HΤΑΝ ΜΕΣΑΝΥΧΤΑ ΤΗΣ 1ης Απριλίου του 2001 όταν ο τότε δήμαρχος του Άμστερνταμ, Job Cohen, πάντρευε τέσσερα ομόφυλα ζευγάρια σε μια κοινή τελετή στο επιβλητικό δημαρχείο της πόλης. Η Ολλανδία είχε γίνει η πρώτη χώρα στον κόσμο που νομιμοποιούσε τους γάμους ζευγαριών με πλειοψηφία που ξεπερνούσε το 70% των μελών των δύο σωμάτων που συγκροτούν το ολλανδικό Κοινοβούλιο. Έκτοτε, ακολούθησε το Βέλγιο και τον Ιούλιο του 2005 η Ισπανία. Το ισπανικό Κοινοβούλιο είχε ψηφίσει το νομοσχέδιο με 187 ψήφους υπέρ και 147 κατά, επιτρέποντας τους γάμους μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου. Μάλιστα, παρά τις έντονες αντιδράσεις της Καθολικής Εκκλησίας, το νομοσχέδιο έδινε επιπλέον τη δυνατότητα στα εν λόγω ζεύγη να υιοθετούν παιδιά. H αναγνώριση διά νόμου των γάμων των ομοφυλοφίλων συμπεριλαμβανόταν στις κοινωνικές μεταρρυθμίσεις που προωθούσε η σοσιαλιστική κυβέρνηση του Χοσέ Λουίς Θαπατέρο. Ο ίδιος δήλωνε χαρακτηριστικά: «Είμαι βέβαιος ότι κι άλλες χώρες θα ακολουθήσουν το παράδειγμά μας, ωθούμενες από τις δυνάμεις της ελευθερίας και της ισότητας. Με το νομοσχέδιο αυξάνουμε τις πιθανότητες να ευτυχήσουν πολλοί γείτονες, φίλοι, συνάδελφοι και συγγενείς μας».
Το παράδειγμα της Ισπανίας (μιας χώρα του Νότου με ισχυρό το θρησκευτικό στοιχείο) είναι ενδεικτικό για τη συζήτηση που έχει ανοίξει στη χώρα μας με αφορμή την απόφαση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη να δρομολογήσει μια σημαντική μεταρρύθμιση του οικογενειακού δικαίου με την αναγνώριση του πολιτικού γάμου των ομόφυλων ζευγαριών αλλά και του δικαιώματός τους να αποκτήσουν παιδιά. Να θυμίσουμε ότι σήμερα 34 χώρες παγκοσμίως, κυρίως στην ευρωπαϊκή και αμερικανική ήπειρο, έχουν κατοχυρώσει νομικά τον γάμο μεταξύ ομοφύλων και οι περισσότερες από τις μισές βρίσκονται στη δυτική Ευρώπη. Ειδικότερα, οι 23 εξ αυτών βρίσκονται στην Ευρώπη, ενώ 15 είναι κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ήδη από την 1η Ιανουαρίου 2024 έχει προστεθεί σε αυτές και η Εσθονία.
Τεράστια ευθύνη φέρουν και όσα κυβερνητικά στελέχη δεν έχουν σπεύσει να τοποθετηθούν ανοιχτά για το θέμα αλλά και όσοι βουλευτές από το ΠΑΣΟΚ και τον ΣΥΡΙΖΑ εκφράζουν χαμηλοφώνως τις αμφιβολίες τους για την ανάγκη θέσπισης και στην Ελλάδα του (πολιτικού) γάμου ομοφύλων και της ομογονεϊκότητας.
