ΜΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ταινίες που προβλήθηκαν την προηγούμενη εβδομάδα στο κινηματογράφο Άστορ στο πλαίσιο του αφιερώματος με τίτλο «ΦΑΝΤΑΣΜΑΤΑ: Ο Αόρατος Κόσμος του Ελληνικού Κινηματογράφου» (το πρόγραμμα θα μεταφερθεί στη Θεσσαλονίκη από 8-14 Μαΐου) αποτελεί μια από τις πιο «αόρατες» ταινίες του Σταύρου Τσιώλη, αλλά και της δεκαετίας του ’80 – της πιο περίεργης ίσως στην ανώμαλη διαδρομή του ελληνικού σινεμά.
Πρόκειται για την ταινία «Σχετικά με τον Βασίλη» του 1986, την οποία είχα δει παλιά αλλά ουδόλως σχεδόν δεν με είχε αγγίξει (μόνο σαν φευγαλέο όραμα ίσως ή σαν μια χειρονομία χωρίς ανταπόκριση), την είδα ξανά όμως με εντελώς διαφορετικό βλέμμα – το βλέμμα του μεσήλικα δηλαδή, που σημαίνει χωρίς φόβο και χωρίς πάθος και χωρίς τις καχύποπτες προκαταλήψεις της νεότητας.
«Ο πρωταγωνιστής είναι ένας καθηγητής κοινωνιολογίας που φέρει τη μορφή και σίγουρα κάτι από την ιδιοσυγκρασία του αείμνηστου ποιητή και μεταφραστή Τάσου Δενέγρη που τον υποδύεται, και βρίσκεται αντιμέτωπος με τριπλή κρίση: κρίση υπαρξιακή, κρίση συνειδήσεως και (ανδρική) κρίση μέσης ηλικίας, παρότι τότε δεν ήταν του συρμού ο όρος».
Η ταινία, η οποία υπάρχει διαθέσιμη και στο ERTFLIX, προβλήθηκε την ίδια μέρα με άλλες δύο «στοιχειωμένες» και «ιδιότροπες» ελληνικές ταινίες εκείνης της χρονιάς, που σπανίως εμφανίζονται στην τηλεόραση υπό τον μάλλον παραπλανητικό κοινό τίτλο «Εκτοπλάσματα» που παραπέμπει ίσως σε θρίλερ σωματικού τρόμου του Κρόνεμπεργκ: το «Ντανίλο Τρέλες» του Σταύρου Τορνέ και η «Φωτογραφία» του Νίκου Παπατάκη. «Κάθε άνθρωπος είναι ένα εκτόπλασμα που περιφέρεται αναζητώντας τον εαυτό του σε φωτογραφίες, δρόμους και αναμνήσεις», έγραφε το δελτίο τύπου για τις συγκεκριμένες προβολές.
«Κάποιοι το λένε μοναξιά, άλλοι νοσταλγία. Μα ίσως είναι κάτι άλλο – ίσως είναι η αμήχανη μαγεία του να είσαι πάντα λίγο εδώ και λίγο αλλού». Εξίσου αφηρημένος κι «αλλούτερος», αλλά πιο εύστοχος μάλλον είναι ο γενικός τίτλος υπό τον οποίον είχε προβληθεί η ταινία στο πλαίσιο της «Χαμένης Λεωφόρου του Ελληνικού Σινεμά», μαζί με τους (φοβερούς) «Βοσκούς» του Παπατάκη: «Παράξενο Τότε».
«Παράξενο τότε» μοιάζει σήμερα ολόκληρη η εποχή που γυρίστηκε η ταινία, όπως αποτυπώνεται στην περιδίνηση του κεντρικού χαρακτήρα, στην Αθήνα αλλά κυρίως σε μια παραθαλάσσια εξοχική κατοικία (στο Αυλάκι αν δεν κάνω λάθος) όπου απομονώνεται, στα γκρίζα βάθη του χειμώνα. Ο πρωταγωνιστής είναι ένας καθηγητής κοινωνιολογίας που φέρει τη μορφή και σίγουρα κάτι από την ιδιοσυγκρασία του αείμνηστου ποιητή και μεταφραστή Τάσου Δενέγρη που τον υποδύεται, και βρίσκεται αντιμέτωπος με τριπλή κρίση: κρίση υπαρξιακή, κρίση συνειδήσεως και (ανδρική) κρίση μέσης ηλικίας, παρότι τότε δεν ήταν του συρμού ο όρος. «Όταν απομονώνεσαι και παραιτείσαι αυτό θα σου συμβαίνει», τον προειδοποιεί ένας φίλος του. «Με φαντάσματα θα ζεις».
Στους τίτλους αρχής η ονομασία της ταινίας σβήνει με αποσιωπητικά («Σχετικά με τον Βασίλη…»), λεπτομέρεια που ίσως έχει την σημασία της, την ώρα που ακούγεται το «Είδα την Άννα κάποτε» του Σαββόπουλου. Πολύ αργότερα στην ταινία –που χωρίζεται σε κεφάλαια με τίτλους όπως «Η δεύτερη ευκαιρία», «Κυριακή», «Ένα συμβάν», «Το ταξίδι»– θα ακουστεί και το λυτρωτικό «Ας παν στην ευχή τα παλιά» του Καζαντζίδη. Λήξη συναγερμού για τον ήρωα, προς το παρόν τουλάχιστον. Μπορεί να επιστρέψει στην οικογένειά του και στη ζωή του. Κι εμείς μπορούμε να επιστρέφουμε ή να ανακαλύπτουμε κάποιες ιδιαίτερες, «εσωτερικές» πτυχές της κινηματογραφικής μας μυθοπλασίας μέσα από επιμελημένα αφιερώματα όπως τα «Φαντάσματα» και η «Χαμένη Λεωφόρος του Ελληνικού σινεμά».
Σχετικά με τον Βασίλη… (1986)