Την καθιέρωση ενός ελάχιστου φόρου για τους υπερπλούσιους προτείνουν στη Γαλλία επτά διακεκριμένοι οικονομολόγοι, όλοι κάτοχοι βραβείου Νόμπελ Οικονομικών, μέσω άρθρου γνώμης που δημοσιεύθηκε σήμερα στη Le Monde.
Οι υπογράφοντες καλούν τη Γαλλία να υιοθετήσει ένα νέο φορολογικό πλαίσιο κατά το πρότυπο της λεγόμενης «τροπολογίας Ζουκμάν», η οποία απορρίφθηκε από τη γαλλική Εθνοσυνέλευση τον Ιούνιο.
«Η Γαλλία έχει τη δυνατότητα, για ακόμη μια φορά, να δείξει τον δρόμο στον υπόλοιπο κόσμο», αναφέρουν οι συντάκτες του άρθρου, υπογραμμίζοντας την ανάγκη για φορολόγηση του ακραίου πλούτου.
Μεταξύ των οικονομολόγων που υπογράφουν την παρέμβαση συγκαταλέγονται οι Ντάρον Ατζέμογλου και Σάιμον Τζόνσον (Νόμπελ 2024), η Εστέρ Ντυφλό και ο Αμπιτζίτ Μπάνερτζι (Νόμπελ 2019), ο Τζορτζ Άκερλοφ και ο Τζόζεφ Στίγκλιτς (Νόμπελ 2001), καθώς και ο Πολ Κρούγκμαν (Νόμπελ 2008), με την πλειονότητά τους να είναι Αμερικανοί πολίτες.
Όπως επισημαίνουν, «οι πολύ πλούσιοι στη Γαλλία ευημερούν ιδιαιτέρως»: ενώ παγκοσμίως οι δισεκατομμυριούχοι κατέχουν περιουσία που αντιστοιχεί στο 14% του παγκόσμιου ΑΕΠ, οι Γάλλοι δισεκατομμυριούχοι συγκεντρώνουν σχεδόν το 30% του εθνικού ΑΕΠ.
Η εφαρμογή ενός ελάχιστου φόρου, εκφρασμένου ως ποσοστό του συνολικού πλούτου, κρίνεται από τους οικονομολόγους ως αποτελεσματική, διότι «αντιμετωπίζει όλες τις μορφές φορολογικής βελτιστοποίησης ανεξαρτήτως φύσης» και πλήττει πρωτίστως όσους επιλέγουν πολύπλοκες τεχνικές αποφυγής φόρου.
Στο άρθρο τους, οι επτά επιστήμονες χαιρετίζουν τις διεθνείς προσπάθειες προς την κατεύθυνση αυτή και υπενθυμίζουν την πρόταση της G20 για έναν παγκόσμιο ελάχιστο φόρο 2% στον πλούτο των δισεκατομμυριούχων, η οποία ωστόσο απορρίφθηκε το 2023.
«Το παγκόσμιο κύμα έχει ήδη ξεκινήσει», τονίζουν, προσθέτοντας ότι «δεν υπάρχει λόγος να αναμένουμε διεθνή συναίνεση – αντίθετα, οφείλουμε να δείξουμε τον δρόμο, όπως η Γαλλία το έκανε με τον ΦΠΑ το 1954».
Η τροπολογία Ζουκμάν, εμπνευσμένη από τον Γάλλο οικονομολόγο Γκαμπριέλ Ζουκμάν, προέβλεπε φορολόγηση με συντελεστή 2% της περιουσίας όσων υπερβαίνουν το ένα δισεκατομμύριο ευρώ. Παρότι αρχικά υιοθετήθηκε από τη γαλλική Εθνοσυνέλευση, στη συνέχεια απορρίφθηκε. Προέβλεπε επίσης μια «ειδική συνεισφορά» για περιουσίες άνω των 100 εκατομμυρίων ευρώ, με σκοπό να διασφαλιστεί ότι κανένας από τους υπερπλούσιους φορολογούμενους δεν θα καταβάλλει λιγότερο από το 2% του πλούτου του σε φόρους – στοχεύοντας, έτσι, στη μείωση των κρουσμάτων φοροδιαφυγής μέσω πολυσύνθετων οικονομικών σχημάτων.
Η πρόταση έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις και διχογνωμία στην επιστημονική κοινότητα, ανάμεσα σε όσους τη θεωρούν απαραίτητη για τη φορολογική δικαιοσύνη και σε εκείνους που αντιτίθενται σθεναρά, επικαλούμενοι ζητήματα ανταγωνιστικότητας και επενδυτικής φυγής.