος με την οικογένεια στον Πειραιά και να ανοίξει το δικό του μαγαζί. Αυτό έγινε το 1974, όταν ακόμα η Πέτρου Ράλλη ήταν χωματόδρομος, τα σπίτια ήταν χαμηλά, τα ξενυχτάδικα τριγύρω πολλά και τα λεφτά πολύ λίγα. Για να τα καταφέρει, ξυπνούσε αχάραγο με τη γυναίκα του, πηγαίναν στο μαγαζί, ζύμωναν, έψηναν τις πρώτες πίτες και εκείνος φόρτωνε το καροτσάκι του και τριγυρνούσε όπου ήξερε ότι υπήρχε δουλειά. Έτσι, σιγά-σιγά, έγινε γνωστός αλλά πέρασαν χρόνια μέχρι να αφήσει το καροτσάκι. Και ας του έκοβε κάθε μέρα η αστυνομία πρόστιμο.

Ο Λεωνίδας πλήρωνε το πρόστιμο και συνέχιζε τις βόλτες του γιατί είχε έναν σκοπό και μια οικογένεια να ζήσει. Στο μαγαζί, βέβαια, παρέμενε πάντα η Φρειδερίκη. «Η μάνα μου ήταν πάντα ο βράχος της οικογένειας, όπως συμβαίνει με όλες τις γυναίκες. Όλα περνούσαν από τα χέρια της και όλα τα κουμαντάριζε τόσο στο μαγαζί όσο και στο σπίτι» μου λέει η Σοφία που μεγάλωσε, ουσιαστικά, μέσα στο μαγαζί και έχει έντονες μνήμες από κάθε κομμάτι της ιστορίας του. 

Σύντομα, το μαγαζί έγινε γνωστό σε όλους. Σε αυτό βοήθησαν και τα νυχτερινά μαγαζιά της εποχής που βρισκόντουσαν στην περιοχή. Το ζευγάρι έφευγε από το πόστο του στις εννιά το βράδυ, ξεκουραζόταν για μερικές ώρες και στη μία τα ξημερώματα επέστρεφε για να ετοιμάσει τα προϊόντα για τους πεινασμένους ξενύχτηδες και για τους πολύ πρωινούς της δουλειάς. Στα τέλη του ’90, το ζευγάρι αποσύρθηκε σιγά-σιγά και το μαγαζί πήγε στα χέρια της κόρης τους, Σοφίας, που και το δουλεύει μέχρι σήμερα με την βοήθεια του γιου της, Γιώργου Δριδάκη, ο οποίος θα είναι και ο συνεχιστής της επιχείρησης.

Παυλίδης παρασκευή Facebook Twitter
«Η συνταγή πέρασε και σε άλλα μέλη της οικογένειας, που άνοιξαν μπουγατσατζίδικα σε διάφορα μέρη της Ελλάδας». Φωτο: Γιώργος Αδάμος / LiFO
Παυλίδης μαγαζί μπουγάτσα Facebook Twitter
Φωτο: Γιώργος Αδάμος / LiFO

Τι ήταν αυτό, όμως, που ξεχώριζε από πάντα σε αυτή την μπουγάτσα έτσι ώστε να γίνει γνωστή και αγαπημένη του κόσμου; «Η συνταγή πέρασε και σε άλλα μέλη της οικογένειας, που άνοιξαν μπουγατσατζίδικα σε διάφορα μέρη της Ελλάδας, όπως στη Θεσσαλονίκη, το "Αθηνά", στην Αλεξανδρούπολη, ακόμα και στην Αθήνα. Του πατέρα μου ήταν αυτό με τη μεγαλύτερη επιτυχία. Δεν ξέρω όμως γιατί. Η συνταγή ήταν ίδια. Ίσως εκείνος έκανε με κάποιον τρόπο τη διαφορά» με ενημερώνει η Σοφία ενώ αφήνει πάνω στο τραπέζι μια λαδόκολλα με αλμυρή μπουγάτσα και άλλη μία με γλυκιά.

