ΑΝΤΙΟ ΔΙΟΝΥΣΗ

Με τον Γιάννη Πετρίδη στo James Joyce

Με τον Γιάννη Πετρίδη στην James Joyce Facebook Twitter
0

Οδός Ζήνωνος, τέλη της δεκαετίας του ‘40 στη μεταπολεμική Αθήνα. Ένα παιδί με κοντά παντελονάκια παίζει μπάλα στους δρόμους γύρω από την Ομόνοια (πόσο μακρινό μοιάζει πια αυτό...), χωρίς να γνωρίζει ότι την ίδια στιγμή μερικές χιλιάδες μίλια πιο πέρα, στην Αμερική, έμπαιναν τα πρώτα θεμέλια αυτού που ονομαζόταν ροκ εν ρολ και μερικά χρόνια μετά θα καθόριζε τη ζωή του για πάντα. Σύντομα θα μετακομίσει στην Άνω Κυψέλη και θα βολοδέρνει στη Φωκίωνος Νέγρη, ανάμεσα στους ηθοποιούς και τους καλλιτέχνες που σημάδεψαν τη χρυσή κοσμο- πολίτικη εποχή της περιοχής: τα κυριακάτικα πρωινά λάιβ των Juniors, της πρώτης ελληνικής μπάντας που τόλμησε να παίξει μπλουζ, κι ύστερα, μερικά χρόνια αργότερα, ο αμερικανικός σταθμός της Βάσης που βούτηξε μια ολόκληρη γενιά στο καζάνι της ροκ και την αναβάπτισε σε μια Ελλάδα που άκουγε δημοτικά και Olympians.

Ο Γιάννης Πετρίδης κάθεται στο μπαρ της James Joyce μπροστά από μια τηλεόραση που παίζει μια εκπομπή για την Premier League και πίνει αργά μπίρα, ενώ μου διηγείται την ιστορία του, την ιστορία ενός ανθρώπου που κατάφερε να στιγματίσει την ελληνική μουσική, χωρίς ποτέ να το κάνει θέμα. Στους τοίχους της παμπ κάδρα με τη μορφή του Τζέιμς Τζόυς, μια τεράστια βιβλιοθήκη με την πολύτομη εγκυκλοπαίδεια «Μπριτάνικα», ένα βιβλίο με τα απομνημονεύματα του Χάρι Τρούμαν και διάφορα μυθιστορήματα Ιρλανδών συγγραφέων του 20ού αιώνα. Στα πιάτα σπιτικά χειροποίητα λουκάνικα και μια κρεατόπιτα με μοσχάρι και μπίρα Γκίνες που μου θυμίζει τον κουρέα της οδού Φλιτ. Ο Γιάννης, η ζωντανή μουσική ιστορία της χώρας, η ζωντανή εγκυκλοπαίδεια, μου αραδιάζει στοιχεία και στατιστικά από καταλόγους επιτυχιών, ανέκδοτες ιστορίες σπουδαίων καλλιτεχνών («το 1965, όταν ο Donovan είχε ξεμείνει στην Πάρο άφραγκος, πούλησε τα βινύλια που είχε μαζί του σ’ έναν ταβερνιάρη ονόματι Κώστα για ν’ αγοράσει τα ακτοπλοϊκά και να επιστρέψει στην Αθήνα. Και σκέψου, τότε ήταν στο Νο 1 της Αμερικής με το “Sunshine Superman”») και μιλάει για τα ταξίδια του στην Αμερική, που από το 1978 και μετά κάλυψε κάθε παραμικρή πολιτεία της χώρας.

« Έβαζα τον χάρτη κάτω κι έλεγα τώρα θα πάω εκεί για να βρω τις αναφορές που έχει το τάδε κομμάτι που μου άρεσε ή η δείνα ταινία. Κάπως έτσι, άγνωστος μεταξύ αγνώστων, έψαχνα το Rushmore Mountain, για να δω από κοντά το μέρος όπου είχε γυριστεί το Στη σκιά των τεσσάρων γιγάντων του Χίτσκοκ και κάπως έτσι, τυχαία, βρέθηκα κάποια στιγμή στο Devil’s Tower του Ουαϊόμινγκ, όπου ο Σπίλμπεργκ γύρισε τις Στενές επαφές τρίτου τύπου με τον Ρίτσαρντ Ντρέιφους. Πάντως, όλη την Αμερική την ξέρω απ’ τα δισκάδικά της. Όταν έφτανα ακόμα και στην πιο μικρή πόλη, έπαιρνα τον Χρυσό Οδηγό, έσκιζα τις σελίδες με τα παλαιοπωλεία και τα δισκάδικα και ξεκινούσα τη σάγκα μου προς αναζήτηση μερικών κιλών βινυλίου». Πίσω στην Αθήνα, στα πρώτα άγουρα χρόνια, μεγαλώνοντας σε μια φτωχή οικογένεια με πατέρα κουρέα κι ελάχιστο χαρτζιλίκι στην τσέπη, κατέβαινε στο Μοναστηράκι και αγόραζε 45άρια από δεύτερο χέρι για μια δραχμή («το πρώτο μου ήταν το “Nature Boy” του Bobby Darin, το οποίο, όμως, είχα αγοράσει καινούργιο. Αργότερα, μαζί με τον Πολυχρονίου και τον Κώστα τον Ζουγρή ανακαλύψαμε ότι τις Παρασκευές, στις Μικρές Αγγελίες, Αμερικανοί που είχαν πάρει μετάθεση πούλαγαν τις δισκοθήκες τους σ’ εξευτελιστικές τιμές. Φτιάξαμε ολόκληρες συλλογές από αυτή την ιστορία τότε».

