Τον περασμένο μήνα, αμερικανικές αεροπορικές επιθέσεις κατέστρεψαν τέσσερα σπίτια στην περιφέρεια της Σαναά στην Υεμένη, με αποτέλεσμα τον θάνατο τουλάχιστον 11 ανθρώπων. Ένα βίντεο που αναρτήθηκε από αυτόπτη μάρτυρα δείχνει έναν τρομοκρατημένο άνδρα να μεταφέρει ένα μικρό παιδί στην πλάτη του, προειδοποιώντας τους ανθρώπους να απομακρυνθούν, πριν από τον ήχο ενός τζετ και τη λευκή λάμψη μιας έκρηξης.
Οι τοπικοί κάτοικοι ανήρτησαν ειδοποιήσεις για κηδείες των θυμάτων της αεροπορικής επιδρομής στην απομακρυσμένη γειτονιά Θακμπάν, αναφέροντας ολόκληρες οικογένειες που χάθηκαν σε μια στιγμή. Αυτό περιλάμβανε τον Άλι Γιαχία Σαλάχ Μασούντ, του οποίου ένας πενθών στο διαδίκτυο ανέφερε ότι σκοτώθηκε «χέρι-χέρι με όλη του την οικογένεια, συμπεριλαμβανομένων της συζύγου του, των γιων και των θυγατέρων του», μαζί με φωτογραφίες από μια παλαιότερη γιορτή που δείχνουν τις κόρες του με κόκκινες κορδέλες στα μαλλιά και τους χαμογελαστούς γιους του με μικρά σακάκια.
Ο εκπρόσωπος του Πενταγώνου, Σον Πάρνελ, δήλωσε στα τέλη Απριλίου ότι μια σφοδρή εκστρατεία αμερικανικών αεροπορικών επιθέσεων που ξεκίνησε στα μέσα Μαρτίου είχε «χτυπήσει πάνω από 1.000 στόχους, σκοτώνοντας μαχητές και ηγέτες των Χούθι και υποβαθμίζοντας τις ικανότητές τους».
Ενώ οι ΗΠΑ ισχυρίζονται ότι στόχευσαν τους Χούθι, το έντονο κύμα αεροπορικών επιθέσεων σε μεγάλες πόλεις και περιοχές σε όλη την Υεμένη έχει επίσης προκαλέσει τον θάνατο δεκάδων αμάχων, σύμφωνα με οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τον οργανισμό παρακολούθησης AirWars με έδρα το Λονδίνο, ο οποίος καταγράφει θύματα από τρεις οικογένειες στην επίθεση στην περιοχή Θακμπάν.
«Δεν υπάρχει τίποτα σε αυτόν τον κόσμο, όσο πολύτιμο κι αν είναι, που να μπορεί να αντικαταστήσει την οικογένειά μου», δήλωσε μια 27χρονη μητέρα τριών παιδιών, η οποία είπε ότι οι γονείς και οι αδελφές της σκοτώθηκαν στην αεροπορική επιδρομή. «Νιώθω ότι πεθαίνω εκατό φορές την ημέρα από τη θλίψη».
«Ενταφιάσαμε οκτώ άτομα από μια μόνο οικογένεια, από ένα μόνο σπίτι», δήλωσε ένας πενθών στην πομπή κηδείας. «Δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι αυτός ήταν στρατιωτικός στόχος. Είμαστε οι γείτονές τους... είδαμε τι συνέβη».
Το Airwars αναφέρει αρκετούς λογαριασμούς στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που ανήρτησαν καταγγελίες ότι οι Χούθι χρησιμοποίησαν την περιοχή Θακμπάν, συμπεριλαμβανομένου ενός Υεμενίτη ακτιβιστή που ανήρτησε στο X ότι ένα σπίτι εκεί περιείχε πλατφόρμα εκτόξευσης πυραύλων. Όλες οι αναρτήσεις διαγράφηκαν αργότερα, και παρατηρητές υπέθεσαν ότι οι αμερικανικές δυνάμεις χρησιμοποίησαν τα tweets για να αντλήσουν πληροφορίες σχετικά με το πού να στοχεύσουν.
Ένας αξιωματούχος της Κεντρικής Διοίκησης των ΗΠΑ (Centcom), η οποία εποπτεύει τις αμερικανικές στρατιωτικές επιχειρήσεις στην Υεμένη, αρνήθηκε να σχολιάσει την αεροπορική επιδρομή στη Θακμπάν, αλλά δήλωσε ότι είναι «ενήμεροι για τους ισχυρισμούς περί πολιτικών θυμάτων που σχετίζονται με τις αμερικανικές επιθέσεις στην Υεμένη και τους λαμβάνουμε πολύ σοβαρά υπόψη. Αυτή τη στιγμή διεξάγουμε την αξιολόγηση των ζημιών από τη μάχη και έρευνα για αυτούς τους ισχυρισμούς».
Σε δήλωσή τους τον περασμένο μήνα, η Centcom δημοσίευσε στοιχεία διαφορετικά από εκείνα του Πάρνελ, λέγοντας ότι οι αμερικανικές δυνάμεις είχαν πλήξει περισσότερους από 800 στόχους, σκοτώνοντας «εκατοντάδες μαχητές των Χούθι και πολυάριθμους ηγέτες τους», συμπεριλαμβανομένων ανώτερων στελεχών υπεύθυνων για επιχειρήσεις με drones και πυραύλους, ενώ κατέστρεψαν εκτεταμένες υποδομές της οργάνωσης, αεράμυνα, εργοστάσια κατασκευής όπλων και πυραύλους.
