Η Βούλα Χαριλάου ήταν (από) αλλού

Η Βούλα Χαριλάου ήταν (από) αλλού Facebook Twitter
Την είχαν χαρακτηρίσει «Ελληνίδα Βίβιαν Λι» λόγω μιας φυσιογνωμικής ομοιότητας με τη διάσημη σταρ και, ασχέτως των ερμηνευτικών της ορίων, πράγματι μπορεί μ’ ένα τρόπο να τη φανταστεί κανείς και ως Σκάρλετ Ο’ Χάρα και ως Μπλανς Ντιμπουά.
0

ΜΕΣΩ ΑΝΑΡΤΗΣΕΩΝ στο Facebook –μάλλον το κατεξοχήν «νεκρολογικό» μέσο κοινωνικής δικτύωσης, ως πιο γηριατρικό ίσως– από τη θεατρική συγγραφέα Μάρω Μπουρδάκου και τον Πρόεδρο του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών Σπύρο Μπιμπίλα κοινοποιήθηκε ο θάνατος της ηθοποιού Βούλας Χαριλάου, με μια μικρή δόση επίπληξης προς τους οικείους της, που «δεν έκαναν γνωστό ούτε καν στο ΣΕΗ» το μοιραίο, που συνέβη πριν από 20 μέρες.

Δεν κατάφερε λοιπόν η Βούλα Χαριλάου να παραμείνει σ’ αυτό το περίεργο limbo των πρώην επωνύμων που έφτασαν σε βαθύ γήρας, αλλά επειδή βρίσκονται «μακριά από τα φώτα» εδώ και αρκετές δεκαετίες (που είναι σαν αιώνες στο σύμπαν της δημοσιότητας) κανείς δεν ξέρει αν ζουν ή αν πέθαναν.

Κι εγώ για χαμένη (από τα εγκόσμια) προ πολλού την είχα, και ήταν σα να της ταιριάζει αυτή η ιδέα της μεγάλης λήθης, αφού και στο σινεμά πέρασε σαν διάττοντας αστέρας μέσα από κάποιες ελληνικές ταινίες και μετά χάθηκε προτού να δει το κοινό τη φυσιογνωμία της να αλλάζει.

Η πορεία της στην οθόνη κράτησε μια δεκαετία σκάρτη και έληξε το 1965, όταν ήταν 35 ετών. Στις τελευταίες της «εμφανίσεις» ως ηθοποιός, λίγα χρόνια αργότερα, σε θεατρικά έργα που ακούγονταν από το κρατικό ραδιόφωνο, δεν υπήρχε το πρόσωπο, μόνο αυτή η ιδιαίτερη, κλονισμένη φωνή.

Θυμάμαι παλιότερα να ακούγεται ακόμα ο απόηχος μιας παλιάς φήμης, σύμφωνα με την οποία ήταν η μόνη για την οποία έδειξε πραγματικό ρομαντικό ενδιαφέρον ο Μάρλον Μπράντο κατά την επίσκεψή του στην Αθήνα στα τέλη της δεκαετίας του ’50. Είναι ένας αστικός μύθος που της ταιριάζει, ασχέτως αν συνέβη κάτι τέτοιο στ’ αλήθεια ή όχι.

Δεν είμαι ο μόνος (το έχω τσεκάρει) που τη θεωρούσε μια από τις πιο ελκυστικές περιπτώσεις που είχε τύχει να συναντήσει κατά την αδιάκοπη λιτανεία των ελληνικών ταινιών στην τηλεόραση. Ήταν πολύ ξεχωριστή η παρουσία της σ’ αυτές τις λίγες ταινίες που εμφανίστηκε και όπως πολλές εξέχουσες περιπτώσεις έμοιαζε την ίδια στιγμή πίσω και μπροστά από την εποχή της – μοντέρνα αλλά όχι σύγχρονη (δηλαδή του συρμού), ειδικά σε σχέση με τις υπόλοιπες Ελληνίδες πρωταγωνίστριες της ακμής του ελληνικού «βιομηχανικού» σινεμά. Μια άλλη τέτοια περίπτωση που μπορώ να σκεφτώ είναι αυτή της (κινηματογραφικής) Έλλης Φωτίου.

Έμοιαζε επίσης –ειδικά σε κάποιες ταινίες– σα να είναι (από) αλλού, σα να περιφέρει αδίκως μια ματαιωμένη λαχτάρα ή σα να λειτουργεί ως υποδειγματική goth ηρωίδα. Την είχαν χαρακτηρίσει «Ελληνίδα Βίβιαν Λι» λόγω μιας φυσιογνωμικής ομοιότητας με τη διάσημη σταρ και, ασχέτως των ερμηνευτικών της ορίων, πράγματι μπορεί μ’ ένα τρόπο να τη φανταστεί κανείς και ως Σκάρλετ Ο’Χάρα και ως Μπλανς Ντιμπουά.