Η Ελλάδα, όπως ήδη γνωρίζουμε, δεν ανήκει ακόμη σε αυτές. Δυστυχώς, πολλές φορές στη χώρα μας θέματα αυτονόητα για τον πολιτισμένο κόσμο, που έχουν να κάνουν με ατομικές ελευθερίες, γίνονται αντικείμενο μιας έκδηλης αμφιθυμίας με αστερίσκους, «ναι μεν, αλλά», αλλά και μικροκομματικών συμφερόντων από κομματικά στελέχη με ανύπαρκτη πολιτική επιρροή. Το τελευταίο διάστημα που στη δημόσια σφαίρα συζητείται η υλοποίηση του συγκεκριμένου νομοσχεδίου παρατηρούμε και πάλι τους «γνωστούς - αγνώστους» που έχουν υιοθετήσει τον ρόλο των «δεξιών εξαπτέρυγων» να βροντοφωνάζουν τη διαφωνία τους, προβάλλοντας την ίδια ώρα την παντελή έλλειψη γνώσης για τη νομική και κοινωνική πραγματικότητα. Αν και οι κοινωνικές συνθήκες έχουν ωριμάσει πλέον, οι αφορισμοί και η ομοφοβική ρητορική δεν λείπουν.
Βέβαια, δεν είναι η πρώτη φορά που βλέπουμε πολιτικούς ή την Εκκλησία να αντιδρούν με δογματισμό για θέματα που αφορούν τα ανθρώπινα δικαιώματα, την ισονομία και το κράτος δικαίου. Αν ανατρέξουμε στο μακρινό 1982, θα θυμηθούμε ότι με τον νόμο 1250 η παντοδύναμη κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου καθιέρωσε τον πολιτικό γάμο (καταψηφίστηκε από τη Νέα Δημοκρατία) διακόσια χρόνια μετά την καθιέρωσή του στη Γαλλία από τη Γαλλική Επανάσταση. Ο τότε υπουργός Δικαιοσύνης Στάθης Αλεξανδρής σημείωνε ότι «η πολιτεία δεν διαπραγματεύεται τη νομοθετική εξουσία». Η Εκκλησία αντέδρασε, ενώ διάφορες παραθρησκευτικές οργανώσεις και ακροδεξιοί μητροπολίτες ταύτιζαν τον πολιτικό γάμο με τη βλασφημία και διαδήλωναν για το «αμαρτωλό νομοσχέδιο».
Κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης της Ιεράς Συνόδου εκφράστηκαν εμπρηστικές απόψεις, όπως ότι: «Είναι εντελώς απαράδεκτη και αδικαιολόγητη η θέσπιση του πολιτικού γάμου για όλους τους Έλληνες. Η Εκκλησία ανέχεται τη θέσπιση του πολιτικού γάμου μόνο για εκείνους τους ολίγους που θεωρητικά υποστηρίζουν ότι είναι άπιστοι και άθεοι. Οι ορθόδοξοι που τελούν πολιτικό γάμο θέτουν μόνοι τους τον εαυτό του έξω από την Εκκλησία και στερούνται από τις ευλογίες και τις ευχές της». Οι σχέσεις πολιτείας - Εκκλησίας έφτασαν σε οριακό σημείο, ενώ ο Αρχιεπίσκοπος Σεραφείμ διεμήνυε στον Ανδρέα Παπανδρέου ότι «θα κατέβαζε τον κόσμο στους δρόμους». Η Εκκλησία είχε καταφέρει τότε να πετύχει την «ισοδυναμία» θρησκευτικού και πολιτικού γάμου.
Την καλύτερη απάντηση είχε δώσει, όμως, ο Μάριος Πλωρίτης μέσα από τις σελίδες του «Βήματος», σχολιάζοντας: «Αν η Εκκλησία νοιαζόταν πραγματικά για την ουσία του γάμου (και όχι μόνο για την προσοδοφόρα ιερολογία του), θα υπερθεμάτιζε για τη λύση των αποτυχημένων συμβιώσεων – όπου, αντί αγάπης, βασιλεύει μίσος, και, αντί ομόνοιας, διαπληκτισμοί και γροθοπατινάδες, που δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν απ’ τις συνεδριάσεις της Ι. Συνόδου». Για την ιστορία, να θυμίσουμε ότι το 2012, κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης, οι πολιτικοί γάμοι ξεπέρασαν για πρώτη φορά τους θρησκευτικούς, σε ποσοστό 51,8% έναντι 48,2%. Ωστόσο, παρά την καθιέρωση του πολιτικού γάμου, πολλά ζευγάρια εξακολουθούν να επιλέγουν τον θρησκευτικό σε τέτοιο σημείο, που μερικά καλοκαίρια δεν μπορούν να βρουν άδεια εκκλησία και παπά να τους παντρέψει.
