ΚΑΤΑ ΣΑΤΑΝΙΚΗ ΣΥΜΠΤΩΣΗ, το περιβόητο ήδη βιβλίο απομνημονευμάτων του Αλέξη Τσίπρα, κυκλοφορεί ακριβώς έναν χρόνο (παρά μία ημέρα) μετά από την κυκλοφορία των απομνημονευμάτων της Άνγκελα Μέρκελ, που κι εκείνα, πέρα από τις αναφορές για την «πολιτική χημεία» που την συνέδεσε με τον Έλληνα πρώην πρωθυπουργό, είχαν επίσης μονολεκτικό, αφηρημένο και αλληγορικό τίτλο («Ελευθερία»), γαλάζιο φόντο και πανομοιότυπη γραμματοσειρά.
Μερικούς μήνες πριν από το βιβλίο της πρώην Καγκελαρίου της Γερμανίας, είχαν κυκλοφορήσει και τα μεταθανάτια, και ως εκ τούτου εγγενώς μακάβρια απομνημονεύματα του πρώην άσπονδου συνεργάτη της, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, με τίτλο «Αναμνήσεις».
Τα βιβλία αυτά όμως των δύο Γερμανών πολιτικών ανήκουν στην υποκατηγορία “legacy” (κληρονομιά) του είδους των πολιτικών απομνημονευμάτων. Το βιβλίο του Αλέξη Τσίπρα όμως δεν έχει να κάνει με έναν απολογισμό στο φινάλε μιας πολιτικής καριέρας, αλλά λειτουργεί ως ένας κρίσιμος μοχλός στον μηχανισμό επανεκκίνησης αυτής της καριέρας.
«Ακόμη και αν εξαιρέσουμε τους πιο διαβόητους ψεύτες, οι περισσότεροι πολιτικοί περνάνε την καριέρα τους αποφεύγοντας τις βαθιές ανθρώπινες αλήθειες — συμπεριλαμβανομένων και των δικών τους».
Το βέβαιο είναι ότι η επιθετική («αμερικάνικη») επικοινωνιακή στρατηγική που επέλεξε για την προώθηση της «Ιθάκης» (μήπως τελικά θέλει απλά να μας υπενθυμίσει ότι κανένας από του συντρόφους του Οδυσσέα δεν κατάφερε να επιστρέψει στην Ιθάκη, παρά μόνο ο ίδιος;) φαίνεται να απέδωσε κάποιους καρπούς, όχι μόνο για το βιβλίο, αλλά και για τον ίδιον, ο οποίος, σύμφωνα με την τελευταία έρευνα της Pulse να δείχνει στην τελευταία της έρευνα αύξησε τη δυνητική του επιρροή από το 20% στο 24%, όσο αόριστα κι αν μοιάζουν αυτά τα νούμερα.
Η επιτυχία του βιβλίου είναι εγγυημένη, όσο και η συμβατική στεγνότητα του λόγου, στοιχείο που χαρακτηρίζει συνολικά το είδος των πολιτικών απομνημονευμάτων, με ελάχιστες εξαιρέσεις (τα απομνημονεύματα του Γ. Βαρουφάκη διέθεταν τουλάχιστον ένα ψυχαγωγικό ενδιαφέρον κυρίως λόγω μιας νουάρ γλαφυρότητας που τύλιγε την αφήγηση).
Έναν χρόνο πριν, ένα άρθρο των Financial Times διαπίστωνε με αφορμή το βιβλίο της Μέρκελ, ότι «σχεδόν όλα τα πολιτικά απομνημονεύματα είναι μέτρια βιβλία. Παρά τις γενναιόδωρες προκαταβολές που λαμβάνουν από τους εκδότες, οι πολιτικοί είναι θεμελιωδώς ακατάλληλοι για το είδος... Ακόμη και αν εξαιρέσουμε τους πιο διαβόητους ψεύτες, οι περισσότεροι πολιτικοί περνάνε την καριέρα τους αποφεύγοντας τις βαθιές ανθρώπινες αλήθειες — συμπεριλαμβανομένων και των δικών τους. Το φυσικό τους ένστικτο είναι να φλυαρούν με σποραδικές εκρήξεις αυτοδικαίωσης μέχρι να φτάσουν στον απαιτούμενο αριθμό λέξεων… Ο Ουίνστον Τσώρτσιλ, ο οποίος έγραψε περίπου 18 απομνημονεύματα (ανάλογα με τον τρόπο που τα μετράει κανείς), δεν είπε ποτέ, όπως του έχει αποδοθεί, ότι «η ιστορία θα είναι καλή μαζί μου, γιατί σκοπεύω να τη γράψω ο ίδιος», αλλά αυτή είναι η ιδέα που αναδύεται μέσα από τις χιλιάδες γλαφυρές σελίδες του… Εν τέλει, ωστόσο, θα μπορούσαμε να πούμε ότι όταν οι πολιτικοί γράφουν με τη εγωκεντρική αποστασιοποίηση που χαρακτηρίζει συχνά αυτά τα βιβλία, παραμορφώνοντας τις δυσάρεστες αλήθειες και δικαιολογώντας τα αδικαιολόγητα, τότε είναι που μας δείχνουν ποιοι είναι πραγματικά…».