ΣΕ ΜΙΑ ΔΙΧΑΣΜΕΝΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ένας επίδοξος αυταρχικός ηγέτης καταλαμβάνει διαρκώς νέες εξουσίες, συχνά κηρύσσοντας «κατάσταση έκτακτης ανάγκης» εκεί που δεν υπάρχει. Αυτό είναι δυνατό μόνο αφού δημιουργήσει μια ισχυρή συμμαχία ακροδεξιών δυνάμεων στον στρατό, συντηρητικών και θρησκόληπτων εθνικιστών, κάποιων εξαιρετικά πλούσιων ολιγαρχών και ορισμένων κεντρώων που τρομάζουν από το φάντασμα του «σοσιαλισμού». Οι ελευθερίες περιορίζονται, οι θεσμοί υπονομεύονται και οι επικριτές γίνονται «εχθροί του λαού». Σε λίγο, τα στρατεύματα καταλαμβάνουν τους δρόμους των πόλεων και, λίγο αργότερα, η δημοκρατία εξαφανίζεται, δίνοντας τη θέση της σε ένα απολυταρχικό καθεστώς.
Αυτό ακριβώς συνέβη στην Ισπανία τη δεκαετία του 1930 με την άνοδο του στρατηγού Φρανσίσκο Φράνκο στην εξουσία. Οι παραλληλισμοί με τις σημερινές Ηνωμένες Πολιτείες είναι προφανείς. Οι αυταρχικές φιλοδοξίες του Ντόναλντ Τραμπ συχνά προκαλούν συγκρίσεις με τον Αδόλφο Χίτλερ, κάτι τέτοιο όμως είναι λάθος για διάφορους λόγους. Δεδομένου ότι το όνομά του είναι συνώνυμο του απόλυτου κακού, ακόμη και η αναφορά στον Χίτλερ μπορεί να εκτροχιάσει οποιαδήποτε συζήτηση, με το στρατόπεδο του Τραμπ να διαμαρτύρεται για υπερβολή ή υστερία. Μια καλύτερη και πιο χρήσιμη σύγκριση είναι αυτή του Τραμπ με τον Φράνκο, η άνοδος του οποίου στην εξουσία μοιάζει τρομακτικά με αυτή που αντιμετωπίζει σήμερα η Αμερική – ως προειδοποίηση για το τι μπορεί να ακολουθήσει.
Ο Τραμπ δεν έχει (τουλάχιστον όχι ακόμα) ξεκινήσει εμφύλιο πόλεμο, αλλά το μοτίβο είναι παρόμοιο. Έχει επανειλημμένα κηρύξει «κατάσταση έκτακτης ανάγκης» και την έχει χρησιμοποιήσει ως πρόσχημα για να αποκτήσει επιπλέον εξουσίες.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1930, η Ισπανία ήταν διχασμένη. Η μεταρρυθμιστική κυβέρνηση των Δημοκρατικών υποστήριζε τα δικαιώματα των εργαζομένων, πίεζε τους πλούσιους γαιοκτήμονες να μοιράσουν τη γη τους πιο δίκαια μεταξύ του λαού και στόχευε να χαλαρώσει την επιρροή της Καθολικής Εκκλησίας, επιβάλλοντας τον διαχωρισμό της Εκκλησίας από το κράτος. Ο Φράνκο και οι εθνικιστές σύμμαχοί του καταδίκασαν αυτές τις μεταρρυθμίσεις ως σοσιαλιστική απειλή και υποσχέθηκαν να αποκαταστήσουν την παραδοσιακή δομή εξουσίας της χώρας. Με το σύνθημα ότι η ισπανική κοινωνία οδεύει προς ηθική κατάρρευση, ο Φράνκο και οι σύμμαχοί του χρειάζονταν μια κρίση για να ενώσουν τη δεξιά και να ξεκινήσουν ένα πραξικόπημα, ακόμα και αν έπρεπε να τη δημιουργήσουν οι ίδιοι.