Φυσικά, η Εκκλησία μάς έχει συνηθίσει σε παρόμοιου ύφους προκλητικές αναφορές, όπως αυτή της 1ης Απριλίου του 1986, όταν η Ιερά Σύνοδος είχε χαρακτηρίσει την έκτρωση «ειδεχθές έγκλημα» και «φόνο εκ προμελέτης», καθώς και «απαίσιο φονιά» κάθε γυναίκα που κάνει έκτρωση. Την ίδια στιγμή, πρόσθετε ότι «πρόκειται για αμαρτία θανάσιμη που επιφέρει τη στέρηση της βασιλείας του Θεού». Τελικά, στις 5 Ιουνίου του 1986 ψηφίστηκε η νομιμοποίηση των αμβλώσεων, με τη ΝΔ να καταψηφίζει και τον συντηρητικό Τύπο της εποχής να το χαρακτηρίζει «έγκλημα».
Τον Οκτώβριο του 2019, ύστερα από δεκαετίες αγώνων και προσπαθειών, το πρώτο αποτεφρωτήριο νεκρών στην Ελλάδα γινόταν πραγματικότητα. Η χώρα μας ήταν η τελευταία στην Ευρωπαϊκή Ένωση η οποία αποκτούσε αποτεφρωτήριο. Προφανώς και εδώ παρέμενε σταθερά αρνητική η θέση της Εκκλησίας για το ζήτημα αυτό, δηλώνοντας στο παρελθόν ότι «η Εκκλησία δεν δέχεται για τα μέλη της την αποτέφρωση του σώματος». Σήμερα, το δικαίωμα έχει κατοχυρωθεί χωρίς να έχει υπάρξει κάποιου είδους ουσιαστική διαφορά στην ελληνική κοινωνία. Όποιος θέλει επιλέγει την καύση και όποιος το επιθυμεί την ταφή.
Ας εξετάσουμε τώρα τις αντιδράσεις στο εσωτερικό του κυβερνώντος κόμματος. Σε συνέντευξή του στην «Καθημερινή», ο πρώην πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς απάντησε στην ερώτηση για το αν θα ψηφίσει το νομοσχέδιο για τον «γάμο των ομόφυλων ζευγαριών»: «Όχι! Πιστεύω ότι οφείλουμε να στηρίξουμε την “πυρηνική” οικογένεια, όπου υπάρχουν γονεϊκά πρότυπα και των δύο φύλων. Δηλαδή υπάρχει ΜΑΝΑ και ΠΑΤΕΡΑΣ».
Δεν παρέλειψε φυσικά να ξεκαθαρίσει ότι ο καθένας μπορεί να κάνει ό,τι θέλει στην προσωπική του ζωή, αλλά ακολούθησαν περισσότερες ομοφοβικές και σεξιστικές τοποθετήσεις. «Μην μπερδεύουμε, όμως, τις “σεξουαλικές προτιμήσεις” –που μπορεί να είναι πολλαπλές– με τα φύλα, που είναι δύο. Και μην μπερδεύουμε το σύμφωνο συμβίωσης με τον θεσμό της οικογένειας που μεγαλώνει παιδιά, τα οποία χρειάζονται και τα δύο φύλα. Οι γυναίκες δεν είναι “τεκνοποιητικές μηχανές” που θα “βοηθούν” τα ομόφυλα ζευγάρια να αποκτήσουν παιδιά κι ύστερα θα εξαφανίζονται! Αυτό υποτιμά τη γυναίκα και τραυματίζει τα παιδιά». Φαίνεται ότι ο κ. Σαμαράς ανήκει στην κατηγορία όσων έχουν φίλους gay, αρκεί να μην προκαλούν, ενώ για τις γυναίκες πιστεύει ότι δεν είναι «τεκνοποιητικές μηχανές», όσον αφορά την παρένθετη κύηση για τα ΛΟΑΤΚΙ+ ζευγάρια, είναι χρήσιμες όμως όταν θέλουμε να λύσουμε το δημογραφικό μας πρόβλημα.