Τριάντα έξι συναπτά χρόνια, την ίδια ακριβώς ώρα, πάνω από 750.000 λεπτά ζωντανά στον αέρα, Νο 1, Billboard, νεκρολογίες, διάσημοι καλεσμένοι (Bryan Ferry, Joe Cocker, Peter Hammill κ.ά.), χιλιάδες μηνύματα, τσουβάλια γράμματα, τέσσερις γενιές κολλημένες στα λόγια του Πετρίδη, ποια νέα μπάντα θα παίξει σήμερα, ποιο άγνωστο διαμάντι του παρελθόντος θα ξεθάψει από τη δισκοθήκη του (η οποία έχει τη φήμη της μεγαλύτερης στον κόσμο). «Ακούω από το πιο ευτελές σκουπίδι μέχρι έναν τύπο που παίζει φολκ μουσική σε μια καλύβα σ’ ένα δάσος στο Κονέκτικατ. Θέλω να έχω το αισθητήριο του κόσμου. Κάθε σκουπίδι που γίνεται επιτυχία δείχνει και τη γενικότερη τάση της κάθε εποχής». Κι ύστερα κλείνει τα μάτια και προσπαθεί να θυμηθεί τις συναυλίες επί ελληνικού εδάφους που τον σημάδεψαν. Ο Peter Gabriel στον Λυκαβηττό το 1987, οι Talking Heads τον Σεπτέμβριο του 1982 στη Λεωφόρο, όταν ο κοσμος άρχισε να πετάει πράγματα στο support που ήταν οι Tom Tom Club (στους οποίους έπαιζε μπάσο η γυναίκα του David Byrne), οι πέτρες που έφαγαν οι Culture Club στο Rock in Athens το ‘85 στο Καλλιμάρμαρο και «φυσικά η πρώτη συναυλία ξένης μπάντας που είδα στη ζωή μου, οι Rolling Stones, το ‘67, τέσσερις ημέρες πριν από το πραξικόπημα». Ο Γιάννης μού μιλάει και ρίχνει κλεφτές ματιές στην οθόνη, που τώρα παίζει έναν αγώνα του Παναθηναϊκού με την ΑΕΚ για τα πλέι-οφ της Super League.

Μια παρέα Ιρλανδών από πίσω μας τσουγκρίζει τα ποτήρια με την Γκίνες. Βγαίνουμε έξω και περπατάμε στην Ηφαίστου. Ένα τσούρμο με κιθάρες και μουσικά όργανα στην πλάτη περπατάει προς το μέρος μας. Είναι οι Mani Deum. Σταματάμε να τους χαιρετήσουμε. Ο κιθαρίστας κοιτάζει αποσβολωμένος τον Έλληνα John Peel. «Δεν το πιστεύω ότι είσαι εσύ», του λέει και με δυσκολία ψελλίζει μερικά λόγια ακόμα. Μπαίνουμε στο μετρό. Ύστερα από λίγο ένας 50άρης κύριος σηκώνεται από τη θέση του, πλησιάζει τον Γιάννη και του λέει «σ’ ευχαριστώ για ό,τι μου έχεις μάθει όλα αυτά τα χρόνια».

0

ΑΝΤΙΟ ΔΙΟΝΥΣΗ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Όταν παραγγέλνεις delivery μαναβική, θα σου φέρουν ό,τι πιο άγουρο υπάρχει»

Οι γαστρονομικές απογνώσεις του Κυρίου Ρεμί / «Όταν παραγγέλνεις delivery μαναβική, θα σου φέρουν ό,τι πιο άγουρο υπάρχει»

Ο κύριος Ρεμί τρώει σπίτι του πιο συχνά απ' ότι νομίζεις, προτείνει να παίρνεις καλύτερες φακές και λέει αυτό που ξέρουμε όλοι και δεν λέμε για το delivery.
ΡΕΜΙ
Από τη Νεμέα στην Καλιφόρνια: Ο Άρης Τσέλεπος ταξιδεύει στην καρδιά του αμερικανικού κρασιού

Το κρασί με απλά λόγια / Από τη Νεμέα στην Καλιφόρνια: Ο Άρης Τσέλεπος ταξιδεύει στην καρδιά του αμερικανικού κρασιού