Η ευκαιρία τούς δόθηκε μετά τη δολοφονία του Χοσέ Κάλβο-Σοτέλο, ενός δημοφιλούς συντηρητικού πολιτικού που απήχθη και δολοφονήθηκε από μέλη μιας αριστερής πολιτοφυλακής. Η δολοφονία του αποτελούσε ένα είδος άμεσης ανταπόδοσης: λίγες ώρες νωρίτερα, ο Χοσέ Καστίγιο, ένας υπολοχαγός της στρατιωτικοποιημένης αστυνομικής δύναμης της Ισπανίας με σοσιαλιστικές τάσεις, ο οποίος είχε βοηθήσει στη βίαιη καταστολή των ταραχών στην κηδεία ενός ακροδεξιού ακτιβιστή, δολοφονήθηκε από ακροδεξιούς εξτρεμιστές. Για την ισπανική ακροδεξιά, όμως, αυτό ήταν το πρόσχημα που χρειαζόταν – η απόδειξη ότι η ισπανική δημοκρατία είχε χάσει τον έλεγχο της τάξης και της ασφάλειας. Ο Φράνκο και οι σύμμαχοί του ξεκίνησαν ένα πραξικόπημα εναντίον της κυβέρνησης, πυροδοτώντας τον Ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο.
Ο Τραμπ δεν έχει (τουλάχιστον όχι ακόμα) ξεκινήσει εμφύλιο πόλεμο, αλλά το μοτίβο είναι παρόμοιο. Έχει επανειλημμένα κηρύξει «κατάσταση έκτακτης ανάγκης» και την έχει χρησιμοποιήσει ως πρόσχημα για να αποκτήσει επιπλέον εξουσίες. Η «έκτακτη ανάγκη» που δημιούργησε με το μεταναστευτικό ζήτημα απαιτούσε τον τερματισμό καθε δέουσας διαδικασίας προκειμένου να επιταχυνθούν οι απελάσεις. Η «έκτακτη ανάγκη» που δημιούργησε με το εμπορικό έλλειμμα ήταν η δικαιολογία για να παρακάμψει το Κογκρέσο σε θέματα δασμών. Και, πιο πρόσφατα και πιο ανησυχητικά, οι «καταστάσεις έκτακτης ανάγκης» που επικαλείται για τη δημόσια ασφάλεια –με φόντο τη μείωση των ποσοστών βίαιων εγκλημάτων στις πόλεις σε ολόκληρη τη χώρα– αποτελούν πρόσχημα για την ανάπτυξη της Εθνοφρουράς ως πολιτικής αστυνομικής δύναμης.
Οι ομοιότητες δεν τελειώνουν εδώ: τα δομικά στοιχεία των συμμαχιών του Τραμπ αντικατοπτρίζουν τις αντίστοιχες συμμαχίες του Φράνκο. Ο Φράνκο χρειαζόταν τόσο την οικονομική υποστήριξη των ισχυρών ελίτ όσο και την πνευματική υποστήριξη της Καθολικής Εκκλησίας, η οποία μπορούσε να επηρεάσει τους πιστούς ώστε να συνταχθούν με το μέρος του.

Ένας από τους βασικούς υποστηρικτές του ήταν ο Χουάν Μαρτς, που κάποτε ονομάστηκε «ο πλουσιότερος άνθρωπος της Ισπανίας», ένας διαβόητος τραπεζίτης και μεγιστάνας της ναυτιλίας από τη Μαγιόρκα, ο οποίος χρηματοδότησε πολλές από τις στρατιωτικές επιχειρήσεις του Φράνκο, εξασφαλίζοντας παράλληλα ξένη βοήθεια από τη Γερμανία και την Ιταλία. Κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ο Μαρτς ήταν τόσο ισχυρός ώστε οι Σύμμαχοι του κατέβαλαν ένα σημαντικό ποσό για να αποτρέψουν την ένταξη της Ισπανίας στις δυνάμεις του Άξονα. Ένας άλλος σημαντικός υποστηρικτής του Φράνκο (μεταξύ πολλών άλλων) ήταν ο Χοσέ Μαρία ντε Ιμπάρα, ένας βιομήχανος από τη Χώρα των Βάσκων που προμήθευε χάλυβα και υποδομές μεταφορών και βοήθησε στη δημιουργία μιας πολιτικής συμμαχίας μεταξύ των πλούσιων φίλων του και άλλων βιομηχανικών ανταγωνιστών. Μετά τη νίκη του, ο Φράνκο αντάμειψε αυτούς τους συντηρητικούς υποστηρικτές του αντιτιθέμενος στην αγροτική μεταρρύθμιση, προστατεύοντας την ιδιωτική ιδιοκτησία, καταστέλλοντας τα συνδικάτα και χορηγώντας προσοδοφόρες κρατικές συμβάσεις κατά τη διάρκεια της μεταπολεμικής ανασυγκρότησης.