Θα προτείναμε, πάντως, στον πρώην πρωθυπουργό, ο οποίος μας έχει συνηθίσει στις αποτυχημένες προβλέψεις, στα ρατσιστικά και ομοφοβικά παραληρήματα και ταυτόχρονα αποδοκιμάστηκε με εκκωφαντικό τρόπο από το εκλογικό σώμα στις εκλογές του 2015, να διαβάσει την καταληκτική παράγραφο της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου των ΗΠΑ του 2015 για τη νομιμοποίηση των γάμων ομόφυλων ζευγαριών σε όλη την επικράτεια των Ηνωμένων Πολιτειών: «Καμία ένωση δεν είναι τόσο βαθιά όσο ο γάμος, καθώς ενσωματώνει τα ανώτατα ιδεώδη της αγάπης, της πίστης, της αφοσίωσης, της θυσίας και της οικογένειας. Μέσα από την ένωση του γάμου, δύο άνθρωποι γίνονται κάτι πολύ πιο σπουδαίο απ' ό,τι ήταν πριν. Όπως κάποιοι εκ των αιτούντων σημειώνουν στις υποθέσεις αυτές, ο γάμος αντιπροσωπεύει την αγάπη που μπορεί να αντέξει ακόμη και μετά θάνατον. Θα ήταν λάθος να ισχυριστούμε ότι οι άνθρωποι αυτοί δεν σέβονται την ιδέα του γάμου. Η αλήθεια είναι ότι τον σέβονται, και τον σέβονται τόσο βαθιά που αποζητούν την προσωπική τους ολοκλήρωση μέσα από αυτόν. Προσδοκούν ότι δεν θα είναι καταδικασμένοι να ζουν στη μοναξιά, αποκλεισμένοι από έναν εκ των παλαιότερων θεσμών του πολιτισμού μας. Επιζητούν την ισότητα στην αξιοπρέπεια έναντι του Νόμου. Το Σύνταγμα τους αναγνωρίζει αυτό το δικαίωμα».
Επίσης, μπορεί να ανατρέξει σε παλαιότερη ομιλία της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, για την κατάσταση της Ένωσης στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η οποία σημείωνε: «Δεν θα επαναπαυθώ όσον αφορά το θέμα της οικοδόμησης μιας Ένωσης Ισότητας. Μιας Ένωσης, στην οποία θα μπορεί ο καθένας να είναι ο εαυτός του και να αγαπάει όποιον θέλει, χωρίς φόβο αντιποίνων και διακρίσεων. Διότι το να είσαι ο εαυτός σου δεν είναι η ιδεολογία σου. Είναι η ταυτότητά σου. Και κανένας, ποτέ, δεν μπορεί να το αρνηθεί αυτό. Επομένως, θέλω να είμαι απόλυτα σαφής – ζώνες χωρίς ΛΟΑΤΚΙ είναι ζώνες χωρίς ανθρωπισμό. Και δεν έχουν θέση στην Ένωσή μας. Προκειμένου να βεβαιωθούμε ότι στηρίζουμε όλη την κοινότητα, σύντομα η Επιτροπή θα παρουσιάσει μια στρατηγική για την ενίσχυση των δικαιωμάτων των ατόμων ΛΟΑΤΚΙ. Στο πλαίσιο αυτό, θα προωθήσω επίσης την αμοιβαία αναγνώριση των οικογενειακών σχέσεων στην Ε.Ε. Αν είσαι γονέας σε μια χώρα, είσαι γονέας σε κάθε χώρα».