Δεν αφήνω στιγμή να περάσει και δοκιμάζω την αλμυρή. Ωραίο φύλλο, βουτυράτο, τραγανό, ελαφρύ και αεράτο με πλούσια και ισορροπημένη γεύση στη γέμιση από φέτα. Τέλεια στο αλάτι και φτιαγμένη να λιώνει στο στόμα, έχει κάθε λόγο να έχει τόσους θαυμαστές.

Σηκώνομαι και πηγαίνω στο εργαστήριο για να δω τον καλλιτέχνη να ανοίγει το φύλλο. Τρελαίνομαι με την ευκολία που πετάει τη ζύμη στον αέρα και με τα χέρια του της δίνει το μέγεθος αλλά και το πάχος που θέλει. Με σίγουρες και ήρεμες κινήσεις αφήνει το λεπτεπίλεπτο φύλλο στον πάγκο, ρίχνει τη γέμιση και το κλείνει σε έναν υπέροχο «φάκελο» που είναι έτοιμος να μπει στον φούρνο. Στον ίδιο φούρνο, που έψηνε και ο Λεωνίδας πριν 45 χρόνια και δεν υπάρχει κανένας λόγος να τον αλλάξουν, αφού ψήνει τέλεια όλα τα είδη. 

Η έκπληξη, βέβαια, έγινε με τη γλυκιά μπουγάτσα. Αρχικά, ενθουσιάστηκα γιατί δεν περιέχει τίποτα ζωικό. Είναι αυτό που λέμε νηστίσιμη ή vegan. Η γέμισή της είναι από φυτικό βούτυρο, άνθος αραβοσίτου, σιμιγδάλι, νερό και ζάχαρη. Έτσι το έμαθε ο Λεωνίδας από τις Σάπες κι έτσι συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Στην επιφάνειά της δεν υπάρχει άχνη αλλά κρυσταλλική ζάχαρη, όπως συνηθίζεται στη Βόρεια Ελλάδα. Η γεύση της, δε, είναι μοναδική και απίστευτα αυθεντική και αυτό θα το καταλάβει όποιος ξέρει από καλή μπουγάτσα και έχει τύχει να δοκιμάσει στις Σέρρες ή στην Κομοτηνή, όπου έχουν παράδοση στο είδος.

Μπουγάτσα γλυκιά Facebook Twitter
Η γλυκιά μπουγάτσα δεν περιέχει τίποτα ζωικό. Φωτο: Γιώργος Αδάμος / LiFO
Μπουγάτσα αλμυρή Facebook Twitter
Ωραίο φύλλο, βουτυράτο, τραγανό, ελαφρύ και αεράτο με πλούσια και ισορροπημένη γεύση στη γέμιση από φέτα. Φωτο: Γιώργος Αδάμος / LiFO

Μεγάλο σουξέ έχει και η μπουγάτσα μόνο με φύλλο, ζάχαρη και κανέλα. «Δεν το πιστεύεις, αλλά υπάρχουν πολλοί που την προτιμούν. Δεν ξέρεις πόσοι έχουν φύγει στο εξωτερικό και ζητούν από τους συγγενείς τους να τους φέρουν, όταν τους επισκέπτονται. Βαλίτσες γεμίζουν με την μπουγάτσα» μου λέει η Σοφία που εδώ και χρόνια έχει προσθέσει την επιλογή και της μερέντας πάνω από την μπουγάτσα, αντί της ζάχαρης με την κανέλα. 

Στον Παυλίδη, όμως, μπορείς να απολαύσεις και άλλα νόστιμα είδη, όπως τα πιροσκί με πατάτα, με λουκάνικο, με γαλοπούλα και τυρί, αλλά και με μπέικον και τυρί κρέμα, την κλειστή πίτσα με μορταδέλα, μπέικον, τομάτα και τυρί και το πεϊνιρλί με κιμά και τυρί ή με ζαμπόν και μπέικον.