Η ανακοίνωση πρόσθετε: «Οι επιχειρήσεις αυτές διεξήχθησαν με χρήση λεπτομερών και εκτενών πληροφοριών, ώστε να διασφαλιστούν τα φονικά αποτελέσματα ενάντια στους Χούθι, ελαχιστοποιώντας ταυτόχρονα τον κίνδυνο για αμάχους».
Καθώς οι αεροπορικές επιδρομές σφυροκοπούσαν τη Σαναά, ο 72χρονος Μοχάμεντ Αλθαϊμπανί, Υεμενίτης με αμερικανική υπηκοότητα, παρακολουθούσε τους τοίχους του σπιτιού του να τρέμουν. Όπως είπε, πολλές από τις περιοχές που στοχοποιούνται είχαν ήδη δεχτεί επανειλημμένα επιθέσεις τόσο από τις ΗΠΑ όσο και από τη Σαουδική Αραβία κατά τη διάρκεια της δεκαετούς στρατιωτικής εκστρατείας.
«Ο κόσμος εδώ γεννιέται μέσα στο τίποτα. Η κυβέρνηση δεν έχει τίποτα – γιατί λοιπόν βομβαρδίζουν; Δεν έχει μείνει τίποτα για να καταστρέψουν. Οι πύραυλοι κοστίζουν περισσότερο απ’ ό,τι τα κτίρια που πλήττουν», δήλωσε.
Η οικογένεια του Αλθαϊμπανί τον πιέζει να εγκαταλείψει την Υεμένη και να επιστρέψει στη Νέα Υόρκη. Παρ’ ότι το αεροδρόμιο ξανάνοιξε πρόσφατα, μετά από ισραηλινές επιθέσεις, εκείνος φοβάται πως θα ξαναγίνει στόχος.
«Λέγαμε παλιά: “Αν σε αγαπάει ο Θεός, θα σε στείλει στην Αμερική”», είπε. «Αγαπώ αυτή τη χώρα, έζησα εκεί δεκαετίες, έστησα δουλειές και μεγάλωσα οικογένεια. Αλλά τώρα βομβαρδίζει την πατρίδα μου».
Η αεροπορική επιδρομή που τον σημάδεψε περισσότερο ήταν αυτή στην αγορά Φάρουα, που προκάλεσε 12 θανάτους και 34 τραυματισμούς, σύμφωνα με τους Χούθι. Εικόνες δείχνουν το κατεστραμμένο κουφάρι ενός οχήματος και ένα τεράστιο κρατήρα.
Σε όλη την Υεμένη, οι πολίτες υποφέρουν από έναν συνδυασμό δεκαετούς εμφυλίου, ξένης επέμβασης, αποκλεισμών και τώρα αεροπορικών επιθέσεων. Ο ΟΗΕ υπολογίζει ότι 4,5 εκατομμύρια άνθρωποι είναι εκτοπισμένοι, ενώ 17 εκατομμύρια χρειάζονται άμεσα επισιτιστική βοήθεια — εκ των οποίων 5 εκατομμύρια βρίσκονται στο χείλος του λιμού.
Η απόφαση της κυβέρνησης Τραμπ να μειώσει σημαντικά τη χρηματοδότηση για ανθρωπιστική βοήθεια έχει προκαλέσει ανησυχία στους οργανισμούς που δραστηριοποιούνται στη χώρα.
Η Ράντγια αλ-Μουταουακέλ, επικεφαλής της ΜΚΟ Mwatana για τα ανθρώπινα δικαιώματα, τονίζει: «Δεν είναι μόνο οι άμεσες επιθέσεις που σκοτώνουν και καταστρέφουν την υποδομή, αλλά και η καθημερινή ζωή — ιδιαίτερα η οικονομική — είναι υπό πολιορκία».
Στο λιμάνι Αλ-Χοντάιντα, ο εργαζόμενος Μουράντ Άχμεντ δήλωσε ότι μετά την πρόσφατη συμφωνία κατάπαυσης πυρός μεταξύ ΗΠΑ και Χούθι, η κατάσταση δείχνει κάποια βελτίωση, παρά τους φόβους για μελλοντικές επιθέσεις. «Μετά τους βομβαρδισμούς και τους αποκλεισμούς καυσίμων, οι τιμές είχαν φτάσει σε απελπιστικό σημείο. Δύο δεξαμενόπλοια μόλις τώρα αποβίβασαν φορτίο, και σιγά σιγά τα πράγματα καλυτερεύουν», είπε.
Ο Αλθαϊμπανί συνοψίζει την απόγνωση των πολιτών: «Θα μπορούσαν να χτυπήσουν στρατιωτικούς στόχους. Αλλά γιατί βομβαρδίζουν πόλεις; Αν δεν θέλουν να σκοτώνουν αμάχους, γιατί ρίχνουν παντού; Ο κόσμος φοβάται να τρέξει γιατί ίσως βομβαρδιστεί και εκεί. Αποφασίζουν να πεθάνουν μέσα στα σπίτια τους. Δεν έχουν άλλη επιλογή».
Με πληροφορίες από Guardian