Αστείες και αδιάφορες θα χαρακτήριζα και τις δηλώσεις του αρμόδιου για το κοινοβουλευτικό έργο υπουργού Επικρατείας, κ. Μάκη Βορίδη, ο οποίος υποστήριξε περίτρανα ότι «αν υπάρξει κομματική πειθαρχία, θα παραιτηθεί» από υπουργός. Ειλικρινά, γιατί ο προερχόμενος από τον ακροδεξιό ΛΑΟΣ, κ. Βορίδης, δεν έχει εκστομίσει ποτέ τη λέξη «παραίτηση» για άλλα θέματα που απασχόλησαν την ελληνική κοινωνία όπως τα μνημόνια, οι περικοπές μισθών και συντάξεων, το δυστύχημα στα Τέμπη, οι υποκλοπές ή οι φονικές πυρκαγιές; Μόνο ο γάμος των ομόφυλων ζευγαριών είναι ένα κρίσιμο θέμα που θα τον οδηγήσει στην παραίτηση;
Είναι ντροπή πολιτικοί σαν τον υπουργό Επικρατείας να αντιδρούν θορυβωδώς μόνο όταν είναι να ξεδιπλώσουν το ομοφοβικό τους σκεπτικό. Μάλλον ανήκει και ο ίδιος στην κατηγορία «έχω φίλους gay, αρκεί να μην προκαλούν». Και όλα αυτά προφανώς για να χαϊδέψει τα αυτιά ενός ξεπερασμένου και υπό εξαφάνιση εκλογικού ακροατηρίου που αντιδρά στην κατάργηση της θεσμοποιημένης ομοφοβίας.
Είναι, άλλωστε, οι ίδιοι οπαδοί που διαμαρτύρονταν για τις νέες ψηφιακές ταυτότητες προκειμένου να συνεχίσουν να έχουν εκείνες όπου δεν αναγράφεται το θρήσκευμα, για τις οποίες πάλι αντιδρούσαν στις λαοσυνάξεις του Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου. Τεράστια ευθύνη, βέβαια, φέρουν και όσα κυβερνητικά στελέχη δεν έχουν σπεύσει να τοποθετηθούν ανοιχτά για το θέμα αλλά και όσοι βουλευτές από το ΠΑΣΟΚ και τον ΣΥΡΙΖΑ εκφράζουν χαμηλοφώνως τις αμφιβολίες τους για την ανάγκη θέσπισης και στην Ελλάδα του (πολιτικού) γάμου ομοφύλων και της ομογονεϊκότητας.
Εν ολίγοις, σήμερα ο πρωθυπουργός είναι πανίσχυρος πολιτικά και θα μπορούσε να προχωρήσει σε ιστορικές μεταρρυθμίσεις. Εξάλλου, οι θεσμοί είναι αυτοί που διαμορφώνουν συμπεριφορές και οι νόμοι δεν μπορεί να είναι αποτέλεσμα δημοσκοπήσεων, υπολογισμού του πολιτικού κόστους ή εσωτερικών ισορροπιών στις τάξεις της κυβέρνησης. Τα θεμελιώδη δικαιώματα δεν είναι απόρροια πλειοψηφιών και αμφιλεγόμενων διαρροών στον Τύπο αλλά ενός ποιοτικού κράτους δικαίου που αγκαλιάζει τη μοναδικότητα και την ποικιλομορφία. Ο ίδιος έχει επισημάνει άλλωστε ότι το 41% είναι εντολή για επιτάχυνση των μεγάλων αλλαγών. Επίσης, η κοινωνία είναι ξεκάθαρο ότι έχει προχωρήσει και έχει εξελιχθεί σε εντυπωσιακό επίπεδο. Οι στερεοτυπικές αντιλήψεις έχουν αρχίσει να υποχωρούν σε μεγάλο βαθμό, ενώ οι όποιες ενστάσεις αποδεικνύονται έωλα επιχειρήματα. Και σ’ αυτό οφείλουμε να πούμε ότι έχουν βοηθήσει σημαντικά σειρές όπως αυτές του Γιώργου Καπουτζίδη και του Βασίλη Κεκάτου, ταινίες και συμπεριληπτικά βιβλία που έχουν αυξήσει την ορατότητα ομόφυλων ζευγαριών αλλά και των εναλλακτικών οικογενειακών σχημάτων.