Βέβαια, επειδή έχω μια ιδιαίτερη αδυναμία στις πίτες που με ταξιδεύουν στο παρελθόν και στα προϊόντα που ξυπνούν μνήμες με τη γεύση τους, θα έλεγα πως αν θέλεις να κάνεις μια τίμια αμαρτία στον Παυλίδη, θα πρέπει να δοκιμάσεις τη λουκανικόπιτα και την κιμαδόπιτά του. Χωρίς περιττό λάδι στο φύλλο και χωρίς καμιά εξτραβαγκάνζα στη γέμισή τους είναι οι πίτες που θα σε σώσουν από το ξενύχτι ή θα σου επιτρέψουν να παρεκτραπείς χωρίς ενοχές από τη μετρημένη διατροφή σου.

Όμορφη η επίσκεψη στον Παυλίδη. Χάρηκα που ανακαίνισαν τον χώρο πριν μερικά χρόνια, διατηρώντας τον απλό και άμεσο χαρακτήρα του και ακόμα περισσότερο χάρηκα που ο γιος της Σοφίας έχει μπει δυναμικά στη δουλειά, αγαπάει το εργαστήριο, φτιάχνει πίτες και συνεχίζει την παράδοση. Όλα είναι καθαρά και αληθινά σε αυτό το μαγαζί. Τα προϊόντα, οι άνθρωποι, τα χαμόγελα, οι κουβέντες. Υπάρχει κάτι καλύτερο; 

Κιμαδόπιτα Facebook Twitter
Αν θέλεις να κάνεις μια τίμια αμαρτία στον Παυλίδη, θα πρέπει να δοκιμάσεις την κιμαδόπιτά του. Φωτο: Γιώργος Αδάμος / LiFO

Παυλίδης, Πέτρου Ράλλη 168, Νίκαια, 210 4955540

0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Στη Λέσβο των Εξαρχείων σερβίρονται ουζομεζέδες με πάνω από πενήντα χρόνια ιστορία.

Γεύση / Στη «Λέσβο» των Εξαρχείων σερβίρονται ουζομεζέδες με πάνω από πενήντα χρόνια ιστορία

Το έκαναν στέκι οι Λέσβιοι που αναζήτησαν μια καλύτερη τύχη στην πόλη, εκεί απολάμβαναν καραφάκια από τον τόπο τους, παραλάμβαναν τα δέματα που τους έστελναν από το νησί, έδιναν τα άπλυτά τους στον ταχυδρόμο και είχαν αυθόρμητα ραντεβού με τους συγχωριανούς τους. Συνεχίζουν να το τιμούν οι δικηγόροι των γύρω γραφείων που μπλέκονται με τους φοιτητές και τους τουρίστες, με όσους ψάχνουν λίγο καλό τηγανητό ψάρι και ωραίους κεφτέδες στο κέντρο.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Το κεμπάπ του Σέρκου

Γεύση / Το αυθεντικό αρμένικο κεμπάπ του Σέρκου στην Κοκκινιά

Μικρός κατάλογος, αυθεντικό, αρμένικο κεμπάπ και ένα μαγαζί που σε ταξιδεύει στον χρόνο και σε κάνει να θέλεις να ψάξεις ακόμα πιο καλά τις παλιές γειτονιές και τις αυθεντικές γεύσεις του Πειραιά.
ΔΩΡΑ ΜΑΣΤΟΡΑ
Οι νέοι μάγειρες της Αθήνας δεν έχουν βγει από ριάλιτι

Γεύση / Οι νέοι μάγειρες της Αθήνας δεν έχουν βγει από ριάλιτι

Γνωρίσαμε τα μέλη των μπριγάδων δημοφιλών εστιατορίων της πόλης, τους ρωτήσαμε πώς είναι οι συνθήκες σε μια πραγματική επαγγελματική κουζίνα, πώς ονειρεύονται τη δική τους, ποια είναι τα κλισέ που τους κούρασαν, τι έχουν θυσιάσει και τι έχουν κερδίσει από μια δουλειά πολύωρη και κουραστική.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Annie fine cooking: Η νέα γαστρονομική πρόταση του Νέου Κόσμου έχει κλίμα σπιτικό και αλλάζει κάθε μέρα μενού

