ΚΑΠΟΙΑ ΣΤΙΓΜΗ, αφού έχει βαρεθεί να περιφέρεται στην μεγαλειώδη και αχανή έπαυλή του (η οποία εκτός από καμιά εκατοστή δωμάτια, περιέχει μια αίθουσα μπόουλινγκ, μια «στοά» με vintage ηλεκτρονικά παιχνίδια και ένα εκπληκτικό αίθριο με γυάλινη οροφή που κάποια στιγμή βλέπουμε να κλείνει καθώς «έχει πιάσει ψύχρα») ενώ η κάμερα τον ακολουθεί πιστά, ο Έντι Μέρφι εξομολογείται ότι το μόνο πράγμα που παρακολουθεί εμμονικά στην τηλεόραση είναι η σειρά του MTV “Ridiculousness”, μια συρραφή από εξωφρενικά συχνά viral κλιπ από το τρελό θερμοκήπιο του ίντερνετ. «Μου θυμίζουν τις ταινίες του Αλεχάντρο Χοδορόφσκι» (ή Γιοντορόφσκι, όπως τον έχουμε μάθει εμείς), προσθέτει χαλαρά, την ώρα που περνάνε φευγαλέα από την οθόνη εικόνες από ταινίες του ακατάβλητου σουρεαλιστή προβοκάτορα, όπως το Holy Mountain και το El Topo.
Αποφασισμένος να γίνει ο επόμενος Ρίτσαρντ Πράιορ ήδη από την ηλικία των δέκα ετών ήταν τόσο αφοσιωμένος στην αποστολή του που κατάφερε να επιπλεύσει στον αφρό της δεκαετίας του '80 χωρίς να σνιφάρει ούτε μια γραμμή κόκας από τις οροσειρές που περιφέρονταν τριγύρω του.
Αυτή είναι ίσως μία από τις πιο απροσδόκητες στιγμές σε μια τόσο απολύτως «εξουσιοδοτημένη», επιμελώς στημένη και κλινικά αποστειρωμένη μονογραφία όπως το “Being Eddie” του Netflix, στο ίδιο «αγιογραφικό» πνεύμα με άλλα βιογραφικά ντοκιμαντέρ που έχει στο ρόστερ του, όπως αυτά για τον Σιλβέστερ Σταλόνε ή την Μάρθα Στιούαρτ. Επειδή όμως εδώ πρόκειται για έναν τόσο ιδιοφυή κωμικό με τόσο περιπετειώδη διαδρομή εντός και εκτός οθόνης, αλλά και για έναν ευδιάθετο και πνευματώδη 64χρονο αφηγητή, το ντοκιμαντέρ «ρουφιέται» σα νεράκι. Από την θητεία του, έφηβος ακόμα, στο Saturday Night Live και τις φοβερές stand up παραστάσεις του, μέχρι την παγκόσμια παντοδυναμία του στη δεκαετία του ’80, προτού συμπληρώσει τα 25 του χρόνια, την «άγονη» μέση περίοδο και την επιστροφή του σε πιο «οικογενειακές» ταινίες, η επαγγελματική / δημιουργική του πορεία ήταν γεμάτη συναρπαστικά σκαμπανεβάσματα.
Για τις «γκρίζες ζώνες» της προσωπικής του ζωής, δεν γίνεται κανένας απολύτως λόγος. Ούτε για την πρώτη σύζυγό του, ούτε φυσικά για το περιβόητο σκάνδαλο του 1997, όταν συνελήφθη με μια τρανς σεξεργάτρια στο αυτοκίνητό του (εκείνος απαλλάχτηκε άμεσα, εκείνη εξέτισε ποινή φυλάκισης και έναν χρόνο αργότερα βρέθηκε νεκρή, πέφτοντας από πέντε ορόφους προσπαθώντας να σκαρφαλώσει στο κλειδωμένο διαμέρισμά της). Όπως λέει στο ντοκιμαντέρ ο Τζον Λάντις, σκηνοθέτης του “Trading Places” («Πολυθρόνα για δύο»), μία από τις πιο αγαπημένες αλλά και μία από τις καλύτερες ταινίες του Έντι Μέρφι (όπως και μία από τις καλύτερες «χριστουγεννιάτικες» ταινίες όλων των εποχών), «Ο Έντι έχει σταθερές μεσοαστικές αξίες και παραείναι ματαιόδοξος για να καταστρέψει τον εαυτό του».
Ο ίδιος ο Μέρφι δείχνει να συμφωνεί μ’ αυτή την εκτίμηση. «Η μεγαλύτερη ευλογία μου είναι ότι αγαπώ τον εαυτό μου και ότι ήξερα από πολύ νωρίς τι ήθελα να κάνω», λέει. Αποφασισμένος να γίνει ο επόμενος Ρίτσαρντ Πράιορ ήδη από την ηλικία των δέκα ετών ήταν τόσο αφοσιωμένος στην αποστολή του που κατάφερε να επιπλεύσει στον αφρό της δεκαετίας του '80 χωρίς να σνιφάρει ούτε μια γραμμή κόκας από τις οροσειρές που περιφέρονταν τριγύρω του. «Δεν κάπνιζα, δεν έπινα, δεν έκανα ναρκωτικά, μαριχουάνα δοκίμασα μετά τα τριάντα», δηλώνει — σε πλήρη αντίθεση με το ίνδαλμα του, τον ιδιοφυή αλλά δαιμονισμένο Πράιορ, ο οποίος είχε αναλάβει αρχικά τον ρόλο στο «Πολυθρόνα για δύο» που κατέληξε στον Μέρφι, αλλά αναγκάστηκε να αποχωρήσει επειδή λίγο πριν ξεκινήσουν τα γυρίσματα είχε καταφέρει να βάλει φωτιά στον εαυτό του καπνίζοντας κρακ, («φρίμπα» κοινώς).
Δεν ήταν πάντως ούτε η νηφαλιότητα, ούτε η συγκέντρωση, ούτε το χάρισμα, ούτε το ταλέντο, ούτε η δουλειά («πάντα θυμάμαι να λαχταρώ να γυρίσω σπίτι μου ν’ αράξω») που καθόρισαν την επιτυχία του ως καλλιτέχνη και ως κωμικού, σύμφωνα με τον ίδιον. «Το πιο καθοριστικό πράγμα είναι η ευαισθησία – το να βλέπεις ένα ολοκαίνουριο αμάξι και πηγαίνει το μάτι σου κατευθείαν σε μια μικρή γρατζουνιά».
Being Eddie | Official Trailer | Netflix