Ο χαρισματικός οινοποιός Άρης Τσέλεπος μεταφέρει την Υρώ Κολιακουδάκη-Dip WSET και τον Παναγιώτη Ορφανίδη στη Napa Valley και στα αμπέλια της Καλιφόρνιας μέσα από μια συναρπαστική συζήτηση για το κρασί και τα μαθήματα που μπορεί να αντλήσει η Ελλάδα από μια από τις πιο εμβληματικές οινοπαραγωγικές περιοχές του κόσμου.
ΥΡΩ ΚΟΛΙΑΚΟΥΔΑΚΗ & ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΟΡΦΑΝΙΔΗΣ
Θύμηση, μια νέα κρεμερία στο Παγκράτι

Γεύση / Θύμηση: Ο Νίκος και ο πατέρας του έφεραν ξανά το γαλακτοπωλείο στο Παγκράτι

Παίρνει στοιχεία από τα παλιά γαλακτοπωλεία αλλά δεν στέκεται εκεί. Προσθέτει γλυκά –λευκά, όπως αυτά που του αρέσουν– και πίτες. Αυτή η κρεμερία είναι μία από τις καλύτερες ιδέες που έχουμε δει στο χώρο της ζαχαροπλαστικής φέτος.
ΜΙΝΑ ΚΑΛΟΓΕΡΑ
Τα σαλιγκάρια και ένα λάθος αιώνων που οφείλει να διορθωθεί

Nothing Days / Τα σαλιγκάρια και ένα λάθος αιώνων που οφείλει να διορθωθεί

Από την πιο αρχαία καλλιέργεια στην ιστορία μέχρι τις γκουρμέ, ακριβές εκδοχές τους, τα σαλιγκάρια κατέληξαν από βασική τροφή να γίνουν υποτιμημένη και σπάνια, και η αφορμή για τοξικά σχόλια στα social media.
M. HULOT
Οι γεύσεις του καλοκαιριού που φυλάξαμε για το χειμώνα

Γεύση / Φρυγανισμένα, λιόκαφτα, παστά, ξιδάτα: Έτσι μένει η γεύση του καλοκαιριού

Η τέχνη της συντήρησης των τροφών πάει χιλιάδες χρόνια πίσω και έχει ακόμα λόγο ύπαρξης γιατί μεταμορφώνει τα υλικά σε κάτι άλλο. Και αυτό το «άλλο» έχει γαστρονομική και συναισθηματική αξία.
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ
Το πρώτο ελληνικό ουίσκι: Όταν μια παρέα φίλων εμφιάλωσε το όνειρό της

Radio Lifo / Aυτό είναι το πρώτο ελληνικό ουίσκι

Μια ομάδα εννέα φίλων, χωρίς καμία επαγγελματική σχέση με την ποτοποιία, κατάφερε με πείσμα και πολλή αγάπη για το ουίσκι να δημιουργήσει το πρώτο ελληνικό single malt whisky. Δύο από αυτούς, ο Γιάννης Χριστοφορίδης και ο Ντίνος Οικονομόπουλος, μιλούν στη Μερόπη Κοκκίνη γι' αυτό το «ταξίδι» από το κριθάρι και το νερό του Ταΰγετου μέχρι τα βαρέλια vinsanto και τις αμέτρητες δυσκολίες.
ΜΕΡΟΠΗ ΚΟΚΚΙΝΗ
«Το 2025 είναι εξαιρετική χρονιά για τον οινολόγο, ο καλλιεργητής όμως κλαίει»

Το κρασί με απλά λόγια / «Το 2025 είναι εξαιρετική χρονιά για τον οινολόγο, ο καλλιεργητής όμως κλαίει»

Πώς κύλησε ο φετινός τρύγος σε διαφορετικές γωνιές του κόσμου; Από τον βορρά ως τον νότο της Ελλάδας, αλλά και σε εμβληματικές περιοχές όπως το Μπορντώ, η Βουργουνδία και η Μεντόζα, οι Έλληνες οινολόγοι καταθέτουν την εμπειρία τους και μιλούν για τις προκλήσεις που φέρνει η κλιματική αλλαγή.
THE LIFO TEAM
Το Χάνι της Ρέρεσης είναι ένα από τα τελευταία της Ελλάδας

Γεύση / Παγόνια, αντίκες και μαγειρευτά σε ένα χάνι που αντέχει στον χρόνο

Το Χάνι της Ρέρεσης, ένα από τα τελευταία της Ελλάδας, παραμένει ανοιχτό για ταξιδιώτες και ντόπιους, με την κυρία Νίτσα να κρατά ζωντανή την παράδοση της φιλοξενίας σε ένα μαγειρείο που θυμίζει λαογραφικό μουσείο.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
47’ στο Hygge με την Anne Meurling

Γεύση / Hygge: Ένας φούρνος που μυρίζει θαλπωρή στην Ιπποκράτους

Με νοσταλγία για τις συνταγές της πατρίδας της, μια Σουηδέζα φτιάχνει ψωμί, γλυκά, αέρινο βούτυρο και άψογη μηλόπιτα, δημιουργώντας ατμόσφαιρα βόρειας Ευρώπης - μόλις δυο βήματα από τη λεωφόρο Αλεξάνδρας.
M. HULOT