Γεύση / Annie fine cooking: Η νέα γαστρονομική πρόταση του Νέου Κόσμου έχει κλίμα σπιτικό και αλλάζει κάθε μέρα μενού

Η Σταυριανή Ζερβακάκου μελετά με πάθος τις τοπικές κουζίνες, αναδεικνύει τους μικρούς παραγωγούς και χρησιμοποιεί τα καλύτερα προϊόντα σε πιάτα δημιουργικά με τον δικό της μοναδικό τρόπο.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Σωτήρης Λυμπερόπουλος πορτοκάλια

Γεύση / Ο κύριος Ραδίκης που έγινε κύριος Πορτοκάλης: Εξάγοντας ελληνικά πορτοκάλια στην Ευρώπη

Πώς ένας από τους πρωτεργάτες του foraging στην Ελλάδα κατάφερε να πάει κόντρα σε όλες τις δυσκολίες και τη γραφειοκρατία και να κάνει εξαγωγές ελληνικών πορτοκαλιών στις μεγαλύτερες αγορές της Ευρώπης.
M. HULOT

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Όταν παραγγέλνεις delivery μαναβική, θα σου φέρουν ό,τι πιο άγουρο υπάρχει»

Οι γαστρονομικές απογνώσεις του Κυρίου Ρεμί / «Όταν παραγγέλνεις delivery μαναβική, θα σου φέρουν ό,τι πιο άγουρο υπάρχει»

Ο κύριος Ρεμί τρώει σπίτι του πιο συχνά απ' ότι νομίζεις, προτείνει να παίρνεις καλύτερες φακές και λέει αυτό που ξέρουμε όλοι και δεν λέμε για το delivery.
ΡΕΜΙ
Από τη Νεμέα στην Καλιφόρνια: Ο Άρης Τσέλεπος ταξιδεύει στην καρδιά του αμερικανικού κρασιού

Το κρασί με απλά λόγια / Από τη Νεμέα στην Καλιφόρνια: Ο Άρης Τσέλεπος ταξιδεύει στην καρδιά του αμερικανικού κρασιού

Ο χαρισματικός οινοποιός Άρης Τσέλεπος μεταφέρει την Υρώ Κολιακουδάκη-Dip WSET και τον Παναγιώτη Ορφανίδη στη Napa Valley και στα αμπέλια της Καλιφόρνιας μέσα από μια συναρπαστική συζήτηση για το κρασί και τα μαθήματα που μπορεί να αντλήσει η Ελλάδα από μια από τις πιο εμβληματικές οινοπαραγωγικές περιοχές του κόσμου.
ΥΡΩ ΚΟΛΙΑΚΟΥΔΑΚΗ & ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΟΡΦΑΝΙΔΗΣ
Θύμηση, μια νέα κρεμερία στο Παγκράτι

Γεύση / Θύμηση: Ο Νίκος και ο πατέρας του έφεραν ξανά το γαλακτοπωλείο στο Παγκράτι

Παίρνει στοιχεία από τα παλιά γαλακτοπωλεία αλλά δεν στέκεται εκεί. Προσθέτει γλυκά –λευκά, όπως αυτά που του αρέσουν– και πίτες. Αυτή η κρεμερία είναι μία από τις καλύτερες ιδέες που έχουμε δει στο χώρο της ζαχαροπλαστικής φέτος.
ΜΙΝΑ ΚΑΛΟΓΕΡΑ
Τα σαλιγκάρια και ένα λάθος αιώνων που οφείλει να διορθωθεί

Nothing Days / Τα σαλιγκάρια και ένα λάθος αιώνων που οφείλει να διορθωθεί

Από την πιο αρχαία καλλιέργεια στην ιστορία μέχρι τις γκουρμέ, ακριβές εκδοχές τους, τα σαλιγκάρια κατέληξαν από βασική τροφή να γίνουν υποτιμημένη και σπάνια, και η αφορμή για τοξικά σχόλια στα social media.
M. HULOT
Οι γεύσεις του καλοκαιριού που φυλάξαμε για το χειμώνα

Γεύση / Φρυγανισμένα, λιόκαφτα, παστά, ξιδάτα: Έτσι μένει η γεύση του καλοκαιριού