Στην πρώτη της ταινία την είχε επιλέξει η (αιωνίως υποτιμημένη) σκηνοθέτρια Μαρία Πλυτά να παίξει την Ελίζα, την κόρη της Δούκισσας της Πλακεντίας στο ομώνυμο φιλμ του 1956, με τη γνωστή μακάβρια κατάληξη: μετά τον πρόωρο και τραγικό θάνατό της η μητέρα της τοποθέτησε σε μια ξύλινη λάρνακα το ταριχευμένο κορμί της για να την κρατήσει αιώνια «ζωντανή», φρικάροντας την Αθήνα της εποχής. «Και τοποθετήσασα αυτήν εντός θαλάμου του οίκου της, επαραμυθείτο ορώσα αυτήν η τάλαινα μήτηρ», όπως είχε γράψει ο Ι.Μ. Δραγούμης.

Θα ακολουθούσαν και κάποιοι άλλοι ρόλοι που έμοιαζαν να κατοχυρώνουν αυτό το ιδιαίτερο και μανιοκαταθλιπτικό κράμα αγνού ενθουσιασμού και παθολογικής κατήφειας που αντανακλούσε η παρουσία της. Η ρομαντική και πλανημένη Χαρούλα στην αστική ηθογραφία «Στουρνάρα 288», φυσικά η παρανοϊκά διχασμένη Άννα Μαργκό στον γκραν γκινιόλ στρόβιλο του «Εφιάλτη», η επιπόλαιη και πληγωμένη Βάνα στους «Αδίστακτους» (η τελευταία της ταινία), αυτό το έντονο, καλαίσθητο, πικρό και ερωτευμένο με τον φαταλισμό, νουάρ μελόδραμα του Ντίνου Κατσουρίδη.

Θυμάμαι παλιότερα να ακούγεται ακόμα ο απόηχος μιας παλιάς φήμης, σύμφωνα με την οποία ήταν η μόνη για την οποία έδειξε πραγματικό ρομαντικό ενδιαφέρον ο Μάρλον Μπράντο κατά την επίσκεψή του στην Αθήνα στα τέλη της δεκαετίας του ’50 (ή η μόνη με την οποία συνέβη κάτι, δεν ήταν ξεκάθαρο ακριβώς). Είναι ένας αστικός μύθος που της ταιριάζει, ασχέτως αν συνέβη κάτι τέτοιο στ’ αλήθεια ή όχι.


 

Daily
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

100 χρόνια New Yorker: Το ντοκιμαντέρ του Netflix για το περίφημο περιοδικό

Daily / 100 χρόνια «New Yorker»: Το ντοκιμαντέρ του Netflix για το περίφημο περιοδικό

Ζει και βασιλεύει ο ιστορικός τίτλος, φαινομενικά άτρωτος στη φθορά και στα τερτίπια του χρόνου αλλά και στα απανωτά πλήγματα που έχουν γονατίσει τούτο τον αιώνα τα μέσα, και ειδικά τα έντυπα.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Beatles νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων

Daily / Beatles νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων

Η μυθική σειρά οκτώ (συν ένα) επεισοδίων που διασχίζει ολόκληρη την εξωπραγματική διαδρομή του πιο σημαντικού και πιο λατρεμένου συγκρότημα στην ιστορία, επέστρεψε στο Disney + σε νέα, αποκατεστημένη εκδοχή με πεντακάθαρη εικόνα και κρυστάλλινο ήχο.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Η ακροδεξιά θεριεύει κι ας μην δηλώνει κανείς ακροδεξιός

Daily / Η ακροδεξιά θεριεύει κι ας μην δηλώνει κανείς ακροδεξιός

Η νέα έρευνα του Σημείου για τη Μελέτη και την Αντιμετώπιση της Ακροδεξιάς επικυρώνει αυτό που πλέον διαπιστώνει κανείς καθημερινά, εντός και εκτός διαδικτύου, στο δρόμο, στις συναναστροφές, στην ατμόσφαιρα
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Το “Train Dreams” του Netflix είναι ένα κομψοτέχνημα και μία από τις ταινίες της χρονιάς

Daily / Το “Train Dreams” του Netflix είναι ένα κομψοτέχνημα και μία από τις ταινίες της χρονιάς

Κάπου ανάμεσα σε ελεγεία και σε ύμνο, η ταινία που προσγειώθηκε προ μερικών ημερών στην πλατφόρμα, είναι ένα λεπτό, ατμοσφαιρικό και συγκινητικό δράμα με αξέχαστες εικόνες και εξαιρετικές ερμηνείες.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Το κακό υπάρχει παντού αλλά κυρίως στους πλούσιους, λευκούς άνδρες 

Daily / Το κακό υπάρχει παντού, αλλά κυρίως στους πλούσιους, λευκούς άνδρες 

Μέσα στην πληθώρα δραματικών θρίλερ «πολυτελείας» που έχουν κατακλύσει εσχάτως το τοπίο των σειρών, το «Beast in me» («Το τέρας μέσα μου») του Netflix είναι μία από τις καλύτερες προτάσεις. 
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