Η κυριαρχία του Φράνκο ήταν επίσης στενά συνδεδεμένη με την Καθολική Εκκλησία. Παρουσιάζοντας την εξέγερσή του ως ιερή σταυροφορία εναντίον των άθεων σοσιαλιστών, ο Φράνκο ενίσχυσε τον ρόλο της Εκκλησίας στην ισπανική ζωή, χρηματοδοτώντας την ανασυγκρότησή της, επαναφέροντας τη θρησκευτική εκπαίδευση στα σχολεία και παρέχοντας στον κλήρο την εξουσία να λογοκρίνει οτιδήποτε θεωρούσε «αντικαθολικό».
Η καθολική ιεραρχία απολάμβανε τα αποκατεστημένα προνόμιά της και δεν έκανε τίποτα για να αντιταχθεί στην καταπίεση και φυλάκιση των εχθρών του καθεστώτος. Για κάποιους από τους οπαδούς του, ο Φράνκο ήταν το μικρότερο από τα δύο κακά (αυταρχισμός έναντι σοσιαλισμού). Για άλλους, η δικτατορία του ήταν ηθικά δίκαιη – το ατελές όργανο του Θεού για τη διατήρηση της εκκλησιαστικής εξουσίας.

Δεν χρειάζεται να ψάξει κανείς πολύ για να δει τις ομοιότητες με το κίνημα MAGA, και ιδιαίτερα με δισεκατομμυριούχους ολιγάρχες όπως ο Ίλον Μασκ και ο Πίτερ Τίελ που προσφέρουν τη σημαντική οικονομική τους υποστήριξη. Όπως με τις ανταμοιβές του Φράνκο στους πλούσιους υποστηρικτές του, ο Τραμπ επιδιώκει με επιθετικό τρόπο ένα πρόγραμμα απορρύθμισης, ενώ παράλληλα επιβάλλει μαζικές φορολογικές περικοπές που ωφελούν δυσανάλογα τους πλούσιους. Επίσης, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ έχει συνάψει μια συμφωνία τύπου Φράνκο με την αμερικανική θρησκευτική δεξιά, εξασφαλίζοντας την υποστήριξη των ευαγγελιστών ως ένα, ατελές έστω, πολιτικό όχημα για την κοινωνικά συντηρητική ατζέντα τους.
Αλλά η δημιουργία μιας μαζικής συμμαχίας απαιτεί επίσης τον έλεγχο του μαζικού μηνύματος – μαζί με την εξουδετέρωση των φωνών που τολμούν να παρεμβαίνουν στην επίσημη αφήγηση της εξουσίας, εκφράζοντας άβολες αλήθειες. Ο Φράνκο προσάρτησε σταδιακά όλα τα μέσα ενημέρωσης στον έλεγχο του κράτους, κλείνοντας ή λογοκρίνοντας κάθε μέσο που δεν εξυμνούσε τις αρετές του καθεστώτος του. Οτιδήποτε ήταν αντικυβερνητικό χαρακτηριζόταν αντιπατριωτικό. Οι δημοσιογράφοι έπρεπε επίσης να λογοδοτούν στο καθεστώς και παρακολουθούνταν στενά. Πολλοί αριστεροί δημοσιογράφοι που ασκούσαν κριτική στην κυβέρνηση συνελήφθησαν, εκτελέστηκαν ή «εξαφανίστηκαν». Στην τρέχουσα εποχή των κατακερματισμένων μέσων ενημέρωσης, ο Τραμπ δεν χρειάστηκε να θέσει τον μηχανισμό των αμερικανικών μέσων ενημέρωσης υπό τον έλεγχό του. Ωστόσο, έχει καταφέρει να πείσει ένα μεγάλο μέρος των υποστηρικτών του ότι οι επικρίσεις εναντίον του είναι «fake news», ενώ παράλληλα κατέλαβε τον υπάρχοντα συντηρητικό μηχανισμό των μέσων ενημέρωσης και τον μετέτρεψε σε ανεπίσημο φερέφωνο του καθεστώτος, που επαναλαμβάνει τη ρητορική του, ανεξάρτητα από το πόσο απέχει από την αντικειμενική πραγματικότητα.
Με στοιχεία από Slate