Η τέχνη της συντήρησης των τροφών πάει χιλιάδες χρόνια πίσω και έχει ακόμα λόγο ύπαρξης γιατί μεταμορφώνει τα υλικά σε κάτι άλλο. Και αυτό το «άλλο» έχει γαστρονομική και συναισθηματική αξία.
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ
Το πρώτο ελληνικό ουίσκι: Όταν μια παρέα φίλων εμφιάλωσε το όνειρό της

Radio Lifo / Aυτό είναι το πρώτο ελληνικό ουίσκι

Μια ομάδα εννέα φίλων, χωρίς καμία επαγγελματική σχέση με την ποτοποιία, κατάφερε με πείσμα και πολλή αγάπη για το ουίσκι να δημιουργήσει το πρώτο ελληνικό single malt whisky. Δύο από αυτούς, ο Γιάννης Χριστοφορίδης και ο Ντίνος Οικονομόπουλος, μιλούν στη Μερόπη Κοκκίνη γι' αυτό το «ταξίδι» από το κριθάρι και το νερό του Ταΰγετου μέχρι τα βαρέλια vinsanto και τις αμέτρητες δυσκολίες.
ΜΕΡΟΠΗ ΚΟΚΚΙΝΗ
«Το 2025 είναι εξαιρετική χρονιά για τον οινολόγο, ο καλλιεργητής όμως κλαίει»

Το κρασί με απλά λόγια / «Το 2025 είναι εξαιρετική χρονιά για τον οινολόγο, ο καλλιεργητής όμως κλαίει»

Πώς κύλησε ο φετινός τρύγος σε διαφορετικές γωνιές του κόσμου; Από τον βορρά ως τον νότο της Ελλάδας, αλλά και σε εμβληματικές περιοχές όπως το Μπορντώ, η Βουργουνδία και η Μεντόζα, οι Έλληνες οινολόγοι καταθέτουν την εμπειρία τους και μιλούν για τις προκλήσεις που φέρνει η κλιματική αλλαγή.
THE LIFO TEAM
Το Χάνι της Ρέρεσης είναι ένα από τα τελευταία της Ελλάδας

Γεύση / Παγόνια, αντίκες και μαγειρευτά σε ένα χάνι που αντέχει στον χρόνο

Το Χάνι της Ρέρεσης, ένα από τα τελευταία της Ελλάδας, παραμένει ανοιχτό για ταξιδιώτες και ντόπιους, με την κυρία Νίτσα να κρατά ζωντανή την παράδοση της φιλοξενίας σε ένα μαγειρείο που θυμίζει λαογραφικό μουσείο.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
47’ στο Hygge με την Anne Meurling

Γεύση / Hygge: Ένας φούρνος που μυρίζει θαλπωρή στην Ιπποκράτους

Με νοσταλγία για τις συνταγές της πατρίδας της, μια Σουηδέζα φτιάχνει ψωμί, γλυκά, αέρινο βούτυρο και άψογη μηλόπιτα, δημιουργώντας ατμόσφαιρα βόρειας Ευρώπης - μόλις δυο βήματα από τη λεωφόρο Αλεξάνδρας.
M. HULOT
«Μα πώς γεμίζει αυτή η τρύπα;»: Πριν από 40 χρόνια, τα «Δυο Λουξ» ξάφνιασαν τα Χανιά

Θρυλικά Μπαρ / «Μα πώς γεμίζει αυτή η τρύπα;»: Πριν από 40 χρόνια, τα «Δυο Λουξ» ξάφνιασαν τα Χανιά

Ξέρετε πολλές τσαγερί που να έχουν εξελιχθεί σε ολοήμερα στέκια, να έχουν μισθώσει λεωφορεία για να δουν οι θαμώνες τους μια έκθεση σε άλλον νομό ή να βγάζουν μια βάρκα γεμάτη με μελομακάρονα για κέρασμα στον δρόμο; Και όμως, αυτό το μέρος υπάρχει και έχει ξενυχτήσει γενιές στο λιμάνι των Χανίων.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