Καλό θα είναι, λοιπόν, να αναρωτηθεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης: ποιος θυμάται άραγε σήμερα τους βουλευτές που καταψήφισαν τα νομοσχέδια για τον πολιτικό γάμο, την αποποινικοποίηση της μοιχείας, τις αμβλώσεις και την καύση των νεκρών; Κανείς. Όλοι έχουν περάσει στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας. Ήταν η Ελλάδα μια ευρωπαϊκή κοινωνία όταν έγινε μέλος των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων το 1981; Μήπως ήταν έτοιμη η κοινωνία για τη θέσπιση του πολιτικού γάμου και για την ισότητα των φύλων με τη ριζική αναθεώρηση του οικογενειακού δικαίου το 1983; Τα ετερόφυλα ζευγάρια σταμάτησαν να συνάπτουν γάμο επειδή θεσπίστηκε ο εναλλακτικός θεσμός του συμφώνου συμβίωσης; Ή όταν ισχύσει ο πολιτικός γάμος μεταξύ των ομόφυλων ζευγαριών στη χώρα μας η Ελλάδα θα γίνει αυτομάτως ένα έθνος ομοφυλόφιλων; Το μόνο βέβαιο είναι ότι η συντριπτική πλειονότητα όσων σήμερα διαφωνούν σε λίγα χρόνια θα το θεωρεί και αυτό αυτονόητο.
Ποιος θυμάται, άραγε, σήμερα τους βουλευτές που καταψήφισαν τα νομοσχέδια για τον πολιτικό γάμο, την αποποινικοποίηση της μοιχείας, τις αμβλώσεις και την καύση των νεκρών; Κανείς. Όλοι έχουν περάσει στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας.
Τέλος, γάμος σημαίνει γάμος, με όλα όσα συνεπάγεται. Επιστημονικές έρευνες έχουν αποδείξει ότι τα παιδιά που μεγαλώνουν από ομόφυλα ζευγάρια έχουν παρόμοια ψυχοκοινωνική προσαρμογή με τα υπόλοιπα. Συγχρόνως, όσον αφορά την παρένθετη μητρότητα, να θυμίσουμε ότι επιτρέπεται στην Ελλάδα από το 2002 και χιλιάδες γυναίκες έχουν αποκτήσει παιδιά με αυτήν τη μέθοδο. Κανείς βέβαια δεν ανησύχησε για τους κινδύνους εκμετάλλευσης των κυοφόρων γυναικών.
Επιπρόσθετα, όπως υποστήριξε πρόσφατα η καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του ΑΠΘ, Λίνα Παπαδοπούλου, μιλώντας στη LIFO: «Κανείς δεν απαγορεύει σήμερα, ούτε και θα μπορούσε να απαγορεύσει ποτέ, σε έναν ομοφυλόφιλο ή τρανς άνθρωπο να αποκτήσει παιδί, είτε με φυσικό τρόπο, αν το επιλέξει, είτε με τις μεθόδους της ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Οι ομοφυλόφιλοι άνθρωποι αποκτούν παιδιά κάθε μέρα, έχουν ήδη παιδιά, τα μεγαλώνουν, ακόμη και μέσα σε ψευδεπίγραφους ετερόφυλους γάμους». Και πρόσθεσε: «Γιατί το κράτος αφήνει παιδιά να μεγαλώνουν εγκαταλελειμμένα σε ορφανοτροφεία επειδή είναι "μεγάλα" και όχι μέσα σε μια οικογένεια με αγάπη, νοιάξιμο και ζεστασιά, απλώς και μόνο επειδή αυτή η οικογένεια αποτελείται, π.χ., από δύο μπαμπάδες;».
Κανένας Σαμαράς, Βορίδης ή Πλεύρης δεν μπορεί να σταθεί εμπόδιο στην ισότητα, στις ατομικές ελευθερίες και στην αξιοπρέπεια χωρίς αποκλεισμούς λόγω φύλου. Οι σκοταδιστικές και οπισθοδρομικές εποχές έχουν περάσει ανεπιστρεπτί.